Ο άνθρωπος που συγκίνησε με την προσωπική περιπέτεια της υγείας του και ένας επιστήμονας που ενέπνευσε πολλούς με τις πρωτοποριακές ιδέες του.
Έγινε διάσημος για το έργο του πάνω στις μαύρες τρύπες, τη βαρύτητα και τη γενική σχετικότητα, ενώ ήταν ο συγγραφέας πολλών δημοφιλών βιβλίων, με κορυφαίο τη «Σύντομη Ιστορία του Χρόνου», που είχε εκδοθεί το 1988, μεταφράσθηκε σε 40 γλώσσες (και στα ελληνικά) και πούλησε περισσότερα από δέκα εκατομμύρια αντίτυπα.
Όπως δήλωσε ο φυσικός Μίτσιο Κάκου στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», «από την εποχή του Αλμπερτ Αϊνστάιν είχε να υπάρξει ένας επιστήμονας που να έλξει τόσο πολύ τη φαντασία του κοινού και να γίνει αγαπητός σε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο».
Το πιο εντυπωσιακό δεν ήταν ότι ο Χόκινγκ έγραψε την ιστορία του χρόνου από την απαρχή του σύμπαντος. Ήταν ότι ο ίδιος είχε τελικά πολύ χρόνο στη διάθεσή του, παρόλο που όταν ως φοιτητής το 1963, σε ηλικία μόλις 21 ετών, διαγνώσθηκε με αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση, γνωστή και ως νόσο Λου Γκέριγκ ή του κινητικού νευρώνα, οι γιατροί του έδιναν δύο μόνο χρόνια ζωής.
Όμως ο Χόκινγκ, που ποτέ δεν έχασε το βρετανικό χιούμορ του, παρά τη δύσκολη κατάστασή του, διέψευσε κάθε προσδοκία και έζησε για να γίνει ο πιο διάσημος επιστήμονας μετά τον ‘Αϊνστάιν. Ακόμη και όταν η νευροεκφυλιστική νόσος του επέτρεψε να κουνάει μόνο τα μάτια του και ένα δάχτυλο, οι διανοητικές δυνάμεις του φαίνονταν ακμαίες.
Όπως είπε κάποια μέρα, «μολονότι κρεμόταν ένα σύννεφο πάνω από το μέλλον μου, διαπίστωσα, προς μεγάλη μου έκπληξη, ότι απολάμβανα τη ζωή μου στο παρόν περισσότερο από ό,τι πριν. Και τότε άρχισα να κάνω πρόοδο στην έρευνά μου».
Ο στόχος του ήταν απλός, όπως εξήγησε: «Η πλήρης κατανόηση του σύμπαντος, γιατί είναι όπως είναι και γιατί τελικά υπάρχει».
Το πρώτο του επιστημονικό επίτευγμα, σύμφωνα με τη «Γκάρντιαν», ήλθε το 1970, όταν μαζί με τον Ρότζερ Πενρόουζ εφάρμοσαν τα μαθηματικά των μαύρων οπών σε όλο το σύμπαν και έδειξαν ότι υπήρχε μια μοναδική περιοχή άπειρης καμπυλότητας στο χωροχρόνο, από όπου προέκυψε η αρχική «Μεγάλη Έκρηξη» (Μπιγκ Μπανγκ).
Το 1974 χρησιμοποίησε την κβαντική θεωρία για να δηλώσει ότι οι μαύρες τρύπες εκπέμπουν θερμότητα, άρα χάνουν ενέργεια και τελικά «πεθαίνουν», με μια πολύ αργή διαδικασία που μπορεί να χρειασθεί περισσότερα χρόνια από όλη την ηλικία του σύμπαντος. Η πρότασή του ότι οι μαύρες τρύπες εκπέμπουν ακτινοβολία με μορφή θερμότητας, πυροδότησε μια μακρά διαμάχη στην κοσμολογία.
Σύμφωνα με τον Χόκινγκ, αυτό σήμαινε ότι όλες οι πληροφορίες που πέφτουν μέσα στη μαύρη τρύπα, θα χάνονται για πάντα, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με έναν από τους νόμους της κβαντικής θεωρίας, με αποτέλεσμα να έλθει σε σύγκρουση με τους περισσότερους συναδέλφους του.
Ο Χόκινγκ στη συνέχεια άλλαξε άποψη και υποστήριξε ότι οι πληροφορίες αποθηκεύονται στον ορίζοντα γεγονότων της μαύρης τρύπας και μετατρέπονται σε ακτινοβολία ξανά, η οποία εκπέμπεται από τη μαύρη τρύπα.
«Παραδέχομαι ότι ίσως η απώλεια της πληροφορίας δεν συμβαίνει», φώναξε μια μέρα δυνατά με την ηλεκτρική φωνή του στους φοιτητές του μέσα σε ένα παμπ.
Μόλις στα 32 του, εξελέγη τιμητικά μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Επιστημών της Βρετανίας και πέντε χρόνια αργότερα καθηγητής Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, στην πιο διάσημη πανεπιστημιακή έδρα της Βρετανίας – αν όχι όλου του κόσμου- που κάποτε κατείχαν ο Ισαάκ Νεύτων και ο Πολ Ντιράκ. Έμεινε σε αυτή τη θέση για 30 χρόνια και μετά έγινε διευθυντής ερευνών στο Κέντρο Θεωρητικής Κοσμολογίας του ιστορικού πανεπιστημίου.
Το 1982 ήταν από τους πρώτους που έδειξαν ότι οι κβαντικές διακυμάνσεις οδήγησαν -μέσω της διαδικασίας του κοσμικού πληθωρισμού- στη δημιουργία και εξάπλωση των γαλαξιών στο σύμπαν.
Ο Χόκινγκ είχε παντρευτεί τη συμφοιτήτριά του Τζέιν Γουάιλντ το 1965και έκαναν τρία παιδιά, αλλά χώρισαν το 1991, καθώς η κατάστασή της υγείας του εκ των πραγμάτων έκανε τρομερά δύσκολες τις συνθήκες του γάμου.
Το 1995 ο Χόκινγκ παντρεύτηκε μία από τις νοσοκόμες του, την Ελέιν Μέισον, ένας γάμος που διήρκεσε 11 χρόνια.
Σε δήλωσή τους, τα τρία παιδιά του από τον πρώτο γάμο, Λούσι, Ρόμπερτ και Τίμοθι, αναφέρουν ότι «ήταν ένας μεγάλος επιστήμονας και ένας ξεχωριστός άνθρωπος, του οποίου το έργο και η κληρονομιά θα διαρκέσουν για πολλά χρόνια. Θα μας λείπει πάντα».
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ