Μ. Συντυχάκης: Το κεφάλαιο είναι το πρώτο που βλέπει τα απορρίμματα ως εμπόρευμα

Η ομιλία του βουλευτή Ηρακλείου του ΚΚΕ στο νομοσχέδιο για τη διαχείριση των αποβλήτων

Η ομιλία του βουλευτή Ηρακλείου του ΚΚΕ, κ. Μανώλη Συντυχάκη, στο νομοσχέδιο για τη διαχείριση των αποβλήτων:

Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. 

Ευχαριστώ και τον εκπρόσωπο του Κινήματος Αλλαγής για την παραχώρηση της θέσης του. 

Κυρίες και κύριοι, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, παρακολουθεί με ιδιαίτερη προσοχή τις περιβαλλοντικές εξελίξεις παρεμβαίνει και καταθέτει απόψεις. Το ίδιο κάνει και στο κρίσιμο ζήτημα αυτό της διαχείρισης των απορριμμάτων. Για εμάς, το οξυμένο αυτό πρόβλημα έρχεται να προστεθεί στα άλλα μεγάλα προβλήματα που απασχολούν σήμερα την εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα,  της υγείας, της παιδείας, της ανεργίας, της κατάργησης των κοινωνικών εργασιακών δημοκρατικών συνδικαλιστικών δικαιωμάτων.

Και έχει τους λόγους του το κόμμα μας όταν κάνει μια τέτοια προσέγγιση, κι αυτό, γιατί η διαχείριση των απορριμμάτων κατά τη γνώμη μας αποτελεί σήμερα σοβαρή απειλή για τη δημόσια υγεία, καθώς, και για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων στην καθαριότητα. Είναι παράγοντας συνεχούς υποβάθμισης του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής που θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο εάν επιτύχουν οι διάφορες μεθοδεύσεις για την επιβολή της επικίνδυνης για το περιβάλλον και για την υγεία καύσης. Είναι επίσης, πόλος προσέλκυσης του μεγάλου κεφαλαίου για επενδύσεις με κριτήριο τη μεγιστοποίηση των κερδών του και όχι την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Είναι ένα πεδίο επέκτασης των ιδιωτικοποιήσεων. 

Υπό την έννοια, λοιπόν, αυτή, η διαχείριση των απορριμμάτων αποτελούσε πάντα, ιδιαίτερα όμως σήμερα, ένα ακόμα πεδίο γενικευμένης εισπρακτικής επιβάρυνσης των λαϊκών στρωμάτων στο όνομα του «πληρώνω όσο πετάω» της πιο ακραίας εκδοχής του «ο ρυπαίνων πληρώνει», χειρότερης και από τη λογική του κεφαλικού φόρου, με διάφορα τέλη όπως αυτό το χαράτσι του Ειδικού Τέλους Ταφής. 

Το παρόν, λοιπόν, σχέδιο νόμου υπηρετεί κατά βάση φιλομονοπωλιακές επιδιώξεις. Έχει ως πυρήνα του την ανάδειξη των αποβλήτων ως πόρου ικανού να εξασφαλίσει μέσω της διαχείρισής του και τη χρήση των νέων τεχνολογιών το αναγκαίο ποσοστό κέρδους για τα κεφάλαια που λιμνάζουν αναξιοποίητα αλλά και να αποτελέσει στη συνέχεια πρώτη ύλη για την επικερδέστερη δραστηριότητα άλλων κλάδων της καπιταλιστικής οικονομίας. 

Το νομοσχέδιο αυτό που συζητάμε, έρχεται σε συνέχεια του πρόσφατου αντιλαϊκού εθνικού σχεδίου διαχείρισης αποβλήτων του 2020, διαμορφώνοντας το νομικό πλαίσιο για την υλοποίησή του και τυπικά και ουσιαστικά επικαιροποιεί και επανεκκινεί τον ΕΣΔΑ του ΣΥΡΙΖΑ, άρα, λοιπόν, υπάρχει ένα ζήτημα «προς τι ο καβγάς». Οι επιδιώξεις αυτές αποτυπώνονται επίσης στην Οδηγία του 2008/98 για τα απόβλητα, στην Οδηγία 94/62 για την ανακύκλωση αποβλήτων συσκευασίας και άλλων προϊόντων, και βεβαίως, στις σχετικές τροποποιήσεις τους με τις Οδηγίες 2018/851 και 2018/852 που πραγματεύεται και το παρόν σχέδιο νόμου. 

Επίσης, βασίζεται σε μια σειρά από κοινοτικά ντοκουμέντα όπως η στρατηγική Ευρώπη 2020, το 7ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον, ο χάρτης πορείας για την αποδοτικότητα των πόρων αλλά και μία σειρά ανάλογου βάρους πονήματα, όπως η προχωρημένη διαδικασία για τη νέα οδηγία για τα απόβλητα και αυτό το νεόκοπο εύρημα περί κυκλικής οικονομίας. «Από όλα είχε ο μπαξές». Η φαρέτρα των μονοπωλιακών ομίλων έχει τα πάντα! Η αντιλαϊκή πολιτική στόχευση του, λοιπόν, είναι επομένως δεδομένη. 

Όπως λέτε στην Αιτιολογική Έκθεση, με τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου διαχείρισης των αποβλήτων, την εναλλακτική διαχείριση και τον εκσυγχρονισμό της θα επιτευχθεί η προσαρμογή στις απαιτήσεις της κυκλικής οικονομίας την οποία υιοθετείτε όλοι σας.

Ποια είναι όμως, η αλήθεια την οποία κρύβετε επιμελώς; Ότι με την κυκλική οικονομία η οποία μπορεί να μην χρηματοδοτείται αυτοτελώς από το Ταμείο Ανάκαμψης – είναι ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον που έχει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. γι’ αυτό – αλλά θα έχει το μερίδιό της μέσα από τον πακτωλό δισεκατομμυρίων για την Πράσινη Οικονομία. 

Το ζήτημα όμως, κατά την άποψή μας δεν είναι αυτό. Το ζήτημα είναι ότι με την κυκλική οικονομία – το γεγονός, δηλαδή ότι επιχειρείται να καταστούν πιο «εύπεπτες» στο λαό οι πράσινες «μπίζνες» του κεφαλαίου, δηλαδή τα αστικά απόβλητα και τα απόβλητα ενός παραγωγικού κλάδου να μετατρέπονται μετά από επεξεργασία σε φτηνή πρώτη ύλη ή καύσιμο με την ενεργειακή καύση για τις ανάγκες βιομηχανικών εγκαταστάσεων και μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Είναι πεδίον δόξης λαμπρόν για τους κατασκευαστικούς ομίλους, για τις τράπεζες, κύρια μέσω συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και τμημάτων του βιομηχανικού κεφαλαίου που ασχολούνται με την παραγωγή εξοπλισμού επεξεργασίας αποβλήτων για την επένδυση με ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους. 

Κατά συνέπεια, ψευδώς και παραπλανητικά ως προς τις πραγματικές προθέσεις, αναφέρεται στο σχέδιο νόμου ότι «Επιδιώκεται η πρόληψη της παραγωγής αποβλήτων, η μείωση των αρνητικών συνεπειών της παραγωγής και της διαχείρισης αποβλήτων, η αύξηση της ανακύκλωσης, ο περιορισμός του συνολικού αντίκτυπου της χρήσης των πόρων και η βελτίωση της αποδοτικότητάς τους με στόχο τη μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία». Αυτά λέει το σχέδιο νόμου.

Βέβαια όσα δεν τολμούν να ψελλίσουν ή επιμελώς κρύβουν η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., Κυβερνητικά και Αντιπολιτευτικά Επιτελεία, τα αποκαλύπτει χωρίς κομπασμούς τα Επιτελεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 Για τα απόβλητα, έλεγε πριν από χρόνια ο Επίτροπος για το περιβάλλον, σε ένα περιοδικό “περιβάλλον για τους Ευρωπαίους” ότι υπάρχει χρυσάφι στην κυριολεξία. «Στόχος μας είναι η μετάβαση προς μια κυκλική οικονομία και με την αξιοποίηση των επιχειρηματικών ευκαιριών, διασφαλίζοντας την πρόσβαση στα υλικά που χρειάζονται οι βιομηχανίες, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και παράγοντες οικονομικής μεγέθυνσης».

 Το κεφάλαιο, λοιπόν, είναι το πρώτο που βλέπει τα απορρίμματα ως εμπόρευμα. Όλες οι Ευρωπαϊκές Οδηγίες, η προσαρμογή τους στην ελληνική νομοθεσία και με πρόσχημα τη μεγαλύτερη ανακύκλωση και την Κυκλική Οικονομία μετατρέπουν τα απορρίμματα σε εμπόρευμα.

 Τα απορρίμματα μπορεί να φαντάζουν περιττά για τον παραγωγό τους, αλλά δεν είναι άχρηστα. Μπορούν να επανεπενδυθούν στην οικονομία, όχι φυσικά γιατί «τους έπιασε ο πόνος για την υγεία και το περιβάλλον», αλλά γιατί είναι ένας επικερδής τομέας για τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Πίσω από το κυβερνητικό επιχείρημα περί βιώσιμων επενδύσεων προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, για την προστασία του περιβάλλοντος ή την κατάργηση της πλαστικής σακούλας και των πλαστικών μπουκαλιών και τα λοιπά, υποκριτικά που ακούγονται, αυτό που πραγματικά επιδιώκετε – επιδιώκει το Κράτος σας – είναι να διευκολύνει το ιδιωτικό κεφάλαιο μεταβιβάζοντάς του εύκολα και με προνομιακούς όρους τη διαχείριση των απορριμμάτων, μέσω συμπράξεων Δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. 

Από τη μια, λοιπόν, περιβαλλοντολόγοι και από την άλλη περιβαλλοντοκτόνοι. Από τη μία, όχι στα πλαστικά και από την άλλη καύση των απορριμματογενών καυσίμων, μαζί και των υπολειμμάτων από τις μονάδες επεξεργασίας των σύμμεικτων αποβλήτων. Άλλωστε, υπάρχει ιδιαίτερα πλούσια εμπειρία στη χώρα μας, στο Βόλο είναι νομίζω, η πιο εμβληματική περίπτωση.

 Η εφαρμογή των Οδηγιών αυτών που συζητάμε θα οξύνει όλες τις διαστάσεις του προβλήματος, όπως συμβαίνει χαρακτηριστικά στη χώρα μας, όπου τόσο η Κυβέρνηση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. όσο και αυτή της Νέας Δημοκρατίας σήμερα, συνεχίζει την απαράδεκτη λειτουργία του ΧΥΤΑ Φυλής, μιας υγειονομικής βόμβας, σχεδιάζει τη λειτουργία αποδεδειγμένα επικίνδυνων και ακατάλληλων ΧΥΤΑ, όπως στο Γραμματικό και αλλού, ότι το μόνο που αξιολογούν η Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η προσδοκώμενη κερδοφορία των ομίλων και των επενδύσεών τους. 

Και όλα αυτά, φυσικά με όρους εργασίας και αμοιβής του δέκατου ένατου αιώνα και με πόρους που προέρχονται από την αφαίμαξη του ήδη συρρικνωμένου λαϊκού εισοδήματος, με μια σειρά από οικονομικά εργαλεία. 

Στα πρώτα από αυτά περιλαμβάνονται αρχές, όπως «ο ρυπαίνων πληρώνει», μιλάμε για τα ανταποδοτικά τέλη καθαριότητας, και η διευρυμένη ευθύνη του παραγωγού που καταλήγει αποκλειστική ευθύνη των λαϊκών στρωμάτων, ως καταναλωτών και στα δεύτερα όπως το «πληρώνω όσο πετάω» και το ειδικό τέλος ταφής.

Το πρόβλημα, λοιπόν, που θέλουν να λύσουν τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων είναι το πώς η εκμετάλλευση των αποβλήτων θα φέρει αμύθητα κέρδη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αποτιμήσει ότι το 2013 η συνολική παραγωγή αποβλήτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανήλθε σε, περίπου, 2,5 δισεκατομμύρια τόνους από τα οποία 1,6 δισεκατομμύρια δεν επαναχρησιμοποιήθηκαν, ούτε ανακυκλωθήκαν, κατά συνέπεια χάθηκαν ως κερδοφόρα εκμετάλλευση για τους επιχειρηματικούς ομίλους. Ένα από τα σοβαρά προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η έλλειψη εναρμονισμένων κανόνων για τα απόβλητα σε όλα τα κράτη – μέλη που αποτρέπει ή δυσκολεύει την ανάπτυξη ομίλων, από άλλα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να διεισδύσουν στις εθνικές αγορές άλλων κρατών – μελών. Αυτό προσπαθούν να καλύψουν οι νομοθετικές προτάσεις και τροποποιήσεις.

Οι τροποποιήσεις των ευρωπαϊκών Οδηγιών εναρμονίζουν τη διαχείριση των αποβλήτων με τις νεότερες τεχνολογικές εξελίξεις προκειμένου να υπηρετήσουν την ενίσχυση των ομίλων στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, φυσικά, στον διεθνή ανταγωνισμό τους. Το σύνολο αυτών των νομοθετικών προτάσεων αποτελεί και το λεγόμενο «πακέτο αποβλήτων». Τα κύρια στοιχεία του πακέτου για την τροποποίηση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τα απόβλητα είναι πρώτον, αύξηση του στόχου για την προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση των αστικών αποβλήτων στο 65% έως το 2030. Δεύτερον, αύξηση των στόχων για την προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση των απορριμμάτων συσκευασίας. Τρίτον, σταδιακός περιορισμό της υγειονομικής ταφής των αστικών αποβλήτων στο 10% έως το 2030. Τέταρτον, μεγαλύτερη εναρμόνιση και απλούστευση του νομικού πλαισίου για τα υποπροϊόντα και αποχαρακτηρισμός αποβλήτων.

Το βασικό, όπως φαίνεται, είναι η επαναχρησιμοποίηση των χρήσιμων αποβλήτων και η εξαφάνιση των μη χρήσιμων με το μικρότερο δυνατό κόστος, δηλαδή με την καύση, που όμως αυτό θα συνεπάγεται με καταστροφικές συνέπειες για τη δημόσια λαϊκή υγεία και το περιβάλλον.

Όπως φαίνεται μέχρι τώρα τα συγκρουόμενα συμφέροντα ανάμεσα σε κράτη – μέλη είναι μεγάλα. Οι συμβιβασμοί είναι αρκετά δύσκολοι. Αυτό σημαίνει ότι οι εκθέσεις που θα ψηφιστούν θα αποτελέσουν μέσο πίεσης των κρατών και τμημάτων του κεφαλαίου για ένα διαφορετικό συμβιβασμό και από της Επιτροπής του Κοινοβουλίου.

Επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε ορισμένα από τα πιο βασικά σημεία του σχεδίου νόμου που υπηρετούν αυτούς τους αντιλαϊκούς φιλομονοπωλιακούς στόχους των λεγόμενων «πράσινων ομίλων». Η θεσμική ολοκλήρωση και ενεργοποίηση των αντιλαϊκών «χαρατσιών» που είχε προβλέψει ο ΣΥΡΙΖΑ με το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων το 2015, τα είχε ονομάσει, τότε, οικονομικά εργαλεία, δίνοντας ολοκληρωμένη νομική υπόσταση στο σύστημα «πληρώνω όσο πετάω», το οποίο θα εφαρμόζεται μόνο για τα δημοτικά απορρίμματα, ενώ τα τέλη για τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα, τα κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα άνω των 100 κλινών και των βιομηχανικών εγκαταστάσεων, περιλαμβανομένων και των κτηνοτροφικών μονάδων, θα μειωθούν δραστικά και θα απαλλαγούν από το σημερινό τρόπο υπολογισμού των ανταποδοτικών τελών. Το περιβόητο τέλος ταφής στα δημοτικά απόβλητα, είπαμε άλλο ένα «χαράτσι» στις πλάτες των δημοτών, ανεβαίνει στα 20 ευρώ ανά τόνο για το 2022, κλιμακούμενο κατά 5 ευρώ, χρόνο με το χρόνο, μέχρι να φτάσει τα 35 ευρώ ο τόνος το 2025, το 2026 κάνει άλμα στα 45 ευρώ ανά τόνο και από το 2027 και μετά «στρογγυλοκάθεται» στα 55 ευρώ ανά τόνο. Μιλάμε τώρα για μια πραγματική ληστεία. Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί; Η πλούσια λεία αυτής της φοροληστείας θα αποδίδεται, όπως αναφέρει, μέσω των Φο.Δ.Σ.Α σε ειδικό λογαριασμό του Ε.Ο.ΑΝ. Για ποιόν και γιατί; Είναι ένα ερώτημα που χρειάζεται απάντηση. 

Με την αναβάθμιση της λειτουργίας των Κέντρων Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών – τα γνωστά ΚΔΑΥ – φορτώνεται από 1/1/2022 στους Δήμους και το κόστος επεξεργασίας των υπολειμμάτων των ΚΔΑΥ είτε μέσω των ΜΕΑ είτε μέσω των εργοστασίων καύσης. Με τη δημιουργία Κέντρων Δημιουργικής Επαναχρησιμοποίησης Υλικών – σαν να μην έφταναν τα Πράσινα Σημεία – υποχρεώνονται οι Δήμοι με πληθυσμό πάνω από 20.000 κατοίκους, να δημιουργήσουν μέχρι το 2023 νέες κτιριακές υποδομές, που θα υποδέχονται ηλεκτρονικό εξοπλισμό δηλαδή, δηλαδή παιχνίδια, έπιπλα, ποδήλατα, βιβλία, κλωστοϋφαντουργικά είδη κ.λπ. και θα χωροθετούνται σε περιοχές με χρήσεις γενικής κατοικίας και πολεοδομικού κέντρου και παραγωγικών δραστηριοτήτων σε οικόπεδα μέχρι 400 τ.μ. με τις αντίστοιχες κτιριακές κι άλλες υποδομές, όλα με λεφτά των Δήμων, δηλαδή των δημοτών. 

Όλα, λοιπόν, τα παραπάνω αποτελούν ομοβροντία κατά των οικονομικών των Δήμων με τα πετσοκομμένα έσοδα από τους κεντρικούς αυτοτελείς πόρους, κατά των όρων εργασίας του ολιγάριθμου προσωπικού τους, καθώς καλούνται, να υποστούν και πρόσθετο εργασιακό φόρτο για λογαριασμό και πάλι των ιδιωτικών συστημάτων εναλλακτικής διαχείρισης, υπέρ της παραπέρα ιδιωτικοποίησης του Τομέα της Καθαριότητας αναπτύσσοντας υποκριτικά ως άλλοθι οι δημοτικές αρχές τη γνωστή καραμέλα «τι να κάνουμε, δεν έχουμε προσωπικό» χωρίς, όμως, να κάνουν και τίποτα, για να το αποκτήσουν. 

Αντίθετα, προβλέπονται, επίσης, κίνητρα και φοροαπαλλαγές για το μεγάλο κεφάλαιο, όπως π.χ. διεύρυνση φορολογικών κινήτρων για δωρεές, φορολογικές αποσβέσεις για το κόστος αναβάθμισης των ΚΔΑΥ και άλλα πολλά. 

Με διάφορες διατάξεις αποσπάται ένα σημαντικό μέρος της διαχείρισης των δημοτικών απορριμμάτων από την δικαιοδοσία των Δήμων με σοβαρές αρνητικές συνέπειες. Στον αντίποδα της ταξικής θέσης που έχουμε, εμείς, για ενιαίο δημόσιο φορέα διαχείρισης αποβλήτων υπό συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις η Κυβέρνηση κρατάει επιλεκτικά για τον εαυτό της την τεράστια «φέτα» της αυτόνομης καύσης των αποβλήτων σε «μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης», όπως θέλει, να βαφτίζει τα εργοστάσια καύσης σε μια προσπάθεια να επιτύχει την κερδοφόρα για το κεφάλαιο υλοποίησή τους. Φυσικά, η λειτουργία και η συντήρηση των μονάδων υπάγεται στις αρμοδιότητες των ΦΟΔΣΑ, που σημαίνει σε απλά ελληνικά ότι «η εταιρεία που θα λειτουργεί τη μονάδα, θα πληρώνεται από τους ΦΟΔΣΑ», δηλαδή από τους Δήμους που είναι μέλη του, δηλαδή από τα λαϊκά νοικοκυριά.

Με βάση τα παραπάνω, αντιλαμβάνεστε, θεωρούμε ότι η καταψήφιση επί της αρχής του σχεδίου νόμου είναι δεδομένη από το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας.

Στο ζήτημα, λοιπόν, των απορριμμάτων και γενικότερα του περιβάλλοντος έχουν διαμορφωθεί 2 εντελώς διαφορετικές αντιλήψεις. Ούτε 3, ούτε 4, ούτε 5, ούτε όσες θέλουν κάποιοι, να εμφανίζουν. 2, λοιπόν, εντελώς διαφορετικές αντιλήψεις που συγκρούονται μεταξύ τους και είναι ιδιαίτερα εμφανείς σήμερα. Αλλιώς αντιλαμβάνονται την έννοια της διαχείρισης των απορριμμάτων ο κόσμος του μόχθου, της δουλειάς, της δημιουργίας, του πολιτισμού και με εντελώς διαφορετικό τρόπο συμπεριφέρονται απέναντί του, με τις πολιτικές που υλοποιούν, οι κυρίαρχες δυνάμεις, το πολυεθνικό κεφάλαιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι Κυβερνήσεις που τις εκφράζουν και ολόκληρο το σύστημα, που τους υπηρετεί. 

Οι πρώτοι όλο και πιο πολύ συνειδητοποιούν ότι αυτό που ονομάζεται περιβάλλον, δηλαδή, ο άμεσος αλλά και ο ευρύτερος χώρος όπου εργάζονται, δημιουργούν, ονειρεύονται, ξεκουράζονται χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή και φροντίδα. Χρειάζεται τη βοήθειά τους, για την υπεράσπισή του, για την προστασία του, για την αναβάθμισή του. 

Οι δεύτεροι παρά τις κατά καιρούς ρηξικέλευθες δηλώσεις, διαβεβαιώσεις, δεσμεύσεις, με τη δράση τους αποκαλύπτουν ότι το περιβάλλον δεν είναι τίποτε παραπάνω για αυτούς, παρά η πηγή – κάθε άλλο παρά ανεξάντλητη – άντλησης και καταλήστευσης φυσικών πόρων. Ο φυσικός χώρος όπου ασκούν την ανεξέλεγκτη δραστηριότητά τους, ο ιδιαίτερα επικερδής τομέας παραγωγικών επενδύσεων μόνο και αποκλειστικά μόνο για τους ίδιους. 

Είναι γνωστό, σε όσους παρακολουθούν τις τοποθετήσεις μας ότι η κριτική του Κ.Κ.Ε. δεν είναι κάτι το ευκαιριακό, δεν υπαγορεύεται από τις όποιες συγκυρίες, δε μεταλλάσσεται υπακούοντας σε μικροκομματικά οφέλη κατά τη συνηθισμένη πρακτική των άλλων Κομμάτων, των αστικών Κομμάτων. Πατάει γερά πάνω στη συνολικότερη αντίληψη του Κόμματός μας για την οργάνωση της κοινωνίας.

Είναι ξεκάθαρο για εμάς, ότι η διαχείριση των απορριμμάτων με γνώμονα τις λαϊκές ανάγκες, με σεβασμό στο περιβάλλον, στην υγεία του λαού, στους φυσικούς πόρους, στο λαϊκό εισόδημα, μόνο στο πλαίσιο ενός άλλου ριζικά διαφορετικού δρόμου ανάπτυξης μπορεί να εξασφαλιστεί. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει, και να κλείσω με αυτό, κύριε Πρόεδρε, εξουσία και οικονομία που καταργεί τις αιτίες που δημιουργούν και οξύνουν τα σημερινά προβλήματα, που δημιουργεί τις στέρεες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της χώρας προς το συμφέρον της εργατικής τάξης όλων των λαϊκών στρωμάτων, δημιουργών του κοινωνικού πλούτου. Θα έχουμε την ευκαιρία, πιο αναλυτικά, να αναφερθούμε στις θέσεις του ΚΚΕ για τα ζητήματα της διαχείρισης των απορριμμάτων. Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί