Maria Kouzinopoulou – unhcr.org/gr
Για τον 20χρονο Nidal ο συναισθηματικός δεσμός με τους γονείς του είναι πολύ δυνατός. Ήταν το στήριγμά του σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού τους, από τη στιγμή που έφυγαν από τον πόλεμο στην πατρίδα τους, τη Συρία, μέχρι να φτάσουν στην Ελλάδα.
Ξεκίνησαν όλοι μαζί με τους γονείς και τα τρία μικρότερα αδέλφια του από τη Συρία στις 27 Οκτωβρίου 2019, όταν ο Nidal είχε μόλις ενηλικιωθεί. Έφτασαν στη Χίο με μία βάρκα σχεδόν δύο εβδομάδες αργότερα, το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου. Αυτές είναι οι μόνες δύο ημερομηνίες που θυμάται καθαρά, καθώς τα τραυματικά γεγονότα που βίωσε άφησαν έντονα σημάδια στο σώμα και την ψυχή του.
Το ταξίδι τους μέσω της Τουρκίας ήταν ιδιαίτερα δύσκολο και επικίνδυνο. «Όλα γίνονται βράδυ. Επίσης, δεν ξέρεις που πας. Σε όλη τη διαδρομή ήμασταν τρομαγμένοι, δεν ξέραμε τι θα μας συμβεί, δεν ξέραμε προς τα πού πάμε και από πού περνούσαμε. Κρυβόμασταν και κοιμόμασταν κάτω από γέφυρες», περιγράφει ο Nidal.
Ενώ ήταν στην Τουρκία, οι διακινητές τούς κρατούσαν κλεισμένους σε ένα διαμέρισμα, από το οποίο απαγορευόταν να βγουν μέχρι να αναχωρήσουν για την Ελλάδα. Ωστόσο, η παρουσία των γονιών του απάλυνε τον φόβο του.
Όταν έφτασαν στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) της Χίου ο Nidal και η οικογένειά του έπρεπε να επιβιώσουν σε δύσκολες συνθήκες. Όμως και πάλι ήταν όλοι μαζί, δίνοντας δύναμη ο ένας στον άλλον.
Οι γονείς και τα αδέρφια του Nidal μεταφέρθηκαν κάποια στιγμή στην Κρήτη στο πλαίσιο της προσπάθειας των αρχών να μειωθεί ο υπερπληθυσμός στις δομές των νησιών και να διασφαλιστεί η προστασία των πιο ευάλωτων ομάδων προσφύγων από τον COVID-19. Εκεί, μέχρι να λάβει άσυλο, η οικογένεια φιλοξενήθηκε σε ένα διαμέρισμα του Προγράμματος Στήριξης Έκτακτης Ανάγκης για την Ένταξη και τη Στέγαση (ESTIA), που υλοποιούνταν με την οικονομική στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ωστόσο ο Nidal, έχοντας καταγραφεί ως ενήλικας χωριστά από την οικογένειά του, έπρεπε να παραμείνει πίσω μόνος του στη Χίο περιμένοντας την αίτηση ασύλου του να αξιολογηθεί προκειμένου να μπορέσει να φύγει από το νησί. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που έπρεπε να επιβιώσει μόνος, σε μια νέα χώρα.
Οι αιτήσεις ασύλου του Nidal και της οικογένειάς του αξιολογήθηκαν κάτω από διαφορετικές διαδικασίες. Παρά το γεγονός ότι όλοι τους διέφυγαν από τους ίδιους κινδύνους στην πατρίδα τους, η μεν οικογένειά του έλαβε άσυλο στην Ελλάδα, ενώ αρχικά ο Nidal όχι.
Ο αποχωρισμός από την οικογένειά του επηρέασε αρνητικά την ψυχολογική του κατάσταση και αυτό είχε και σωματικό αντίκτυπο. Ο Nidal εμφάνισε ένα αυτοάνοσο δερματικό νόσημα, το οποίο επιδεινώθηκε όταν το αίτημα ασύλου του απορρίφθηκε τελεσίδικα.
«Ήταν το πιο δυνατό χτύπημα. Το βράδυ προσπαθούσα να κοιμηθώ για να μην σκέφτομαι, αλλά δεν με έπαιρνε ο ύπνος. Δεν είχα όρεξη για φαγητό ή για ζωή. Φοβόμουν μην με επιστρέψουν στην Τουρκία», εξηγεί.
Αφού ο Nidal έλαβε την απόφαση απέλασης, τού επιτράπηκε να εγκαταλείψει τη Χίο και ήταν τότε που ταξίδεψε στην Κρήτη για να συναντήσει την οικογένειά του, η οποία ήδη έκανε τα πρώτα ενταξιακά της βήματα στην τοπική κοινωνία.
Είχε να τους δει τρεις μήνες. «Με το που είδα τους γονείς μου, πήρα ανάσα», θυμάται. Καθώς ο Nidal βρισκόταν πλέον στην Κρήτη, η Αναπτυξιακή Ηρακλείου που υποστήριζε την οικογένειά του μέσω του προγράμματος ESTIA, ειδοποίησε το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ), εταίρο της Ύπατης Αρμοστείας για θέματα νομικής βοήθειας, σχετικά με την ιδιαίτερη περίπτωσή του. Το ΕΣΠ ανταποκρίθηκε άμεσα αναλαμβάνοντας τη νομική στήριξη του Nidal και βοηθώντας τον να καταθέσει μεταγενέστερο αίτημα ασύλου.
O Nidal σε συνάντηση με τη δικηγόρο του ΕΣΠ, Κατερίνα Δρακοπούλου, στα γραφεία της Αναπτυξιακής Ηρακλείου. ©UNHCR/Socrates Baltagiannis
Με τη βοήθεια της δικηγόρου του ΕΣΠ, Κατερίνας Δρακοπούλου, το μεταγενέστερο αίτημα του Nidal κρίθηκε παραδεκτό, παρά τις μικρές πιθανότητες που είχε για αίσια έκβαση.
Μέσα από τη νομική υποστήριξη του ΕΣΠ, αναδείχθηκε ότι η ενδεχόμενη επιστροφή του Nidal δεν μπορεί να θεωρηθεί ασφαλής για τον ίδιο, ενώ υπογραμμίστηκαν από τη δικηγόρο τόσο η θετική απόφαση ασύλου για την οικογένεια του, όσο και η σχέση εξάρτησής του από τους γονείς του. Έτσι, άνοιξε ο δρόμος προκειμένου το αίτημα ασύλου του Nidal να επανεξετασθεί και τελικά να λάβει διεθνή προστασία τον Νοέμβριο του 2021.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η συνεισφορά των κοινωνικών επιστημόνων του προγράμματος ESTIA, έπαιξε καταλυτικό ρόλο.
«Χρειάστηκε να προσκομίσουμε μια γνωμάτευση για την ασθένειά του και βρήκαμε ιδιώτη γιατρό, γιατί ο Nidal δεν είχε προσωρινό αριθμό ασφάλισης και υγειονομικής περίθαλψης για να κλείσουμε ραντεβού σε δημόσιο νοσοκομείο. Πήραμε τη γνωμάτευση και πήγαν όλα καλά», θυμάται η Γαρυφαλλιά Μανελάκη, κοινωνική λειτουργός του προγράμματος ESTIA της Αναπτυξιακής Ηρακλείου.
Η Λίτσα Γιακουμάκη, υπεύθυνη της κοινωνικής υπηρεσίας του προγράμματος ESTIA της Αναπτυξιακής Ηρακλείου περιγράφει το πώς ενεργοποιήθηκε ένας μηχανισμός πίσω από τον Nidal και την οικογένειά του, χάρη στην πολύ καλή συνεργασία όλων των φορέων της πόλης.
«Φαίνεται σαν να έγιναν εύκολα όλες οι διαδικασίες, που είναι και πολλές και πολύπλοκες, υπήρχε όμως μια ροή και κατάφερε αυτός ο άνθρωπος να πετύχει την επιθυμία που είχε, να επανενωθεί με την οικογένειά του», λέει.
Μέσω του προγράμματος νομικής συνδρομής της Ύπατης Αρμοστείας, που υλοποιείται με συγχρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες στην Ελλάδα έχουν τη δυνατότητα να λάβουν δωρεάν νομική υποστήριξη στη διαδικασία ασύλου τους, βοηθώντας τους να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις που δημιουργούν οι περίπλοκες και συχνά μεταβαλλόμενες νομικές και γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Ο Nidal μπορεί να δει πλέον το μέλλον του με περισσότερη αισιοδοξία και να κάνει σχέδια μαζί με την οικογένειά του. ©UNHCR/Socrates Baltagiannis
Σήμερα ο Nidal ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία και αυτό αποτυπώνεται στην ψυχολογική του κατάσταση. Αναγνωρισμένοι πρόσφυγες πλέον εκείνος και η υπόλοιπη οικογένειά του κάνουν σχέδια για το μέλλον. Το δερματικό του νόσημα είναι σε ύφεση και ήδη έχει ξεκινήσει να στηρίζεται στον εαυτό του. Όνειρό του είναι να γίνει μηχανικός αυτοκινήτων.
O 20χρονος Nidal στην προκυμαία του Ηρακλείου στην Κρήτη. ©UNHCR/Socrates Baltagiannis
Ο Nidal αναγνωρίζει τη βοήθεια και τη στήριξη που έλαβε όλο αυτό το διάστημα. Όταν συναντά και πάλι τη δικηγόρο του ΕΣΠ, την ευχαριστεί με όλη του την καρδιά και της τονίζει ότι αν δεν ήταν εκείνη, τίποτα δεν θα είχε γίνει πραγματικότητα.
«Πήρα πολλή στήριξη ψυχολογική. Τη θετική απόφαση ασύλου τη χρωστάω στην Κατερίνα», λέει με ευγνωμοσύνη.
Διαβάζοντας την ιστορία αυτή θυμήθηκα τη δική μας τραυματική ιστορία…
Εγώ ήμουν μια επιτυχημένη επαγγελματίας όταν συνάντησα τον Αμπντούλ. Ταξίδια, ψώνια, βόλτες, δεν ήμουν αυτή που καιγόταν να παντρευτεί για να αποκατασταθεί. Όμως με τον Αμπντούλ ήταν αλλιώς, ήθελα να είμαι για πάντα μαζί του και πίστεψα ότι ένα παιδί είναι η λύση. Ήταν τα πρώτα χρόνια της κρίσης. 2009… Δεν έβρισκε δουλειά, ήταν άνεργος 2 χρόνια. Εγώ έκανα 3 δουλειές στη διάρκεια της εγκυμοσύνης και μετά. Μετά τη γέννηση του παιδιού έπεσα σε βαριάς μορφής κατάθλιψη αλλά πάλεψα με όλες μου τις δυνάμεις. Μέναμε με τη μητέρα μου για να φροντίζει το μωρό. Μας έκανε να νιώθουμε σαν παράσιτα, ενώ η κατάσταση χειροτέρεψε όταν έχασα και εγώ τη δουλειά μου. Φύγαμε στο εξωτερικό, όμως ο Αμπντούλ, ένας περήφανος Πακιστανός, αποφάσισε ότι αν είναι να σε κάνουν σκουπίδι επειδή δεν έχεις λεφτά, δεν αξίζει τίποτα. Άδεια εργασίας δεν είχε για Ευρώπη, ισχύε μόνο για Ελλάδα όπου δουλειές δεν υπηρχαν… Έμπλεξε σε κύκλωμα κακοποιών, κατέληξε σε φυλακές της Ευρώπης 4 χρόνια για ένα καρβέλι ψωμί και μετά απελάθηκε εν μια νυκτί. Δεν είχαμε χρήματα για καλούς δικηγόρους, κανείς δεν μας στήριξε. Από τότε εγώ έγινα απόβλητη από την οικογένειά μου, ενώ δεν έφταιγα σε τίποτα. Πάλεψα μόνη μου να επιβιώσω, έγινα θύμα εργασιακής εκμετάλλευσης και όχι μόνο. Επειδή ενός κακού μύρια έπονται, αρρώστησα με μια σπάνια κακοήθη κατάσταση απειλητική για τη ζωή και η διάγνωση ήταν μια οδύσσεια που κράτησε ένα χρόνο. Όμως δεν εγκατέλειψα τον εαυτό μου και η οικογένεια μου μπροστά στον κίνδυνο του θανάτου έδωσαν και φακελάκια για μένα. Όμως ήμουν πάντα η απόβλητη, που της επεφύλασσαν όλες τις μορφές βίας. Κατάφερε να επιστρέψει μέσω Τουρκίας, μετά από ένα χρόνο στο Πακιστάν. Όταν γύρισε μείναμε μαζί, δεν είχαμε χρήματα ούτε για εισιτήρια λεωφορείου. Οι αρμόδιοι μας συμπεριφέρθηκαν ελεεινά, σαν κομμουνιστές στο εμφύλιο. Για μια άδεια παραμονής κάναμε DNA, να δείξουμε ότι είμαστε νόμιμοι γονείς. Τώρα έχει χαρτιά, έχει δουλειά, τα βασικά. Όσο για μένα το όνειρο μου είναι να τα γράψω όλα σε βιβλίο. Αλλά αισιόδοξο. Νομίζω πως καμία ιστορία πρόσφυγα δεν είναι τόσο φρικτή όσο η δική μας. Εμείς γίναμε μηδενικά επειδή μείναμε άνεργοι. Μας εκμηδένισε η ίδια μας η οικογένεια.