Του Χαράλαμπου Χριστόπουλου
Βρισκόμαστε στο 2010. Ένας 18χρονος νέος έχει μπει στο πανεπιστήμιο ακολουθώντας την κοπιαστική και κοστοβόρα διαδικασία των πανελλαδικών εξετάσεων. Έχει ξεκινήσει μια νέα πορεία με όνειρα και διάθεση να κάνει δεκάδες πράγματα, να γνωρίσει ανθρώπους, να αμφισβητήσει και να αλλάξει τον κόσμο καθώς παλεύει για το μέλλον του. Αυτός ο άνθρωπος λίγους μήνες μετά ακούει παντού την έννοια της οικονομικής κρίσης για την οποία μαθαίνει ότι είναι αποτέλεσμα όχι των ισχυρών που είχαν στα χέρια τους τα οικονομικά μέσα αλλά των οικονομικά ασθενέστερων, καθημερινών ανθρώπων.
Στο πανεπιστήμιο αυτός ο νέος άνθρωπος ακούει πως όποιος νέος αγωνίζεται για τα δικαιώματα του είναι τεμπέλης. Προσπαθούν να του καλλιεργήσουν την αντίληψη πως αποκλειστικός σκοπός του νέου ανθρώπου είναι να διαβάζει, να πάρει το πτυχίο του γρήγορα και να βρει μια δουλειά. Σε καμία περίπτωση, του λένε, δεν πρέπει να αμφισβητεί, να κριτικάρει ή να προτείνει. Για αυτό το λόγο θεσμοθετείται και η απαλοιφή του δικαιώματος των φοιτητών στη διοίκηση των πανεπιστημίων με τον νόμο Διαμαντοπούλου το καλοκαίρι του 2011.
Ένας άλλος νέος άνθρωπος έχει βγει για πρώτη φορά σε αναζήτηση εργασίας το 2012. Αντιμετωπίζει την τεράστια αύξηση της ανεργίας και την απόλυτη συμπίεση των εργασιακών δικαιωμάτων. Παράλληλα, βλέπει την οικογένεια του να δέχεται μειώσεις μισθών ή συντάξεων και νιώθει, όπως είναι λογικό, τεράστια ανασφάλεια. Ακόμη και όταν βρίσκει τελικά μια δουλειά, το εργασιακό περιβάλλον είναι αποτρεπτικός παράγοντας για να αγωνιστεί και να διεκδικήσει να αλλάξει τα πράγματα. Παράλληλα, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις απαξιώνονται πλήρως στα μάτια της κοινωνίας, όσοι έντιμα προσπαθούν να διατηρήσουν μια άλλη στάση θεωρούνται γραφικοί και λοιδορούνται.
Η απαξίωση τόσο του φοιτητικού όσο και του εργατικού κινήματος οδηγεί τον νέο άνθρωπο στην επιλογή να μην οργανωθεί και να μην συμμετάσχει σε καμία συλλογική προσπάθεια υπεράσπισης των δικαιωμάτων του. Όπως είναι λογικό επέρχεται σταδιακή συρρίκνωση των δικαιωμάτων και γίνεται συνεχής προσπάθεια, ειδικά σε όσους εργάζονται σε μεγάλες επιχειρήσεις, να πειστούν ότι το συμφέρον τους ταυτίζεται με αυτό του εργοδότη τους.
Οι δυο αυτοί άνθρωποι θα ακούσουν να τους αποκαλούν συχνά στα ΜΜΕ μια χαμένη γενιά. Παρά το ότι έχουν μόρφωση, όνειρα, στόχους, είναι πολύ πιο εξωστρεφείς από ότι ήταν οι γονείς τους και ζουν σε ένα περιβάλλον υψηλών απαιτήσεων. Και οι δυο πιθανώς γνωρίζουν ότι αν φύγουν για το εξωτερικό θα έχουν περισσότερες πιθανότητες να βρουν μια δουλειά ή να σπουδάσουν σε ένα πανεπιστήμιο με καλύτερες υποδομές. Παρ’ όλα αυτά επιλέγουν να μη το κάνουν.
Το 2015 γίνονται εκλογές και η κυβέρνηση αλλάζει. Μέσα από διαδικασίες που είναι γνωστές και μπορεί να τις κρίνει ο καθένας γίνονται δυο βασικές αλλαγές που έχουν σχέση με τα παραπάνω παραδείγματα.
Η πρώτη αλλαγή επέρχεται με τον νόμο Γαβρόγλου το καλοκαίρι του 2017 και αφορά την συμμετοχή των φοιτητών στα όργανα διοίκησης των πανεπιστημίων. Έτσι, δίνεται ξανά νόημα και περιεχόμενο στην συμμετοχή των φοιτητών στα κοινά. Παράλληλα, στηρίζονται -παρά την δημοσιονομική μέγγενη- τα πανεπιστήμια με ανθρώπινο δυναμικό και αυξάνονται τα κονδύλια για την έρευνα που με βάση τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ), μέσα σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής κρίσης, οι δαπάνες για την Έρευνα από 1.48 δισ € το 2014, ποσό που αντιστοιχεί σε 0,83% του ΑΕΠ, ξεπερνούν τα 2.03 δισ € το 2017 φτάνοντας στο 1,14% του ΑΕΠ, πλησιάζοντας σταθερά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Δίνεται έτσι η δυνατότητα στο φοιτητή του 2010 αν θέλει να ζήσει στη χώρα και να προοδεύσει στο πανεπιστήμιο να έχει περισσότερες πιθανότητες να το πετύχει.
Η δεύτερη κρίσιμη αλλαγή αφορά την ουσιαστική αναγέννηση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Ξαφνικά οι εργαζόμενοι νιώθουν ένα δίχτυ προστασίας των θεσμοθετημένων δικαιωμάτων τους και οι εργοδότες αρχίζουν να εφαρμόζουν τους εργασιακούς νόμους πολύ περισσότερο σε σχέση με το παρελθόν. Τα στοιχεία είναι συγκεκριμένα. Μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2019 η αδήλωτη εργασία μειώθηκε από το 20% στο 8,9%. Η ηλεκτρονική δήλωση ωραρίου και υπερωριών που θεσπίστηκε από το υπουργείο Εργασίας υπερδιπλασίασε τον αριθμό των εργαζομένων που είδαν τις υπερωρίες τους να δηλώνονται από 348.000 σε 726.000 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι και τον συνολικό αριθμό των δηλωμένων ωρών να αυξάνεται κατά 170%. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως 6 εκατομμύρια ώρες υπερεργασίας που δεν δηλώνονταν πριν πουθενά σήμερα δηλώθηκαν και πληρώθηκαν.
Ο άνθρωπος που βρήκε δουλειά για πρώτη φορά το 2012 ξαφνικά αντιλαμβάνεται κάποιες διαφορές προς μια θετική κατεύθυνση.
Οι δυο άνθρωποι των ιστοριών μας νιώθουν μια σταδιακή βελτίωση στη ζωή τους. Όχι απόλυτη, αλλά σίγουρα πρωτόγνωρη για τα δικά τους δεδομένα αφού και στις δύο περιπτώσεις η πρώτη επαφή με τα αντίστοιχα περιβάλλοντα έγινε με σκληρού όρους. Νιώθουν λοιπόν πως θα μπορούσαν να ζήσουν στον τόπο τους, να ζήσουν καλύτερα και αξιοπρεπώς. Κυρίως όμως διαμορφώνουν την ελπίδα πως υπάρχει ένας δρόμος που είναι διαφορετικός από εκείνον στον οποίον έχουν εκτεθεί έως τότε. Αρχίζουν να ονειρεύονται τη βελτίωση της καθημερινότητάς τους και δημιουργούν συνθήκες για να την διεκδικήσουν.
Το καλοκαίρι του 2019 η κυβέρνηση αλλάζει πάλι. Στη θέση του ΣΎΡΙΖΑ έρχεται ξανά η ΝΔ. Το πρώτο πράγμα που κάνει στο Υπουργείο Εργασίας είναι να μετατρέψει το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας από ειδική γραμματεία σε μια απλή διεύθυνση. Αποτέλεσμα είναι η απαξίωσή του μέσω της μείωσης τόσο των αρμοδιοτήτων του όσο και των ελέγχων που γίνονται στην αγορά εργασίας. Αφού πλέον έλεγχοι δεν γίνονται, αυξάνονται οι ώρες εργασίας και καταπατώνται εργασιακά δικαιώματα.
Στο Υπουργείο Παιδείας γίνεται εξίσωση των πτυχίων των κολλεγίων με τα πανεπιστήμια με συνέπια την υποβάθμιση των πτυχίων των δημοσίων πανεπιστημίων, αφού πλέον κολλέγια με αμφιβόλου ποιότητας προγράμματα σπουδών δίνουν ισότιμα αναγνωρισμένα πτυχία.
Έπειτα, ήρθε η πανδημία. Οι δύο άνθρωποι που αναφέρονται είναι γύρω στα 30. Θεωρητικά, θα έπρεπε να σχεδιάζουν το μέλλον τους, να αγωνίζονται για την βελτίωση της ζωής τους και την πραγματοποίηση των ονείρων τους. Αντί για αυτό υπάρχει και πάλι στη ζωή τους ανασφάλεια. Αυτή τη στιγμή αν είναι μισθωτοί οι εταιρίες στις οποίες εργάζονται τους ζήτησαν να δουλέψουν με τηλεργασία και δεν πληρώθηκαν υπερωρίες ενώ μπορεί να δούλευαν πολύ περισσότερο από το καθορισμένο ωράριο.
Στη συνέχεια, είδαν να περνάει ένας νόμος για την εκ περιτροπής εργασία όπου προβλέπεται πως θα αμείβονται με τα μισά χρήματα, θα δουλεύουν τις μισές ώρες τυπικά, αλλά την δήλωση για το πόσες ώρες δούλεψαν εν τέλει θα την κάνει ο εργοδότης στο τέλος του μήνα χωρίς κανέναν έλεγχο. Το κράτος θα επιδοτεί ένα μέρος του μισθού που χάνουν με αποτέλεσμα να δέχονται βέβαιη μείωση της τάξης του 20% κατά μέσο όρο. Η κυβέρνηση εμφανίζεται σαν προστάτης τους στα ΜΜΕ αλλά οι ίδιοι ανακαλύπτουν πως δεν έχουν δικαίωμα να αρνηθούν την μετατροπή της πλήρους εργασίας τους σε εκ περιτροπής. Βρίσκονται ξαφνικά κατ’ ουσία εκβιαζόμενοι αφού αν δεν μπουν σε αυτό το πρόγραμμα η επιχείρηση δικαιούται να τους απολύσει.
Αν κάποιος από αυτούς τους νέους ανθρώπους είναι ελεύθερος επαγγελματίας τότε ακούει πως η επιχείρησή του ανήκει στο 97% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της χώρας που κινδυνεύουν άμεσα. Βλέπει την προσπάθεια που έκανε να δημιουργήσει κάτι δικό του, να κινδυνεύει. Ακούει για μια ρευστότητα που έπεσε στην αγορά να διαφημίζεται από την κυβέρνηση, αλλά διαπιστώνει πως δεν τον αφορά. Δεν πληροί τα κριτήρια για δανεισμό από καμία τράπεζα , όποια εγγύηση και αν προσφέρει. Βλέπει τις προβλέψεις για βαθιά ύφεση της οικονομίας.
Χιλιάδες νέοι άνθρωποι, σαν τους ανθρώπους που αναφέραμε θα περάσουν δύσκολα τα επόμενα χρόνια. Μεγάλο ζητούμενο για αυτούς είναι η συσπείρωση τους γύρω από ένα σχέδιο ανασυγκρότησης που απαντά στις βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες ανάγκες τους. Πολύ μεγαλύτερο ζητούμενο όμως είναι η διαμόρφωση αυτού του σχεδίου από τους ίδιους.
Η γενιά των 30άρηδων βρίσκεται σήμερα σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Καλείται να αποφασίσει τον τρόπο με τον οποίο θα διεκδικήσει το μέλλον της. Θα κινηθούν τα μέλη της στον ατομικό δρόμο ή θα επιλέξει τη συλλογική οδό; Μεγάλο μέρος αυτής της γενιάς παραμένει σκεπτικό σε σχέση με τις παραδοσιακές φόρμες συλλογικής διεκδίκησης. Αυτό οφείλεται τόσο στην απαξίωση των συνδικαλιστικών δομών, που απέτυχαν να την προστατεύσουν τα τελευταία χρόνια, όσο και στο γεγονός πως κυριαρχεί η απαξίωση σε σχέση με την ενασχόληση με τα κοινά.
Παρά ταύτα, οι επερχόμενες δυσκολίες και οι πολιτικές της επιλογές δείχνουν πως η χαμένη αυτή γενιά είναι πιθανό να επιθυμεί τη συλλογική οδό. Όσο όμως περνά ο χρόνος, το ένστικτο της επιβίωσης θα την στρέφει προς την ατομική λύση. Με αυτά ως δεδομένα, το ερώτημα μετατρέπεται στο αν υπάρχει διάθεση να της προσφερθεί χώρος για να διαμορφώσει νέες μορφές συλλογικής διεκδίκησης.
Η γενιά των 30άρηδων δεν αναζητά σωτήρες. Φωνάζει πως είναι η ώρα να πάρει την κατάσταση στα χέρια της. Το ζητά επιτακτικά για να προλάβει τον επερχόμενο νέο χαμό της. Είναι η ώρα να ακουστεί η κραυγή της χαμένης γενιάς.
*Ο Χαράλαμπος Χριστόπουλος είναι νέος Δικηγόρος και μέλος της ΚΕΑ ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία
Κουτί Πανδώρας