Σαν σήμερα, στις 28 Φεβρουαρίου του 1943, γινόταν η κηδεία του μεγάλου μας ποιητή Κωστή Παλαμά, που είχε φύγει φύγει από τη ζωή, σε ηλικία 84 ετών μια μέρα πριν. Η κηδεία του μετατράπηκε σε αντικατοχική διαδήλωση.
Ο ελληνικός λαός συνεχίζει να υποφέρει κάτω από την «ναζιστική μπότα», ενώ οι Αθηναίοι έχουν περάσει ήδη την μεγάλη πείνα του χειμώνα του ’42. Με την είδηση του θανάτου του Γερο – Παλαμά όπως κάποιοι τον αποκαλούσαν και από νωρίς το πρωί της 28ης Φεβρουαρίου πλήθος λαού άρχισε να συγκεντρώνεται στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας για να αποτίσει το ύστατο χαίρε στον μεγάλο ποιητή, αλλά και για να εκφράσει τα αντικατοχικά του αισθήματα. Μόλις λίγες μέρες νωρίτερα, στις 23 Φεβρουαρίου, είχε ιδρυθεί η ΕΠΟΝ, ως αποτέλεσμα της τεράστιας ανάπτυξης του εθνικοαπελευθερωτικού νεολαιίστικου κινήματος, ενώ την επόμενη πραγματοποιήθηκε η πρώτη μεγάλη παλλαϊκή κινητοποίηση ενάντια στην πολιτική επιστράτευση και την αναγκαστική αποστολή ελλήνων εργατών στη Γερμανία.
Η είδηση του θανάτου του ποιητή συγκλόνισε το πανελλήνιο. Είχαν περάσει μόνο δύο χρόνια και τέσσερις μήνες από την ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδας, όταν ο Παλαμάς εξέφρασε το πνεύμα της αντίστασης στη φασιστική επιβουλή, με τους στίχους «τούτο τον λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα, μεθύστε με τ” αθάνατο κρασί του Εικοσιένα».
Στη νεκρώσιμο ακολουθία «παρών» εκτός από το πλήθος των απλών πολιτών, είναι όλος ο πνευματικός κόσμος της χώρας : Σπύρος Μελάς, Μαρίκα Κοτοπούλη, Κωνσταντίνος Τσάτσος, Γιώργος Θεοτοκάς, Άγγελος Σικελιανός, Ηλίας Βενέζης, Ιωάννα Τσάτσου, Γιώργος Κατσίμπαλης, κ.ά.
Οι επίσημες αρχές, προσπαθώντας να περιορίσουν το νόημα της παλλαϊκής συγκέντρωσης, εκπροσωπήθηκαν στην κηδεία από τον ίδιο τον δοτό πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο και από εκπροσώπους των γερμανικών και ιταλικών κατοχικών δυνάμεων.
Αυτό δεν απέτρεψε τη μετατροπή της κηδείας σε διαδήλωση κατά της ναζιστικής κατοχής με αποκορύφωμα την στιγμή όπου ένας άλλο μεγάλος ποιητής συνδεδεμένος με το ΕΑΜ ο Άγγελος Σικελιανός, θα απήγγειλε το συγκλονιστικό του ποίημα – εγερτήριο αντίστασης:
Ηχήστε οι σάλπιγγες…
Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ” αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα;
Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ” αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ” τον στα χέρια
γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ” ένα μόνο ανασασμόν: «Ο Παλαμάς !»,
ν” αντιβογκήσει τ” όνομά του η οικουμένη !
Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ” αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει…
κι ακέριος φλέγεται ως με τ” άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.
Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,
που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.
Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα
Στη συνέχεια, ο ποιητής Σωτήρης Σκίπης (1881-1952), από τους τελευταίους εκπροσώπους της Νέας Αθηναϊκής Σχολής, απήγγειλε συγκλονιστικά το ποίημά του Στον Κωστή Παλαμά.
Μέσ’ από τα κάγκελλα τ’ αόρατα
της απέραντής μας φυλακής,
μέσα στο κελί το σκοτεινό μας,
δεν εβάσταξες στον πόνο της Φυλής
κι έπεσες σα δρυς
από τα χτυπήματα
κάποιων μαύρων ξυλοκόπων
στο σκοτάδι της νυχτιάς της τραγικής,
δίχως να προσμείνεις την αχτίδα
της καινούργιας Χαραυγής.Κι έπεσες καθώς από σεισμό
πέφτει μια μαρμάρινη κολόνα
κάποιου πανάρχαιου ναού.
Σα ναός, οπού χτυπιέται
απ’ τα βόλια των βαρβάρων.
Σαν τον Παρθενώνα,
ήρωα, ποιητή του Αιώνα.Μάτια στερεμένα από τις τόσες
συμφορές,
δάκρυα δε θα χύσουνε για Σένα.Θα σε κλάψουνε μια μέρα
οι ίδιοι αυτοί που μας σκοτώνουν
έναν – ένα,
σαν ξυπνήσουν απ’ τη μέθη τους
κι αντικρύσουν τι ερημιές
εσκορπίσανε στο διάβα τους
σ’ αναρίθμητες καρδιές.Φεύγεις, πας για το ταξίδι σου
το Αχερούσιο, το στερνό,
ω πρωτότοκε αδερφέ μας,
όμως κοίτα πώς ξοπίσω σου
οι Έλληνες σε χαιρετάνε.
Ο καθένας ένα στίχο σου
ψέλνοντας μελωδικό,
σε ξεπροβοδάνε
με τα μύρια σου τραγούδια,
που βουίζουν σα μελίσσια
πάνω απ’ Απριλιού λουλούδια,
σα να προμηνάνε την Ανάσταση,
ω μεγάλε ραψωδέ μας.
Όταν τελείωσε η νεκρώσιμη ακολουθία, ο Σπύρος Μελάς, ο Άγγελος Σικελιανός και νέα παιδιά σήκωσαν το φέρετρο και κατευθύνθηκαν προς τον χώρο της ταφής. Την ώρα που θα εναπόθεταν το φέρετρο μέσα στη γη, πλησίασε ο αντιπρόσωπος του κατακτητή να καταθέσει στεφάνι. Τότε, ο λογοτέχνης Γιώργος Κατσίμπαλης άρχισε να τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο: «Σε γνωρίζω από την κόψη…». Ακολούθησε το συγκεντρωμένο πλήθος, «πρώτα δειλά –περιγράφει ο Κωνσταντίνος Τσάτσος– ύστερα η φωνή κατάκτησε όλον τον κόσμο, μυριόστομη. Ήταν η στιγμή η πιο συγκινητική. Ο κόσμος τραγουδούσε με πάθος. Κάποιος φώναξε Ζήτω η ελευθερία του πνεύματος. Αλλά ο κόσμος ήθελε ελευθερία σκέτη και φώναζε Ζήτω η Ελευθερία!».