Μια πρωτοφανής δικαστική απόφαση, η οποία αμφισβητεί μεταξύ άλλων δικαιωμάτων ακόμη και το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της δημόσιας συνάθροισης, απασχολεί τον Άρειο Πάγο.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, σε πρωτόδικη καταδικαστική απόφαση εναντίον διαδηλωτή ενσωματώθηκε η άποψη ότι δεν θα έπρεπε ο κατηγορούμενος να διαδηλώνει κατά της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης καθότι εκείνη απολάμβανε της εμπιστοσύνης της Βουλής!
Η υπόθεση αφορά διαδήλωση κατά τη διάρκεια πανελλαδικής απεργίας των ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ τον Δεκέμβριο του 2010, στην οποία ο κατηγορούμενος έλαβε μέρος με την κίνηση εργαζομένων για την υπεράσπιση εργασιακών δικαιωμάτων Δικαίωμα. Πρόκειται για κίνηση πολιτών που δραστηριοποιήθηκε το 2001-2012, με κύριο σκοπό κυρίως την αλληλεγγύη (συμπαράσταση σε απεργίες εργαζομένων, φοροτεχνική υποστήριξη σε εργαζομένους που είχαν πρόβλημα κ.λπ.). Ο κατηγορούμενος Γεώργιος Μήτσου, σήμερα 30 ετών, τότε ήταν 22, καταδικάστηκε πρωτόδικα τον Οκτώβριο του 2016 σε τρία χρόνια ποινή για επικίνδυνη σωματική βλάβη κατά συρροή σε βάρος αστυνομικών, διατάραξη κοινής ειρήνης, αντίσταση και χωρίς να του αναγνωριστεί ελαφρυντικό. Το σκεπτικό καθαρογράφηκε και καταχωρήθηκε τον Μάρτιο του 2018, δηλαδή 17 μήνες μετά την έκδοση της απόφασης! Στον δεύτερο βαθμό πάντως, που εκδικάστηκε τον Μάιο του 2018, αθωώθηκε από τα δύο αδικήματα που του καταλογίζονταν και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης μόνο πέντε μηνών για απόπειρα απλής σωματικής βλάβης με το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου.
Το σκεπτικό του δικαστή
Στη με αριθμό 308010/10.10.2016 πρωτόδικη καταδικαστική απόφαση του Θ΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών (πρόεδρος Νικ. Παπαδάτος) ενσωματώνονται απόψεις που απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν δημοκρατικές και σύμφωνες με το ελληνικό σύνταγμα, το Διεθνές Δίκαιο ακόμη και τη Χάρτα Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, η οποία είναι υποχρεωτική για όλα τα κράτη-μέλη του οργανισμού.
Οπως αποκαλύπτει το Documento, ήταν τέτοια η επιχειρηματολογία του συντάξαντος το επίμαχο σκεπτικό που ανάγκασε τον κατηγορούμενο, τον δικηγόρο του Κώστα Παπαδάκη και ακόμη 42 πολίτες, μέλη της Κίνησης Δικαίωμα, να προχωρήσουν σε αναφορά προς το Συμβούλιο Επιθεώρησης Πολιτικών και Ποινικών Δικαστών. Αυτή η αναφορά εκκρεμεί και σύμφωνα με πληροφορίες βρίσκεται στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης ενώπιον της αρμόδιας αρχής που ελέγχει το έργο και τις αποφάσεις των δικαστών.
«Ανεξάρτητα από τη δικαιοδοτική κρίση, ο συντάξας το σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης εκδηλώνει μια απροκάλυπτη φρονηματική – πολιτική εμπάθεια στην αιτιολογία του, διόλου αναγκαία για τη συγκρότησή της και τα απαιτούμενα περιστατικά και σκέψεις για τη στοιχειοθέτηση των αδικημάτων που κρίθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος διαδηλωτής και τα οποία εκφράζουν επιδεικτική περιφρόνηση στα συνταγματικά δικαιώματα της συνάθροισης και του συνεταιρίζεσθαι, στο τεκμήριο αθωότητας και τις ίδιες τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης» αναγράφεται στην αναφορά εναντίον του δικαστή.
Επισημαίνονται δε τα εξής σημεία από το σκεπτικό της απόφασης που δηλώνουν, κατά τους υπογράφοντες, ότι ο δικαστής περιφρονεί συνταγματικά κατοχυρωμένες έννοιες:
1 «Εκεί είχε συγκεντρωθεί ομάδα ατόμων, περίπου τετρακοσίων, η οποία συμμετείχε σε ευρύτερη διαδήλωση κατά της οικονομικής πολιτικής της τότε Κυβέρνησης, που απολάμβανε της εμπιστοσύνης της Βουλής των Ελλήνων και είχε μάλιστα λάβει την εμπιστοσύνη της Βουλής μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2009. Το πλήθος αντιμετώπιζε εχθρικά το Κράτος, παρότι το ίδιο πλήθος είχε με την ψήφο του επιλέξει την Κυβέρνηση προσφάτως».
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου, δηλαδή, ασκεί πολιτική κριτική μέσα από την απόφασή του στο δικαίωμα ορισμένων ανθρώπων να διαδηλώσουν, υπεραμυνόμενος της πολιτικής της κυβέρνησης που εφάρμοζε την πολιτική κατά της οποίας διαδήλωναν. Θέτει δηλαδή σε αμφισβήτηση το δικαίωμα στη διαδήλωση και το απαξιώνει με πολιτικά κριτήρια, ενώ διαλαμβάνει τον ισχυρισμό (χωρίς να παραθέτει πώς το γνωρίζει) ότι το αναφερόμενο «ίδιο πλήθος» είχε ψηφίσει την τότε κυβέρνηση!
2 «Αντιμετώπιζε εχθρικά κυρίως το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και δη το ένστολο προσωπικό, το οποίο αποτελούσε εύκολο στόχο για κάθε είδους διαμαρτυρία».
Ο δικαστής, δηλαδή, εκφράζεται μεροληπτικά υπέρ της αστυνομίας, θεωρώντας εχθρική προς αυτήν τη συμπεριφορά των διαδηλωτών!
3 «Ειδικώς ο κατηγορούμενος έφερε στο πρόσωπό του χειρουργική μάσκα με σκοπό αφενός να μη γίνονται εμφανή τα χαρακτηριστικά του προσώπου του και αφετέρου να μπορεί να συνεχίσει να αναπνέει μετά τη ρίψη χημικών ουσιών εκ μέρους των αστυνομικών υπαλλήλων. Ηταν δηλαδή οργανωμένος και συμμετείχε έχοντας σκοπό την επίθεση εναντίον αστυνομικών και εν τέλει την πρόκληση χάους».
Ο δικαστής παραβλέπει, παρότι εμπεριέχεται στη δικογραφία, το γεγονός ότι με το υπ’ αριθμ. 577/2012 παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο και παραπέμφθηκε ο κατηγορούμενος (απαλλασσόμενος από τις κακουργηματικές επιβαρυντικές περιστάσεις), κρίθηκε ότι συμμετείχε στη διαδήλωση με ακάλυπτα τα χαρακτηριστικά. Μάλιστα προχωρώντας ένα βήμα πιο πέρα από όσα περιλαμβάνονται στη δικογραφία και ιδιαιτέρως στο βούλευμα που συνέταξαν συνάδελφοί του, διατυπώνει την αυθαίρετη κρίση ότι ήταν οργανωμένος επειδή είχε τη μάσκα για να μπορεί να αναπνέει μετά τη ρίψη χημικών. Ετσι του αποδίδει τον σκοπό της πρόκλησης χάους.
4 «Αυτό συνάγεται και από το γεγονός ότι συμμετείχε “οπλισμένος”, όχι βέβαια με όπλο κατά την έννοια του νόμου, τουλάχιστον όπλο επάνω του δεν βρέθηκε κατά τη σύλληψή του, κρατούσε ωστόσο ένα συμπαγές ξύλινο κοντάρι κυλινδρικού σχήματος και ικανού μήκους, το οποίο προοριζόταν εκ κατασκευής για την τοποθέτηση τσάπας ή άλλου παρόμοιου εργαλείου και είχε αγορασθεί από το κατάστημα “Leroy Merlin”. Το αντικείμενο αυτό είχε διαμορφωθεί ως ρόπαλο επίθεσης και στο ένα άκρο του είχε προσαρμοσθεί κόκκινο μικρού μεγέθους ύφασμα. Ηταν ένα επικίνδυνο αντικείμενο, που θα μπορούσε να επιφέρει βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση και βέβαια το θάνατο με ένα και μόνο απευθείας κτύπημα στην κεφαλή».
Το συγκεκριμένο απόσπασμα του σκεπτικού της υπόθεσης αποτελεί το δεύτερο σημείο κατά το οποίο ο πρόεδρος του πρωτόδικου δικαστηρίου παραβλέπει το γεγονός ότι το προαναφερόμενο παραπεμπτικό βούλευμα απάλλαξε τον κατηγορούμενο από κάθε κατηγορία οπλοφορίας και οπλοχρησίας. Και για να θεμελιώσει την άποψή του χαρακτηρίζει όπλο (αλλά όχι υπό την έννοια του νόμου) το κοντάρι που κρατούσε! Μάλιστα αναλύει την επικινδυνότητα του ξύλου παρότι προέκυψε σαφώς από την ακροαματική διαδικασία ότι επρόκειτο για κοντάρι της σημαίας που κρατούν παραδοσιακά οι περισσότεροι διαδηλωτές και το οποίο αποτελεί νόμιμο αντικείμενο!
5 Τέλος, κατά την αιτιολόγηση της άρνησης του ελαφρυντικού του προτέρου εντίμου βίου, διατυπώνει το εξής: «Σε σχέση με τον πρότερο βίο του ενόχου κατηγορουμένου, παρότι αυτός έχει ποινικό μητρώο χωρίς εγγραφές, όπως αποδεικνύεται από το αναγνωσθέν αντίγραφο από το δελτίο του ποινικού μητρώου, αυτός δεν έζησε μέχρι την τέλεση της πράξης έντιμη ζωή. Μέχρι την τέλεση της πρώτης πράξης, της διατάραξης οικιακής ειρήνης, δεν αποδεικνύεται τι ζωή είχε ζήσει, οπωσδήποτε όμως είχε υποπέσει στο ποινικό αδίκημα της παρακώλυσης συγκοινωνιών του άρθρου 292 παρ. 1 Π.Κ., το οποίο τέλεσε την ημέρα εκείνη ευρισκόμενος επί του οδοστρώματος της οδού Ιουλιανού και εμποδίζοντας την κίνηση και κυκλοφορία στην οδό των πάσης φύσεως οχημάτων. Για το αδίκημα δεν διώχθηκε ποινικώς, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν το τέλεσε και ότι η ζωή του ήταν έντιμη κατά την έννοια του άρθρου 84 παρ. 2 α Π.Κ.» (σ.σ.: ελαφρυντικό προτέρου εντίμου βίου).
Είναι προφανές ότι ο δικάσας δικαστής ασκεί δριμεία κριτική στους συναδέλφους του, αφού παρέβλεψε το γεγονός ότι οι αρμόδιες για την κίνηση της ποινικής δίωξης εισαγγελικές αρχές, παρότι είχαν τα ίδια στοιχεία για την υπόθεση δεν απήγγειλαν τέτοια κατηγορία! Οπως προκύπτει από το κατηγορητήριο, στον κατηγορούμενο διαδηλωτή δεν αποδόθηκε το αδίκημα του άρθρου 292 ΠΚ (παρακώλυση συγκοινωνιών), πράγμα το οποίο παραδέχεται στο σκεπτικό της απόφασής του!
Κ. Παπαδάκης: «Είναι φασίστας και απειλή για τη δημοκρατία»
Ο Κ. Παπαδάκης, συνήγορος υπεράσπισης του Γ. Μήτσου, δήλωσε στο Documento: «Πρόκειται για μοναδική περίπτωση απροκάλυπτης και επιδεικτικής περιφρόνησης των συνταγματικών δικαιωμάτων και των δικονομικών εγγυήσεων, όχι παρεμπιπτόντως ή στον ιδιωτικό του βίο, αλλά κατά την άσκηση των δικαστικών του καθηκόντων και ως αιτιολογημένο κριτήριο άσκησης εξουσίας εκ μέρους του. Το πρωτοφανές σκεπτικό, που συντάχθηκε καθόλου εν θερμώ 18 μήνες μετά τη δίκη, συμπληρώνει μία αυταρχική, προκλητική και αλαζονική συμπεριφορά του κατά τη δίκη και τον κατατάσσει επάξια στους δικαστές που εξέφρασαν την αστυνομική τάξη και ιδεολογία των νικητών του 1949 γέμισαν τις φυλακές και τα αποσπάσματα με κομμουνιστές και στη συνέχεια στήριξαν τη χούντα.
Η δικαιοδοτική κρίση του και οι συνέπειές της είχαν την τύχη που τους άξιζε στο Εφετείο, αλλά το θέμα δεν έχει λήξει. Ο συγκεκριμένος δικαστής είναι φασίστας και συνιστά απειλή για τη δημοκρατία. Το αίτημα κάθαρσης προβάλλει επιτακτικά. Εάν τα αρμόδια δικαστικά πειθαρχικά όργανα κρίνουν συμβατή με την ισχύουσα συνταγματική τάξη και εντέλει ανεκτή την παραμονή τέτοιων λειτουργών στο δικαστικό σώμα, τότε για τους υπερασπιστές των δημοκρατικών δικαιωμάτων δεν απομένει παρά να πάρουμε τα βουνά…».
Η Χάρτα του ΟΗΕ και το σύνταγμα
Στα απαράγραπτα ανθρώπινα δικαιώματα κατατάσσει τα δικαίωμα του συνέρχεσθαι ο ΟΗΕ. Αναφερόμαστε στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου η οποία διέπει όλα τα κράτη-μέλη του οργανισμού. Πρόκειται για τη Χάρτα που εκπονήθηκε μετά τη δίκη της Νυρεμβέργης. Εκεί οι δικαζόμενοι για εγκλήματα πολέμου, αξιωματικοί φασίστες, είχαν υπερασπιστικό τους επιχείρημα ότι για τα κρεματόρια δεν ευθύνονται αφού ακολούθησαν τις επιταγές του συντάγματος της ναζιστικής Γερμανίας. Ετσι ο ΟΗΕ εκπόνησε τον κατάλογο των απαράγραπτων ανθρώπινων δικαιωμάτων τα οποία δεν μπορούν να καταργηθούν. Ενα από αυτά είναι και το δικαίωμα του συνέρχεσθαι. Ακριβέστερα, στο άρθρο 20 παρ. 1 αναγράφεται: «Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να συνέρχεται και να συνεταιρίζεται ελεύθερα για ειρηνικούς σκοπούς».
Τα θεμελιώδη δικαιώματα έγιναν υποχρεωτικά με το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (1966) στο οποίο κατοχυρώνεται και η ελευθερία της ειρηνικής συνάθροισης. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (1966) θέτει τη νομική βάση για τις αρχές της δημοκρατίας στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου. Βέβαια η ελευθερία της δημόσιας συνάθροισης διασφαλίζεται ως συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα και στο ελληνικό σύνταγμα. Αναλυτικότερα αναγράφεται στο άρθρο 11 παρ. 1 (Δικαίωμα του συνέρχεσθαι): «Οι Ελληνες έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα»! Στην ίδια γραμμή κινείται και ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.