Του Μιχάλη Καρχιμάκη*
Επιδοτήσεις ορισμένου χρόνου που δεν χτυπούν τον μηχανισμό που αναπαράγει το πρόβλημα και μια κανονιστική
παρέμβαση που θα «εξουδετερώσει» τη διαβόητη ρήτρα αναπροσαρμογής στους
λογαριασμούς ρεύματος υπόσχεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη, υπό το βάρος των όλο και πιο
δυσμενών μετρήσεων στις δημοσκοπήσεις.
Η αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων θα κριθεί τους επόμενους μήνες, όχι από τη
δύναμη των επικοινωνιακών μηνυμάτων της κυβέρνησης, αλλά από την πραγματική
ανακούφιση που θα προσφέρουν στους Έλληνες καταναλωτές,αφού στην ουσία οι επιστροφές δεν καλύπτουν το μέγεθος της οικονομικής ζημιάς των καταναλωτων ,οταν το σύστημα των ΚΑΡΤΕΛ ,αυτό που εισπράττει είναι απίστευτα δυσανάλογο σε σχέση με τα κέρδη των εταιρειών.Η κυβέρνηση εφαρμόζει αυτό που λεει ο λαος μας “Να σε κάψω Γιάννη,να σε αλείψω λάδι”.
Ωστόσο, αυτό το επικοινωνιακό κρεσέντο έχει και μία ακόμη σκοπιμότητα: να συσκοτίσει τις βαρύτατες
ευθύνες της ίδιας της κυβέρνησης για τον τρόπο που δομήθηκε η ελληνική αγορά
ηλεκτρισμού, καταλήγοντας σε ένα σχεδόν κλεπτοκρατικό μοντέλο, όπου τέσσερις
καθετοποιημένοι παραγωγοί, με πρώτη την ιδιωτικοποιημένη ΔΕΗ, παίζουν «πάρτα όλα»,
μεταφέροντας στους καταναλωτές όλα τα βάρη .
Παιδικές ασθένειες που έγιναν ανίατες…
Οι στρεβλώσεις που δημιουργήθηκαν στη χονδρική αγορά ενέργειας από την πρώτη στιγμή
που εφάρμοσε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τον δικό της τρόπο, το ευρωπαϊκό Target
Model έχουν συζητηθεί αρκετά. Οι «παιδικές ασθένειες», για τις οποίες μιλούσε ο τότε
υπουργός Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, όταν άρχισαν να εκτοξεύονται οι τιμές χονδρικής,
εξαιτίας των ακραίων τιμών που έδιναν οι κυρίαρχοι παραγωγοί στην Αγορά
Εξισορρόπησης, όχι μόνο δεν έχουν θεραπευτεί, αλλά εξελίσσονται σε ανίατες ασθένειες.
Σοβαρές καταγγελίες (π.χ. από τις ενεργοβόρες βιομηχανίες) για μια αγορά που έχει έντονα
χαρακτηριστικά καρτέλ, με τέσσερις εταιρείες να κρατούν τεχνητά τις τιμές σε επίπεδα
πολύ υψηλότερα από το κόστος παραγωγής, έχουν ακουστεί κατ’ επανάληψη, χωρίς να
έχουν διερευνηθεί από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και την Επιτροπή Ανταγωνισμού, η
οποία μόλις πρόσφατα «ξύπνησε» και έκανε ελεγκτικές εφόδους σε ενεργειακές εταιρείες
με άγνωστα, μέχρι στιγμής, αποτελέσματα.Στην Ελλάδα όλες οι συναλλαγές για το ρεύμαπερνούν μέσα από το Χρηματιστήριο Ενέργειας, αφού δεν προβλέπονται διμερείς
συμβάσεις μέσης και μεγαλύτερης διάρκειας μεταξύ παραγωγών και εταιρειών εμπορίας ή
μεγάλων καταναλωτών.
Αυτό το γεγονός προστίθεται στο άλλο θεμελιώδες πρόβλημα στη συνολική λειτουργία των
αγορών ρεύματος, σε επίπεδο χονδρικής και λιανικής, τον μηχανισμό της ρήτρας
αναπροσαρμογής, μέσω του οποίου όλες οι αυξήσεις των τιμών χονδρικής μεταφέρονται
στους καταναλωτές. Η στρεβλή λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, σε συνδυασμό
με τη ρήτρα αναπροσαρμογής που επιβλήθηκε στα περισσότερα τιμολόγια λιανικής,
οδήγησαν στο να μεταφέρονται ακαριαία και σχεδόν στο σύνολό τους οι ιλιγγιώδεις
αυξήσεις της χονδρικής στους καταναλωτές, προκαλώντας ασφυκτικές συνθήκες, ακόμη και
την περίοδο που η κυβέρνηση άρχισε να προσφέρει επιδοτήσεις στους λογαριασμούς.
Σε αυτό το μεγάλο παιχνίδι, οι τέσσερις καθετοποιημένοι παίκτες της ηλεκτρικής ενέργειας
είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι και δραστηριοποιούνται με όρους ληστρικού καπιταλισμού:
Διαμορφώνουν κατά το δοκούν στη αγορά τις τιμές σε υψηλά επίπεδα και
αυτόματα, μέσω της εμπορικής τους δραστηριότητας, τις περνούν στη λιανική.Οι τέσσερις
μεγάλοι της αγοράς δεν έχουν λόγο να επιχειρήσουν να συγκρατήσουν τις τιμές, αφού ο
μεταξύ τους ανταγωνισμός δεν λειτουργεί και έχουν τη δυνατότητα να περάσουν ατόφιες
τις αυξήσεις στους καταναλωτές. Μάλιστα, από τη στιγμή που η κυβέρνηση άρχισε να
παρέχει επιδοτήσεις στους καταναλωτές, μειώνοντας τον κίνδυνο καθυστερήσεων στις
πληρωμές λογαριασμών, οι τέσσερις μεγάλοι είχαν ακόμη λιγότερο κίνητρο να
συγκρατήσουν τις αυξήσεις.
Πράγματι, σε αυτόν τον μηχανισμό η ρήτρα αναπροσαρμογής και ο τρόπος που
λειτούργησε στην ελληνική αγορά, με την ανοχή της κυβέρνησης και της Ρυθμιστικής Αρχής
Ενέργειας, έγινε ο καταλύτης μιας κρίσης που εξαντλεί οικονομικά όχι μόνο τα
ασθενέστερα νοικοκυριά, αλλά και τη μεσαία τάξη.
Πώς «κάηκε» η πρόταση που θα ελάφρυνε τους καταναλωτές
Η ρήτρα αναπροσαρμογής δεν ήταν αυτονόητο ότι έπρεπε να εφαρμοστεί με τρόπο που να
μεταφέρει όλα τα βάρη στους καταναλωτές. Αντίθετα,ενώ υπήρχε ο τρόπος για να μην μεταφερθούν
δυσανάλογα τα βάρη, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας σε κάποιο βαθμό τον υπέδειξε, αλλά οι
προτάσεις της… εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς και σκανδαλωδώς, χωρίς μέχρι στιγμής να
έχουν δοθεί εξηγήσεις από τη ΡΑΕ ή την κυβέρνηση.
Έχει σημασία να υπενθυμίσουμε αυτά τα γεγονότα σε οσους υποκρίνονται ότι τα ξεχνούν
και αντιμετωπίζουν τη ρήτρα αναπροσαρμογής περίπου σαν κάποιο διαβολικό, μεταφυσικό
φαινόμενο, προκειμένου να συσκοτίσουν τις δικές τους,, βαριές ευθύνες:
Όταν είχε αρχίσει να φαίνεται στον ορίζοντα η επερχόμενη ενεργειακή κρίση, τον
Αύγουστο του 2021, η ΡΑΕ ανέλαβε μια πρωτοβουλία. Κατέθεσε σε
δημόσια διαβούλευση μια πρόταση για την επιβολή ενός είδους πλαφόν στην
επιβάρυνση των καταναλωτών από τη ρήτρα αναπροσαρμογής.
Αυτό που πρότεινε η ΡΑΕ ήταν να επιβληθεί σε όλους τους παρόχους, με μια
κανονιστική απόφασή της, να διαθέτουν όχι μόνο σταθερά τιμολόγια και
κυμαινόμενα τιμολόγια με ρήτρα αναπροσαρμογής, αλλά και μια ακόμη κατηγορία
τιμολογίων. Αυτά τα τιμολόγια θα ενσωμάτωναν μεν ρήτρα αναπροσαρμογής, αλλά
εκ των προτέρων θα καθοριζόταν ένα ΛΟΓΙΚΌ όριο επιβάρυνσης του καταναλωτή
με βάση και τις οικονομικές δυσκολίες των καταναλωτών , πέραν του οποίου η ζημιά θα περνούσε στον προμηθευτή. Αυτή θα ήταν
μια δίκαιη ρύθμιση, δεδομένου ότι οι εταιρείες παροχής ρεύματος έχουν σαφώς
μεγαλύτερες δυνατότητες από τους καταναλωτές να διαχειριστούν ή να
απορροφήσουν τις αυξήσεις.γιατί όπως παραδέχτηκε και ο Πρωθυπουργός με το συστημα της ασυδοσίας των καρτελ υπάρχουν υπερκέρδη.
Αυτονόητο είναι ότι οι εταιρείες θα πρόσφεραν τέτοια τιμολόγια με αυξημένο
κόστος κιλοβατώρας, όπως συμβαίνει και με τα σταθερά τιμολόγια, που είναι
ακριβότερα από τα κυμαινόμενα με ρήτρα αναπροσαρμογής. Όμως, σε κάθε
περίπτωση, θα δινόταν η δυνατότητα σε όσους καταναλωτές το επέλεξαν να
περιορίσουν τα ρίσκα από μελλοντικές αυξήσεις στα τιμολόγια και το κόστος της ενεργειακής κρίσης δεν θα το επιβαρυνόταν οι
καταναλωτές,αφου υπαρχει η αποδεδειγμένη παραδοχή περί υπερκερδών.
Αυτή η πρόταση για πλαφόν στις επιβαρύνσεις από τη ρήτρα αναπροσαρμογής θα είχε
αλλάξει πολλά στην εξέλιξη της ενεργειακής κρίσης και σίγουρα οι επιβαρύνσεις των
καταναλωτών θα ήταν πολύ μικρότερες, αφού ένα
μέρος του κόστους θα επιβάρυνε τους προμηθευτές. Όμως, μετά τη δημοσιοποίησή της στο
πλαίσιο της διαβούλευσης που εκκίνησε η ΡΑΕ, η πρόταση απλώς… εξαφανίστηκε και η
παρέμβαση που τελικά έγινε από τη Ρυθμιστική Αρχή ήταν
περιορισμένης εμβέλειας και προς όφελος των καρτελ.
Η κυβέρνηση οφείλει να δώσει εξηγήσεις
Ουδείς έχει εξηγήσει πώς «θάφτηκε» αυτή η πρόταση.
Πληροφορίες, που δεν έχουν διαψευστεί, έλεγαν ότι εκδηλώθηκαν
σφοδρές αντιδράσεις από τους μεγάλους, καθετοποιημένους παραγωγούς, τόσο προς τη
ΡΑΕ, όσο και προς την κυβέρνηση, που κλήθηκε να… πειθαρχήσει τη ΡΑΕ. Εκ του
αποτελέσματος, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι όποια παρέμβαση και αν έγινε ήταν
αποτελεσματική και έμειναν άθικτα τα «κεκτημένα» των μεγάλων της ενεργειακής αγοράς.
Σήμερα, η κυβέρνηση αφήνει στη Δικαιοσύνη την ευθύνη σε ένα κατ’ εξοχήν πολιτικό θέμα για οποίο η ίδια έχει την πρώτη ευθύνη ΜΑΖΊ ΜΕ την ΡΑΕ, μέσω του κανονιστικού της ρόλου, τον οποίο δεν άσκησε. Τα δικαστήρια, όπου έχουν κατατεθεί συλλογικές αγωγές καταναλωτών, θα
κρίνουν, ενδεχομένως μέσω πιλοτικής δίκης, τη νομιμότητα της ρήτρας αναπροσαρμογής,
αλλά αυτό θα γίνει πολύ αργότερα, όταν θα έχει μικρή πρακτική αξία και σίγουρα δεν θα
δημιουργεί προβλήματα στην κυβέρνηση εν μέσω παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου.
Αυτή η εξέλιξη δεν πρέπει να «παγώσει» τη δημόσια συζήτηση για τις ευθύνες της
κυβέρνησης και της ΡΑΕ. Η μεν Ρυθμιστική Αρχή οφείλει να εξηγήσει υπεύθυνα και
δημόσια γιατί αρχειοθέτησε τη δική της πρόταση και αν υπήρξαν παρεμβάσεις στο έργο της
από επιχειρηματικά συμφέροντα ή την κυβέρνηση. Η σιωπή, εν προκειμένω, αποτελεί
συνενοχή.
Η κυβέρνηση, όμως, έχει ακόμη σοβαρότερες ευθύνες.Όπως υπέδειξε και η ΡΑΕ με
πρόσφατη ανακοίνωσή της, η ρήτρα αναπροσαρμογής προβλέπεται από τον Κώδικα
Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας. Η ΡΑΕ, όπως ανακοίνωσε, πετώντας το «μπαλάκι» στην
κυβέρνηση, «δεν διαθέτει αποφασιστική αρμοδιότητα για τα ζητήματα που αφορούν την
προμήθεια ενέργειας, καθώς δεν έχει την αρμοδιότητα έκδοσης και τροποποίησης του
Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας (άρθρο 138 ν. 4001/2011)».
Το ερώτημα, λοιπόν, είναι απλό και πρέπει να απαντηθεί από την κυβέρνηση σε όλους τους
Έλληνες καταναλωτές που βλέπουν το βιοτικό τους επίπεδο να υποβαθμίζεται δραματικά
από παρα φουσκωμένους λογαριασμούς ρεύματος: Γιατί η κυβέρνηση επέτρεψε να
εφαρμοστεί με αυτόν τον ληστρικό τρόπο η ρήτρα αναπροσαρμογής, ενώ υπάρχει
δυνατότητα να προστατεύσει με μια θεσμική παρέμβασή τους Έλληνες καταναλωτές; Γιατί
το πλαφόν στην επιβάρυνση του καταναλωτή από τη ρήτρα αναπροσαρμογής έμεινε στα
χαρτιά; Ο Πρωθυπουργός και οι αρμόδιοι υπουργοί έχουν ευθύνες, δεν μπορούν
άλλο να κρύβονται!Εμείς ζητάμε την άμεση επιβολή πλαφόν στην λιανική,για να προστατευτούν οι καταναλωτές.Ζητάμε την φορολόγηση των υπερκερδών όσων συμμετείχαν στην αισχροκέρδεια σε βάρος των πολλών.κατι που εκκρεμεί από τον Μάρτιο,που αναγκάστηκε να το παραδεχτει ο Πρωθυπουργός,όταν τα υπερκέρδη στην ευρωπη ξεπερνουν τα 200 δισ.ευρώ.Η Κοινωνία που δοκιμάζεται δεν μπορει να φορτωθει ξανα τα υπερκερδη των καρτελ,που καθιστουν τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους.Αυτη η κυβερνηση ‘εχει αποτύχει ,ο Ελληνικός λάος θα δώσει όταν έρθει η ώρα την απάντηση που της αναλογεί .
*Πρώην υπουργός, βουλευτής. Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου ΚΙΝΑΛ. Β’ Αθηνών, Δυτικός
Τομέας.