Η φωτογραφία είναι ένα ντοκουμέντο από τη γερμανική κατοχή. Είναι η Πρωτοχρονιά του 1944. Ο «γενικός διοικητής – υπουργός Κρήτης», Ιωάννης Πασσαδάκης, αποχωρεί από την έδρα της γερμανικής διοίκησης στα Χανιά, όπου είχε παρατεθεί δεξίωση προς τιμή των «εκπροσώπων» του κρητικού λαού.
Είχε δημοσιευτεί στον κατοχικό “Κρητικό Κήρυκα”, με τη λεζάντα:
“Μια ωραία εικών από την γενομένην εν Χανίοις επί τω νέω έτει επίσημον δεξίωσιν των Ελληνικών Αρχών και αντιπροσωπειών της κοινωνίας των Χανίων παρά τω κυρίω Διοικητή τω φρουρίω Κρήτης. Ο κ. Αντιπρόσωπος του κ. Διοικητού του Φρουρίου Κρήτης αποχαιρετά εις την έξοδον του Μεγάρου της Γερμανικής Διοικήσεως τον Υπουργόν κ. Πασσαδάκην και τους λοιπούς επισήμους”.
Ο Πασσαδάκης στην ομιλία του εκείνη την Πρωτοχρονιά του 1944, που είχε δημοσιευτεί στην ίδια εφημερίδα, χαρακτήριζε, εκ μέρους του κρητικού λαού (!), τους Γερμανούς κατακτητές «γενναία τέκνα της μεγάλης και ισχυράς Γερμανικής Φυλής», προς τα οποία, μόλις ερχόταν «η νίκη οι διασωθέντες από τας ορδάς των Μπολσεβίκων δια τους αγώνος σας λαοί της Ευρώπης θα εκδηλώσουν εις την Γερμανίαν και προς εσάς, τα γενναία τέκνα της, τον θαυμασμόν και την ευγνωμοσύνην των και θα υψώσουν εις την μεγαλειώδη θέσιν ήτις σας αρμόζει…»
Μιλούσε και για θυσίες, ο Πασσαδάκης. Αλλά για… θυσίες των τέκνων της Γερμανίας! «Αλλ’ η θυσία των – έλεγε εκείνη την Πρωτοχρονιά- δεν θα γίνη επί ματαίω. Η μεγάλη νίκη θα είναι η αμοιβή της θυσίας αυτής. Η νίκη της Γερμανίας και μετ’ αυτής η νίκη του Χριστιανισμού και του Πολιτισμού της Ευρώπης. Η νίκη του φωτός κατά του σκότους, κατά της αθεΐας, κατά της Ασιατικής βαρβαρότητος».
«Ο Κρητικός Λαός – πρόσθετε- δεν εγνώριζε τους Γερμανούς προς του πολέμου, ήδη όμως κατά το διαρρεύσαν χρονικόν διάστημα της εδώ παραμονής των τους εξετίμησεν ως ανθρώπους όχι μόνο γενναίους αλλά και χαρακτήρος ειλικρινούς και εντίμου, ως ανθρώπους με καλήν και αγαπήν κατά βάθος καρδίαν, οι οποίοι δεν μισούν τον πληθυσμόν, αλλά θέλουν την αγάπην και την φιλίαν του»…
Λίγο καιρό πριν οι Γερμανοί είχαν κάψει τα χωριά της Βιάννου και είχαν εξοντώσει εκατοντάδες κατοίκους τους. Λίγο καιρό μετά έκαναν τα ίδια στ’ Ανώγεια… ΟΙ «γενναίοι» είχαν κάνει ανάλογα εγκλήματα σε όλη την Κρήτη…
Ο Πασσαδάκης ήταν ίσως ο πιο ένθερμος γερμανόφιλος «επίσημος» Κρητικός στη διάρκεια της κατοχής… Το όνομά του συνδέθηκε με όλη την περίοδο της παρουσίας των κατακτητών στο νησί, καθώς κατείχε, αρχικά, τη θέση του «νομάρχη» Ηρακλείου, διορισμένος από τον Τσολάκογλου, και στη συνέχεια του «υπουργού -γενικού διοικητή» του νησιού, ως μέλος των κατοχικών «κυβερνήσεων» Λογοθετόπουλου και Ράλλη.
Ο Πασσαδάκης, όταν ακόμη ονομαζόταν Παχιαδάκης, σε φωτογραφία ως υποψήφιος βουλευτής του Λαϊκού Κόμματος στο Ηράκλειο, την οποία είχε δημοσιεύσει η τοπική εφημερίδα “Ίδη” στις 7 Νοεμβρίου 1926
Ο σπουδαγμένος στη Γερμανία δικηγόρος, και άλλοτε βουλευτής, είχε συχνά και το ρόλο του «υπουργού» προπαγάνδας, παρακολουθώντας προφανώς στενά τις δραστηριότητες του Γκαίμπελς. Ως «άρχων» της Κρήτης, από το 1941 μέχρι το 1944, απηύθυνε διαρκώς πύρινα κηρύγματά υπέρ του Χίτλερ και του ναζισμού, δικαιολογώντας, στο όνομα των μεγάλων ινδαλμάτων του, ακόμη και τις μαζικές σφαγές σε βάρος των Κρητικών, όπως στην περίπτωση του Ολοκαυτώματος της Βιάννου… Συχνά, απευθυνόταν και στο πανελλήνιο, με ομιλίες του μέσω του ελεγχόμενου από τις κατοχικές αρχές ραδιοσταθμού Αθηνών.
Στη δίκη των δοσιλόγων πρωθυπουργών και υπουργών, που έγινε από τις 21 Φεβρουαρίου 1945 και ολοκληρώθηκε με την ετυμηγορία στις 31 Μαΐου του ίδιου χρόνου, καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά.
Ο «Κρητικός Κήρυξ»- που υπάρχει στα αρχεία της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης- κυκλοφορούσε στο Ηράκλειο από τα μέσα του 1941, σχεδόν με την κατάληψη του νησιού από τους Γερμανούς, μέχρι και τις 7 Οκτωβρίου 1944, παραμονή της αποχώρησης των γερμανικών στρατευμάτων. Φυσικά η θεματολογία του εντύπου ήταν στον απόλυτο έλεγχο των κατοχικών δυνάμεων, αν και μάλλον δεν χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια για να συμβεί αυτό… Ο ιδιοκτήτης και διευθυντής Πέτρος Βαβόγλης ήταν φυσικά φίλος των κατακτητών. Αυτή την επιλογή του την πλήρωσε με την ίδια τη ζωή του. Εκτελέστηκε στο χωριό Σάρχος, από μέλη της αντίστασης, την Κυριακή 18 Ιουνίου 1944. Η εφημερίδα του έγραψε τότε ότι «έπεσεν επί των επάλξεων ενός εθνικού αγώνος»!