«Η επόμενη βασική προτεραιότητά μας είναι να φέρουμε, μέχρι τον Ιούνιο, ένα νόμο-πλαίσιο για τη λειτουργία όλων των προνοιακών ιδρυμάτων της χώρας, που θα προβλέπει τους όρους λειτουργίας τους, ανάλογα με το αν εξυπηρετούν παιδιά, ηλικιωμένους, ΑμεΑ, τις σχέσεις ωφελουμένων προς εργαζόμενους και εθελοντές, καθώς και τις τεχνικές λεπτομέρειες διαβίωσής τους».
Αυτό επισημαίνει η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Ναυτεμπορική», προσθέτοντας ταυτόχρονα ότι, με την ηλεκτρονική τους διασύνδεση, το κράτος θα γνωρίζει καθημερινά τον αριθμό των ωφελουμένων και, βεβαίως, τις περιουσίες τους.
«Με αυτές τις δύο δράσεις, δηλαδή την ηλεκτρονική πλατφόρμα και το νόμο πλαίσιο, ολοκληρώνουμε τις μεταρρυθμίσεις μας σε σχέση με το ιδρυματικό και επιδοματικό προνοιακό κράτος, που παραλάβαμε. Ελπίζουμε ότι ανοίγουμε μία νέα εποχή για ένα κράτος κοινωνικής αλληλεγγύης για όλους με ισοτιμία, ισονομία, αξιοπρέπεια» σχολιάζει η κ. Φωτίου, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Παράλληλα, μέσω της συνέντευξής της στη «Ναυτεμπορική», η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης υποστηρίζει ότι είναι εκτός πραγματικότητας, «όταν βγαίνουν διάφοροι και λένε ότι κόβουμε τα επιδόματα».
«Έχουμε δώσει μάχη για τα επιδόματα, προφανώς δεν τα κόβουμε, αλλά το κράτος τα συγκεντρώνει όλα στον Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ). Άρα, τα επιδόματα θα δίνονται με διαφανείς διαδικασίες. Καταφέραμε με πολύ μεγάλο αγώνα εδώ και έναν χρόνο, αποδεικνύοντας πόσο μεγάλες μεταρρυθμίσεις κάνουμε, να δεχθούν οι δανειστές να μην κόψουμε τα επιδόματα» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σε ερώτηση σχετικά με το τι πρέπει να αλλάξει στην αντίληψη για την κοινωνική πρόνοια, η κ. Φωτίου απαντά, μεταξύ άλλων: «Η ιστορία ξεκινάει με την αντίληψη ότι η πρόνοια είναι για τους φτωχούς και τους εξαθλιωμένους. Εμείς θεωρούμε πως τα κονδύλια που διοχετεύονται στην πρόνοια, είναι μία παραγωγική επένδυση και έχουμε μελέτες από τις οποίες γνωρίζουμε πλέον πόσες θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν. Όλες οι μελέτες αποδεικνύουν ότι κάθε ευρώ που πηγαίνει στην πρόνοια, πολλαπλασιάζεται επί 1,03-1,68, ανάλογα από το αν δίνεται ως επίδομα χρηματικό ή εάν η προνοιακή παροχή είναι παροχή υπηρεσίας. Εάν είναι προνοιακή παροχή υπηρεσίας, έχει υψηλό πολλαπλασιαστή. Εάν είναι χρηματική η παροχή, τότε έχει χαμηλότερο πολλαπλασιαστή. Βεβαίως, όλα τα κονδύλια που πηγαίνουν στην πρόνοια, ρίχνονται αμέσως στην κατανάλωση, διότι τα στρώματα αυτά του πληθυσμού δεν αποταμιεύουν. Άρα, είναι δύο φορές επένδυση».