Η κυβέρνηση έχει τώρα μπροστά της την οικονομική κρίση και την έξαρση των απολύσεων – Η πανδημία την απάλλαξε από την υπερφιλόδοξη προεκλογική υπόσχεση για 4% ανάπτυξη
To κυβερνητικό σχήμα που ανακοινώθηκε την επομένη των εκλογών της 7ης Ιουλίου είχε τον μεγάλο αριθμό των 21 εξωκοινοβουλευτικών στελεχών, είχε μόλις πέντε γυναίκες και είχε και υπουργούς και υφυπουργούς που προέρχονταν από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ και που μαζί με τους γενικούς γραμματείς φτιάχνουν μια ολόκληρη… πράσινη συνιστώσα.
Από τη δομή της κυβέρνησης ασφαλώς ξεχωρίζει η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να εντάξει το πολύ σοβαρό ζήτημα του προσφυγικού αλλά και της αντεγκληματικής πολιτικής κάτω από τη σκέπη του σκληρού δόγματος του νόμου και της τάξης, δημιουργώντας ένα υπερυπουργείο Προστασίας του Πολίτη υπό τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Η μεταφορά εκεί της αρμοδιότητας για τις φυλακές είναι βέβαια πρωτοφανής και αντίθετη με τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, ενώ για την κατάργηση του υπουργείου Μετανάστευσης χρειάστηκαν να περάσουν έξι μήνες προκειμένου ο πρωθυπουργός, αισθανόμενος και την πίεση της βάσης της Ν.Δ. για τους χειρισμούς του στο προσφυγικό, να παραδεχτεί το λάθος του και να αποφασίσει να το επανασυστήσει.
Υπερσυγκεντρωτική δομή
Στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο ο Κυρ. Μητσοτάκης, επιχειρώντας να εμφανιστεί πολέμιος της οικογενειοκρατίας, απαγόρευσε στους υπουργούς και υφυπουργούς την πρόσληψη συγγενών πρώτου και δεύτερου βαθμού, αλλά διατήρησε για τον εαυτό του το δικαίωμα να τοποθετήσει στη θέση του διευθυντή του γραφείου του τον ανιψιό του Γρηγόρη Δημητριάδη (γιο της αδελφής του, Κατερίνας Μητσοτάκη).
Ασφαλώς το γεγονός ότι τα ανίψια θεωρούνται τυπικά συγγενείς τρίτου βαθμού δεν μπορεί να αμβλύνει τις εντυπώσεις, ενώ τελικά φάνηκε ότι πέρα από την επικοινωνιακή διάσταση του θέματος, η επίκληση της καταπολέμησης της οικογενειοκρατίας από τον κ. Μητσοτάκη έγινε μόνο και μόνο προκειμένου να αφήσει εκτός κυβερνητικού σχήματος την αδελφή του Ντόρα Μπακογιάννη, την οποία ήθελε να αποστρατεύσει.
Πρόσωπα
Ηχηρή απουσία από την κυβέρνηση ήταν βέβαια αυτή της Ολγας Κεφαλογιάννη. Η κ. Κεφαλογιάννη είπε «όχι» στην πρόταση του κ. Μητσοτάκη να αναλάβει υπουργός Τουρισμού, καθώς οι δυο τους είχαν παλαιότερα συζητήσει για συνένωση των υπουργείων Τουρισμού και Πολιτισμού με μια αναπτυξιακή λογική, την οποία τελικά ο πρωθυπουργός επέλεξε να μην πραγματοποιήσει.
Επιγραμματικά αναφέρουμε ότι αντιδράσεις τότε είχαν υπάρξει τόσο για την τοποθέτηση στη θέση του υφυπουργού Περιβάλλοντος, του Δημήτρη Οικονόμου, ο οποίος μέχρι πρότινος εμφανιζόταν ως σύμβουλος της Lamda Development στις διαπραγματεύσεις που η εταιρεία έκανε με την Πολιτεία για το θέμα της επένδυσης του Ελληνικού, όσο και για τον διορισμό στη θέση του γεν. γραμματέα Δημόσιας Τάξης του Κωνσταντίνου Τσουβάλα, που είχε αποπεμφθεί από αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ., μαζί με τον αρχηγό της Πυροσβεστικής, μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, γεγονός που επιβεβαίωσε την προεκλογική πολιτική εκμετάλλευση της τραγωδίας από τη Ν.Δ.
Εκκλησία
Μία από τις πρώτες κινήσεις του Κυρ. Μητσοτάκη ήταν ο οριστικός ενταφιασμός μαζί με τον αρχιεπίσκοπο της συμφωνίας που είχε ανακοινώσει ο κ. Ιερώνυμος μαζί με τον Αλ. Τσίπρα, και η απόφαση να επιστρέψουν στο μηδέν το ζήτημα του μαθήματος των Θρησκευτικών και, το κυριότερο, το θέμα της περιουσίας της Εκκλησίας. Αίσθηση είχε προκαλέσει και η απόφαση του πρωθυπουργού να τοποθετήσει επικεφαλής της επιτροπής «Ελλάδα 2021», για τις εκδηλώσεις οι οποίες θα γίνουν για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, τη Γιάννα Αγγελοπούλου, φανερώνοντας τις προθέσεις του για ένα ριμέικ της φιέστας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004.
Η Συμφωνία των Πρεσπών
Αλλά από νωρίς φάνηκε και η στροφή του κ. Μητσοτάκη στο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ηδη από την τοποθέτηση στη θέση του γεν. γραμματέα Αθλητισμού του πρώην βουλευτή του Ποταμιού, Γιώργου Μαυρωτά, ο οποίος, όπως και το κόμμα του, είχε κρατήσει συνεπή στάση απέναντι στις θέσεις του, ψηφίζοντας τη Συμφωνία.
Παράλληλα, ενώ προεκλογικά η Ν.Δ. χαρακτήριζε τη Συμφωνία «επαίσχυντη», μετεκλογικά έριξε τους τόνους και άρχισε να ζητά από τη Βόρεια Μακεδονία την πιστή εφαρμογή της, την ώρα που υπουργοί της κυβέρνησης άρχισαν να δηλώνουν για τη Συμφωνία ότι «αν εφαρμοστεί απαρέγκλιτα και από τις δύο πλευρές, μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο μέλλον».
Ο Σαμαράς
Η στάση αυτή του πρωθυπουργού αποτέλεσε βέβαια «άδειασμα» προς τον Αντώνη Σαμαρά, στου οποίου τη σκληρή ατζέντα είχε προσχωρήσει προεκλογικά, ενώ ακόμα ένα «άδειασμα» προς τον πρώην πρωθυπουργό ήρθε για την υπόθεση Novartis. Εκεί, αντίθετα με τις επιδιώξεις Σαμαρά, ο πρωθυπουργός επέλεξε τελικά να μη βάλει στο κάδρο της προανακριτικής τον Αλ. Τσίπρα, υπολογίζοντας ότι αν το κάνει θα ενισχύσει το προφίλ του πολιτικού του αντιπάλου και θα πλήξει το «συναινετικό» προφίλ που καλλιεργούσε για τον εαυτό του, και αποφάσισε σύσταση προανακριτικής επιτροπής μόνο για τον Δ. Παπαγγελόπουλο.
Το θέμα μάλιστα είχε νωρίτερα διχάσει το εσωτερικό της Ν.Δ., με στελέχη της κεντροδεξιάς της πτέρυγας να διαφωνούν έντονα με τη διενέργεια εξεταστικής ή προανακριτικής επιτροπής και με τις σχετικές επιδιώξεις των σαμαρικών. Αλλά το επιδεικτικό γύρισμα της πλάτης του κ. Μητσοτάκη στον κ. Σαμαρά είχε φανεί ήδη από την επιλογή του Μαργαρίτη Σχοινά για τη θέση του Ευρωπαίου επιτρόπου, την οποία ο πρώην πρωθυπουργός επιθυμούσε διακαώς. H σκληρή αντίδραση του πρώην πρωθυπουργού, που πλέον είχε στρέψει το βλέμμα στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, δεν θα αργούσε να έρθει.
Οι άριστοι
Εν τω μεταξύ κραδασμούς στην κυβέρνηση προκάλεσε τον Νοέμβριο του 2019 η υπόθεση των κομματικών διορισμών για τις θέσεις διοικητών των νοσοκομείων και οι καταγγελίες του παραιτηθέντος διοικητή Καρδίτσας, ότι τη θέση αυτήν του είχε υποσχεθεί ο ίδιος ο πρωθυπουργός με αντάλλαγμα να του μαζέψει σταυρούς από την περιοχή των Τρικάλων.
Την ίδια ώρα ο Κυρ. Μητσοτάκης είχε ανοίξει τον χορό των ονομάτων για την προεδρική εκλογή με την περίφημη φράση του ότι θα αποφασίσει το πρόσωπο κατά τις χριστουγεννιάτικες διακοπές του στο βουνό (11.10.2019), προδίδοντας έτσι ότι δεν επιθυμούσε την ανανέωση της θητείας του Προκόπη Παυλόπουλου. Το αποτέλεσμα ήταν το θέμα να σέρνεται για μήνες στην επικαιρότητα, η ονοματολογία να συνεχίζεται και η δυσφορία καραμανλικών στελεχών να εντείνεται, καθώς θεωρούσαν ότι η καθυστέρηση της ανακοίνωσης του προσώπου διέσυρε το προεδρικό αξίωμα και λειτουργούσε με εξευτελιστικό τρόπο σε βάρος του κ. Παυλόπουλου.
Αυτό πάντως που εν τω μεταξύ ο κ. Μητσοτάκης φρόντισε να κάνει σαφές, κατά την ομιλία του στη Βουλή πριν από την ψηφοφορία για την Αναθεώρηση του Συντάγματος (25.11.2019), όπου μίλησε για «πρόσωπο το οποίο θα εξασφαλίζει τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση», ήταν ότι δεν θα πρότεινε τον Αντ. Σαμαρά.
Από τις αρχές Δεκεμβρίου, στο συνέδριο της Ν.Δ., και μετά, ο πρώην πρωθυπουργός άρχισε να πυροβολεί κατά ριπάς τον νυν πρωθυπουργό με αφορμή μια σειρά από ζητήματα όπως το Μακεδονικό, το προσφυγικό και τα ελληνοτουρκικά, ενώ από την ψηφοφορία για τη νέα Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο Αντ. Σαμαράς επέλεξε να απουσιάζει στέλνοντας μια εξαιρετικά ολιγόλογη και καθαρά τυπική επιστολή, με την οποία συντασσόταν μεν με την κομματική γραμμή, χωρίς ωστόσο να κρύβει την πικρία του γι’ αυτήν.
Το όνομα της Κατερίνας Σακελλαροπούλου ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό στις 15 Ιανουαρίου και η μέρα που επέλεξε δεν ήταν βέβαια τυχαία. Hθελε να αλλάξει την ατζέντα της επικαιρότητας, επισκιάζοντας δύο αρνητικά για την εικόνα της κυβέρνησης γεγονότα: τον αποκλεισμό της Ελλάδας από τη διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη και την ανασύσταση του υπουργείου Μετανάστευσης, που ο ίδιος είχε καταργήσει.
Βασική στόχευση της έξυπνης τακτικά επιλογής αυτής, ήταν να φέρει σε δύσκολη θέση τον ΣΥΡΙΖΑ –επί κυβέρνησης του οποίου η κ. Σακελλαροπούλου επελέγη πρόεδρος του ΣτΕ, ενώ η Ν.Δ. τότε δεν τη στήριξε– αλλά και το ΚΙΝ.ΑΛΛ. –για το οποίο αποτελεί ένα πρόσωπο προοδευτικό, που χαίρει εκτίμησης από στελέχη του–, εξασφαλίζοντας έτσι τη συναίνεση των δυο μεγάλων κομμάτων της αντιπολίτευσης, όπως και έγινε. Υπήρχε όμως και μια εσωκομματική στόχευση: «αδειάζοντας» τον Αντ. Σαμαρά, να αποδυναμώσει τη σαμαρική πτέρυγα, αλλά και, απορρίπτοντας την ανανέωση της θητείας του Π. Παυλόπουλου, να προχωρήσει στην «αποκαραμανλοποίηση» της Ν.Δ. με στόχο τη δική του κυριαρχία στο εσωκομματικό τοπίο.
Εχασε την μπάλα
Κι έπειτα ήρθε η πρώτη μεγάλη κυβερνητική κρίση. Στα τέλη Ιανουαρίου η κυβέρνηση βρέθηκε στο έλεος των ολιγαρχών του ποδοσφαίρου και δεχόμενη την ασφυκτική πίεση των αντιμαχόμενων πλευρών Μαρινάκη και Σαββίδη και βλέποντας τον κίνδυνο να εισπράξει ένα πολύ μεγάλο πολιτικό κόστος στη Βόρεια Ελλάδα, εάν υποβιβαζόταν ο ΠΑΟΚ και η Ξάνθη, έσπευσε να παρέμβει στο σχετικό νομοθετικό πλαίσιο εν μέσω της ποδοσφαιρικής περιόδου με μια τροπολογία για τις ΠΑΕ.
Οι κυβερνητικοί χειρισμοί στην όλη υπόθεση είχαν προκαλέσει και έντονες εσωκομματικές αντιδράσεις. Θέλοντας μάλιστα να επιβάλει την κομματική πειθαρχία, ο Κυρ. Μητσοτάκης είχε διαγράψει τον ευρωβουλευτή της Ν.Δ. Θοδωρή Ζαγοράκη. Ομως δεν υπολόγισε τον Αντ. Σαμαρά, ο οποίος αποφάσισε επιδεικτικά να μην εμφανιστεί κατά την ψήφιση της τροπολογίας, με το μέγαρο Μαξίμου να τον ψάχνει και να μην τον βρίσκει και όταν τελικά ο ίδιος αποφάσισε να επικοινωνήσει, δεν έδωσε καμία ουσιαστική εξήγηση, επικαλούμενος «προσωπικούς λόγους».
Αμφισβήτησε, μάλιστα, ανοιχτά και τη δικαιοδοσία του πρωθυπουργού να του ζητάει εξηγήσεις, μέσω της περιβόητης διαρροής συνεργατών του που έλεγε ότι «ο Αντώνης Σαμαράς ούτε έδωσε εξηγήσεις ούτε του ζητήθηκαν ούτε θα μπορούσαν να του έχουν ζητηθεί».
Πανδημία
Στα τέλη Φεβρουαρίου η κυβέρνηση, με αφορμή το προσφυγικό και επιχειρώντας να επιβάλει τη δημιουργία των δομών που σχεδίαζε και τις σχετικές επιτάξεις στα νησιά, ήρθε σε ρήξη με τις τοπικές κοινωνίες και στέλνοντας τα ΜΑΤ δημιούργησε μια ανεξέλεγκτη κατάσταση με γεγονότα ωμής αστυνομικής βίας και συγκρούσεων με τους κατοίκους που έφτασαν να θυμίζουν «άγρια Δύση». Αμέσως μετά την εκτόνωση της κατάστασης στα νησιά, ακολούθησαν τα γνωστά γεγονότα της προσφυγικής κρίσης στον Εβρο και η αντιπροσφυγική πολιτική που εφαρμόστηκε ειδικά με αφορμή τα γεγονότα αυτά.
Κι έπειτα ήρθε η πανδημία και η ορθή διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από την κυβέρνηση. Μέσα στην κρίση αυτήν, αν και η κυβέρνηση εμφανιζόταν αποφασιστική στη λήψη όλων των υπόλοιπων μέτρων για την αντιμετώπιση της διασποράς του κορονοϊού, υπήρξε βέβαια και το ζήτημα των παλινωδιών Εκκλησίας και πολιτείας που ήθελαν να ρίξουν την ευθύνη για το οριστικό κλείσιμο των ναών τη Μ. Εβδομάδα η μία στην άλλη.
Είδαμε και το σκανδαλώδες φιάσκο με την τηλεκατάρτιση, το οποίο αφενός θόλωσε το κυβερνητικό αφήγημα περί αποτελεσματικότητας και αφετέρου θύμισε παλιές υποθέσεις σκανδάλων. Για να φτάσουμε στο σκάνδαλο της λίστας με τα ποσά που δόθηκαν στα ΜΜΕ για την καμπάνια για την πανδημία, με μοναδικό κριτήριο τη φιλοκυβερνητική τους γραμμή. Αυτό που τώρα έχει μπροστά της η κυβέρνηση είναι βέβαια η οικονομική κρίση και η έξαρση των απολύσεων. Πάντως η πανδημία την απάλλαξε από την υπερφιλόδοξη προεκλογική υπόσχεση για 4% ανάπτυξη.
Αφιέρωμα ένας χρόνος ΝΔ: Η επιστροφή της σκληρής Δεξιάς
► Το χρονικό των πρώτων 12 «γαλάζιων» μηνών
► Η βαριά σκιά του Αντώνη Σαμαρά
► Τρόμος και καταστολή: πίσω σε σκοτεινές μέρες
► Η χειραγώγηση της Δικαιοσύνης
► Ελληνικό: Ευτυχισμένο το 2024, και βλέπουμε…
► Με εμμονές αλλά χωρίς σχέδιο στο προσφυγικό
► Ενας νόμος εγκληματικός για το περιβάλλον
► Το κράτος είμαι εγώ και οι κολλητοί μου
► Νομοθετούν με συνοπτικές διαδικασίες
► Το χρονικό μιας πολιτικής δίωξης
► Αναπτυξιακό άλμα… σε άβυσσο ύφεσης
► Δημιουργικές «αποτυχίες» σε βάρος της εργασίας
► Διαγωγή κοσμία και στην Παιδεία
► Τα ψεύτικα τα λόγια για στήριξη του ΕΣΥ
► ΣΥΡΙΖΑ – Η παλινόρθωση δεν είναι μονόδρομος
► Κίνημα Αλλαγής- Θυμηθήκαμε ξανά τι σημαίνει συντήρηση
► ΚΚΕ – Διαχρονικό μεγάλο θύμα είναι και πάλι ο λαός
► ΜέΡΑ25 – «Η συνέχεια του μνημονιακού Κράτους»
► Από την αφωνία στον… «σωτήρα»
► ΔΕΗ:. «Διάσωση» υπέρ των ανταγωνιστών της