Του Στέλιου Κούλογλου
“Che Bordello”. Την επομένη των εκλογών, ο πρωτοσέλιδος τίτλος της ιταλικής εφημερίδας Il Tempo, δεν αφορά μόνο το αποτέλεσμα των εκλογών της προηγούμενης Κυριακής και την αδυναμία σχηματισμού, ακόμη και ασταθούς, κυβέρνησης: θα μπορούσε να αναφέρεται σε όλη την πορεία της ΕΕ.
Γιατί, πέρα από τις ιταλικές ιδιαιτερότητες, τα φαινόμενα είναι ίδια σε πανευρωπαϊκό επίπεδο : άνοδος της ακροδεξιάς(η Μαρίν Λε Πεν έσπευσε να συγχαρεί τον Σαλβίνι της ακροδεξιάς Λίγκας ήδη με τα πρώτα αποτελέσματα ), ελεύθερη πτώση της σοσιαλδημοκρατίας( το Δημοκρατικό Κόμμα του Ρέντσι έχασε την μισή εκλογική του δύναμη μέσα σε 4 χρόνια) και άνοδος του ευρωσκεπτικισμού. Στην άλλοτε περισσότερο ευρωπαϊκή χώρα της ΕΕ, τα φιλικά προς την Ευρώπη κόμματα απέσπασαν όλα μαζί τα 21% των ψήφων, ενώ τα ευρωσκεπτικιστικά φτάνουν στο 50%.
Η Ιταλία έχει βέβαια και τις ιδιομορφίες της. Το πολιτικό της σύστημα είναι περισσότερο φθαρμένο από το γερμανικό , με αποτέλεσμα την την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης « μεγάλου συνασπισμού » , όπως στη Γερμανία, καθώς τα ποσοστά των 2 μεγάλων χαμένων των εκλογών, του Μπερλουσκόνι και του Ρέντσι, δεν επαρκούν για να σχηματίσουν κυβέρνηση. Και ακριβώς αυτή η φθορά του συστήματος έφερε στη πρώτη θέση το « Κίνημα των 5 Αστέρων », ένα κόμμα διαμαρτυρίας που δύσκολα μπορεί να καταταγεί με όρους δεξιάς ή αριστεράς, έστω και αν από τη τελευταία κατάφερε να αφαιρέσει ένα σημαντικό αριθμό ψήφων και να την περιθωριοποιήσει.
Η ηγεσία της ΕΕ, στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, διατηρούσε την ελπίδα ότι ένας τέτοιος τσάτρα-πάτρα « μεγάλος συνασπισμός » κεντροαριστεράς- κεντροδεξιάς θα δημιουργείτο και στη Ρώμη, με πρωθυπουργό τον σημερινό πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου και έμπιστο του Α. Ταγιάνι, που θα έδινε φιλοευρωπαϊκό χρώμα στη κυβέρνηση.
Οι ελπίδες διαψεύστηκαν για δύο βασικούς λόγους, πέρα από την βαθιά κρίση του ιταλικού πολιτικού κατεστημένου. Ο πρώτος είναι ότι, όπως και η Ελλάδα, έτσι και η Ιταλία αφέθηκε από την ΕΕ μόνη της στην αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος, δημιουργώντας το κατάλληλο έδαφος για να κηρύξει η ακροδεξιά του Σαλβίνι «τον αγώνα εναντίον των λαθρομεταναστών» Και ο δεύτερος είναι ότι παρά τις εκκλήσεις του Ρέντσι, το Βερολίνο δεν του έδωσε κανένα περιθώριο να περιορίσει τις πολιτικές λιτότητας, οι οποίες έχουν εκτινάξει την ανασφάλεια των πολιτών και την ανεργία , που φτάνει σε ποσοστό 35% για τους νέους μέχρι 25 ετών.
Γερμανία και Γαλλία έχουν ανάγκη την τρίτη οικονομική δύναμη της ΕΕ για να προωθήσουν τις αλλαγές που σχεδιάζουν στην ευρωζώνη. Η θρίαμβος του ευρωσκεπτικισμού στο ακυβέρνητο ιταλικό bordello δυσκολεύει ακόμη περισσότερα τα πράγματα.
Πηγή: Η Αυγή