Τσακαλώτος: Έως το τέλος Απριλίου θα παρουσιάσουμε το δικό μας στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης

Στους λόγους για τους οποίους δεν είναι «οπαδός μιας πιστοληπτικής γραμμής» για την Ελλάδα μετά την έξοδο από τα Μνημόνια, στις κατά καιρούς “διαφωνίες” του με τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, αλλά και στο γιατί θεωρεί θετική μεν, πλην όμως όχι και αναγκαία για την έξοδο της χώρας στις αγορές την ένταξή της στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος μιλώντας σε συνεδρίαση του Ευρωκοινοβουλίου στις Βρυξέλλες.

Ειδικότερα ο Έλληνας υπουργός φιλοξενήθηκε στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, όπου μίλησε εφ΄ όλης της ύλης, παρουσίασε τα «φιλόδοξα σχέδια» της ελληνικής κυβέρνησης εν όψει της εξόδου της χώρας από το πρόγραμμα προσαρμογής τον ερχόμενο Αύγουστο, ενώ απάντησε και σε ερωτήσεις ευρωβουλευτών.

Αναλυτικά, σχετικά με τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους και την ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας μετά τη λήξη του προγράμματος, ο Ε. Τσακαλώτος είπε ότι η Ελλάδα έχει οικοδομήσει σημαντική αξιοπιστία τα τελευταία 2,5 χρόνια.

«Αυτό φάνηκε σε επίπεδο αγορών, θεσμών και Eurogroup. Έχει βέβαια να κάνει και με αδιάσειστα δεδομένα (hard facts), όπως το γεγονός ότι πετύχαμε τους δημοσιονομικούς μας στόχους για τρίτη συνεχόμενη χρονιά. Και ασφαλώς δεν θα υποτιμήσω τις δυσκολίες που πέρασε ο ελληνικός λαός. Επιστρέψαμε στην ανάπτυξη», τόνισε.

Σημείωσε ακόμη ότι τα «υποκείμενα» στοιχεία για την ελληνική οικονομία είναι επίσης πολύ ισχυρά, επισημαίνοντας πως «οι εξαγωγές είναι σε πολύ καλό δρόμο, όπως καλά είναι δεδομένα και σε άλλους τομείς, που δεν είναι οι πιο εμφανείς», και προσέθεσε:

«Δεν είμαι σίγουρος ότι μία προληπτική πιστωτική γραμμή προσδίδει περισσότερη αξιοπιστία σε μία χώρα. Μάλλον περνάει το αντίθετο μήνυμα στις αγορές ότι δηλαδή “δεν εμπιστευόμαστε την Eλλάδα”. Λειτουργεί με ανάποδο τρόπο. Ο πραγματικός στόχος ενός τέτοιου προγράμματος είναι να υπάρξει έξοδος από αυτό. Είναι καλή συγκυρία. Και η δική μας, αλλά και προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις, δεν ήταν και τόσο τυχερές όσον αφορά τη διεθνή συγκυρία. Κάποια στιγμή θα πρέπει να ειπωθεί “εμπιστευόμαστε την ελληνική κυβέρνηση, τα ελληνικά κόμματα, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, τις εργοδοτικές ενώσεις και τον ιδιωτικό τομέα στη χώρα να σταθούν στα πόδια τους χωρίς μηχανική υποστήριξη”. Ο δεύτερος λόγος που δεν είμαι οπαδός της προληπτικής γραμμής είναι επειδή την θεωρώ υποκατάστατο και όχι κάτι συμπληρωματικό προς το cash buffer. Δεν μπορείς να έχεις και “μαξιλαράκι ασφαλείας” και προληπτική πιστωτική γραμμή. Κάτι τέτοιο δεν έχει νόημα».

Αναφερόμενος «στα μέτρα και αντίμετρα για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος» ο κ. Τσακαλώτος σημείωσε ότι «πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα δημοσιονομικά ουδέτερο πακέτο». «Προβλέπονται μεταξύ άλλων μειώσεις σε ορισμένες συντάξεις, αλλά και στήριξη οικογενειών. Δεν έχει γίνει συζήτηση με τους θεσμούς επ’ αυτών των μέτρων. Είναι πολύ νωρίς να πει κανείς, εάν αυτά θα αποτελέσουν μέρος των επερχόμενων διαπραγματεύσεων», προσέθεσε.

Ο υπουργός Οικονομικών αναφέρθηκε επίσης, στην πρόσφατη έκδοση ελληνικών ομολόγων: «Υπάρχει αβεβαιότητα στις αγορές σε σχέση με την Ελλάδα, αλλά ας μην υπερβάλλουμε. Τα spreads είναι σήμερα πολύ χαμηλότερα απ΄ ό,τι προβλεπόταν πριν την πρώτη μας έξοδο στις αγορές, τη στιγμή μάλιστα που είχαμε και μία μίνι-κρίση στις ΗΠΑ. Σ΄ αυτό το πλαίσιο είχαμε μία πολύ επιτυχημένη έκδοση ομολόγων. Πιστεύω ότι η αξιοπιστία μας θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο, εάν υπάρξει ένας έντιμος συμβιβασμός στο θέμα του χρέους. Αυτό σίγουρα θα αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού», είπε και συνέχισε:

«Και σε αυτό “κουμπώνει” και ο επονομαζόμενος γαλλικός μηχανισμός, που εμείς είχαμε προτείνει πρώτοι, αλλά θα μείνει γνωστός πια ως γαλλικός μηχανισμός ο οποίος συμβιβάζει τις απαισιόδοξες προβλέψεις του ΔΝΤ για τους ρυθμούς ανάπτυξης και την πιο αισιόδοξη προσέγγιση της ΕΕ».

«Είτε πάντως το ΔΝΤ συμμετάσχει είτε όχι, έχει συμφωνηθεί να υπάρξουν μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Αυτή η απόφαση θα ενισχύσει σε μακροπρόθεσμο επίπεδο την αξιοπιστία της Ελλάδας» είπε ακόμη ο Ε. Τσακαλώτος.

Σχετικά με το εάν θα ήταν σκόπιμο να ενταχθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ ο υπουργός είπε ότι η ένταξη της χώρας για ένα μικρό διάστημα «θα ήταν μία θετική ένδειξη, αλλά όχι απαραίτητο».

«Μπορούμε να βγούμε από το πρόγραμμα και χωρίς να ενταχθούμε στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ», τόνισε και προσέθεσε: «Μπορεί να αναβαθμιστήκαμε πρόσφατα από τον οίκο Fitch αλλά δεν είμαστε ακόμη -αλλά πλησιάζουμε- σε επενδυτική βαθμίδα. Το να μην αγοράζει η ΕΚΤ ελληνικά ομόλογα είναι πρόβλημα, αλλά όχι αξεπέραστο. Είναι δυσανάλογο να ζητήσεις προληπτική πιστωτική γραμμή μόνο και μόνο για να αποκτήσεις waiver(δυνατότητα να γίνονται αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα από την ΕΚΤ)».

Για την αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας μετά το τέλος του προγράμματος, ο υπουργός επεσήμανε, μεταξύ άλλων:

«Υποσχεθήκαμε να παρουσιάσουμε το ελληνικό αναπτυξιακό πρόγραμμα τον Απρίλιο, μετά το ελληνικό Πάσχα. Στη συνέχεια νομίζω ότι θα συζητηθεί στο Eurogroup. Θα είμαστε έτοιμοι για τη συζήτηση αυτή. Είμαστε σε φάση επεξεργασίας του προγράμματος. Πρώτος στόχος είναι μην επιστρέψουμε στο μοντέλο της περιόδου πριν το 2008 και δεύτερος να διαμορφώσουμε ένα ολιστικό πρόγραμμα. Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ποιο είναι το προφίλ της Ελλάδας, ότι δηλαδή έχει πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και μεγάλο αγροτικό τομέα, όπως και άλλες ιδιαιτερότητες της χώρας, και όλα να συγκεραστούν για να οικοδομηθεί ένα καινούργιο μοντέλο. Είναι έργο που εξελίσσεται συνεχώς. Παλιά πολλά κονδύλια πήγαιναν σε μεγάλα έργα υποδομής (το 80%), τώρα επενδύουμε πιο πολύ στις ΜΜΕ. Αλλάζει ο συνολικός σχεδιασμός, πρόκειται για άλλου τύπου διακυβέρνηση, διότι εμείς δεν ακολουθούμε τη λογική του πελατειακού συστήματος, αλλά συγκεκριμένους κανόνες που προσφέρουν απόλυτη διαφάνεια. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για εμάς».

Ως προς το ζήτημα του άχθους του ελληνικού δημοσίου χρέους ο Ευκλείδης Τσακαλωτος είπε ότι είμαστε κοντά στις συζητήσεις, προσθέτοντας «αλλά δεν είναι τρόπος αυτός να κυβερνάται η Ευρώπη. Είναι όμως αλήθεια ότι εάν είχε σχηματιστεί νωρίτερα και λειτουργούσε πλήρως η κυβέρνηση στη Γερμανία, πολλά θέματα θα είχαν προχωρήσει γρηγορότερα».

Σχετικά με το μέτωπο της φορολογίας και της φοροεισπρακτικής ικανότητας των ελληνικών Αρχών, ο υπουργός είπε, μεταξύ άλλων, ότι «η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής αποδείχθηκε πολύ πιο δύσκολη απ΄ ό,τι περιμέναμε, αλλά προχωράμε» και επισήμανε: «Έχει προχωρήσει πολύ και η απόδοση του ΦΠΑ. Πολύ σπουδαίο έργο ήταν το λογισμικό διασταύρωσης στοιχείων, η οποία ήταν πολύ δύσκολο και κοπιώδες έργο. Το σύστημα διασταυρώνει καταθέσεις και προηγούμενες επιστροφές φόρου. Κάποτε αυτή η διαδικασία απαιτούσε 5 μήνες, τώρα θέλει 5 λεπτά».

Σχετικά, τέλος, με τη φερόμενη διαφωνία του με τον επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι ο Ευκλείδης Τσακαλωτος είπε: «Χθες στο Eurogroup έγινε συζήτηση για το ομόλογο που εξέδωσε η Ελλάδα την προηγούμενη εβδομάδα και νομίζω ότι τόσο ο Ντράγκι, όσο και ο Ρέγκλιγκ ήταν υπερβολικά απαισιόδοξοι. Εγώ υποστήριξα ότι δεδομένης της κατάστασης στις αγορές, η έκδοση τα πήγε εξαιρετικά, ότι ήταν επιτυχημένη. Υπήρξε πολύ φιλική συζήτηση πάνω σε αυτό.

Στη συνέχεια έγινε συζήτηση για τα προαπαιτούμενα που δεν έχουν ολοκληρωθεί και δη επί της ανεμπόδιστης ροής των πλειστηριασμών που προβλέπεται να διασφαλιστεί. Εγώ θεωρώ ότι έχουν γίνει αρκετά για να κλείσει αυτό το προαπαιτούμενο και ότι η ΕΚΤ ήταν πιο αυστηρή στο θέμα αυτό απ΄ όσο θα έπρεπε. Τρέφω μεγάλο σεβασμό για τον επικεφαλής της ΕΚΤ, νομίζω ότι είναι αμοιβαίος ο σεβασμός. Υπήρξαν διαφωνίες και στο παρελθόν, και είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξουν και στο μέλλον».

Υπερβολικά απαισιόδοξους σχετικά με την τελευταία έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, χαρακτήρισε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι και τον επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ. Ο κ. Τσακαλώτος χαρακτήρισε επίσης «πιο αυστηρή απ’ όσο θα έπρεπε» τη στάση της ΕΚΤ αναφορικά με το προαπαιτούμενο των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.

Στη συνέχεια, απάντησε σε ερωτήσεις ευρωβουλευτών- μελών της Επιτροπής. 

Τα σημαντικότερα αποσπάσματα από την ομιλία και τις απαντήσεις έχουν ως εξής:

Σχετικά με τη φερόμενη διαφωνία μεταξύ του υπουργού Οικονομικών και του επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι και για τα μέτρα που συμφώνησε να λάβει η κυβέρνηση για το 2019 και 2020, ο υπουργός σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι: «Χθες στο Eurogroup έγινε συζήτηση για το ομόλογο που εξέδωσε η Ελλάδα την προηγούμενη εβδομάδα και νομίζω ότι και ο Μάριο Ντράγκι και ο Κλάους Ρέγκλινγκ ήταν υπερβολικά απαισιόδοξοι. Εγώ υποστήριξα ότι δεδομένης της κατάστασης στις αγορές, η έκδοση τα πήγε εξαιρετικά, ότι ήταν επιτυχημένη. Υπήρξε πολύ φιλική συζήτηση πάνω σε αυτό. Στη συνέχεια έγινε συζήτηση για τα προαπαιτούμενα που δεν έχουν ολοκληρωθεί και δη επί της ανεμπόδιστης ροής των πλειστηριασμών που προβλέπεται να διασφαλιστεί. Εγώ θεωρώ ότι έχουν γίνει αρκετά για να κλείσει αυτό το προαπαιτούμενο και ότι η ΕΚΤ ήταν πιο αυστηρή στο θέμα αυτό απ’ όσο θα έπρεπε. Τρέφω μεγάλο σεβασμό για τον επικεφαλής της ΕΚΤ, νομίζω ότι είναι αμοιβαίος ο σεβασμός. Υπήρξαν διαφωνίες και στο παρελθόν και είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξουν και στο μέλλον». «Για τα μέτρα και αντίμετρα για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος, πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα δημοσιονομικά ουδέτερο πακέτο. Προβλέπονται μεταξύ άλλων μειώσεις σε ορισμένες συντάξεις, αλλά και στήριξη οικογενειών. Δεν έχει γίνει συζήτηση με τους θεσμούς επ’ αυτών των μέτρων. Είναι πολύ νωρίς να πει κανείς, εάν αυτά θα αποτελέσουν μέρος των επερχόμενων διαπραγματεύσεων», είπε.

Αναφορικά με τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους και την αξιοπιστία της χώρας μετά τη λήξη του προγράμματος, ο κ. Τσακαλώτος είπε, μεταξύ άλλων, ότι:

«Θεωρώ ότι η Ελλάδα έχει οικοδομήσει σημαντική αξιοπιστία τα τελευταία 2,5 χρόνια. Αυτό φάνηκε σε επίπεδο αγορών, θεσμών και Eurogroup. Έχει βέβαια να κάνει και με αδιάσειστα δεδομένα (hard facts), όπως το γεγονός ότι πετύχαμε τους δημοσιονομικούς μας στόχους για τρίτη συνεχόμενη χρονιά. Και ασφαλώς δεν θα υποτιμήσω τις δυσκολίες που πέρασε ο ελληνικός λαός. Επιστρέψαμε στην ανάπτυξη. Τα “υποκείμενα” στοιχεία για την ελληνική οικονομία είναι πολύ ισχυρά. Αυτό είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό. Οι εξαγωγές είναι σε πολύ καλό δρόμο και σε άλλους τομείς που δεν είναι εμφανείς τα στοιχεία είναι ισχυρά. Δεν είμαι σίγουρος ότι μία προληπτική πιστωτική γραμμή προσδίδει περισσότερη αξιοπιστία σε μία χώρα. Μάλλον περνάει το αντίθετο μήνυμα στις αγορές ότι δηλαδή “δεν εμπιστευόμαστε την Ελλάδα”. Λειτουργεί με ανάποδο τρόπο. Ο πραγματικός στόχος ενός τέτοιου προγράμματος είναι να υπάρξει έξοδος από αυτό. Είναι καλή συγκυρία. Και η δική μας, αλλά και προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις, δεν ήταν και τόσο τυχερές όσον αφορά τη διεθνή συγκυρία. Κάποια στιγμή θα πρέπει να ειπωθεί “εμπιστευόμαστε την ελληνική κυβέρνηση, τα ελληνικά κόμματα, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, τις εργοδοτικές ενώσεις και τον ιδιωτικό τομέα στη χώρα να σταθούν στα πόδια τους χωρίς μηχανική υποστήριξη”. Ο δεύτερος λόγος που δεν είμαι οπαδός της προληπτικής γραμμής είναι επειδή την θεωρώ υποκατάστατο και όχι κάτι συμπληρωματικό προς το cash buffer. Δεν μπορείς να έχεις και “μαξιλαράκι ασφαλείας” και προληπτική πιστωτική γραμμή. Κάτι τέτοιο δεν έχει νόημα».

«Υπάρχει αβεβαιότητα στις αγορές σε σχέση με την Ελλάδα, αλλά ας μην υπερβάλλουμε. Τα spreads είναι σήμερα πολύ χαμηλότερα απ’ ότι προβλεπόταν πριν την πρώτη μας έξοδο στις αγορές και μάλιστα είχαμε και μία μίνι-κρίση στις ΗΠΑ. Σ’ αυτό το πλαίσιο είχαμε μία πολύ επιτυχημένη έκδοση ομολόγων. Πιστεύω ότι η αξιοπιστία μας θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο, εάν υπάρξει ένας έντιμος συμβιβασμός στο θέμα του χρέους. Αυτό σίγουρα θα αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού. Και σε αυτό “κουμπώνει” και ο επονομαζόμενος “γαλλικός μηχανισμός”, που εμείς είχαμε προτείνει πρώτοι, αλλά θα μείνει γνωστός πια ως “γαλλικός μηχανισμός”, ο οποίος συμβιβάζει τις απαισιόδοξες προβλέψεις του ΔΝΤ για τους ρυθμούς ανάπτυξης και την πιο αισιόδοξη προσέγγιση της ΕΕ. Εάν αυτός ο μηχανισμός καθησυχάσει το ΔΝΤ, πιστεύω ότι θα καθησυχάσει και τις αγορές. Είτε πάντως το ΔΝΤ συμμετάσχει είτε όχι, έχει συμφωνηθεί να υπάρξουν μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Αυτή η απόφαση θα ενισχύσει σε μακροπρόθεσμο επίπεδο την αξιοπιστία της Ελλάδας».

Σχετικά με το εάν θα ήταν σκόπιμο να ειπωθεί στην ΕΚΤ να μην αγοράσει ελληνικά ομόλογα για να φανεί ότι η χώρα μπορεί να σταθεί μόνη της απέναντι στις αγορές, ο υπουργός σημείωσε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Το να ενταχθεί η Ελλάδα για ένα μικρό διάστημα στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ θα ήταν μία θετική ένδειξη, αλλά όχι απαραίτητο. Μπορούμε να βγούμε από το πρόγραμμα και χωρίς να ενταχθούμε στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ».

«Μπορεί να αναβαθμιστήκαμε πρόσφατα από τον οίκο Fitch, αλλά δεν είμαστε ακόμη- αλλά πλησιάζουμε- σε επενδυτική βαθμίδα. Το να μην αγοράζει η ΕΚΤ ελληνικά ομόλογα είναι πρόβλημα, αλλά όχι αξεπέραστο. Είναι δυσανάλογο να ζητήσεις προληπτική πιστωτική γραμμή μόνο και μόνο για να αποκτήσεις waiver (δυνατότητα να γίνονται αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα από την ΕΚΤ). Μπορούμε πάντως να αποκτήσουμε αξιοπιστία χωρίς να φτάσουμε σε τέτοια μήκη που προτείνετε…».

Επί των stress tests, στα οποία θα υποβληθούν οι ελληνικές τράπεζες, και αν αυτά κρύβουν κινδύνους και επί των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους σε συνδυασμό με την αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας μετά το τέλος του προγράμματος, ο υπουργός επεσήμανε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Υποσχεθήκαμε να παρουσιάσουμε το ελληνικό αναπτυξιακό πρόγραμμα τον Απρίλιο, μετά το ελληνικό Πάσχα. Στη συνέχεια νομίζω ότι θα συζητηθεί στο Eurogroup. Θα είμαστε έτοιμοι για τη συζήτηση αυτή. Είμαστε σε φάση επεξεργασίας του προγράμματος. Πρώτος στόχος είναι μην επιστρέψουμε στο μοντέλο της περιόδου πριν το 2008 και δεύτερος να διαμορφώσουμε ένα ολιστικό πρόγραμμα. Πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας ποιο είναι το προφίλ της Ελλάδας, ότι δηλαδή έχει πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και μεγάλο αγροτικό τομέα, όπως και άλλες ιδιαιτερότητες της χώρας και όλα να συγκεραστούν για να οικοδομηθεί ένα καινούργιο μοντέλο. Είναι έργο που εξελίσσεται συνεχώς. Παλιά πολλά κονδύλια πήγαιναν σε μεγάλα έργα υποδομής (το 80%), τώρα επενδύουμε πιο πολύ στις ΜΜΕ. Αλλάζει ο συνολικός σχεδιασμός, πρόκειται για άλλου τύπου διακυβέρνηση, διότι εμείς δεν ακολουθούμε τη λογική του πελατειακού συστήματος, αλλά συγκεκριμένους κανόνες που προσφέρουν απόλυτη διαφάνεια. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για εμάς».

«Όσον αφορά στο χρέος, είμαστε κοντά στις συζητήσεις, αλλά η Ελλάδα θα έπρεπε να συμμετέχει από την αρχή στις συζητήσεις αυτές. Δεν είναι τρόπος αυτός να κυβερνάται η Ευρώπη. Είναι επίσης αλήθεια ότι εάν είχε σχηματιστεί νωρίτερα και λειτουργούσε πλήρως η κυβέρνηση στη Γερμανία, πολλά θέματα θα είχαν προχωρήσει γρηγορότερα».

«Για τα τεστ αντοχής, ειλικρινά δεν ξέρω, κανείς δεν ξέρει, φαντάζομαι ούτε ο Μ. Ντράγκι το γνωρίζει. Κοιμάμαι πάντως πιο ήσυχος σε σχέση με πριν από ένα μήνα που δεν ήξερα τα ποσοστά ανάπτυξης».

 

Σχετικά με το μέτωπο της φορολογίας και της φοροεισπρακτικής ικανότητας των ελληνικών αρχών, ο υπουργός είπε, μεταξύ άλλων, τα εξής: 

«Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής αποδείχθηκε πολύ πιο δύσκολη απ’ ό,τι περιμέναμε. Αλλά προχωράμε. Έχει προχωρήσει πολύ και η απόδοση του ΦΠΑ. Πολύ σπουδαίο έργο ήταν το λογισμικό για τη διασταύρωση στοιχείων, η οποία ήταν πολύ δύσκολο και κοπιώδες έργο. Το σύστημα διασταυρώνει καταθέσεις και προηγούμενες επιστροφές φόρου. Κάποτε αυτή η διαδικασία απαιτούσε 5 μήνες, τώρα θέλει 5 λεπτά. Ατυχές ήταν κατά τη γνώμη μου το θέμα της σχετικής παραγραφής που ορίστηκε από τα δικαστήρια. Ήταν απογοητευτική η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά τη σεβόμαστε ασφαλώς. Εάν δεν ήταν αυτό, θα τα πηγαίναμε καλύτερα».

Για τη Δημόσια Διοίκηση και τα σχέδια της κυβέρνησης με τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, ο υπουργός παρατήρησε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Δύο πτυχές υπάρχουν στο πρόγραμμα των αποκρατικοποιήσεων. Υπάρχουν αυτές που ήταν ήδη στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και υπάρχει και το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων. Και στα δύο μέτωπα είχαμε πρόοδο. Το Ελληνικό προχωράει πιο γρήγορα από την αποκρατικοποίηση του ΔΕΣΦΑ. Υπάρχουν πάντως πολλοί τρόποι για να αξιοποιηθούν τα ακίνητα του Δημοσίου, οι εκμισθώσεις, οι συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα κ.ά.».

Τέλος, ο κ. Τσακαλώτος παρατήρησε τα εξής:

«Είναι σημαντικό να διδαχθούμε από την ελληνική εμπειρία. Η διαχείριση της ελληνικής κρίσης με βραχυπρόθεσμη λογική δεν βοήθησε τη χώρα. Θα ήταν σε κάθε περίπτωση ευπρόσδεκτη η συνδρομή του Ευρωκοινοβουλίου στο να προχωρήσει η Ελλάδα σε καθαρή έξοδο. Πέρα από αυτό, το θέμα της διαφάνειας και της δημοκρατίας είναι κρίσιμο και το Ευρωκοινοβούλιο έχει ισχυρό ρόλο να παίξει σε αυτό τον τομέα. Οι όποιες μεταρρυθμίσεις σε ΕΕ και Ευρωζώνη πρέπει να οδηγήσουν σε περισσότερη δημοκρατία και περισσότερη λογοδοσία. Οι Ευρωπαίοι πολίτες διακατέχονται από σκεπτικισμό απέναντι στην ΕΕ, όχι επειδή πιστεύουν ότι είναι κοινωνικά ευαίσθητη, αλλά επειδή νοιώθουν ότι δεν έχουν ρόλο και επιρροή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων».

«Στην Ελλάδα γίνεται συζήτηση σχετικά με το εάν η χώρα πάσχει από έλλειψη χρηματοδότησης ή από έλλειψη projects. Η Ελλάδα πιστεύω στερείται και τα δύο. Πρέπει να διαμορφωθούν προγράμματα από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για να στηριχθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η κοινωνική οικονομία και οι δυνατότητες για να παράγονται καλά projects».

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί