Ενέργεια, ορθολογισμός εναντίον παραλογισμού

του Σπύρου Καλησπεράκη*

Οι ενεργειακές ανάγκες συνδέονται άμεσα με την καθημερινότητά μας, τις ανέσεις μας. Όσο οι άνθρωποι βελτιώνουν τις συνθήκες διαβίωσής τους, τόσο οι ενεργειακές ανάγκες του πλανήτη αυξάνονται. Ταυτόχρονα όμως, προκύπτουν σημαντικοί κίνδυνοι για το περιβάλλον. Ως εκ τούτου, είναι ζωτική ανάγκη να προκρίνουμε εκείνες τις επιλογές που είναι φιλικές προς αυτό. Αλλά και καλύπτουν τις αυξημένες ανάγκες των πολιτών, της παραγωγής, της οικονομίας και της ανάπτυξης.

Τα ερωτήματα που τίθενται είναι καίρια. Οφείλουμε να γνωρίζουμε όλες τις πλευρές, θεατές και αθέατες των ενεργειακών δυνατοτήτων μας. Και στη συνέχεια να υιοθετήσουμε εκείνες που συνάδουν με τη βιώσιμη ανάπτυξη. Οι επιλογές που έχουμε είναι συγκεκριμένες.

Κατ’ αρχάς, να καταναλώνουμε λιγότερη ενέργεια, χωρίς να επιβαρύνουμε τον τρόπο ζωής μας. Και το κυριότερο να στραφούμε χωρίς ενδοιασμούς και ταλαντεύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Το να συνεχίσουμε ό,τι κάνουμε, ακόμη και αν πούμε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα με το C02, είναι εντελώς ανεύθυνο. Κι αυτό γιατί σε λίγα χρόνια θα καταναλώσουμε πόρους που δεν θα μπορούμε να ανακτήσουμε. Και αν π.χ. στα αυτοκίνητα λειτουργήσουμε χωρίς ορυκτά καύσιμα, δεν ισχύει το ίδιο για τα αεροπλάνα.

Η πρόταση ορισμένων να σταματήσουμε τη βελτίωση των συνθηκών ζωής μας καθίσταται εξωπραγματική. Κι αυτό γιατί αντιστρατεύεται την ανάπτυξη. Ούτε στον δυτικό κόσμο μπορεί να γίνει αποδεκτή. Ούτε στις αναπτυσσόμενες χώρες. Εξ ου και κινείται στη σφαίρα μιας ανέφικτης επιδίωξης.

Αν, ωστόσο, θέλουμε να προστατεύσουμε την ποιότητα της ζωής μας με μικρότερη κατανάλωση, το βέβαιο είναι ότι χρειάζεται συνεχής προσπάθεια. Και προπαντός απαιτούνται πολιτικές ορθολογισμού. Τα τελευταία χρόνια κάναμε μεγάλη πρόοδο. Παράδειγμα, τα LED, οι αντλίες θερμότητας, τα ενεργειακά κουφώματα κ.ά. Η ενεργειακή εξοικονόμηση μέσα από κανονισμούς και επιδοτήσεις επιβάλλεται και ταυτόχρονα επιδοτείται.

Η αύξηση της παραγωγής ενέργειας από πυρηνικά είναι τεχνικά εφικτή. Ενέχει όμως κινδύνους με σοβαρό θέμα διαχείρισης αποβλήτων. Ταυτόχρονα κοστίζει πολύ.

Η επιλογή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) μέχρι πριν από λίγο καιρό είχε πρόβλημα με το κόστος και την ανάγκη επιδοτήσεων. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, οι ΑΠΕ είναι η οικονομικότερη μορφή ενέργειας. Τα μόνα εμπόδια για την ολική επικράτησή τους σχετίζονται με την αστάθεια παραγωγής και τον χώρο εγκατάστασης.

Το ζήτημα της χωροταξικής τοποθέτησής του είναι καίριο για κάποια είδη ΑΠΕ, όπως τα αιολικά, των οποίων η εγκατάστασή τους είναι άμεσα εξαρτημένη από το αιολικό δυναμικό. Αν θεωρούμε ότι η λύση βρίσκεται στις ΑΠΕ, οφείλουμε να συνδράμουμε στην πραγματοποίησή τους με την προϋπόθεση βέβαια ότι διασφαλίζουν το απαιτούμενο υψηλό αιολικό δυναμικό.

Ως προς την αστάθεια παραγωγής, αυτή αντιμετωπίζεται:

Πρώτον, με την  αύξηση του μεγέθους δικτύου και άρα στατιστική εξισορρόπηση.  Όσο διασυνδέονται περισσότερες χώρες τόσο η σταθερότητα παραγωγής αυξάνει. Άλλωστε, αυτός είναι κι ο λόγος που τα έργα διασύνδεσης βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. 

Δεύτερον, με την αποθήκευση ενέργειας σε μπαταρίες ή στο νερό. Ένα τέτοιο εγχείρημα είναι το καινοτόμο και πρωτοποριακό έργο του Υβριδικού Σταθμού Αμαρίου, το οποίο βρίσκεται σε προχωρημένο αδειοδοτικό στάδιο.

Τρίτον, με το αποκαλούμενο «έξυπνο δίκτυο». Τη δυνατότητα δηλαδή του ηλεκτρικού δικτύου να επικοινωνεί με τις συσκευές. Για παράδειγμα, το πλυντήριο να λειτουργεί όταν του δώσει εντολή το δίκτυο.  Ή στο άμεσο μέλλον το ηλεκτρικό αυτοκίνητο, να φορτίζει  όταν βολεύει το δίκτυο. Αλλά και αντίστροφα να δίνει ενέργεια όταν τη χρειάζεται το δίκτυο.

            Στις νέες μεθόδους η μόνη υποσχόμενη είναι η πυρηνική σύντηξη, που δυστυχώς παρά τις τεράστιες επενδύσεις στη σχετική έρευνα απέχει πολύ από την πρακτική εφαρμογή.

Ας αναλογιστεί ο καθένας από εμάς ποια από τις παραπάνω επιλογές είναι απαραίτητες και αναγκαίες. Και το σημαντικότερο, ποιες συνδέονται με τη βιώσιμη ανάπτυξη και την περιβαλλοντική προστασία.

Με το κριτήριο αυτό επιβάλλεται να έχουμε άποψη για τα ενεργειακά έργα που χρειάζεται ο τόπος μας.  Η άρνηση και η ενοχοποίηση του ενός ή του άλλου έργου μας κρατά παγιδευμένους στην ενεργειακή υστέρηση.

Η περίπτωση της Κρήτης είναι αποκαλυπτική. Μολονότι έχει να επιδείξει αξιόλογο αναπτυξιακό πλεόνασμα, εντούτοις το ενεργειακό της έλλειμμα είναι  έντονο. Η ευημερία του νησιού επιβάλλει την ενεργειακή του αναβάθμιση, προκρίνοντας όλες εκείνες τις επιλογές που θα το καταστήσουν πρότυπο βιώσιμης ανάπτυξης και περιβαλλοντικής προστασίας.


* Ο Σπύρος Καλησπεράκης είναι Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Ε.Μ.Π., Πρόεδρος ΤΕΕ Δυτικής Κρήτης

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί