Του Κώστα Αρβανίτη*
Από την πρώτη στιγμή της πρωτόγνωρης, παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης ο ΣΥΡΙΖΑ έπραξε και πράττει το αυτονόητο: πολιτεύεται με αίσθημα ευθύνης απέναντι στους πολίτες, στηρίζοντας τα μέτρα αποφυγής της διασποράς του κορωνοϊού, αλλά και προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα για τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της κρίσης.
Στις ακραίες αυτές συνθήκες, το τελευταίο που θα περίμενε κάποιος καλοπροαίρετος παρατηρητής, είναι η κυβέρνηση της χώρας να επιλέξει μια στρατηγική επικεντρωμένη στην επικοινωνιακή διαχείριση της εικόνας του Πρωθυπουργού.
Δυστυχώς, παρά την υπεύθυνη στάση που κρατά η συντριπτική πλειοψηφία τόσο των πολιτικών δυνάμεων, όσο και των πολιτών, οι επιτελείς του Μαξίμου επιλέγουν «να μετατρέψουν την κρίση σε ευκαιρία» επικοινωνιακής αντεπίθεσης και αναβάθμισης του πρωθυπουργικού προφίλ σε προφίλ «Εθνικού Ηγέτη».
Πέρα από τις σχετικές φαιδρότητες που ήδη γράφονται δεξιά κι αριστερά από γνωστής αξιοπιστίας και σοβαρότητας πένες (μία μάλιστα έφτασε στο σημείο να τον συγκρίνει με τον… Τσώρτσιλ!), η ίδια η «τεχνολογία» επικοινωνίας που επιλέγει ο πρωθυπουργός δημιουργεί πολύ σοβαρές αμφιβολίες για τις πραγματικές του προθέσεις.
Σε μία περίοδο κρίσης, όπως αυτή που περνούμε, είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ηγέτη να επικοινωνεί όπως και όποτε αυτός επιλέγει με τους πολίτες. Παρατηρούμε, ωστόσο, ότι άλλοι ηγέτες που επέλεξαν να έχουν τακτικές εμφανίσεις επέλεξαν να μιλήσουν ζωντανά, σε απευθείας μετάδοση και όχι μέσα από την ασφάλεια ενός ολιγόλεπτου μαγνητοσκοπημένου μηνύματος.
Στο προηγούμενο μήνυμά του ο Κυριάκος Μητσοτάκης μας είχε προϊδεάσει ότι θα επικοινωνεί μαζί μας ακόμη και ανά εβδομάδα προκειμένου να μας ενημερώνει. Ορθότατη πρωτοβουλία! Βλέποντας ωστόσο με προσοχή το αποψινό του μήνυμα δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε τον πραγματικό λόγο να εμφανιστεί εκ νέου στις οθόνες μας σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Εκτός αν ο πρωθυπουργός ήθελε απόψε να μας πει αυτό που μέχρι χτες ήταν αυτονόητο και για κάποιες ώρες έπαψε να είναι: ότι το δώρο Πάσχα θα καταβληθεί κανονικά στους εργαζόμενους.
Εκτός αν ο πρωθυπουργός ήθελε να ανακοινώσει ο ίδιος την επέκταση των μέτρων για την οικονομία, που επικρίθηκαν σφόδρα ως ανεπαρκή για τη συγκυρία.
Εκτός αν ο πρωθυπουργός ήθελε να πιστωθεί την ένταξη της Ελλάδας στην Ποσοτική Χαλάρωση, γεγονός που έρχεται ως συνέπεια της ρύθμισης του χρέους από… κάποια προηγούμενη κυβέρνηση.
Όσο όμως ο πρωθυπουργός επιλέγει να εκπέμπει μηνύματα μικροπολιτικής από την ζεστασιά του Πρωθυπουργικού Γραφείου και του Ωτο Κιου, τόσο θα απομακρύνεται από το προφίλ Εθνικού Ηγέτη (που δεν διστάζει μάλιστα να μαλώσει τους πολίτες για το καλό τους) που χτίζει για λογαριασμό του ο Επικοινωνιακός Στρατός της Κυβέρνησης.
Κι εδώ ελλοχεύει κι ένας ακόμη σοβαρός κίνδυνος: όσο ο Δημόσιος Λόγος της Κυβέρνησης εκφυλίζεται σε μια πολιτικάντικη διαχείριση, με το βλέμμα σε κάποια μελλοντική κάλπη, τόσο θα πλησιάζει ο φόβος να αποστρέψουν το βλέμμα τους από τον επίσημο Λόγο της Πολιτείας μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Και αυτό, είναι το τελευταίο που χρειάζεται η χώρα.
Ειδικά τώρα.
*Από το σχόλιο του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, μετά το νέο διάγγελμα Μητσοτάκη