«Η ανθρωπότητα είναι σε πολύ οριακό σημείο για να πορεύεται με βάση δόγματα και συνταγές που απέτυχαν», αναφέρει σε άρθρο του στην «Καθημερινή της Κυριακής», ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας και σημειώνει ότι «Για πρώτη φορά μετά από τέσσερις δεκαετίες, η κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου δόγματος το οποίο στηρίχτηκε στις ιδέες της Δεξιάς, αμφισβητείται με τόσο ξεκάθαρο τρόπο».
Εξηγώντας την θέση του υποστηρίζει: «Η πανδημία, η κλιματική κρίση και κινήματα για την προστασία των δικαιωμάτων ξαναφέρνουν στο προσκήνιο αξίες και ανάγκες ξεχασμένες, ή παραμελημένες. Πρώτα από όλα την ανάγκη για προστασία της ανθρώπινης ζωής με ισχυρά συστήματα υγείας και κοινωνικής πρόνοιας. Δεύτερον, την ανάγκη να σταματήσουμε την καταστροφή του πλανήτη. Τρίτον, την ανάγκη να αποκατασταθεί η κοινωνική συνοχή, που έχει διαρραγεί επικίνδυνα από τη φρενήρη όξυνση των ανισοτήτων ανάμεσα στον αναπτυγμένο και τον αναπτυσσόμενο κόσμο, αλλά και εντός των δυτικών κοινωνιών».
Κάνει αναφορά στον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν σημειώνοντας ότι «έφερε τη συζήτηση στο έδαφος της κοινής λογικής. Και είναι σχεδόν βέβαιο ότι όσα προοικονομεί η στάση Μπάιντεν, αργά ή γρήγορα θα επηρεάσουν και την Ευρώπη».
Ακολούθως ο κ. Τσίπρας επιτίθεται στην ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζοντας: «…Υπερασπίζεται τον παλιό κόσμο. Δεν παρακολουθεί τις πρωτοβουλίες Μπάιντεν για την αύξηση του κατώτατου μισθού, τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου με νέα εργαλεία, την ενίσχυση της παρέμβασης του κράτους στην αγορά, αλλά εμπνέεται από όσα έλεγε προεκλογικά από το Βήμα της ΔΕΘ το 2017 ο ίδιος ο κος Μητσοτάκης: “Δεν τρέφω αυταπάτες για μια κοινωνία χωρίς ανισότητες. Κάτι τέτοιο είναι αντίθετο στην ανθρώπινη φύση”. Το πρόβλημα με τη στρατηγική του κ. Μητσοτάκη δεν είναι ότι ανήκει στη Δεξιά. Είναι ότι υπερασπίζεται με σθένος τις αρχές ενός κόσμου που δείχνει να έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο. Και παρ’ ότι ο ίδιος διά της επικοινωνίας θέλει να εμφανίσει κάθε οπισθοδρομική μεταρρύθμιση ως εξέλιξη, στην ουσία δεν είναι σε θέση να κατανοήσει τις τεκτονικές αλλαγές που συντελούνται και προκαλεί και η πανδημία σε όλα τα επίπεδα».
Κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο θέμα της εργασίας: «Τη στιγμή που η παγκόσμια αγορά εργασίας αλλάζει, τα δημοσιονομικά περιθώρια υπάρχουν και η δημόσια συζήτηση περιστρέφεται γύρω από προτάσεις για τη μείωση των ωρών εργασίας, ο κ. Μητσοτάκης σχεδιάζει μεταρρυθμίσεις βγαλμένες από τη ναφθαλίνη των Ρήγκαν και Θάτσερ, όπως την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και του οκταώρου».
Ακολούθως ο κ. Τσίπρας καταθέτει το περίγραμμα για την επόμενη ημέρα της πανδημίας: «…Είναι εξαιρετικά κρίσιμο να αξιοποιήσουμε τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ, με τρόπο που να μετασχηματίζει επιτέλους το παραγωγικό μοντέλο σε βιώσιμη κατεύθυνση, να διαχέει το όφελος στο σύνολο της κοινωνίας, να προστατεύει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και να μειώνει τις ανισότητες. Οι ευρωπαϊκοί πόροι να χρηματοδοτήσουν τους αναγκαίους μετασχηματισμούς προς ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που θα χαρακτηρίζεται από στροφή σε ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανταγωνιστεί άλλες χώρες στη βάση μείωσης του κόστους εργασίας, επομένως των μισθών, αλλά στη βάση αύξησης της παραγωγικότητας, ενσωματώνοντας τη συλλογική γνώση, την έρευνα, και την καινοτομία.
Είναι εξαιρετικά κρίσιμο η παραγωγική και τεχνολογική ανασυγκρότηση να συνδυαστεί με την Πράσινη Μετάβαση και τον Ψηφιακό Μετασχηματισμό της οικονομίας. Και να οικοδομήσουμε ένα σύγχρονο, αποτελεσματικό και αποκεντρωμένο κράτος με την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας. Γιατί μόνο μια ισχυρή κοινωνία μπορεί να οδηγήσει την αναπτυξιακή διαδικασία και όχι οι αγορές. Συνεπώς οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να στοχεύσουν σε ένα καθολικό κοινωνικό κράτος, εγγυητή της πραγματικής κοινωνικής ασφάλειας».
Καταλήγοντας ο κ. Τσίπρας σημειώνει: «Είναι εθνικά αναγκαίο σε αυτή την ιστορική καμπή η χώρα να βρεθεί στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Αυτό όμως απαιτεί μια άλλη, προοδευτική κυβέρνηση. Που στη βασική διαχωριστική γραμμή, να παίρνει αταλάντευτα το μέρος της πλειοψηφίας. Των ανθρώπων του μόχθου και της δημιουργίας. Άλλωστε αυτοί έφτιαξαν την Ελλάδα και όχι οι λιγοστές οικογένειες που έβγαλαν τα κέρδη τους στο εξωτερικό τις μέρες της κρίσης, τη νέμονται και σήμερα και αναμένουν να είναι και πάλι οι βασικοί κερδισμένοι από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης».