“Η χειρότερη μορφή του λαϊκισμού μπορεί να αποδειχθεί ο «μεταρρυθμιστικός λαϊκισμός»”
Βαθαίνει το ρήγμα ανάμεσα στον βουλευτή Ηλείας της ΝΔ και το κυβερνητικό στρατόπεδο μετά από συνέντευξη του στον ιστότοπο ieidiseis.gr.
«Ίσως ήρθε η ώρα να σκεφτούμε τη σημασία που έχει για το μέλλον της Δημοκρατίας οι πολιτικοί να ξαναγίνουν υπάλληλοι της Ιστορίας και να παύσουν να λειτουργούν ως υπάλληλοι συμφερόντων» δηλώνει ο βουλευτής της ΝΔ που βρέθηκε στη δίνη του κυκλώνα μετά τις αντιρρήσεις που εξέφρασε για τις αποφάσεις του Υπουργείου Παιδείας σχετικά με τα Πανεπιστημιακά Τμήματα της περιοχής του.
Επιπλέον στη συνέντευξη του επισημαινεί εμφατικά: «Η χειρότερη μορφή του λαϊκισμού μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι ο «μεταρρυθμιστικός λαϊκισμός», δηλαδή μεταρρυθμίσεις στα λόγια και επικοινωνιακή αξιοποίηση κάποιων πρωτοβουλιών, που όμως δε θα καταλήξουν στις αναγκαίες τομές που επιβάλλονται από τις σημερινές ιστορικές συνθήκες».
Ταυτόχρονα υπογραμμίζει: «Ένα δεύτερο σημείο ανησυχίας είναι αυτό που προέρχεται από τη σύγχυση των αξιών και των αρχών του φιλελευθερισμού που εκφράζει ιστορικά η ΝΔ και εκείνων του κρατισμού που πρεσβεύουν όσοι προέρχονται από την κεντρώα πτέρυγα της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας».
Μετωπική με το άνοιγμα της ΝΔ στους σημιτικούς
Οι ως άνω διατυπώσεις έγιναν ως συνέχεια της κριτικής που του άσκησε τόσο η Άννα Διαμαντοπούλου όσο και ο φιλοκυβερνητικός τύπος με τον ίδιο να εκτιμά πως οι απόψεις του παρερμηνεύθηκαν και εργαλειοποιήθηκαν από τον κυβερνητικό μιντιακό μηχανισμό.
Όσο για την Άννα Διαμαντοπούλου ο Κώστας Τζαβάρας, αφού υπενθυμίζει πως τα έργα και τις ημέρες της ως Υπουργός Παιδείας έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τις σημερινές της απόψεις και την ουσία της κριτικής της προς το πρόσωπο του, τονίζει: «Η γνωστή πολιτικός της ελληνικής σοσιαλιστικής αριστεράς, που εκ νεότητός της υπηρέτησε το Παπανδρεϊκό όραμα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της χώρας, με τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα».
Για να καταλήξει: «Βέβαια είναι γεγονός ότι υπηρέτησε με τον ίδιο ζήλο το λαϊκιστικό ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80, το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ του 2000, το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ του 2010 και ήδη πλησίστια συντάσσεται με τις δυνάμεις του λεγόμενου μεταρρυθμιστικού κέντρου».
Αναφορές που σίγουρα δείνουν την ένταση που επικρατεί στο καραμανλικό στρατόπεδο σε σχέση με την επιλογή Μητσοτάκη να συμπλεύσει οργανικά με το σημιτικό ΠΑΣΟΚ.
Σκληρές εκφράσεις για τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ
Από το στόχαστρο του βουλευτή δε ξέφυγαν ούτε τα φιλοκυβερνητικά μέσα για τα οποία είπε: «Το χειρότερο όμως είναι ότι κρίσιμα ζητήματα ενημέρωσης της κοινής γνώμης τα έθεσαν με όρους φιλίας και έχθρας (προστασία για τους φίλους – καταδίωξη για τους εχθρούς) και όχι με τον προβλεπόμενο από το Σύνταγμα τρόπο, που επιβάλλει την αντικειμενική, πλουραλιστική και επί ίσοις όροις πληροφόρηση των πολιτών (άρθρο 15). Έτσι πυροδότησαν επικοινωνιακά με αφορμή την τοποθέτησή μου το δίπολο τοπικισμός-λαϊκισμός από τη μια πλευρά και μεταρρυθμίσεις από την άλλη.
Όμως δε νομίζω ότι η Κυβέρνηση έχει ανάγκη από τέτοιου είδους ρηχές και τυφλές συνηγορίες. Εκτός και αν η «αυθόρμητη» και επιδεικτική παραγωγή φιλοκυβερνητικών δεκάρικων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης δημιουργεί για τους συντάκτες την προσμονή μιας κάποιας μελλοντικής ανταμοιβής».
Προκρίνονται οι τοπικιστές και τα συμφέροντα
Τέλος στη συνέντευξη του ο βουλευτής και δικηγόεος κλείνει τη πόρτα στη κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ όχι όμως και στη πολιτική, ενώ αίσθηση προκαλούν οι εκτιμήσεις για το ποιοι πολιτευτές «προκρίνονται».
Συγκεκριμένα αναφέρει: «Άραγε τι νόημα έχει να είμαι υποψήφιος στις προσεχείς εκλογές όταν διαπιστώνω ότι στην επίμαχη υπόθεση όσοι βουλευτές ενήργησαν με πράγματι τοπικιστική και αντιμεταρρυθμιστική πρόθεση επέτυχαν το σκοπό τους, ενώ εγώ που κινήθηκα με κριτική διάθεση και ζήτησα από την Κυβέρνηση να υιοθετήσει ένα ενιαίο αντικειμενικό κριτήριο, που θα έχει γενική εφαρμογή σε όλα τα Πανεπιστημιακά Τμήματα που δέχονται φοιτητές με βάση μικρότερη του 10, δέχθηκα συνδυασμένα και άδικα πυρά. Διασύρθηκα ως λαϊκιστής και τοπικιστής και εχθρός της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης».