Του Δημοσθένη Καραγιάννη
Ζούμε στης επιδημίας τον καιρό. Υφιστάμεθα εδώ και τέσσερις βδομάδες μια σειρά αυστηρών περιοριστικών μέτρων που θυμίζουν τις πρώτες μέρες της απριλιανής χούντας για όσους θυμούνται.
Περιορισμοί στις συναντήσεις, απαγόρευση κυκλοφορίας, απαγόρευση εκδηλώσεων, απαγόρευση μετακινήσεων, κ.ο.κ. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα μέτρα, οι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τα χουντικά μέτρα, όπως η αναφορά και αδειοδότηση των μετακινήσεων, οι αποκλεισμοί χωριών και χώρων (δημόσιων και ιδιωτικών), η «προληπτική απαγόρευση» όχι μόνο κυκλοφορίας αλλά και απλής παρουσίας που η παραβίασή τους επισύρουν αυστηρά χρηματικά πρόστιμα σε μια προσπάθεια να εξαναγκαστούν οι πολίτες για την εφαρμογή τους.
Την ίδια στιγμή ο κυβερνητικός υπεύθυνος (Χαρδαλιάς θαρρώ πως λέγεται κι αν δεν κάνω λάθος κουβαλάει και κάποιες καταδίκες;) με διακριτό ύφος εφτά ειρωνικών καρδιναλίων και τη σιγουριά του άτρωτου δεν εμφανίζεται ποτέ με τα προληπτικά μέτρα και τις απαγορεύσεις που επιβάλλονται στους άλλους. Κουνάει το δάχτυλο σ’ όλους και παρουσιάζεται κολλητός με τους/τις δημοσιογράφους όταν μιλάει σε μικρόφωνο από εξωτερικό χώρο. Ωραίο παράδειγμα! Παρόμοιο με κυβερνητική ασυνέπεια.
Το γεγονός της ταχύτητας εξάπλωσης και της αδυναμίας αντιμετώπισης του σύγχρονου λοιμού, με οδήγησε στο να ξαναψάξω τα αρχεία μου και να ξαναμελετήσω την σπουδαία συγκεντρωτική εργασία που είχε δημοσιεύσει ο δρ. Φιλολογίας κ. Θεοχάρης Δεττοράκης με τίτλο «Η ΠΑΝΩΛΗΣ ΕΝ ΚΡΗΤΗ. ΣΥΜΒΟΛΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑΝ ΤΩΝ ΕΠΙΔΗΜΙΩΝ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ».
Στην εργασία μελετιούνται οι καταστροφικότερες επιδημίες πανούκλας που έπληξαν την Κρήτη από το 1400 π.χ. (πανούκλα των Φιλισταίων) και κυρίως από το 1334 μέχρι και την πανούκλα του 1839 για την οποία σημειώνει ότι είναι η τελευταία «επιδημία πανώλους εν Κρήτη».
Φυσικά δεν είναι η τελευταία επιδημία, αλλά με την πανώλη που ενέσκηψε στα χρόνια της επανάστασης και διήρκεσε μέχρι τα χρόνια της πρώτης δημιουργίας του «υπό προστασίαν» κράτους κλείνει το σπουδαίο ερευνητικό του πόνημα ο αγαπητός καθηγητής. Και ο 19ος αιώνας στη συνέχεια έχει να δείξει επέλαση λοιμών και επιδημιών με ερημώσεις ολόκληρων χωριών (π.χ. Ρούμας) και εκατόμβες θυμάτων.
Στο κείμενό του καταγράφει και τεκμηριώνει στο χρονικό διάστημα από το 1334 μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα (1810 μ.χ.) σε διάστημα δηλαδή λίγο μικρότερο από 500 χρόνια Βενετσιάνικης και Οθωμανικής κατοχής, 25 «επισκέψεις» της πανούκλας (πανώγλα) με δεκάδες χιλιάδες θύματα σε κάθε της «επίσκεψη». Για παράδειγμα σε μια από τις πιο σκληρές και μακροχρόνιες επισκέψεις της πανούκλας στο Ηράκλειο μετρήθηκαν περισσότερα από 8.600 θύματα σε συνολικό πληθυσμό της πόλης 16.000 κατοίκων. Λίγο ηπιότερα σε θανάτους έπληξε και την ύπαιθρο του νομού σκοτώνοντας 5.308 κατοίκους σε συνολικό πληθυσμό 13.908 καταγεγραμμένων κατοίκων του «Τεριττορίου» του Χάνδακα, ενώ ο Ξανθουδίδης αναφέρει για την προηγηθείσα της επανάστασης πανούκλα του 1810 ότι έπληξε την πόλη του Ηρακλείου σε βαθμό που φύτρωσαν χόρτα και στους πιο κεντρικούς δρόμους από τη φρικτή ερήμωσή της.
Σε μια λίγο προγενέστερη επιδημία πανώλης του 1678 μας παραδίδεται ένας αριθμός νεκρών 78.000 στην Κρήτη «… καί ἴνε στό τευτέρι τοῦ πασᾶ γραμμένοι ἄνθρωποι ἀποθαμένοι χιλιάδες ἑβδομήντα ὀκτώ ἠς ὅλο τό ρένιον τῆς Κρήτης ἀπό δέκα χρονῶν καί πάνω, ἰδέ τά μικρά ἴνε ἄγραφα καί πάλαι ὁλημέρα ἀποθένουν…» αναφέρει στην επιστολή του ο προηγούμενος της αγιορείτικης μονής του Διονυσίου Χαραλάμπους που στάλθηκε από το μοναστήρι του για να «ἐπιτροπεύσει ἐν τῇ μονῇ τῆς Κυρᾶς Καβαλαρέας» στην Κρήτη.
Σε μια άλλη πάλι πανδημία πανώλης, αυτής του 1592 όπου «το θανατικόν» επέμεινε για δυόμιση χρόνια περίπου και μέχρι το 1594 «.. οὔκ ἔλειπεν ὁ θάνατος ὁ τοιοῦτος μά ἔκοπτε συχνάκις καί φόβος μέγας καί εἰς τήν Χώραν καί εἰς τά χωρία, …». Σ’ αυτήν την επιδημία «Ἀπέθανον καί εἰς τήν Πόλιν πολύς λαός. Εἴχαμεν μέγαν φόβον τότε, μανθάνοντας πῶς κάμνει ἀρμάδαν ὁ Τοῦρκος νά πολεμήσῃ τήν Κρήτην ὁποῦ ὀλίγον λαόν εἶχεν, ὁ ὁποῖος ἀπέθανεν ἀπό τήν πανόκλαν. Μά ὁ Θεός τετύφλωκεν αὐτόν καί ἐρρύσθημεν ἀπό τῶν χειρῶν αὐτοῦ. Ταῦτα εἰσί τά γεννήματα τῆς ἁμαρτίας. Ἐκ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν ἦλθεν ἡ συμφορά αὕτη ἡ λίαν φοβερά εἰς τήν Κρήτην καί ἠρχισεν ἀπό τάς κ΄ (20) Μαρτίου ̗αφϞ̗ β΄ (=1592) ἔως τόν Ἰούλιον τοῦ ̗αφϞ̗ β΄, ὁποῦ ἔκοπτε περίσσα, τριακόσιοι τήν ἡμέραν καί περισσότεροι. Καί ἀπό τόν Ἰούλιον τοῦ ̗αφϞ̗ β΄ (=1592) ἔπαυσε λιγάκι ἀπό τήν Χώραν, μά εἰς τά χωρία ἔκοπτε περίσσα, ὅταν ἐκλείσθησαν αἱ πύλαι τῆς Χώρας καί ἐκράτει ἀκόμη ὁ θάνατος καί μέσα καί ἔξω ἔως τόν ἄλλον Ἰούλιον ̗αφϞ̗ γ΄ (=1593). Καί τότε παντελῶς ἔπαυσεν ἡ συμφορά αὕτη.».
Από τις ελάχιστες αυτές αναφορές – θα μπορούσαμε να γεμίσουμε εκατοντάδες σελίδες σχολίων και παρατηρήσεων από το πλήθος των πηγών και – μπορούμε να καταλάβουμε πως οι επιδημίες – λοιμοί που έπλητταν την Κρήτη και γενικότερα τις χώρες και τα νησιά της Μεσογειακής λεκάνης ήτανε και συχνές και «πολλά θανατερές» καθώς και τον τρόπο που αντιμετωπιζόταν.
Ας δούμε τώρα πως αντιμετώπισαν τον μεγάλο (ίσως τον μεγαλύτερο) λοιμό του 1592-1594 οι βενετσιάνικες αρχές που είχαν τότε σκλαβώσει την Κρήτη. Η περιγραφή με αρκετά γραφικό τρόπο και λαϊκοαρχαΐζουσα γλώσσα της εποχής είναι καταγεγραμμένη σε «ενθύμημα» της Μονής Απεζανών που βρέθηκε σε μοναστήρι της Σκοπέλου και δημοσιεύτηκε από Σπύρο Λάμπρου.
Στο πόνημα του δρ. Δετοράκη είναι αναδημοσιευμένη ολόκληρη η δισέλιδη ενθύμηση. Από αυτήν θα αποσπάσουμε κάποια τμήματα που αναφέρονται στα μέτρα που πάρθηκαν από τις Βενετσιάνικες αρχές για την αντιμετώπιση της διασποράς της επιδημίας.
Για την ιατρική αντιμετώπιση της λοιμικής δε γίνεται λόγος. Ουδεμία μέριμνα ή επιστημονική μέθοδος δεν υπήρχε και οι γιατροί της εποχής λίγο διέφεραν από τους σύγχρονους κομπογιαννίτες και «μαντζουνολόγους». Αυτοί καθώς επίσης και οι κάθε λογής μάστορες και τεχνίτες για ευνόητους λόγους ήτανε και τα πιο συχνά θύματα των επιδημιών επειδή βρίσκονταν πάντα δίπλα στους ασθενείς –εστίες μόλυνσης και στις δυσκολίες που αυτοί αντιμετώπιζαν.
Ας δούμε όμως μερικά αποσπάσματα από τον τρόπο αντιμετώπισης του λοιμού και να τα συγκρίνουμε με τον δικό μας πολιτισμένο κόσμο των πέντε αιώνων πολιτισμού και εξέλιξης.
«Εἰς τούς ̗αφϞ̗ β΄, χρόνος κατηραμένος, ἐγένετο μεγάλον θανατικόν, ἀπό πανόκλα καί ἀπό καρμπά, πρᾶγμα ὁποῦ δέν ἐφάνη ποτέ εἰς τήν Κρήτην (ἐν τῇ ᾤᾳ: ἀπέθανε πλῆθος πολύ). Ἡ συμφορά αὕτη γέγονε εἰς τό Κάστρον καί εἰς τά καμπήσια χωρία…», «Ἐκράτει ὁ θάνατος οὗτος ἀπό ταῖς κς΄ (26) τοῦ Μαρτίου, καί ἔστρεψεν ἡ χαρά μας εἰς μέγα πένθος διό ὁ θάνατος ἤρχισε ἀπό τῆς κ΄ (20) τοῦ Μαρτίου ἔως ὅλον τόν Ἰούλιον. Ἐποθένασι τήν ἡμέραν διακόσιοι καί περισσότεροι. Ἐρίχνασι τούς νεκρούς ἀψάλτους καί ἀτίμως ὥσπερ τούς κύνας. Ἐποθένασι τότε καί ν΄ (40) ἱερεῖς εἰς τήν Χώραν. Εἶχεν πολύ ἔξοδον ὁ ἀφέντες, διότι ἐτάγιζε τούς ἀρρώστους εἰς τό Ἀκρωτήριον. Ἔχασαν πολλοί εἴ τι εἴχασι. Διότι ἔμειναν τά σπίτια ἔρημα καί ὅποιος ἤθελεν ἔκλεπτεν ἀφόβως».
Κατά τον Ιούνιο αναφέρει το «ενθύμημα» σταμάτησε για λίγο η επιδημία αλλά από τον Ιούλιο ξανάρχισε πιο σφοδρή με καθημερινά «… δέκα δώδεκα κορμία τήν ἡμέραν» στην πόλη του Ηρακλείου, ενώ στην ύπαιθρο χώρα του νομού τα θύματα ήτανε πολύ περισσότερα. Οι Αρχές πανικόβλητες μήπως και ξαναρχίσει να θερίζει ο Χάρος στην πόλη «… ἔκλεισαν ταῖς πόρταις τῆς Χώρας, καί ἀπόξω δέν ἔμβαινε τινάς μέσα, μήτε τινάς νά ἔβγῃ ὄξω. Ἐγένετο τό σφάλισμα τοῦτο ἀπό τόν Νοέμβριον μῆνα ̗αφϞ̗ β΄ ἔως ταῖς ιε΄ (15) Αὐγούστου ̗αφϞ̗ γ΄ (1593). Τόν φόρον εἴχασιν ἔξω εἰς τήν πόρταν τοῦ Χριστοῦ τοῦ Φωτοδότη κεκλεισμένον μέ τράβαις, νά παίρνουν οἱ ἄνθρωποι τῆς Χώρας τά φαγία, νά μήν ἐγγίζῃ τινάς τῶν ἀνθρώπων ὁποῦ ἐστέκασι ἔξω».
Μετά τις 15 Αυγούστου ξανάνοιξαν οι πόρτες του Ηρακλείου και αποκαταστάθηκε για μερικούς μήνες μέχρι τον Νοέμβρη η επαφή της πόλης με την ύπαιθρο χώρα. Το Νοέμβρη όμως που ξανάρχισε να θανατώνει και πάλι η επιδημία με γρήγορους ρυθμούς κι αφού είχε μπει στην πόλη ο περισσότερος πληθυσμός μέσα στα τείχη «…ἐπροστάξασιν οἱ ἀφέντες τόν Νοέμβριον μῆνα, ὅτι ὅλοι νά εἶναι σεράδοι μέσα εἰς τά σπίτιαν τως καί νά μή σμίγῃ γείτονας τόν γείτονα, ὡς ιβ΄ (12) ἡμέρας, διά νά βάνουσι ὅλοι τά ροῦχα τως ἀπάνω εἰς τά δώματα νά ξεσπουράρουν…». «Καί ὅλοι κεκλεισμένοι τότε εἰς τήν ἑορτήν τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης δέν ἦλθεν τινάς». Και παρακάτω: «Ἱερεῖς πολλοί ἀπέθανον, ἰατροί, προβολάνοι, πλούσιοι καί πένητες, εἰς νούμερον ἔως τριάκοντα χιλιάδες καί κάλλιον. Οἱ ἄρχοντες ἔμειναν ἀθῶοι τοῦ κακοῦ τούτου διότι ἔφυγον ἀπό τήν Χώραν καί ἐκρύπτοντο εἰς τά χωρία τως μέ καλαῖς βιγίλαις νά μή σιμώσῃ τινάς ἐκεῖ ὁποῦ εὑρίσκοντο».
Εδώ τώρα μου ’ρχεται κι εμένα η ιστορική φράση: Ποιοι όλοι μαζί, βρε ζαγάρια;
Σ’ εμάς βέβαια δε συμβαίνουν τέτοια πράγματα. Είμαστε πεντακόσια χρόνια μπροστά. Έχουμε σύγχρονα κράτη, προγράμματα, όργανα, οργανισμούς Υγείας, ψηφίζουμε προϋπολογισμούς, έχουμε επιστημονικά εργαστήρια και ερευνητικά προγράμματα, έχουμε τεχνολογία ανεπτυγμένη και διαρκώς αναπτυσσόμενη… Κι όπως βλέπετε οι Κυβερνήσεις μας τα χρηματοδοτούν γενναία!!!
Έχουμε βαριές βιομηχανίες, τεράστιες μονάδες παραγωγής, έχουμε τεράστιες φαρμακοβιομηχανίες με δισεκατομμύρια απάτες και σκάνδαλα, λοβιτούρες και λαμογές …
Έχουμε Αρχές, Κυβερνήσεις, Υπουργούς, Πρωθυπουργούς, Βουλευτές που δεν την κοπανάνε να πάνε στα εξοχικά τους και να κρυφτούνε για να αποφύγουνε τυχόν θανατικό (αν και τίποτα δεν τους «πιάνει» αυτούς γιατί έχουνε το απρόσβλητο), αλλά δια νόμου είναι «ανεύθυνοι» και «ακαταδίωκτοι» τελικώς! Που δεν διαθέτουνε «βιγίλαις» (=φύλακες, σωματοφύλακες) να εμποδίζουνε και να «μη σιμώνῃ τινάς»..
Ανήκουμε σε ισχυρές συμμαχίες πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές και Ενώσεις που απορροφούν ως και την τελευταία μας ικμάδα, αλλά έχουν «κεκτημένα» την αλληλεγγύη, τη «συνεργασία», την «αλληλοβοήθεια», τη «συμπαράσταση», τη «συνδρομή», την «αλληλοπροστασία», την «ευελφάλεια»… Δε βλέπετε πως μας συμπαρίστανται στο «προσφυγικό», στις ελληνοτουρκικές διενέξεις, σε κάθε δύσκολη στιγμή;
Είμαστε σίγουροι και αισθανόμαστε ασφαλείς στη ζεστή αγκαλίτσα τους (ΔΝΤ, ΝΑΤΟ, ΕΕ) με τις ευλογίες και το άγρυπνο μάτι τους να μεριμνά μήπως και μας λείψουνε τα «χρυσά κουτάλια»…
Δήμος Σθένης
Υ.Γ. Φαίνεται πως η Κυβέρνηση των «αρίστων» που εξαντλεί όλους τους «πόρους και «προσπάθειες» για την εξασφάλιση των κερδών των μεγαλοεπιχειρηματιών και των τραπεζιτών δεν έχει περιθώρια για τον πένητα και μόλις επιζώντα Λάζαρο, «ψυχουλοσυλλέκτη από την πλουσία τραπέζα», που στρώνεται σε κάθε είδους κρίση για το καπιταλιστικό φαγοπότι με τους κάθε φορά πακτωλούς των εκατομμυρίων που κυκλοφορούν στον αέρα και τις μέρες μας.
Φαίνεται πως οι κυβερνήτες μας, έγραψαν στον κατάλογο ΠΡΟΓΡΑΦΩΝ του κορωνοϊού τους συνταξιούχους! Αλήθεια τι να τους κάνουν; Εξάλλου αυτή είναι η «τροχοπέδη» της ανάπτυξης σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία τους! Τους άρμεξαν, τους ρούφηξαν το αίμα όσο εργαζόταν, τους λήστεψαν τα ταμεία που πλήρωναν μια ζωή, τους πετσόκοψαν τις συντάξεις, τους φόρτωσαν ξανά στην πλάτη την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, κι αυτοί ρε παιδάκι μου εκεί!!! Ακόμα ζούνε! Τι πείσμα! Τι ξεροκεφαλιά! Ίχνος «φιλοπατρίας» δε διαθέτουνε; Γι’ αυτό άραγε βλέπω κατηφείς, περίλυπους και σιωπηλούς τους γνωστούς αναπτυξιακούς κυβερνητικούς;
Εμείς πάντως, οι συνταξιούχοι, διαβεβαιώνουμε και βάλετε το καλά στο (αν έχετε ανθρώπινο) μυαλό σας!
«Δε θα πεθάνουμε σκυφτοί, κουφάλες, νεκροθάφτες».
Ο ίδιος.