Του Κώστα Βαξεβάνη
Αν όσα καταλογίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην κυβέρνηση είναι αλήθεια, τότε έχει τη χρυσή ευκαιρία για να γίνει πρωθυπουργός. Υπάρχει όμως μια μικρή λεπτομέρεια: οι πολίτες (ή οι μάζες σύμφωνα με τους επικοινωνιολόγους του), ακόμη και οι παραπλανημένοι, θέλουν να ακούσουν και γιατί όσα συμβαίνουν είναι κακά και γιατί όσα θα συμβούν επί των πολλά υποσχόμενων ημερών του είναι καλά.
Η πολιτική ακόμη και αν λειτουργεί με γνώμονα την εξαπάτηση, πάντα έχει ένα αφήγημα. Το αφήγημα του Μητσοτάκη είναι κενό από απτά στοιχεία για την διακυβέρνησή του και λειτουργεί με έναν αόριστο τεχνοκρατικό Μεσιανισμό. Θα έρθει δηλαδή ο ίδιος και οι τεχνοκράτες που θα έχει υπό τις εντολές του για να αλλάξει η Ελλάδα. Στο αφήγημα αυτό δεν λείπουν μόνο τα στοιχεία αλλά και η ιστορικότητα. Η παρθενογένεση της διακυβέρνησης Κυριάκου δεν έχει ούτε όσα έκαναν οι κυβερνήσεις στις οποίες συμμετείχε ο ίδιος, ούτε όσα έκαναν οι κυβερνήσεις του κόμματός του. Μια μεταφυσική αχλή και όχι κάποια πολιτική εξήγηση, συνοδεύει την απομάκρυνση του Μητσοτάκη από τα έργα και τις ημέρες όσων κυβέρνησαν τη χώρα μετά τη Μεταπολίτευση.
Σαν τον Κοέλιο της πολιτικής, ο Κυριάκος, υπόσχεται πως όλα θα φτιάξουν γιατί το θέλει πάρα πολύ και όλο το σύμπαν θα συνωμοτήσει υπέρ του.
Κρίνοντας λοιπόν στενά πολιτικά (και αξιοκρατικά όπως θεωρητικά τουλάχιστον θέλει ο ίδιος), ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει το πολιτικό έρμα και το γνωστικό επίπεδο για να διαμορφώσει την πολιτική γραμμή ενός κόμματος που θέλει να κυβερνήσει με σαφές, έστω και νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Επιχειρεί καθημερινά να κεφαλαιοποιήσει τη δυσαρέσκεια από την πολιτική της κυβέρνησης, να κατηγορήσει τους πολιτικούς του αντιπάλους και να παραμείνει στην ηγεσία του κόμματος κάτω από την υπόσχεση της εξουσίας η οποία πιστεύει ότι θα δρα συγχωρητικά στις άστοχες πολιτικές του επιλογές. Η εικόνα της ΝΔ, πολιτικά είναι οικτρή. Δεν έχει διατυπώσει άποψη για κανένα από τα μεγάλα θέματα, ούτε καν τα εθνικά, μαστίζεται από αντιθέσεις που καθημερινά αποδεικνύουν πως οι επιλογές του Μητσοτάκη δεν έχουν καμιά εσωτερική συναίνεση και προχωρά με αποφάσεις που την ταυτίζουν με τον ακραίο συντηρητισμό. Νομίζω πως όλα αυτά αποδεικνύονται από το γεγονός και μόνο πως η εισηγήτρια του κόμματος για το θέμα της αναδοχής (και από ομόφυλα ζευγάρια) διατύπωσε τη συντηρητική θέση της ΝΔ αλλά ψήφισε τελικώς αντίθετα με αυτά για τα οποία επιχειρηματολογούσε. Πρόκειται για την επιτομή του πολιτικού τραγέλαφου ή για την πολιτική έκδοση του «Αντιπρόεδρος Εδεσσαικού» όπως χιουμοριστικά σχολίασαν μερικοί.
Πέρα από την πολιτική αδυναμία του Κυριάκου Μητσοτάκη, εκφράζεται καθημερινά και η προσωπική απόγνωση που προκαλεί η ρηχότητά του στην καθημερινή πρακτική. Με πολιτική εμβάθυνση που συγκρίνεται με την απολιτίκ κενολογική προσέγγιση του Σταύρου Θεοδωράκη, ο Μητσοτάκης επιχειρεί να είναι νεωτεριστής και αντισυμβατικός αναμασώντας σχήματα καφετέριας και προβληματισμούς γυμνασιακού επιπέδου. Υπάρχει κάτι ακόμη χειρότερο.
Ο Κυριάκος συνεχίζοντας την προσπάθεια μεταπήδησης από το status του αφράτου κολεγιοπαιδου σε λαϊκό μαγκάκι της παραβατικης εφηβικής καθημερινότητας απλώς θυμίζει τη Βουγιουκλάκη που έκανε μπάσα τη φωνή για να παίξει το κρητικόπουλο στη “Νεράιδα και το παλληκάρι”.
Από τη συνάντηση του Κυριάκου με τον εξωγήινο του Υμηττού ως τις πρωινές κοπάνες για να δει τον Άρη που ωστόσο έπαιζε το βράδυ, ο Μητσοτάκης πέφτει από γκάφα σε γκάφα γιατί επιχειρεί να πει πράγματα που δεν ξέρει και δεν πιστεύει. Μοιάζει με τον θαμώνα των σαλονιών που έχει μάθει να τρώει με χρυσά μαχαιροπήρουνα και ξαφνικά όταν βρίσκεται σε λαϊκή παρέα επιχειρεί να φάει παϊδάκια με τα χέρια για να μην φανεί ξένο σώμα χωρίς όμως να μπορεί να κρύβει και την αηδία του.
Ο Μητσοτάκης ζει ένα δράμα. Από τη μία πιστεύει πως η χώρα και το κόμμα του χρωστάνε επειδή αποτελεί τον πρίγκηπα της Δεξιάς, από την άλλη δεν βρίσκεται κανένας υπηρέτης ώστε να του δέσει τα κορδόνια για να μην πέσει κάτω. Έτσι περιορίζεται σε επικοινωνιολόγους και στον Άδωνη, που αυτή την περίοδο ωστόσο είναι απασχολημένος με δικά του μεγάλα προβλήματα και την προσωπική του σωτηρία ώστε να ασχοληθεί με τον Κυριάκο. Οι δε αποκαλύψεις που φτάνουν ως την πόρτα του και την πόρτα των οικογενειακών offshore εγκλωβίζουν τον Κυριάκο ακόμη περισσότερο στον προσωπικό θυμό πέρα από τον οποίο δεν μπορεί να δει τίποτα άλλο από εκδίκηση. Ειδικά αυτή την οπτική, δεν γίνεται να την έχουν ούτε όσοι του παραμένουν πιστοί, εκτός αν είναι εμπλεκόμενοι. Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε πως οι φίλοι επιχειρηματίες και εκδότες στους οποίους έχει αναθέσει τον σχεδιασμό της πορείας του προς το θρόνο επειδή έχουν τον ίδιο εχθρό, μπορεί στο τέλος να πάρουν το θρόνο και να φύγουν. Ο πρίγκηπας Κυριάκος δεν έχει βασίλειο όπως πιστεύει. Έχει άγνοια και τάση να θεωρεί την τεχνητή εικόνα που ο ίδιος δημιουργεί για τον εαυτό του ως πραγματικότητα. Το κόμμα του, το οποίο μετατρέπει σε υπερσυντηρητικό ολετήρα, σίγουρα θα είναι πιο σκληρό από ό,τι η κοινωνία απέναντί του. Αρκεί και μόνο αν χαθεί η πιθανότητα ρεσάλτου στην εξουσία.
ΥΓ: Η μόνη μεταρρύθμιση την οποία θέλει ο Μητσοτάκης και για την οποία διατύπωσε σαφή θέση είναι η κατάργηση του οχταώρου.