Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, εγκαταλείποντας τη γραμμή Μελίνα Μερκούρη για την οριστική επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα που ακολούθησαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις από το 1984 και μετά, προχωρά σε μυστική διπλωματία η οποία κρύβει τον κίνδυνο να αναγνωριστεί το Βρετανικό Μουσείο ως νόμιμος ιδιοκτήτης τους
Σε διάψευση του υπουργείου Πολιτισμού και της κυβέρνησης, αναφορικά με τις συζητήσεις «κάτω από το τραπέζι» για τα γλυπτά του Παρθενώνα, προχώρησε το Βρετανικό μουσείο, εκθέτοντας πλήρως το ΥΠΠΟ το οποίο χθες, μετά το σχετικό δημοσίευμα του Bloomberg επέλεξε να απαντήσει μέσω διαρροών και όχι επίσημης ανακοίνωσης.
Συγκεκριμένα, το Βρετανικό Μουσείο επιβεβαιώνει ότι συνεχίζονται οι «εποικοδομητικές συζητήσεις» με την Ελλάδα για τα Γλυπτά του Παρθενώνα, καθώς δημοσίευμα της βρετανικής Daily Telegraph αναφέρεται σε επικείμενη συμφωνία δανεισμού των αρχαιοτήτων στην Ελλάδα, επικαλούμενο μάλιστα τον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου και πρώην ΥΠΟΙΚ, Τζορτζ Όσμπορν.
«Έχουμε δηλώσει δημόσια, επιδιώκουμε ενεργά μια νέα σύμπραξη για τον Παρθενώνα με τους φίλους μας στην Ελλάδα και καθώς μπαίνουμε σε μια νέα χρονιά, οι εποικοδομητικές συζητήσεις συνεχίζονται», αναφέρει ανακοίνωσή του Βρετανικού Μουσείου σύμφωνα με την Daily Telegraph, στον απόηχο του χθεσινού δημοσιεύματος του Bloomberg, σύμφωνα με το οποίο ορισμένα από τα Γλυπτά θα μπορούσαν να αποστέλλονται από το Βρετανικό Μουσείο στην Αθήνα εκ περιτροπής. Σε αντάλλαγμα, το Μουσείο της Ακρόπολης θα μπορούσε να δανείζει άλλες αρχαιότητες στο Βρετανικό Μουσείο.
Με λίγα λόγια η κυβέρνηση εγκαταλείποντας τη γραμμή Μελίνα Μερκούρη για την οριστική επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα την οποία ακολούθησαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις από το 1984 και μετά, προχωρά σε μυστική διπλωματία η οποία κρύβει τον κίνδυνο να αναγνωριστεί το Βρετανικό Μουσείο ως νόμιμος ιδιοκτήτης των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι σήμερα, κατά τη ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου δήλωσε ότι δεν υπήρξε καμία νεότερη επικοινωνία των αξιωματούχων της κυβέρνησης για τα Γλυπτά του Παρθενώνα.
Συγκεκριμένα, αντίθετα με όσα λέει το Βρετανικό Μουσείο, ο κ. Οικονόμου δήλωσε απαντώντας σε σχετική ερώτηση ότι «δεν υπήρξε καμία νεότερη επικοινωνία με αξιωματούχους της Κυβέρνησης. Είναι διαρκής η επιδίωξή μας για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα. Δεν υπάρχει κάποια νεότερη εξέλιξη προς την κατεύθυνση αυτή. Η Κυβέρνηση με επαγγελματισμό, με πλήρη σεβασμό σε όλες τις παραμέτρους του ζητήματος αυτού θα συνεχίσει να επιδιώκει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, με στόχο την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα».
Υπενθυμίζεται ότι χθες, το υπουργείο Πολιτισμού, επέλεξε να μην βγάλει επίσημη ανακοίνωση, αλλά να απαντήσει στο αμερικανικό δημοσίευμα μέσω διαρροών.
«Δεν ισχύει το δημοσίευμα του Bloomberg ότι το Βρετανικό Μουσείο και το Μουσείο Ακρόπολης βρίσκονται κοντά σε συμφωνία που θα ανοίξει τον δρόμο για τη σταδιακή επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα στο πλαίσιο μιας πολιτιστικής ανταλλαγής», ανέφεραν χαρακτηριστικά πηγές του ΥΠΠΟ.
Την ίδια ώρα, παραμένουν αναπάντητα τα τρία ερωτήματα που έθεσε στην υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων για τις εν κρυπτώ συζητήσεις που βάζουν «ταφόπλακα» στη μόνιμη επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα.
Συγκεκριμένα, ο ΣΕΑ καλεί την υπουργό Πολιτισμού να απαντήσει εάν «διαπραγματεύεται η ελληνική κυβέρνηση την προσωρινή έκθεση στο Μουσείο Ακρόπολης κάποιων θραυσμάτων των γλυπτών του Παρθενώνα με αντάλλαγμα τον δανεισμό στο Βρετανικό Μουσείο της χρυσής προσωπίδας από τις Μυκήνες ή του Δία του Αρτεμισίου από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ή του Ηνίοχου από το Μουσείο των Δελφών, ή του Ερμή του Πραξιτέλη από το Μουσείο της Ολυμπίας, ή μινωικών τεχνουργημάτων που εκτίθενται στο Μουσείο Ηρακλείου ή εκθεμάτων από μακεδονικούς βασιλικούς τάφους από τα Μουσεία της Θεσσαλονίκης και της Βεργίνας; Διαπραγματεύεται οποιαδήποτε συμφωνία ανταλλαγής αρχαιοτήτων και με ποια εξουσιοδότηση το κάνει αυτό;»
Επίσης «για ποιο λόγο ψήφισε την διάταξη για την μακροχρόνια (25+25 χρόνια) εξαγωγή για έκθεση ελληνικών αρχαιοτήτων στο εξωτερικό; Για ποιο λόγο δεν προχωρά άμεσα στην έκδοση του καταλόγου με τα «αμετακίνητα» ευρήματα, όπως προβλέπει ο Αρχαιολογικός Νόμος, στα οποία περιλαμβάνονται και τα ως άνω αναφερόμενα εκθέματα;
Και τέλος εάν, «διαπραγματεύεται η ελληνική κυβέρνηση τη δημιουργία ειδικού σκοπού μορφωμάτων στο εξωτερικό, όπως το Ινστιτούτο Γουλανδρή-Στερν με έδρα το Ντέλαγουερ, με σκοπό η κατοχή των αρχαιοτήτων να περάσει σε άλλα νομικά πρόσωπα; Με ποια εξουσιοδότηση το κάνει αυτό;»