Πρωτοφανή επίθεση σε βάρος της εισηγήτριας της PEGA Σοφί Ιν’τ Φελντ που παρουσίασε το προσχέδιο «βόμβα» της εξεταστικής επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου για το Predator στην Ελλάδα εξαπέλυσε η Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου. Η εκπροσώπος Τύπου της ευρωομάδας της ΝΔ κατηγορεί την εισηγήτρια της PEGA για «μίνι κοινοβουλευτικό πραξικόπημα».
Η ευρωβουλεύτρια της ΝΔ λέει ότι η Σοφί Ιν’τ Φελντ «παραχώρησε μόνη της συνέντευξη Τύπου, παρουσιάζοντας το κατηγορητήριο της, αδιαφορώντας πλήρως για τις απόψεις των συναδέλφων της και την καθιερωμένη κοινοβουλευτική διαδικασία».
Μάλιστα φτάνει στο σημείο να κατηγορήσει την εισηγήτρια της PEGA για «προσωπική και πολιτική ατζέντα» επειδή τόλμησε να αναδείξει ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών οδηγεί κατευθείαν στο Μέγαρο Μαξίμου.
«Δεν μπορούμε και δεν θα ανεχτούμε αβάσιμες, συκοφαντικές και προσβλητικές κατηγορίες κατά του πρωθυπουργού, της ελληνικής κυβέρνησης και εν τέλει της χώρας μας. Κατηγορίες που βασίζονται σε προσωπικές ή πολιτικές ατζέντες» ισχυρίζεται η Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου.
Αναλυτικά η δήλωσή της:
«Η Εισηγήτρια της Επιτροπής PEGA, Sophie In t’Veld, σε ένα «μίνι κοινοβουλευτικό πραξικόπημα», παραχώρησε μόνη της συνέντευξη Τύπου, παρουσιάζοντας το κατηγορητήριο της, αδιαφορώντας πλήρως για τις απόψεις των συναδέλφων της και την καθιερωμένη κοινοβουλευτική διαδικασία.
Όπως διευκρίνισε ο Πρόεδρος της Επιτροπής PEGA, Jeroen Lenaers, το προσχέδιο που παρουσίασε η ευρωβουλευτής In t’Veld δεν συνιστά την τελική εκδοχή της Επιτροπής και δεν αποτελεί, επί του παρόντοις, τα συμπεράσματα ή την τελική θέση της επιτροπής PEGA.
Το προσχέδιο της Ευρωβουλευτή, In t’Veld βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε ένα δημοσίευμα σε ελληνικό μέσο ενημέρωσης που περιλαμβάνει μια λίστα με πρόσωπα που φέρεται να έχουν παρακολουθηθεί από spyware. Στην πραγματικότητα, αυτό είναι το μέσο ενημέρωσης, του οποίου ο εκδότης “συνδέθηκε” με τη χρηματοδότηση Ρώσων ολιγαρχών με σκοπό την απόκτηση τηλεοπτικών καναλιών στην Ελλάδα. Το προσχέδιο προβαίνει σε συμπεράσματα, χρησιμοποιώντας υποθέσεις και σενάρια που στερούνται θεμελίωσης και πραγματικών στοιχείων.
Στην πραγματικότητα, αυτά είναι τα γεγονότα:
Από την πρώτη στιγμή, η Ελληνική Κυβέρνηση δήλωσε ότι δεν χρησιμοποίησε και δεν χρησιμοποιεί κακόβουλο λογισμικό παρακολούθησης. Επιπλέον, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, Κυριάκος Μητσοτάκης, ζήτησε την παραίτηση των υπευθύνων για τη νόμιμη επισύνδεση του Ευρωβουλευτή και Προέδρου του ΠΑΣΟΚ, κ. Νίκου Ανδρουλάκη.
Επίσης, ο Πρωθυπουργός συμμετείχε σε Προ Ημερησίας συζήτηση στη Βουλή σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων, όπου όλες οι πολιτικές δυνάμεις είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν τις απόψεις τους και να ρωτήσουν τον Πρωθυπουργό για το θέμα. Πραγματοποιήθηκαν όλες οι απαραίτητες κοινοβουλευτικές διαδικασίες και μάλιστα συστάθηκε Ειδική Εξεταστική Επιτροπή που διερεύνησε όλους τους ισχυρισμούς και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε καμία παρατυπία.
Η ελληνική Κυβέρνηση πρωτοστατεί πανευρωπαϊκά με νέα νομοθετική πρωτοβουλία για την απαγόρευση της χρήσης spyware στην Ελλάδα. Έχει, ήδη, θεσπίσει μια δεύτερη βαθμίδα δικαστικού ελέγχου, αποσκοπώντας στην ενίσχυση του πλαισίου νόμιμης άρσης απορρήτου από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) για πολιτικά πρόσωπα. Παράλληλα, οι δικαστικές και ανεξάρτητες αρχές του ελληνικού κράτους διεξάγουν τις δικές τους έρευνες.
Τέλος, η Ελληνική Κυβέρνηση συνέβαλε ενεργά όλες τις έρευνες και παρείχε πρόσβαση σε πληροφορίες και επεξηγήσεις δια του Υπουργού Επικρατείας κ. Γεραπετρίτη, ο οποίος συναντήθηκε με τα μέλη της Επιτροπής PEGA κατά την πρόσφατη επίσκεψή τους. Η Ελλάδα συνέβαλε ουσιαστικά στη διεξαγωγή όλων των αναγκαίων ερευνών σε αντίθεση με άλλα κράτη-μέλη.
Η Ελλάδα έχει μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση και έχει επιτελέσει με συνέπεια το καθήκον της ως προς την αγαστή συνεργασία της με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ σε θέματα κράτους δικαίου, ενώ θα συνεχίσει να εργάζεται στενά για να φέρει στο φως την αλήθεια σε σχέση με όλα αυτά τα ζητήματα.
Δεν μπορούμε και δεν θα ανεχτούμε αβάσιμες, συκοφαντικές και προσβλητικές κατηγορίες κατά του Πρωθυπουργού, της ελληνικής κυβέρνησης και εν τέλει της χώρας μας. Κατηγορίες που βασίζονται σε προσωπικές ή πολιτικές ατζέντες».