Σε ηλικία 81 ετών υπέκυψε σήμερα από νέο κορονοϊό ο Ρώσος σκηνοθέτης Βλαντίμιρ Μένσοφ, ο οποίος είχε τιμηθεί το 1981 με Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας.
Την είδηση έκαναν γνωστή συνάδελφοί του στην Κρατική Σχολή Κινηματογράφου της Μόσχας (VGIK).
«Πληροφορήθηκα το θάνατό του», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο σκηνοθέντης Βλαντίμιρ Κοτινένκο, επικεφαλής της διεύθυνσης ταινιών μεγάλου μήκους της VGIK. «Ξέραμε όλοι ότι έπασχε από Covid-19, αλλά από μια ελαφρά μορφή της, είναι απολύτως φρικτό και απροσδόκητο», πρόσθεσε. «Ο θάνατός του αρπάζει ένα τεράστιο κομμάτι της κοινής κουλτούρας μας», συνόψισε ο συνάδελφός του.
Σε ανακοίνωσή τους τα μοσχοβίτικα στούντιο Mosfilm επιβεβαίωσαν το θάνατο του σκηνοθέτη από τις επιπτώσεις της Covid-19. Ο δήμαρχος της Μόσχας Σεργκέι Σομπιάνιν εξέφρασε τη λύπη του για «μια τεράστια απώλεια για τον κινηματογράφο μας και την κουλτούρα μας».
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε πως ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν «εκφράζει τα ειλικρινέστερα συλλυπητήριά του».
Γεννημένος το 1939 στο Μπακού, στο σοβιετικό τότε Αζερμπαϊτζάν, ο Βλαντίμιρ Μένσοφ υπήρξε ηθοποιός και στη συνέχεια σκηνοθέτης, ο οποίος έγινε παγκοσμίως γνωστός χάρη στην ταινία του μεγάλου μήκους με τίτλο «Η Μόσχα δεν πιστεύει στα δάκρυα», η οποία το 1981 του χάρισε το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας, το ένα από τα μόλις δύο που είχε κερδίσει η Σοβιετική Ένωση.
Στη Ρωσία ήταν επίσης διάσημος για την κωμωδία του «Η αγάπη και τα περιστέρια», η οποία κυκλοφόρησε το 1984 και είναι πάντα μία από τις ταινίες με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση όταν παίζεται στη ρωσική τηλεόραση. Ο Βλαντίμιρ Μένσοφ, ο οποίος σκηνοθέτησε μια δεκαριά ταινίες, δίδασκε σκηνοθεσία στη VGIK.