Στην αποκατάσταση της αλήθειας μέσα από την κατάρριψη των σαθρών επιχειρημάτων της κυβέρνησης και των επιθέσεων στο πρόσωπό του προχώρησε ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος, με ανακοίνωση – απάντηση στους πρωτοφανείς ισχυρισμούς του κυβερνητικού εκπροσώπου.
Ο Χρήστος Ράμμος, μεταξύ άλλων αναφέρει ότι ουδέποτε ζήτησε να τον δει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ότι είχε συνεργασία με τον Γιώργο Γεραπετρίτη και τον Κώστας Τσιάρα. Παράλληλα επισημαίνει για μια ακόμα φορά ότι η ανεξαρτησία της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών, ίσταται εκ του Συντάγματος και έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, λογοδοτεί δε ενώπιον του Κοινοβουλίου και επισημαίνει «Τούτο και μόνο είμαι αποφασισμένος να συνεχίσω να πράττω τιμώντας τη δέσμευση που ανέλαβα αποδεχόμενος τον ορισμό μου ως επικεφαλής της Αρχής από την ευρύτατη πλειοψηφία της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής».
Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ στην απάντηση 9 σημείων προς τον κυβερνητικό εκπρόσωπο επισημαίνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
-Όσες φορές επισκέφθηκε την ΑΔΑΕ ο Αλέξης Τσίπρας έγινε μετά από δικό του αίτημα
– «Ο κ. Πρωθυπουργός ουδέποτε ζήτησε να με συναντήσει. Και τούτο έγινε προφανώς διότι «είχα τακτική επικοινωνία για θέματα αρμοδιότητας της ΑΔΑΕ όλα αυτά τα χρόνια που είμαι Πρόεδρος της Αρχής, με τον αρμόδιο Υπουργό κ. Γεραπετρίτη. Είχα επίσης δύο συναντήσεις με δική μου πρωτοβουλία και με τον κ. Υπουργό της Δικαιοσύνης.
-«Ουδέποτε ανέφερα ότι η ενημέρωση των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων πρέπει να περιορίζεται σε αναφορά στατιστικών στοιχείων σε σχέση με την άρση του απορρήτου».
–Δεν απαγορεύεται στους Έλληνες κρατικούς λειτουργούς να καταθέτουν μαρτυρίες σε επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
-Η ΑΔΑΕ διενεργεί, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας, τακτικούς και έκτακτους ελέγχους, σε εγκαταστάσεις, τεχνικό εξοπλισμό, αρχεία, τράπεζες δεδομένων και έγγραφα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Y.Π.), άλλων δημοσίων υπηρεσιών, οργανισμών, επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και ιδιωτικών επιχειρήσεων
-Οι γνωμοδοτήσεις των εισαγγελικών οργάνων είναι μεν σεβαστές ως επιστημονικά νομικά κείμενα, αλλά δεν είναι νομικά δεσμευτικές
-«Θεωρώ βαθύτατα προσβλητικό για την τιμή και υπόληψη μου τον ισχυρισμό ότι φιλοδοξώ να παίξω ρόλο πολιτικού παράγοντα. Από που αντλεί την διαπίστωση αυτή ο κ. κυβερνητικός εκπρόσωπος;».
-«Είμαι υποχρεωμένος να θυμίσω ότι η ανεξαρτησία της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών της οποίας έχω την τιμή να προΐσταμαι, ίσταται εκ του Συντάγματος και έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, λογοδοτεί δε ενώπιον του Κοινοβουλίου».
Αναλυτικά η απάντηση του Χρήστου Ράμμου
Με όλο τον δέοντα σεβασμό προς τον κ. Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, προς αποκατάσταση της αλήθειας οφείλω να σημειώσω τα ακόλουθα:
1. Την πρωτοβουλία για τις συναντήσεις με τον κ. Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως και πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε την πήρα εγώ. Πάντα και οσάκις επισκέφτηκε την ΑΔΑΕ, αυτό έγινε ύστερα από δικό του αίτημα. Και όπως έχω δηλώσει και με άλλη ευκαιρία, η πόρτα της ΑΔΑΕ είναι ανοικτή σε όλους τους αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται στην Βουλή, τους οποίους το άρθρο 8 §6 του πρόσφατου νόμου 5002/2022 (όπως εξ άλλου και το προϊσχύσαν άρθρο 5 §4 του ν.2225/1994) καθιστά θεσμικούς συνομιλητές μου.
2. Ο κ. Πρωθυπουργός ουδέποτε ζήτησε να με συναντήσει. Και τούτο έγινε προφανώς διότι είχα τακτική επικοινωνία για θέματα αρμοδιότητας της ΑΔΑΕ όλα αυτά τα χρόνια που είμαι Πρόεδρος της Αρχής, με τον αρμόδιο Υπουργό κ. Γεραπετρίτη. Είχα επίσης δύο συναντήσεις με δική μου πρωτοβουλία και με τον κ. Υπουργό της Δικαιοσύνης.
3. Ουδέποτε ανέφερα ότι η ενημέρωση των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων πρέπει να περιορίζεται σε αναφορά στατιστικών στοιχείων σε σχέση με την άρση του απορρήτου. Αυτά ούτως ή άλλως δημοσιοποιούνται με την ετήσια έκθεση πεπραγμένων που συντάσσει η ΑΔΑΕ. Εκείνο το οποίο είχα αναφέρει τόσο στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής σε απάντηση σχετικής ερωτήσεως βουλευτού καθώς και σε επιστολή μου προς τον κ. Υπουργό της Δικαιοσύνης ήταν ότι η διάταξη του άρθρου 5 §4 του ν. 2225/1994 (ο οποίος δεν ισχύει πλέον), η οποία όριζε ότι ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ ενημερώνει τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων για κάθε περίπτωση εισαγγελικής διάταξης άρσης του απορρήτου, κατά την επικρατήσασα στην ΑΔΑΕ, ήδη πριν από την εκ μέρους μου ανάληψη της Προεδρίας της, αντίληψη, δεν μπορούσε να ερμηνευθεί ότι έχει την έννοια ότι υπάρχει υποχρέωση κοινοποιήσεως και στους εν λόγω αρχηγούς του πλήρους περιεχομένου της καθ’ έκαστον εισαγγελικής διάταξης με τα απόρρητα αυτής στοιχεία, διότι ο νόμος παραφύλαττε την κοινοποίηση των διατάξεων αυτών μόνο στον Υπουργό Δικαιοσύνης. Συμπληρωματικά δε, είχα εξηγήσει ότι, ανεξαρτήτως των ανωτέρω, εκ των πραγμάτων είχε καταστεί αδύνατη η ενημέρωση των αρχηγών των κομμάτων για κάθε διάταξη, όταν αυτές το 2021, για παράδειγμα, έφτασαν τις 18.000 συνολικά. Τέλος, σημειώνω ως προς το θέμα αυτό ότι εκτός από την από 7.12.2022 αίτηση του κ. Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ουδέποτε πολιτικός αρχηγός μου είχε ζητήσει να τον ενημερώσω για οποιοδήποτε θέμα άρσης του απορρήτου .
4. Εκτός του ότι από καμία διάταξη του Συντάγματος ή του νόμου δεν απαγορεύεται στους Προέδρους των ανεξαρτήτων αρχών να αρθρογραφούν επί επιστημονικών θεμάτων, ένα και μοναδικό άρθρο συνέταξα καθ’ όλη την διάρκεια της τετραετούς σχεδόν περιόδου που βρίσκομαι στην Προεδρία της ΑΔΑΕ και αυτό ήταν η διατύπωση μιας επιστημονικής απόψεως, για την οποία είχα ρητώς διευκρινίσει ότι δεν απηχεί τις απόψεις της ΑΔΑΕ, σε άρθρο μου της 7.4.2021 στον νομικό διαδικτυακό τόπο WWW.constitutionalism.gr.
5. Εξόσων γνωρίζω δεν απαγορεύεται στους Έλληνες κρατικούς λειτουργούς να καταθέτουν μαρτυρίες σε επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (στο οποίο ως γνωστόν μετέχουν και Έλληνες ευρωβουλευτές). Δύο φορές σε όλη την διάρκεια της θητείας μου κατέθεσα στην Εξεταστική Επιτροπή PEGA του Ευρωκοινοβουλίου στο πλαίσιο ακροάσεων και όχι ως μάρτυρας και αυτό ουδέποτε με δική μου πρωτοβουλία, αλλά κατόπιν κλήσεως. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις εκτός από εμένα κατέθεσαν και πολλοί άλλοι Έλληνες κρατικοί λειτουργοί, όπως για παράδειγμα ο κ. Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης στην πρώτη εξ αυτών.
6. Οφείλω να ξαναθυμίσω ότι σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 6 § 1 περ α του ν.3115/2003 “Η ΑΔΑΕ διενεργεί, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας, τακτικούς και έκτακτους ελέγχους, σε εγκαταστάσεις, τεχνικό εξοπλισμό, αρχεία, τράπεζες δεδομένων και έγγραφα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Y.Π.), άλλων δημοσίων υπηρεσιών, οργανισμών, επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και ιδιωτικών επιχειρήσεων που ασχολούνται με ταχυδρομικές, τηλεπικοινωνιακές ή άλλες υπηρεσίες σχετικές με την ανταπόκριση και την επικοινωνία”. Δεν μπορώ, συνεπώς, να κατανοήσω ποιο πρόβλημα νομιμότητας δημιουργούν οι έλεγχοι τους οποίους πραγματοποίησε πρόσφατα η ΑΔΑΕ σε παρόχους.Σε ό,τι αφορά το αρχείο της ΑΔΑΕ , πέρα από το γεγονός ότι και άριστο ψηφιοποιημένο αρχείο να είχε η Αρχή , και πάλι θα έπρεπε να διενεργεί ελέγχους στους παρόχους για να διαπιστώσει πως έχει εφαρμοστεί από αυτούς μια συγκεκριμένη διάταξη άρσης απορρήτου και αν τηρείται η νομιμότητα, έχω επανειλημμένα εξηγήσει στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας ότι η ΑΔΑΕ δεν ευθύνεται για την ανυπαρξία ειδικού ψηφιοποιημένου και επεξεργάσιμου ηλεκτρονικού αρχείου, εφόσον η ελληνική πολιτεία επέλεξε παγίως να διαβιβάζεται ο τεράστιος αριθμός των διατάξεων άρσης του απορρήτου σε έγχαρτη μορφή. Η συσσώρευση πολλών δεκάδων χιλιάδων διατάξεων και βουλευμάτων σε ειδικούς αποθηκευτικούς χώρους της Αρχής καθιστά παντελώς αδύνατη την διαχείριση και επεξεργασία του από μια ακραία υποστελεχωμένη αρχή, όπως η ΑΔΑΕ. Τούτο καθίσταται, επιπλέον, σχεδόν αδύνατο και με το νέο νόμο 5002/22, στο άρθρο 8 παρ 2 του οποίου ορίζεται ότι η αναζήτησή στοιχείων από το αρχείο της ΑΔΑΕ μπορεί να γίνεται μόνο από τον Πρόεδρο της και άλλα δύο μέλη της Ολομέλειας, απαγορευόμενης με τον τρόπο αυτό της αρωγής ως προς το θέμα αυτό από το προσωπικό της Αρχής. Θέλω, τέλος, να υπενθυμίσω ως προς το θέμα αυτό ότι η Ελληνική Πολιτεία δεν έχει μέχρι στιγμής εκδώσει την κοινή υπουργική απόφαση, η οποία είχε προβλεφθεί από το νόμο (άρθρο 37 παρ.2 Ν.4786/2021,ΦΕΚ Α 43/23.3.2021) και η οποία αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για να καταστεί επιτέλους εφικτή η λειτουργία αξιοποιήσιμου ηλεκτρονικού αρχείου της ΑΔΑΕ και τούτο παρά την πάροδο 22 μηνών.
7. Σε ό,τι αφορά την αναφορά σε έλλειψη δήθεν σεβασμού εκ μέρους μου και εκ μέρους της Αρχής του κ. Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, οφείλω να παρατηρήσω ότι, όπως εξέθεσα και στο από 10.1.2023 δελτίο τύπου, οι γνωμοδοτήσεις των εισαγγελικών οργάνων είναι μεν σεβαστές ως επιστημονικά νομικά κείμενα, αλλά δεν είναι νομικά δεσμευτικές. Περαιτέρω, βεβαίως και υπάγονται και οι ανεξάρτητες αρχές στην αρχή της νομιμότητας, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μπορεί να τους ασκηθεί προληπτικός έλεγχος και να διατυπωθούν δεσμευτικές υποδείξεις από οποιοδήποτε άλλο κρατικό όργανο για το πως θα ασκήσουν τις αρμοδιότητες τους. Αν κάποιος φρονεί ότι μια πράξη ανεξάρτητης αρχής δεν είναι σύννομη, μπορεί να προσφύγει στην αρμόδια να αποφανθεί σχετικώς εκ του Συντάγματος και εκ του νόμου Διοικητική Δικαιοσύνη.
8. Θεωρώ βαθύτατα προσβλητικό για την τιμή και υπόληψη μου τον ισχυρισμό ότι φιλοδοξώ να παίξω ρόλο πολιτικού παράγοντα. Από που αντλεί την διαπίστωση αυτή ο κ. κυβερνητικός εκπρόσωπος; Το παρελθόν μου επί 40 σχεδόν χρόνια στο Συμβούλιο της Επικρατείας και 4 σχεδόν χρόνια στην ΑΔΑΕ το αποδεικνύουν πέραν πάσης αμφισβητήσεως. Περί αυτού μπορούν να μαρτυρήσουν όλοι όσοι με γνωρίζουν. Τίποτε δεν είναι πιο ξένο από τον χαρακτήρα μου και τις επιδιώξεις μου από την ανάμιξη μου στην πολιτική.
9. Τέλος -δυστυχώς φοβούμαι όχι εκ του περισσού-, είμαι υποχρεωμένος να θυμίσω ότι η ανεξαρτησία της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών της οποίας έχω την τιμή να προΐσταμαι, ίσταται εκ του Συντάγματος και έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, λογοδοτεί δε ενώπιον του Κοινοβουλίου. Είναι αυτονόητο επίσης ότι όπως και οι λοιπές ανεξάρτητες αρχές, η ΑΔΑΕ οφείλει να λειτουργεί ως θεσμικό αντίβαρο και εγγυητής των αρχών του κράτους δικαίου στο πεδίο αρμοδιότητάς της. Τούτο και μόνο είμαι αποφασισμένος να συνεχίσω να πράττω τιμώντας τη δέσμευση που ανέλαβα αποδεχόμενος τον ορισμό μου ως επικεφαλής της Αρχής από την ευρύτατη πλειοψηφία της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής.