Με αυτοκριτική διάθεση αλλά χωρίς λέξη για τα όσα προκάλεσαν οι πολιτικές λιτότητας που εφαρμόστηκαν στη χώρα μας υπό την πίεση της Γερμανίας η τελευταία επίσκεψη της Άνγκελας Μέρκελ με την ιδιότητα της καγκελαρίου στην Αθήνα.
Η ισχυρή κυρία της Γερμανίας, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε από κοινού με τον Έλληνα πρωθυπουργό, ξεκίνησε την εισαγωγική της τοποθέτηση με γκάφα συνδέοντας την επέτειο του «όχι» με το 1821.
Αναγνώρισε «την επιβάρυνση της Ελλάδας» τα χρόνια των μνημονίων ωστόσο δεν είπε τίποτα για τον τρόπο που θα διορθωθούν τα λάθη του παρελθόντος παρά μόνο ότι «καταφέραμε στο τέλος να βρούμε ένα κοινό βηματισμό» προκειμένου «να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ».
Εξήγησε πόσο ευάλωτο ήταν το κοινό μας νόμισμα την περίοδο της κρίσης «ειδικά για τις χώρες με υψηλότερο χρέος» αλλά ξέχασε τις ευάλωτες τράπεζες της Ευρώπης που χρειάστηκαν δημόσιο χρήμα για να στηριχθούν και να μην καταρρεύσουν.
«Ήμουν αυτή που πίεσε πολύ την ελληνική κοινωνία»
«Ως ομοσπονδιακή καγκελάριος ήμουν αυτή που πίεσε πολύ την ελληνική κοινωνία γιατί απαίτησα πολλά» ανέφερε λίγο νωρίτερα κατά τη διάρκεια της επίσκεψής της στο Ινστιτούτο Γκαίτε, μιλώντας στους σπουδαστές.
«Βρίσκομαι εδώ για να μάθω πώς διαμορφώνεται πλέον η κατάσταση στην Ελλάδα. Είναι η αποχαιρετιστήρια επίσκεψή μου» συμπλήρωσε γνωρίζοντας και η ίδια καλά τα τραύματα που προκάλεσαν τα μνημόνια στη χώρα μας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με τη σειρά του, φρόντισε να μην αποδώσει τις ευθύνες για την χρεοκοπία της χώρας στους υπευθύνους και με μια γενικόλογη τοποθέτηση είπε πως «Ευρώπη και Ελλάδα δοκιμάστηκαν από λάθος αποφάσεις», εκτιμώντας πως «επέστρεψαν εναντίον τους μεταμφιεσμένες με λαϊκισμό και δημαγωγία».
Ο Έλληνας πρωθυπουργός ανέφερε με ανακούφιση «ευτυχώς ούτε η φτηνή λιτότητα, ούτε τα φτηνά εθνικά συνθήματα άντεξαν» και έχρησε νικητή την «κοινοτική αλληλεγγύη» και τον «αληθινό πατριωτισμό».
Αναφερόμενος προσωπικά στη Γερμανίδα καγκελάριο είπε πως «υπήρξε η φωνή της λογικής και της σταθερότητας», κρίνοντας καθοριστική την παρέμβασή το 2015 «όταν αρνήθηκε τον εξοστρακισμό της Ελλάδας από την Ευρώπη».
Το βράδυ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παρέθεσε στο σπίτι του ιδιωτικό δείπνο στην κα Μέρκελ. Το πρωί της Παρασκευής η απερχόμενη Γερμανίδα καγκελάριος είχε στις 9 το πρωί προγραμματισμένη ομιλία σε νέους στο Ινστιτούτο Γκαίτε, πριν ακολουθήσει η επίσκεψή της στο Προεδρικό Μέγαρο στις 10.00, όπου την υποδέχθηκε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Το Μέγαρο Μαξίμου είναι η επόμενη στάση της κας Μέρκελ στις 10.50,όπου αυτή την ώρα γίνεται επισήμως δεκτή από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Στη εν εξελίξει συνάντηση η οποία είναι διευρυμένη, όπως αναφέρει το Αθηναΐκό Πρακτορείο θα γίνει επισκόπηση των διμερών σχέσεων, ενώ θα συζητηθούν ζητήματα όπως οι ελληνοτουρκικές και οι ευρωτουρκικές σχέσεις μετά και τις τελευταίες εξελίξεις και τη συνεχιζόμενη τουρκική προκλητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Επί τάπητος θα βρεθούν επίσης το μεταναστευτικό, η κατάσταση στη Λιβύη αλλά και οι κινήσεις που έχει κάνει η Ελλάδα στο ενεργειακό, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την υπογραφή συμφωνίας για την ηλεκτρική διασύνδεση Αιγύπτου – Ελλάδας. Στο επίκεντρο θα βρεθούν ακόμα οι διμερείς οικονομικές σχέσεις αλλά και η ευρωπαϊκή συζήτηση για δημοσιονομικούς κανόνες που θα ανταποκρίνονται στις προκλήσεις της συγκυρίας και στη νέα πανευρωπαϊκή πραγματικότητα που έχει διαμορφώσει η πανδημία.
Θα ακολουθήσουν δηλώσεις στον Τύπο.
Στο επίκεντρο των συζητήσεων αναμένεται να βρεθούν οι ελληνοτουρκικές, το Μεταναστευτικό, η κλιματική αλλαγή, η κατάσταση στη Λιβύη και τη Συρία.
Κυκλοφοριακές ρυθμίσεις σε οδικούς άξονες της Αττικής, με διακοπές και εκτροπές της κυκλοφορίας των οχημάτων, θα σημειώνονται εξαιτίας της επίσκεψης της Άνγκελα Μέρκελ στην Αθήνα,
Στην κρίση «η Ελλάδα αισθάνθηκε δικαιολογημένα μόνη»
Η Κ. Σακελλαροπούλου στην αρχή των δηλώσεων που έγινε μπροστά στους δημοσιογράφους, είπε απευθυνόμενη στην Α. Μέρκελ ότι «υποδέχομαι μία σπουδαία πολιτικό που διαμόρφωσε σε μεγάλο μέρος την πολιτική της Γερμανίας αλλά και της Ευρώπης, σχεδόν για δύο δεκαετίες.
Η παραμονή σας στο τιμόνι μίας σημαντικής ευρωπαϊκής δύναμης για σχεδόν 16 χρόνια είμαι σίγουρη ότι σας έφερε αντιμέτωπη με πολλές κρίσεις και προκλήσεις, αλλά σας προσέφερε και την ικανοποίηση να συμβάλετε και προσωπικά στην αντιμετώπιση καταστάσεων δύσκολων για την ευρωπαϊκή μας οικογένεια.
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω και προσωπικά για τις προσπάθειες που καταβάλλατε για την ενίσχυση των διμερών μας σχέσεων και την αντιμετώπιση καταστάσεων που έβαλαν σε κίνδυνο την Ευρωπαϊκή συνοχή.
Υπήρξαν και στιγμές δυσκολίας και έντασης. Η οικονομική κρίση που αντιμετώπισαν πολλές χώρες της Ευρώπης έφερε κυρίως σε δύσκολη θέση την Ελλάδα. Ηταν μια πρωτόγνωρη κατάσταση, και η Ελλάδα αισθάνθηκε δικαιολογημένα μόνη. Ομως η περίοδος αυτή χρησιμεύει για την άντληση χρήσιμων συμπερασμάτων για το παρόν και το μέλλον.
Είναι σημαντικό οτι η ΕΕ διατήρησε τη συνοχή της και αυτό καταδείχθηκε και στη διαχείριση της πανδημίας και στο Ταμείο Ανάκαμψης.
Οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας-Γερμανίας έχουν διμερείς βάσεις και έχουν δυνατότητες επέκτασης, κυρίως στην αντιμετώπιση προβλημάτων όπως είναι η μετανάστευση και η κλιματική αλλαγή.
Προσβλέπουμε στη στήριξη της Γερμανίας και στα ελληνοτουρκικά».
«Ο διάλογος ήταν πάντα το κλειδί για την εξεύρεση λύσης»
Απαντώντας, η Α. Μέρκελ ευχαρίστησε την Ελληνίδα ΠτΔ για την υποδοχή και συνεχίζοντας θύμισε ότι είχε ευχηθεί να είναι κανονικότητα η ανάδειξη γυναικών στο κορυφαίο πολιτειακό αξίωμα, στην πρώτη συνάντησή τους.
«Αναφερθήκατε στις σχέσεις μας που είχαν κάποια σκαμπανεβάσματα, εδράζουν όμως σε στέρεες βάσεις. Και πρέπει να πω ότι ο διάλογος ήταν πάντα το κλειδί για την εξεύρεση λύσης.
Οι προκλήσεις ήταν διαφορετικές κάθε φορά. Είχαμε τη σταθεροποίηση του ευρώ, μια σειρά από μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να γίνουν, αλλά νομίζω ότι το μεγαλύτερο θέμα ήταν το μεταναστευτικό που συνεργαστήκαμε καλά.
Και μετά αναφερθήκατε στην πανδημία, ήταν μια εντελώς διαφορετική πρόκληση, ειδικά για την Ευρώπη που είχε αντιμετωπίσει μια δύσκολη κατάσταση, θεωρώ ότι είναι σημαντικό ότι φτιάξαμε τα Ταμεία Ανάκαμψης.
Αυτό που μάς έδωσε δύναμη ήταν ότι είχαμε την αίσθηση ότι ανήκουμε μαζί, Γερμανία και Ελλάδα.
Και νομίζω ότι αυτή θα πρέπει να είναι η βασική αίσθηση και για τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουμε στο μέλλον.
Θα παραμείνω ένα πολιτικό άτομο αλλά θα παραδώσω την ευθύνη».