«Πυρά» κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη, κατηγορώντας την πως υπομονομεύει την Ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα, εξαπολύει ο επικεφαλής του Γραφείου για την ΕΕ και τα Βαλκάνια στους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα (RSF), Pavol Szalai, αφήνοντας παράλληλα σαφείς αιχμές και για τον ρόλο των δημοσιογράφων λέγοντας, μεταξύ άλλων, πως δε συνάδει με τη δημοσιογραφική δεοντολογία να εργάζονται για τα συμφέροντα κυβέρνησης ή κόμματος.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο iEidiseis.gr, εξαπολύει ευθείες «βολές», κατά της κυβέρνησης για τον νέο νόμο για τις παρακολουθήσεις αλλά και το νομοσχέδιο για τα ΜΜΕ υπογραμμίζοντας την προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να υπονομεύσει την ελευθερία του Τύπου στη χώρα, για τις παρακολουθήσεις δημοσιογράφων, για την ανεξιχνίαστη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, τις αγωγές εναντίων δημοσιογράφων κι άλλα θέματα που παρεμποδίζουν την δημοσιογραφία.
Μετά την κατάταξη της Ελλάδας στην τελευταία θέση της ΕΕ και την 108η θέση στον κόσμο από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα RSF, έχει λάβει η ελληνική κυβέρνηση διορθωτικά μέτρα;
Η ελληνική κυβέρνηση έχει συστήσει μια ειδική ομάδα εργασίας για τη διασφάλιση της προστασίας, της ασφάλειας και της ενδυνάμωσης των δημοσιογράφων και άλλων επαγγελματιών των μέσων ενημέρωσης, αλλά δεν έχει οδηγήσει σε απτά αποτελέσματα μέχρι στιγμής.
Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι ο νόμος για την παρακολούθηση που ψηφίστηκε πρόσφατα στερείται ειδικής προστασίας για τους δημοσιογράφους. Καθώς οι δημοσιογράφοι έχουν το δικαίωμα να προστατεύουν το απόρρητο των πηγών τους, η παρακολούθηση των δημοσιογράφων πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ειδικών διασφαλίσεων.
Επιπλέον, το προτεινόμενο νομοσχέδιο για τα μέσα ενημέρωσης από την ελληνική κυβέρνηση δεν συμβάλλει σε λύσεις – είναι μάλλον μέρος του προβλήματος. Οποιοδήποτε σύστημα λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με τη δεοντολογία των μέσων ενημέρωσης εξαρτώμενο από ένα όργανο που ορίζεται από την κυβέρνηση είναι ευάλωτο σε πολιτική κακοποίηση. Αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό στο πλαίσιο των προσπαθειών των ελληνικών αρχών να υπονομεύσουν την ελευθερία του Τύπου, όπως η ψήφιση του νόμου κατά των ψευδών ειδήσεων και, ενδεχομένως, της αυθαίρετης παρακολούθησης. Επιπλέον, η ελληνική επιτροπή θα έχει τη δυνατότητα να επιβάλει κυρώσεις στα μέσα ενημέρωσης με διφορούμενο τρόπο: εξαιρώντας τα μέσα από ένα μητρώο μέσων και από την πρόσβαση σε δημόσια διαφήμιση για δύο χρόνια χωρίς επαρκείς δυνατότητες αποκατάστασης.
Το παρόν ελληνικό νομοσχέδιο δεν είναι ο τρόπος για να κερδηθεί ξανά η εμπιστοσύνη των δημοσιογράφων και των μέσων ενημέρωσης, τα οποία δέχονται μεγάλη πίεση σε αυτή την τελευταία χώρα της ΕΕ στον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου της RSF. Αντ’ αυτού, προτείνουμε τη χρήση ενός διεθνούς προτύπου αυτορρύθμισης των επαγγελματικών δημοσιογραφικών προτύπων και δεοντολογίας. Ένα τέτοιο πρότυπο είναι η πρωτοβουλία Journalism Trust Initiative που ξεκίνησε από το RSF και αναπτύχθηκε σε συνεργασία με μέσα ενημέρωσης σε όλο τον κόσμο. Το JTI είναι ένα πρότυπο ISO το οποίο είναι εντελώς ανεξάρτητο, καθοδηγείται από το επάγγελμα και έχει ήδη ενσωματωθεί στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Αποθαρρύνουμε την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει στο προτεινόμενο νομοσχέδιο. Αντ’ αυτού, θα πρέπει να ξεκινήσει μια διαβούλευση με ένα ευρύ φάσμα φορέων των μέσων ενημέρωσης για τη δημιουργία ενός συστήματος διανομής της δημόσιας διαφήμισης εμπνευσμένο από τις καλύτερες διεθνείς πρακτικές και σύμφωνα με τη χάραξη πολιτικής της ΕΕ.
Ποια είναι εκείνα τα σημεία στα οποία η RSF δίνει μεγαλύτερη έμφαση προκειμένου να κατατάξει μια χώρα στον δείκτη ελευθεροτυπίας;
Η βαθμολογία κάθε χώρας ή επικράτειας αξιολογείται με βάση πέντε δείκτες πλαισίου που αντικατοπτρίζουν την κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου σε όλη της την πολυπλοκότητα: πολιτικό πλαίσιο, νομικό πλαίσιο, οικονομικό πλαίσιο, κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο και ασφάλεια.
Ο δείκτης δεν αποτελεί κατάταξη των κυβερνήσεων και προβλήματα όπως η υψηλή συγκέντρωση των μέσων ενημέρωσης ή οι επιθέσεις σε μέσα ενημέρωσης που θεωρούνται φιλοκυβερνητικά δεν έχουν προκληθεί από την τρέχουσα κυβέρνηση. Γενικά όμως, η δράση της κυβέρνησης μπορεί να επηρεάσει ευνοϊκά -ή δυσμενώς, όπως στην Ελλάδα σήμερα- την ελευθερία του Τύπου. Μπορείτε να βρείτε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη μεθοδολογία του Δείκτη εδώ.
Ποιοι είναι οι λόγοι για τη ραγδαία μείωση της ελευθερίας του Τύπου και την κρίση της δημοσιογραφίας τα τελευταία χρόνια;
Ότι οι κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ελληνικό ανεξάρτητο δημοσιογραφικό τοπίο, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης της ανασφάλειας των δημοσιογράφων, των εμποδίων στη δημοσιογραφία δημοσίου συμφέροντος και των καταχρηστικών αγωγών (SLAPPs), αποτελούν συστημικά ζητήματα που απαιτούν δημόσια δράση.
Η άδικη και αδιαφανής απόδοση κρατικής διαφήμισης και επικοινωνιακών εκστρατειών στα μέσα ενημέρωσης, που έχει ως αποτέλεσμα τη διάκριση των μέσων ενημέρωσης που ασκούν κριτική στην κυβέρνηση, αποτελεί μείζον ζήτημα για την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα. Δυστυχώς, η κοινοβουλευτική έρευνα για ένα πρόσφατο παράδειγμα τέτοιας πρακτικής – την υπόθεση «Λίστα Πέτσα» – δεν οδήγησε στην αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν και στην απόδοση ευθυνών στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.
Οι RSF συνιστούν τη διανομή των δημόσιων κονδυλίων στα μέσα ενημέρωσης με βάση μια διαφανή διαδικασία και αντικειμενικά κριτήρια. Προτρέπουμε, κάθε πραγματική πρωτοβουλία για την εισαγωγή ενός τέτοιου συστήματος σε συνεργασία με τη δημοσιογραφική κοινότητα και στο όνομα της ελευθερίας του Τύπου και του δικαιώματος στην πληροφόρηση.
Η δολοφονία του αστυνομικού ρεπόρτερ Γιώργου Καραϊβάζ τον Απρίλιο του 2021 αποτελεί ένα χαμηλό σημείο για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα και τράβηξε τη διεθνή προσοχή στα σημαντικά προβλήματα με την ασφάλεια των δημοσιογράφων. Η πρόοδος των ερευνών εμφανίζεται αργή και στερείται βασικής διαφάνειας, γεγονός που είχε ανατριχιαστικό αποτέλεσμα και οδηγεί σε δυσπιστία σχετικά με την ικανότητα ή τη βούληση των αρχών να προστατεύσουν τη δημοσιογραφική κοινότητα.
Αν οι ελληνικές αρχές θέλουν να κερδίσουν ξανά την εμπιστοσύνη των δημοσιογράφων, πρέπει να αποδώσουν δικαιοσύνη για τη δολοφονία του Καραϊβάζ και να τους προστατεύσουν αποτελεσματικά από την αυθαίρετη παρακολούθηση.
Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν για να είναι υποδειγματικές στην ελευθερία του Τύπου σε καιρούς που οι Ουκρανοί πεθαίνουν υπερασπιζόμενοι αυτή και άλλες ευρωπαϊκές αξίες. Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι επίσης ένας πόλεμος της πληροφόρησης, στον οποίο η Ρωσία επιχειρεί να αντικαταστήσει στο εξωτερικό -όπως ακριβώς έχει κάνει και στο εσωτερικό- τη δημοσιογραφία με την κρατική προπαγάνδα. Με την παραγωγή και την υποστήριξη ειλικρινών, ανεξάρτητων και πλουραλιστικών μέσων ενημέρωσης, αψηφούμε το σχέδιο του Πούτιν να αφανίσει τη δημοσιογραφία.
Οι χαμηλές πτήσεις της Ελλάδας σε θέματα ελευθεροτυπίας οφείλονται αποκλειστικά σε κυβερνήσεις, πολιτικούς και πολιτικές ή ευθύνονται και οι δημοσιογράφοι για την κατάσταση αυτή;
Το πρόβλημα είναι πολύπλευρο και οι δημοσιογράφοι δεν είναι άμοιροι ευθυνών. Η ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης, η ανεξαρτησία και η οικονομική βιωσιμότητα είναι σημαντικοί παράγοντες. Η πρωτοβουλία Journalism Trust Initiative που ανέφερα παραπάνω θα μπορούσε να είναι ένας τρόπος για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του κοινού στους δημοσιογράφους και τη δημοσιογραφία.
Είναι δεοντολογικό για τους δημοσιογράφους να εργάζονται σε γραφεία τύπου κομμάτων, υπουργείων, πολιτικών και ταυτόχρονα να γράφουν για τα ΜΜΕ; Υπάρχουν σκέψεις σχετικά με πρωτοβουλίες για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των μέσων ενημέρωσης και της δημοσιογραφικής δεοντολογίας;
Δεν συνάδει με τη δημοσιογραφική δεοντολογία το να εργάζεται κανείς για τα συμφέροντα μιας κυβέρνησης ή ενός κόμματος. Οι δημοσιογράφοι εργάζονται για το δημόσιο συμφέρον και πρέπει να είναι ανεξάρτητοι από οποιεσδήποτε πολιτικές ή οικονομικές πιέσεις. Οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων πρέπει να γνωστοποιείται. Και πάλι, η JTI θα μπορούσε να διαδραματίσει ρόλο εδώ.
Πηγή: ieidiseis.gr