Δύο μέρες στην Αθήνα

Της Ελευθερίας Μηλάκη

Ήταν ολοζώντανα και δροσερά τα σκούρα ροζ τριαντάφυλλα της αυλής. Μύριζε λιβάνι. Μια λευκή γάτα με λίγο κόκκινο ανέβαινε στα κεραμίδια του διπλανού σπιτιού. Ένα περιστέρι πετούσε πάνω στον ουρανό. Όλα είναι στη θέση τους. 

Η ζωή συνεχίζεται. Όπως παλιά.  Ζούμε στο εδώ και στο τώρα, όμως μας κάνουν ευτυχισμένους και οι όμορφες αναμνήσεις και η ευχάριστη προσμονή. Indian summer. Οψιμοκαλόκαιρο. Αποκαλόκαιρο. Το καλοκαίρι έφυγε οριστικά. Η καλύτερη εποχή του χρόνου για ένα ταξίδι, ο καιρός είναι φιλικός, τα στίφη των δυστυχισμένων τουριστών αραιώνουν, είμαστε καλά! Δεν είναι καλή ιδέα να έχει κανείς μια ανυπόφορη καθημερινότητα όλο το χρόνο και να ζει με τη λαχτάρα των διακοπών. Προτιμώ να έχω μια αξιοπρεπή καθημερινότητα, να μην χρειάζεται το ταξίδι να το βλέπω ως θεραπεία… Σε κάθε περίπτωση ετοίμασα γρήγορα ένα σακίδιο και έφυγα για το αεροδρόμιο. Ένα ταξίδι αμαρτωλό, αεροπορικό, επιβαρυντικό για τον πλανήτη. Ήταν όμως εξαιρετικά οικονομική η τιμή του εισιτηρίου. Στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου επικρατούσε μια κατάσταση απολύτως ελεεινή από κάθε άποψη. Δεν υπήρχε ούτε ένα άδειο κάθισμα. Οι τουρίστες, σε καμία περίπτωση δεν τους έλεγες καλοβαλμένους, ή έστω «ποιοτικούς». Σαν να κάνουμε όχι τουρισμό για να κερδίσει και το δημόσιο ταμείο, αλλά ως ελεημοσύνη στους αναξιοπαθούντες της Ευρώπης!

Κάθισα στο παράθυρο. Τώρα δεν φοβάμαι. Όμορφη που ήταν η θάλασσα, ολόισια με τον ήλιο να την μετατρέπει σε χρυσάφι. Αλχημεία και μαγεία.  Φτάσαμε. Μετρό. Έξοδος Μαρία Πολυδούρη. Η καημένη και αυτή. Όχι, δεν είναι καλό να πεθαίνεις για την ποίηση… Πρέπει να ζήσουμε. Επειδή θέλω να είμαι ευτυχισμένη, επιστρατεύω και τη λογική, τον ορθολογισμό, το ρεαλισμό, τον υπολογισμό! Την αυτοσυγκράτηση, την αυτοπειθαρχία, όλα αυτά τα μισητά πράγματα, που σκοτώνουν την έμπνευση, όμως βοηθούν στην επιβίωση, ίσως και στην επιτυχία. Η κατεύθυνση «κατά διαόλου» δεν είναι καλή. Βλέπεις, όλοι οι ανίκανοι και οι μετριότητες, με μοναδικό προσόν το να είναι πολύ προσεκτικοί στα βήματά τους, κάπως καταφέρνουν να ζήσουν… Τρομακτικές οι κυλιόμενες σκάλες. Επιτέλους φεύγουμε από το μετρό. Τι είναι αυτό; Έχει και υπόγειο και υπέργειο τραίνο… Τραίνο είναι. Βλέπω μια ομάδα από γάτες. Στις αρχή ήταν τέσσερις. Μετά πέντε. Μετά έξι. Κοιτάζω την επιγραφή. Ιχθυοπωλείο. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Οι γάτες πάνε εκεί που τους αρέσει. Ο ψαράς τους πετάει μερικά κομμάτια, που τα τρώνε άμεσα.

Ωραία δέντρα έχει εδώ. Παλιά ήταν μέρος όπου έρχονταν για θεραπεία οι φυματικοί, σχολιάζει ο οδηγός του ταξί. Και δεν υπήρχαν αυτά τα μεγάλα κτίρια, ε;  Στο ίδιο ξενοδοχείο. Ακριβώς όπως το περιγράφει η ιστοσελίδα του, ανεπιτήδευτο. Καθαρό, αλλά χωρίς καμία προσποίηση πολυτέλειας, αισθητικής ή σχεδιασμού. Μερικές φορές πρέπει τα πράγματα απλώς να εξυπηρετούν το σκοπό τους. Δεν υπάρχει χρόνος για ντιζαϊνιές και λαμπερές καταστάσεις. Εγώ κουράστηκα πολύ. Θα μείνω μέσα όλο το βράδυ. Είχα φροντίσει να προμηθευτώ ορισμένα σνακ ήδη από το αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος. Τσουρέκι for two, διαβάζω στη συσκευασία. Το wi-fi ήταν ήδη συνδεδεμένο από την προηγούμενη φορά. Οι τεχνολογίες αλλάζουν, αλλά η ουσία δεν αλλάζει εντελώς. Μέχρι πριν από δέκα δεκαπέντε είκοσι χρόνια είχαμε μόνο έντυπους τηλεφωνικούς καταλόγους, είχαμε ακόμα και φίλους δι αλληλογραφίας. Μόνο οι τεχνολογίες αλλάζουν και ο τρόπος της επικοινωνίας. Υπάρχει φυλλάδιο παραγγελίας για πίτσες. Δεν θα το χρειαστώ. Θυμήθηκα ένα παλιό μου φίλο, τον Α.Κ., που όσο και αν τον παρακαλούσαν να βγει, έμενε μέσα και παράγγελνε πίτσες και παγωτά. Είχε κάποιο πρόβλημα, κατάθλιψη ή κάτι παρόμοιο.

Πρωί πρωί, το απέναντι ζαχαροπλαστείο δεν είχε ανοίξει ακόμα. Καφέδες και τυρόπιτες από τους «Μερακλήδες». Και πάλι στο δωμάτιο. Το μαγαζί με τα shoκολατάκια είχε ανοίξει. Δίπλα υπάρχει και ένα παγωτατζίδικο που διαφημίζεται πολύ στα περιοδικά γαστρονομίας. Η ιδιοκτήτρια δηλώνει με υπερηφάνεια ότι είναι κόρη στρατηγού, σπούδασε στην Ιταλία, αλλά την κέρδισε η δημιουργία παγωτών… Η μέλισσα δεν έχει χρόνο για λύπηση! Ώρα για μεσημεριανό. Κατέβα, θα έρθω με ταξί. Πάμε πάλι εκεί, στο ιταλικό. Όλο και εμφανιζόταν ένας Πακιστανός, μετά άλλος, μετά άλλος. Δεν ήταν εύρωστοι, ήταν εμφανώς ταλαιπωρημένοι και άσχημοι, θα τους αρέσει η ιταλική κουζίνα, σκεφτόμουν, όμως μετά κατάλαβα ότι ήταν ντελιβεράδες που έρχονταν να παραλάβουν παραγγελίες. Στη συνέχεια άρχισα να παρατηρώ στους δρόμους κυκλοφορούσαν παντού ντελιβεράδες με το μπλε γιλέκο, όλοι σχεδόν αφρικανικής ή ασιατικής καταγωγής. Θλιβερό το θέαμα και προσγειωτικό. Δεν μπορεί να είναι μόνο η οικονομική κατάσταση το κριτήριο για το αν θα είσαι δούλος ή κύριος… Έχουμε δει ανθρώπους χωρίς αξία, που πλούτισαν μόνο με την «ομορφιά» ή με τις «γνωριμίες» τους και να πιάνουν πρώτη θέση στα καλύτερα σημεία της Αθήνας… Δεν πουλάμε όμως μιζέρια, όπως θα έλεγε και η Όλγα Κεφαλογιάννη. Εμείς διαβάζουμε γιατί μας αρέσει! Σπουδάζουμε γιατί μας αρέσει! Μας αρέσει που είμαστε άνθρωποι που σκέφτονται. Και αυτό δεν είναι μια παιδική σταυροφορία, όντως για μένα η μόρφωση είναι τα πάντα. Η γλώσσα, η λογοτεχνία, η ιστορία, η φιλοσοφία… Αυτά είναι η θεραπεία, αυτά η προστασία, αυτά και η θρησκεία. Γνώμη μου.

Αύριο πάλι. Πάλι στους Μερακλήδες. Πρέπει να ετοιμαστούμε για το τσεκ άουτ στις 11. Θα αφήσουμε τα πράγματα στο ισόγειο και θα τα πάρουμε το απόγευμα. Πάμε να αγοράσουμε κανένα φρούτο. Όλο τυρόπιτες, αρρώστησα. Στο μανάβικο η Γκόλφω, όλα ήταν ταχτοποιημένα σαν να έμπαινες σε κοσμηματοπωλείο. Η αξία είναι κάτι σχετικό. Αν ήσουν σε μία έρημο, τι θα ήταν πιο ακριβό; Ένα μπουκάλι νερό ή μία ράβδος χρυσού; Το περασμένο βράδυ είχα εντοπίσει σε ένα pet shop ένα τεραστίων διαστάσεων λευκό τσιντσιλά. Ήμουν πολυ ευτυχισμένη με τον καφέ στο χέρι, να χαζεύω το τρωκτικό, καθώς μόνο στο κλουβί του ασχολιόταν με τις δουλειές του. Είναι σαν εμένα αυτό, σκεφτόμουν. Ο κύριος που μου είχε φτιάξει τον καφέ ήταν ηλικιωμένος, πήγαινε κουτσαίνοντας, τον θυμόμουν από την προηγούμενη φορά. Όταν κάνεις αυτό που αγαπάς μπορεί να πεθάνεις δουλεύοντας… Το μαγαζί είναι η σκηνή, όπου πρωταγωνιστεί ο εκάστοτε επαγγελματίας. 

Και τώρα πάμε για ψώνια. Ήθελα να πάρω και κοσμήματα, από κάποιες σχεδιάστριες. Από ύφασμα, από σμάλτο. Δεν μαρέσουν τα αληθινά και τα ακριβά. Τελικά θα πάρω φλιτζανάκια, πιάτα και ποτήρια. Φτάνουμε στο αγαπημένο μας μαγαζί στην πλατεία Βικτωρίας. Μην νιώθεις ενοχές. Αν κάτι σε κάνει χαρούμενη, αγόρασέ το! Πάμε τώρα για καφέ. Είναι σαν ταξίδι στην Ιστανμπούλ εδώ. Μια παρέα ηλικιωμένων γάλλων τουριστών ενθουσιάζεται βλέποντας ότι υπάρχει ντιβάνι με μπαλκόνι. Πιάνουν θέση. Η νεαρή σερβιτόρα, που ήταν η πρώτη της μέρα στη δουλειά, δεν μπορούσε να συνεννοηθεί. Μιλούσαν μόνο γαλλικά. Κάλεσε ενισχύσεις, τους συναδέλφους της, ούτε αυτοί ήξεραν… Μιλούσαν ακατάπαυστα. Γάλλοι ήταν αυτοί ή Ιταλοί;

Ήταν η μέρα του Διονυσίου του Αρεοπαγίτη. Περπατήσαμε ως εκεί, ανάψαμε ένα κερί. Όταν ξανάρθω θα πάρω ένα κοκαλάκι μαλλιών από αυτή την πολυτελή μπουτίκ. Τι είναι μερικά δεκάρικα για ένα κοκαλάκι μαλλιών, αφού μάλιστα δεν φοράω ούτε κοσμήματα, ούτε αρώματα. Πρέπει να είμαστε ευτυχισμένοι. Στις βιτρίνες η φθινοπωρινή μόδα, καταστήματα fast fashion και πολυτελείς οίκοι. Θέλω να φορέσω την καλή μου διάθεση. Για να αντιμετωπίσω τoν κόσμο με κουλ τρόπο με χιούμορ, λίγο και με ειρωνία! Αφού χρειαστήκαμε μια ώρα για να βρούμε ταξί στο Σύνταγμα, φτάσαμε στο αεροπλάνο της επιστροφή,ς που είναι μεγάλο σαν αεροπλανοφόρο και έγραφε πάνω του, τραγική ειρωνία, Greece is Bliss. Τι θα πει bliss; Ε, ευτυχία. Τόσο μεγάλη ευτυχία που δεν ξέρεις από πού σου ήρθε!

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί