Της Ελευθερίας Μηλάκη
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος πήγα στην έκθεση των βιβλιοπωλείων του Ηρακλείου στην Πλατεία Ελευθερίας. Τα περίπτερα ήταν τοποθετημένα μπροστά στο κτίριο της Περιφέρειας Κρήτης. Η Κρήτη βέβαια είναι πάνω από όλα ο τόπος μας και μετά είναι ένα brand που το πουλάμε. Όχι. Αυτό είναι από άλλο άρθρο. Άσχετο. Το πρώτο βιβλίο που τραβάει την προσοχή μου είναι ένα βιβλίο αυτοβοήθειας ή αυτοβελτίωσης ή εκλαϊκευμένης ψυχολογίας, life coaching αν θέλετε, με τίτλο Όταν το σώμα λέει όχι. «Μπορεί ένας άνθρωπος να πεθάνει από μοναξιά;» Διαβάζω στο οπισθόφυλλο. «Αν συνειδητοποιήσουμε τις καταστροφικές μας συνήθειες… θα καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε το εσωτερικό μας τραύμα… και…». Σταματάω να διαβάζω. Είναι κυνικό να πεις σε έναν ασθενή ότι αρρώστησε επειδή δεν πρόσεχε τον εαυτό του, ή επειδή είχε κακές συνήθειες, ότι υπάρχουν οι θάνατοι της απόγνωσης, από ναρκωτικά, αλκοόλ, αυτοκτονία, κακή διατροφή! Είναι τοξικές γενικά οι συμβουλές. Ακόμα και οι γιατροί πλέον, αν είναι σύγχρονοι, δεν θα σου πουν να αδυνατίσεις με το ζόρι, ή να μην έχεις άγχος με το ζόρι και να σε αγχώσουν λίγο περισσότερο ακόμα. Τα βιβλία αυτού του τύπου είναι ευχάριστα αναγνώσματα, σου δίνουν μια καθησυχαστική, αλλά απατηλή αίσθηση ότι κάτι ξέρεις, ότι είσαι ο ψυχολόγος του εαυτού σου.
Προσπερνώ τα βιβλία «ψυχολογίας» και το βλέμμα μου πέφτει σε ένα πολύ γνωστό βιβλίο από το 1963, Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο. Διαβάζω «είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε χωρίς οίκτο, όμως δεν μπορείς να ζεις πάντα στο κρύο, κάποια στιγμή πρέπει να γυρίσεις πίσω». Δεν το έχω διαβάσει, αλλά φαντάζομαι ότι περιέχει κάποιο πολιτικό «μήνυμα». Πέρα όμως από αυτό, πράγματι δεν μπορείς να είσαι πάντα στο κρύο, κάποια στιγμή πρέπει έστω και διανοητικά για αρχή, να βγεις στο φως. Στο «ζεστό» κόσμο της Δύσης, που τώρα είναι παγκόσμιος, όλοι έχουν για μπούσουλα το χρήμα. Υπάρχει όμως και η ομορφιά, η τέχνη, η αγάπη. Το βιβλιοπωλείο των μικρών θαυμάτων. Μια χάρτινη κορδέλα περιτυλίγει το βιβλίο, ένα είδος σελιδοδείκτη, που γράφει πάνω «το όνειρο κάθε αναγνώστη». Ακριβώς δίπλα, στο ίδιο μέγεθος και σχήμα βρίσκεται Η σκηνή των μεγάλων ονείρων. Επιτυχημένος σκηνοθέτης αντί να γιορτάζει την επιτυχία της παράστασής του, είναι έτοιμος να καταρρεύσει. Όμως, όπως του υπενθυμίζει διαρκώς η έξυπνη βοηθός του, η παράσταση πρέπει πάντα να συνεχίζεται. Ένα κλασικό και αγαπημένο μου βιβλίο, το Για ποιον Χτυπά η Καμπάνα του Έρνεστ Χεμινγουέη. Το διάβασε και η μητέρα μου και ταυτίστηκε με την αυστηρή, αλλά δίκαιη Πιλάρ, που ήταν ένα είδος «γενικού director» στις ζωές των άλλων, έκανε όμως πάντα το σωστό και προστάτευε τον αδύναμο, ενώ παράλληλα περιφρονούσε τον μοιραίο, τον μοιρολάτρη. Εγώ είμαι εσύ και εσύ είσαι εγώ. Μια μέρα είναι μια ολόκληρη η ζωή… Μη στείλεις να σου πουν για ποιον χτυπά η καμπάνα, για σένα χτυπά!
Βλέπω το τελευταίο βιβλίο της Έλενας Ακρίτα, Μαμά κοίτα, χωρίς χέρια. Όπως μας πληροφορεί η ίδια, στο βιβλίο αυτό αποφάσισε να τα πει όλα ή τίποτα και είναι ό,τι πιο γενναίο έχει κάνει στη ζωή της. Η αλήθεια είναι πως όσο και να θέλεις να τα πεις όλα, οι ιεροεξεταστές είναι πολλοί, η σαχλαμάρα ό,τι πιο ευπρόσδεκτο και υπάρχει και η ανάγκη του βιοπορισμού για πολλούς καλλιτέχνες και συγγραφείς! Όσο για το θέμα της αυτοαναφορικότητας, αυτό πια έχει απενοχοποιηθεί. Έτσι είναι τώρα η λογοτεχνία, βιωματική. Τα προσωπικά βιώματα είναι απλά η αφετηρία για να ζωγραφίσεις την εποχή που έζησες και που ζεις. Το είδαμε αυτό και στο βιβλίο Τα χρόνια, της βραβευμένης με Νόμπελ Γαλλίδας, Ανί Ερνό, η οποία, ας σημειωθεί, ξεκίνησε χαμηλά κοινωνικά, όμως ανέβηκε με τον πρώτο της γάμο και με τη μόρφωσή της. Το Δώρο. Τετράδιο θαυμάτων. Ένα βιβλίο με ιστορίες με θέμα την ευγνωμοσύνη. Το έχω δει να κυκλοφορεί μεταφρασμένο και σε άλλες γλώσσες. Όμως και πάλι, τα συναισθήματα είναι ευχάριστα ή δυσάρεστα, αλλά δεν μπορείς να αναγκάσεις κανένα να βιώσει τα λεγόμενα θετικά συναισθήματα και να διώξει τα αρνητικά, τα δύσκολα δηλαδή συναισθήματα. Κυρίως, δεν είσαι αυτό που νιώθεις προσωρινά. Μου έχει συμβεί να ρίχνω μια ματιά στον καθρέφτη και να λέω «δείχνεις πολύ καλύτερα από όσο νιώθεις». Ας αφήσουμε στην άκρη την τοξική θετικότητα. Ας το αφήσουμε για τις κάθε λογής Barbie, που είναι τα τέλεια πλάσματα, στο τέλειο μέρος. Η τελειομανία είναι η βάση της κατάθλιψης.
Ένα μικρό βιβλίο με τίτλο η πιο μικρή ιστορία της Ελλάδας, ενός άγγλου συγγραφέα. Καλό είναι να ξέρει κανείς ελληνική ιστορία, έστω και περιληπτικά. Οι περισσότεροι δεν ξέρουν απολύτως τίποτα. Θα λέει και για τον Εμφύλιο; Αναρωτιέμαι. Για να το διαπιστώσω, ξεφυλλίζω το βιβλίο και όντως έχει κεφάλαια όπως, Τα δεκεμβριανά, τα λάθη του Τσώρτσιλ, τα τάγματα ασφαλείας και άλλα. Μαθήματα Χημείας. Ένα θριαμβευτικό, σαγηνευτικό, φεμινιστικό παραμύθι. Μία χημικός βρίσκεται σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον εργασίας, όμως κάποιος εκεί την ερωτεύεται για το μυαλό της. «Αυτό και αν είναι χημεία!»… Το σεξιστικό πρότυπο της τέλειας κούκλας είναι ένα κατάλοιπο του εικοστού αιώνα, το οποίο υπάρχει ακόμα. Δημιουργήθηκε για να εξυπηρετήσει το σύστημα της διαφήμισης και του καταναλωτισμού, είχε όμως ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των γυναικών.
Ο περίεργος αλλά γνωστός τίτλος Αναμνήσεις ενός πορνόγερου βρίσκεται λίγο μακριά, αλλά αποφασίζω να απλώσω το χέρι μου για να το πιάσω. Πρόκειται για την αυτοβιογραφία του συγγραφέα, Τσαρλς Μπουκόβσκι, στην οποία ο ίδιος ζει επικίνδυνα και περιγράφει την άλλη πλευρά του αμερικανικού τρόπου ζωής, αυτήν που οδηγεί από το αμερικάνικο όνειρο στον αμερικάνικο εφιάλτη. Παρακάτω βλέπω ορισμένα βιβλία μαγειρικής, όπως το My Greek meze. Κορίτσι, γυναίκα, άλλο. Η Μπερναντέτ Εβαρίστο είναι καταξιωμένη βρετανή συγγραφέας νιγηριανής καταγωγής. Στο βιβλίο αυτό παρακολουθούμε μια ομάδα γυναικών με πολλές και διάφορες ταυτότητες… Πλούσιες και φτωχές, λευκές και μαύρες… Η λεπτομέρεια που νομίζω ότι αποσιωπάται ή υποβαθμίζεται, play down λέγεται στα αγγλικά, είναι ότι το πιο καθοριστικό κομμάτι μιας ταυτότητας στη σύγχρονη εποχή δεν είναι η φυλή και το φύλο ή οι προτιμήσεις, αλλά το οικονομικο-κοινωνικό υπόβαθρο και πώς αυτό το διατηρείς, το κατεβάζεις ή το ανεβάζεις. Άτιμη κοινωνία…
Στο τέλος κοιτάζω το βιβλίο της Σώτης Τριανταφύλλου Άκου το Λιοντάρι. Είναι η ιστορία μιας ελληνικής οικογένειας από την Αθήνα, με όλα τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικογένειας που όλοι ξέρουμε, αλλά δεν θέλουμε να ξέρουμε. Πόλεμος! Δεν ξέρω, αλλά φαντάζομαι ότι θα είναι κάτι σαν το Σπιρτόκουτο! Γιατί να μην φερόμαστε ο ένας στον άλλο ειρηνικά; Γιατί η λαχτάρα για κοινωνική άνοδο οδήγησε τους Νεοέλληνες στο να αδιαφορούν για την αληθινή σύνδεση, την ειλικρινή επικοινωνία; Τι να τα κάνεις τα χρήματα και τα ξενοδοχεία, αν μισείτε ο ένας τον άλλο; Αν ο γιος σου νιώθει αποτυχημένος και καταθλιπτικός, επειδή τα βρήκε έτοιμα και ο ίδιος δεν έχει κάνει τίποτα στη ζωή του ως τα πενήντα;
Τελευταίο, ένα βιβλίο από τον πάγκο με τα παιδικά. Προσπαθώ ακόμα να ξορκίσω την εφιαλτική παιδική ανάμνηση, όταν αγοράζαμε βιβλία για επανάληψη στις διακοπές π.χ. «Οι καλοκαιρινές μου διακοπές» ή «ο Ροζ Πάνθηρας» και όλο το καλοκαίρι ένιωθα τύψεις, επειδή δεν είχα καμία διάθεση να λύσω τις ασκήσεις και να κάνω επανάληψη… Η μεγάλη και κακιά Αλεπού. Είναι ο τίτλος του παραμυθιού που κρατάω στα χέρια μου. «Η οποία δεν ήταν ούτε τόσο μεγάλη, ούτε τόσο κακιά όσο νόμιζε». Εφάρμοζε τις τακτικές εκφοβισμού του λύκου, στην πορεία όμως συνεργάστηκε με το λύκο. Το πρότζεκτ τους; Να κλωσήσουν και να αναθρέψουν το… φαγητό τους, δηλαδή κοτοπουλάκια! Δεν μπορώ να φανταστώ πώς μπορεί ένας άνθρωπος να νιώσει τόσο δυνατός, ώστε να εκφοβίζει τον αδύναμο ή τον φαινομενικά αδύναμο… Καλά, δεν ξέρει τα βασικά της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας; Μηδενί συμφοράν ονειδίσεις, κοινή γαρ η τύχη και το μέλλον αόρατον! Ο θρασύδειλος! Ορισμένοι δεν ξέρουν παρά μόνο να κοροϊδεύουν…
Ο συγγραφέας Φραντς Κάφκα είχε πολύ δύσκολη σχέση με τον πατέρα του και τους υπόλοιπους συγγενείς του γενικά. Κάθε φορά που του ανακοίνωνε ότι τυπώθηκε το νέο του βιβλίο, ο πατέρας απαντούσε με αδιαφορία, περιφρόνηση και θυμό «βάλ’ το στο κομοδίνο»… Αυτό είχε γίνει το πιο αγαπημένο ανέκδοτο ανάμεσα στον Κάφκα και την αδερφή του. Οι συγγραφείς, όπως όλοι οι δημιουργοί, είναι άνθρωποι ευαίσθητοι και μορφωμένοι. Όμως αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να μοιράζονται το έργο τους. Το δημιουργούν από εσωτερική ανάγκη, αλλά το μοίρασμα είναι που τους ενδιαφέρει. Έχουν ανάγκη να τους αγαπούν.