Η ΝΔ ψήφισε μόνη της, απομονωμένη από όλα τα υπόλοιπα κόμματα και από την ελληνική κοινωνία, την κατάργηση του οκταώρου, τις απλήρωτες υπερωρίες, τις μειώσεις μισθών, την απελευθέρωση των απολύσεων ασχέτως δικαστικών αποφάσεων και την μετατροπή της ζωής των εργαζομένων και ειδικά των νέων σε λάστιχο.
Η ψήφιση του αντεργατικού νομοσχεδίου αποτελεί ξεκάθαρα πολιτική επιλογή της Κυβέρνησης Μητσοτάκη. Μια πολιτική, που δεν χαρακτηρίζεται πρωτόγνωρη, αφού ο ελληνικός λαός έζησε παρόμοιες καταστάσεις, το 2010-2014, την περίοδο των μνημονίων και της βαθιάς αποδιάρθωσης των δικαιωμάτων. Δεν γίνεται όμως, να μην αναρωτηθούμε, αν τελικά η ΝΔ νομοθετεί με δόλο ή ανιδεότητα. Και στις δύο εκδοχές βέβαια, μιλάμε για επικίνδυνη Κυβέρνηση.
Τι σηματοδοτεί η ψήφιση του αντεργατικού νομοσχεδίου;
Όλες αυτές τις μέρες κληθήκαμε να συζητήσουμε το νομοσχέδιο της ΝΔ για την δήθεν προστασία της εργασίας. Ένα νομοσχέδιο, που δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εποχής, αντιθέτως αποτελεί ξεπλήρωμα γραμματίων στα μεγάλα συμφέροντα και στην εργοδοσία. Γραμμάτια, που υποθηκεύουν το μέλλον μιας ολόκληρης γενιάς, αλλά και το παρόν ενός λαού.
Η ΝΔ έχοντας ήδη στρώσει το έδαφος, μετά τις εκλογές του Ιουλίου 2019, μέσα από την μείωση των προστίμων για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, την κατάργηση του βάσιμου λόγου απόλυσης, της προστατευτικής διάταξης για την προστασία των εργολαβικών εργαζομένων, των ρυθμιστικών διατάξεων που καθορίζουν το πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων και τη λειτουργία των συλλογικών συμβάσεων, εγκαθιδρύει τώρα τις ατομικές συμβάσεις.
Και αυτό το κάνει για να καταργηθεί το οκτάωρο και να επιβληθεί το δεκάωρο, μέσω της απευθείας συνεννόησης εργαζόμενου και εργοδότη, δηλαδή μέσω της εκβιαστικής πρακτικής “δούλευε παραπάνω για να μην απολυθείς”, χωρίς πρόσθετη αμοιβή, με αυξημένες υπερωρίες, αλλά μειωμένο κόστος.
Συνεπώς επιδιώκεται, μεταξύ άλλων και η μείωση του μισθολογικού κόστους, που ως γνωστόν, ούτε δημιουργεί προοπτικές ανταγωνιστικότητας, ούτε θέσεις εργασίας. Αντιθέτως, όπως πολύ έντονα το ένιωσε ο κόσμος της εργασίας στο πετσί του, την περίοδο 2010-2014, η στρατηγική αυτή οδήγησε στην παγίωση ενός αισχρού πλαισίου, στην αγορά εργασίας και στην δημιουργία συνθηκών γαλέρας.
Στόχος της Κυβέρνησης, δεν είναι η πρόληψη και η αντιμετώπιση της καταπόνησης των εργαζομένων. Η εργασία την Κυριακή θα αποτελεί τον κανόνα και όχι την εξαίρεση. Επίσης, μην ξεχνάμε ότι ο εργαζόμενος θα αφεθεί μόνος απέναντι στις εργοδοτικές απαιτήσεις, χωρίς καμία διαπραγματευτική δύναμη, αφού επιχειρείται και το τελικό χτύπημα στον συνδικαλισμό.
Η ΝΔ περιορίζει τις απεργίες και καταστέλλει τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων. Το δικαίωμα για απεργία ποινικοποιείται και πιθανή διεκδίκηση εκ μέρους του κόσμου της εργασίας, για καλυτέρευση των εργασιακών όρων και συνθηκών, θα τον οδηγεί απευθείας στα δικαστήρια.
Όταν η Κυβέρνηση αντιπολιτεύεται
Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι και στην περίπτωση της νεοφιλελεύθερης δεξιάς αυτό φάνηκε καθ’ όλη την διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου και των διατάξεων αυτού, που εμπεριέχουν μόνο αμφιβολία και ανασφάλεια για τον κόσμο της εργασίας. Οι βουλευτές της συμπολίτευσης αναλώθηκαν όλες τις μέρες, κάνοντας αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση, χωρίς να διευκρινίζουν στους φορείς εργαζόμενων, πώς ακριβώς θα λειτουργήσει στην πράξη το νομοθέτημα αυτό στο σύνολό του, αλλά και πώς θα αποφευχθούν φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας.
Ανεπίδεκτη μαθήσεως η ΝΔ
Η υποβάθμιση της διαπραγματευτικής θέσης των εργαζομένων δεν συμβάλλει σε καμία των περιπτώσεων στην ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας. Αποδεδειγμένα, οι παρεμβάσεις στο ύψος του εργασιακού κόστους ακυρώνουν στην πράξη την βιοποριστική λειτουργία του μισθού, ταυτόχρονα οδηγούν σε βαθιά ύφεση, κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης και εν τέλει σε δραματική αύξηση της ανεργίας, της φτώχειας και των κοινωνικών ανισοτήτων.
Η νεοφιλελεύθερη ρητορική εμμένει, όμως, ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι ιδεοληψία της αριστεράς και ότι η μείωση του μισθολογικού κόστους θα δημιουργήσει προοπτικές ανάπτυξης. Άρα για τον κ. Μητσοτάκη η οικονομία πρέπει να αναπτύσσεται, οι επιχειρήσεις να κερδοφορούν, οι εργοδότες να είναι ευχαριστημένοι, αλλά οι εργαζόμενοι ανυπεράσπιστοι.
Σε ποιό μοντέλο ξαναγυρίζουμε
Εκεί ακριβώς που δεσπόζουσα θέση στο εργασιακό περιβάλλον έχει η ευνοϊκή μεταχείριση εργοδοτών που τρομοκρατούν εργαζόμενους. Εκεί που η ασυδοσία δεν τιμωρείται και η παραβατική εργοδοτική συμπεριφορά συγχωρείται.
Πώς επιτυγχάνεται αυτό
Με την αποδιοργάνωση των ελεγκτικών μηχανισμών, ώστε οι εργαζόμενοι να μην τυγχάνουν προστασίας από την αδήλωτη εργασία, αλλά να υφίστανται παραβίαση βασικών δικαιωμάτων που πλήττουν και τα δημόσια έσοδα και το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας. Υπενθυμίζεται η πλήρης απαξίωση, υποβάθμιση του ΣΕΠΕ, η μετατροπή αυτού σε Ανεξάρτητη Αρχή αλλά και η κατάργηση του δικαιώματος προσφυγής των εργαζομένων στη διαιτησία συνθέτουν την συνταγή για την επίτευξη του σκοπού αυτού.
Η πολιτική της Κυβέρνησης δεν έχει κοινωνικοοικονομικά δίκαιο προσανατολισμό, δεν στοχεύει σε αγώνες για την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων και την ισχυροποίηση της θέσης τους, για τη μείωση της ανεργίας, και τη δημιουργία προοπτικών απασχόλησης. Η ΝΔ του κ. Μητσοτάκη έχει βάλει πλώρη για τον εργασιακό Μεσαίωνα, απέχοντας παρασάγγας από το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και τις αρχές της κοινωνικής Ευρώπης.