«Είναι το κρανίο που περιμέναμε». Με αυτή τη φράση συνόψισε η Κάρολ Γουάρντ, παλαιοανθρωπολόγος στο Πανεπιστήμιο του Μισσούρι, τον ενθουσιασμό της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας για το σχεδόν πλήρες κρανίο ανθρωπίδη, ηλικίας περίπου 3,8 εκατομμυρίων ετών, που ανακάλυψαν παλαιοντολόγοι στην Αιθιοπία, αλλάζοντας, ίσως, τα δεδομένα στην κατανόησή μας για την εξέλιξη των ειδών που οδήγησαν στον σημερινό άνθρωπο.
Το εκπληκτικό απολίθωμα προσφέρει ένα «στιγμιότυπο» από την αυγή της ανθρώπινης εξέλιξης. Είναι το παλαιότερο κρανίο Αυστραλοπίθηκου που βρέθηκε ποτέ και μάλιστα από το παλαιότερο γένος τους, τον Australopithecus anamensis, το οποίο έζησε πριν από περίπου 4,2 έως 3,8 εκατομμύρια χρόνια στην Αφρική.
«Μας πάει πίσω περίπου 3,8 εκ. χρόνια, για να μας δείξει πώς μπορεί να έμοιαζαν οι πρόγονοί μας εκείνη την εποχή» λέει ο επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας που ανακάλυψε το σπουδαίο εύρημα,Γιοχάνες Χαϊλέ Σελασιέ, παλαιοανθρωπολόγος του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Κλίβελαντ.
Οι επιστήμονες είναι ενθουσιασμένοι, διότι το εύρημα θα μπορούσε να συμπληρώσει αρκετά σημαντικά κενά στη μελέτη της ανθρώπινης εξέλιξης. Τα απολιθώματα των ανθρωπίδων, ή των πρωτόγονων ανθρώπων είναι εξαιρετικά σπάνια και συχνά δεν είναι τίποτα περισσότερο από μερικά θραύσματα οστών. Αυτή τη φορά, το κρανίο είναι σχεδόν πλήρες, γεγονός που μπορεί να αποκαλύψει πολλές λεπτομέρειες για το πώς ζούσαν και εξελίχθηκαν οι πρώτοι πρόγονοί μας.
Οι ρίζες του μπερδεμένου οικογενειακού δένδρου του ανθρώπου ξετυλίγονται από την Αφρική πριν από περισσότερα από τέσσερα εκατομμύρια χρόνια. Μέχρι και πριν από τρία εκατομμύρια χρόνια εμφανίστηκε το γένος Homo – στο οποίο ανήκουμε – ένα εξελικτικό έπος στο οποίο πρόγονοί μας, όπως ο Australopithecus afarensis, έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ο «σύντροφος» της «Λούσυ»
Το πιο γνωστό απολίθωμα μέχρι σήμερα είναι η «Λούσυ», η πρώιμη ανθρωπίδα που εκπροσωπεί ένα γένος που είχε μεγαλύτερους εγκεφάλους από τα προηγούμενα πρωτεύοντα, την ικανότητα να περπατούν στα δύο πόδια και ισχυρά σαγόνια που τους επέτρεπαν να τρώνε μεγάλη ποικιλία τροφών. Αυτή η ευελιξία τους προέκυψε εξαιρετικά χρήσιμη, αφού, κατά τη διάρκεια της ακμής του Α. Afarensis πριν από 3,5 εκατομμύρια χρόνια, οι φυσικές αλλαγές του κλίματος κατέστησαν την Ανατολική Αφρική πιο δροσερή και ξηρότερη, συρρικνώνοντας τα δάση στα οποία ζούσαν οι πρώτοι πρόγονοί μας. Με την πάροδο του χρόνου, η εξέλιξη βοήθησε τον A. Afarensis και τους διαδόχους του να επωφεληθούν από πιο ανοικτά και ποικίλα περιβάλλοντα.
Αλλά ο Α. Afarensis δεν ήταν ο πρώτος ανθρωπίδης με αυτά τα χαρακτηριστικά. Το 1995, οι επιστήμονες περιέγραψαν τον A. anamensis, έναν ακόμη προγενέστερο αυτραλοπίθηκο και τον πιθανό πρόγονο του A. afarensis. Η ανακάλυψη θόλωσε το επιστημονικό τοπίο, δεδομένου ότι ο A. anamensis μοιράζεται βασικά χαρακτηριστικά με την Λούσυ και τους ύστερους αυστραλοπίθηκες. Και δεν μπορούσαν να ανακαλύψουν πώς έμοιαζε, αφού τα μόνα γνωστά του λείψανα αποτελούνταν από μερικά δόντια και θραύσματα σαγονιών.
Τα πράγματα άρχισαν να ξεκαθαρίζουν στις 10 Φεβρουαρίου 2016, χάρη στην εκπληκτική τύχη ενός κτηνοτρόφου. Εκείνη την εποχή, ο καθηγητής Σελασιέ ηγούνταν μιας επιστημονικής αποστολής που έκανε ανασκαφές σε ένα χωράφι στην περιοχή Αφάρ της Αιθιοπίας, σε απόσταση μικρότερη των τριών μιλίων από την Μίρο Ντόρα, όπου έβοσκε το κοπάδι του ο κτηνοτρόφος μας.
Εκείνη τη μέρα, ο κτηνοτρόφος έσκαβε για να τοποθετήσει έναν φράχτη, όταν παρατήρησε ένα οστό εκτεθειμένο στην επιφάνεια του ψαμμίτη. Ειδοποίησε τις αρχές, εκείνες με την σειρά τους τον καθηγητή και όταν ο Σελασιέ έφτασε στο σημείο κατάλαβε πως επρόκειτο για γνάθο που ανήκε σε αρχαίο ανθρωπίδη. Λίγα μόλις μέτρα πιο δίπλα, ο καθηγητής ανακάλυψε ακόμη μερικά μέρη του κρανίου.
Στο εργαστήριο, η υπόλοιπη ομάδα διαπίστωσε ότι οι γνάθοι και τα δόντια του κρανίου έμοιαζαν περισσότερο με εκείνα του A. anamensis. Αλλά η αναγνώριση του κρανίου ήταν μόνο μέρος του μυστηρίου. Πότε και πού ζούσε και πέθανε αυτός ο A. anamensis;
Χρειάστηκαν ακόμη μερικά χρόνια ερευνών και η εμπλοκή και άλλων επιστημονικών ειδικοτήτων, όπως η Γεωλογία, για να απαντηθούν αυτά τα βασικά ερωτήματα και να δημοσιευθούν στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Nature.
Η εξέλιξη δεν είναι ευθεία
Παρόλο που αυτή η τελευταία ανακάλυψη δεν αναιρεί ότι το είδος της «Λούσυ» ανήκει στο γένος του Homo, θέτει υπό ερωτηματικό άλλα προσφάτως κατονομαζόμενα είδη.
Ο καθηγητής Σελασιέ θεωρεί ότι «όλα τα στοιχήματα είναι τώρα εκτός» ως προς το ποιο είδος είναι ο άμεσος πρόγονος της ανθρωπότητας.
Εξηγεί, ότι για πολύ καιρό, ο afarensis θεωρούνταν ως ο καλύτερος υποψήφιος ως πρόγονος του είδους μας, «αλλά δεν είμαστε πλέον σε αυτή τη θέση». «Τώρα μπορούμε να κοιτάξουμε πίσω όλα τα είδη που θα μπορούσαν να υπήρχαν τότε και να εξετάσουμε ποιο θα μπορούσε να ήταν ως ο πρώτος άνθρωπος».
Είναι προφανές, λέει το BBC, επικαλούμενο τον επιστήμονα, ότι τα δύο είδη πρέπει να έχουν συνυπάρξει για τουλάχιστον 100.000 χρόνια.
Αυτό που πιθανότατα συνέβη ήταν ότι μια μικρή ομάδα απομονώθηκε από τον κύριο πληθυσμό και με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε σε afarensis λόγω των προσαρμογών στις τοπικές συνθήκες.
Το εύρημα αυτό είναι σημαντικό λοιπόν και επειδή υποδεικνύει ότι μπορεί να έχουν συμβεί και άλλες χρονικές επικαλύψεις με άλλα προχωρημένα παρόμοια είδη, αυξάνοντας τον αριθμό πιθανών εξελικτικών οδών προς τους πρώτους ανθρώπους.
Γι’ αυτό και ο αυθαίρετος δημοσιογραφικός όρος «σύνδεσμος που λείπει» κάνει τους ανθρωπολόγους να τρελαίνονται όταν τον ακούν. Διότι υπάρχουν υπάρχουν πολλές συνδέσεις στην αλυσίδα της ανθρώπινης εξέλιξης και οι περισσότερες, αν όχι σχεδόν όλες, εξακολουθούν να λείπουν.
Ο Anamensis είναι ο τελευταίος σε μια σειρά από πρόσφατες ανακαλύψεις που καταρχήν δείχνουν ότι δεν υπήρχε ομαλή γραμμή εξέλιξης προς τους σύγχρονους ανθρώπους.
Η αλήθεια είναι, ως συνήθως, πολύ πιο περίπλοκη και πολύ πιο ενδιαφέρουσα. «Διηγείται» μια ιστορία της εξέλιξης «δοκιμάζοντας» διαφορετικούς «πρωτότυπους» ανθρώπινους προγόνους σε διαφορετικά μέρη μέχρις ότου κάποιοι από αυτούς ήταν ανθεκτικοί και έξυπνοι ώστε να αντέχουν τις πιέσεις που προκλήθηκαν από τις αλλαγές στο κλίμα, τους βιότοπους και τη σπανιότητα των τροφίμων και να εξελιχθούν σε αυτό που είμαστε εμείς σήμερα.
Η «ατυχία» να είσαι Αφρικανός παλαιοανθρωπολόγος…
Αλλά υπάρχει μια ακόμη, μη επιστημονική, αλλά πολιτική δυσκολία στην έρευνα. Ο καθηγητής Σελασιέ είναι ένας από τους πολύ λίγους Αφρικανούς επιστήμονες που δουλεύουν στον τομέα της παλαιοανθρωπολογίας. Είναι πλέον αναγνωρισμένο όνομα, αλλά λέει ότι είναι δύσκολο για τους Αφρικανούς ερευνητές με υψηλή ειδίκευση να αποκτήσουν την απαραίτητη οικονομική υποστήριξη από οργανισμούς χρηματοδότησης έρευνας που εδρεύουν στη Δύση.
«Τα περισσότερα από τα απολιθώματα που σχετίζονται με την προέλευσή μας προέρχονται από την Αφρική και νομίζω ότι οι Αφρικανοί θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιήσουν τους πόρους που διατίθενται στην ίδια τους την ήπειρο και να προωθήσουν την καριέρα τους στην παλαιοανθρωπολογία» είπε στον ανταποκριτή του BBC. Φράση που μάλλον ακούστηκε σαν ανεκπλήρωτη ευχή, παρά σαν ελπίδα…