Της Μαριλένας Βασιλάκη*
Και ενώ όλα δείχνουν να έχουν παγώσει εδώ και μήνες εν μέσω εγκλεισμού, ενεργοποιήθηκε τελικά κάτι πολύ σημαντικό, η Αλήθεια. Ξεπρόβαλλε με πείσμα και θάρρος και αρχίζει να ξεσκεπάζει πηχτά, μαύρα σκοτάδια, που κάλυπταν ψηλά βάθρα και λαμπερές προσωπικότητες.
Είναι απορίας άξιο πόσες καριέρες χτίστηκαν πάνω στη συγκάλυψη ψεμάτων, ειδεχθών εγκλημάτων, βίας, εκφοβισμού, τραμπουκισμού και κατακρεουργημένων ψυχών. Κυριολεκτικά πάτησαν επί πτωμάτων, για να ανελιχθούν, και μία σιωπή τα τύλιξε όλα με το παχύ και αδιαπέραστο στρώμα της σαν μαύρο χιόνι που πάγωνε ψυχές, όχι όμως και αναμνήσεις. Και περνούσαν τα χρόνια αργά και βασανιστικά για όσους κατάπιναν μνήμες και προσπαθούσαν να ξεπλύνουν βρώμικα χέρια από πάνω τους, γιατί για όσους χρησιμοποίησαν τον φόβο, για να επιβληθούν, τα χρόνια περνούσαν γοργά, λαμπρά και ανερυθρίαστα.
Και ήρθε η μέρα που η Αλήθεια αποφάσισε να γκρεμίσει την Υπομονή, την Ντροπή, τον Πόνο και τον Φόβο και έτριξαν καρέκλες και σείστηκαν θεμέλια σαθρά και σάπια.
Φόβος. Πόσα χωρούν σε 5 μονάχα γράμματα; Πόσα χωρίζουν αυτόν που τον ασκεί από αυτόν που τον υφίσταται; Για τα θύματα ύπουλος εχθρός και για τους θύτες πολύτιμος σύμμαχος. Βιώνεις τον βιασμό, την παρενόχληση, την κακοποίηση και νιώθεις τον κρύο σου ιδρώτα να διαπερνά έναν-έναν τους σπονδύλους σαν να σε χτυπά ηλεκτρικό ρεύμα και να νεκρώνει όλα σου τα κύτταρα. Πόσο θέλεις να απαλλαγείς και πόσο σε κρατά δέσμιο, βιδωμένο στη θέση σου, αμετακίνητο, ανήμπορο, εκμεταλλεύσιμο και απροστάτευτο απέναντι στα σαρκοβόρα σαγόνια, που τρέφονται από τον φόβο σου, στα ανίερα χέρια, που δεν αναγνωρίζουν το «όχι» σου, και στις ξεσκισμένες, άπληστες ψυχές, που ρουφούν δύναμη και φως, για να γεμίζουν τα απύθμενα σκοτάδια του χάους τους;
«Μη μιλήσεις», σου ψιθυρίζει ο Φόβος, «Ποιος θα σε πιστέψει; Ο λόγος σου είναι ενάντια στον δικό του. Άλλωστε τι είσαι εσύ σε σχέση με «Αυτόν»; Εκείνος έχει δύναμη, όνομα, άκρες. Θα γλιτώσει. Εσύ θα στιγματιστείς. Τι θα πει ο κόσμος;» Και ήταν τα τελευταία λόγια που επέτρεψες στον εαυτό σου να ακούσει, πριν κλείσεις οριστικά την πόρτα του Φόβου μέσα σου και αποφασίσεις πως η Αλήθεια πλέον σε καλεί και δε μπορεί άλλο να κρυφτεί. Όσο και αν θάβεται η Αλήθεια, έρχεται η ώρα που ξυπνά με κρότο και πυγμή και παρασύρει στον διάβα της τα πάντα.
Γιατί αυτή η κοινωνία έχει χτιστεί πάνω στον Φόβο. Γιατί από παιδιά μάθαμε να φοβόμαστε για το τι θα πουν στη γειτονιά, τι θα σκεφτεί ο κόσμος. Ο ίδιος κόσμος που, ακόμα κι αν ξέρει, γίνεται συνένοχος με τη σιωπή και την ανοχή του, που σού δίνει μια να πας πιο κάτω, που δε θα συντρέξει για βοήθεια, παρά μόνο για ένα κλικ ακόμα ή για ένα νέο κουτσομπολιό στον απογευματινό καφέ.
Και τώρα; Τώρα που έχει διαταραχθεί η «κανονική» ροή της καθημερινότητας; Τώρα που κόσμος έχει περιοριστεί; Τώρα, ναι, βρήκε η Αλήθεια χαραμάδα να εμφανιστεί και δεν τη χωρά, γι’ αυτό θα γκρεμίσει τοίχους και θα καταβαραθρώσει ό, τι εις βάρος της χτίστηκε, για να μπορέσει να βγει και να λάμψει περίτρανη και καθάρια. Γιατί δεν αξίζει σε καμία ψυχή να ζει με τον Φόβο για το τι θα πουν όσοι μόνον αυτό μπορούν να κάνουν. Υψηλού αναστήματος άνθρωπος όποιος απλώνει το χέρι να βοηθήσει, δίχως πρώτα να ανοίξει το αδηφάγο στόμα του, για να ψέξει ή να κατακρίνει. Γιατί όσο υπάρχουν άνθρωποι που έχουν μάθει να κοιμούνται σκεπασμένοι με τον Φόβο, τόσο θα υπάρχουν άλλοι «άνθρωποι» που ηδονίζονται και αρέσκονται να τον ασκούν και να νιώθουν όλο και πιο δυνατοί και άτρωτοι, ανέγγιχτοι από τη δικαιοσύνη και κατά τ’ άλλα αξιοσέβαστοι από την κοινωνία.
Δεν χωρά άλλο ο Φόβος ούτε μέσα μας ούτε σε αυτή την κοινωνία, που πρέπει να διαλυθεί και να ξαναχτιστεί από την αρχή με άλλους όρους και άλλα οράματα, με σεβασμό προς τον συνάνθρωπο, με υψηλές αξίες, με ενσυναίσθηση, με καμία ανοχή σε όποιον και ό, τι καταστρατηγεί δικαιώματα και βιάζει ψυχές. Είμαστε υπερήφανοι γι’ αυτό που θα παραλάβουν τα παιδιά μας; Είμαστε ήσυχοι, όταν κυκλοφορούν μόνα στον δρόμο; Πιστεύουμε ότι θα καταφέρουν να χτίσουν τη ζωή τους και να επιτύχουν αξιοκρατικά και στηριζόμενοι στο μυαλό και στα χέρια τους; Αν έστω και μία ερώτηση έχει ως απάντηση το «όχι» έχουμε αποτύχει. Για αυτά, όχι για εμάς.
Οφείλουμε να απομακρύνουμε το μαύρο, ερεβώδες σκοτάδι, που με θράσος τα καλύπτει όλα. Οφείλουμε να μην επιτρέπουμε σε κανέναν να παραβιάζει το Φως με την υποτιθέμενη δύναμή του. Οφείλουμε να παραδώσουμε μια κοινωνία, που θα έχει ξεπλυθεί από την ντροπή και το μίασμα και μία δικαιοσύνη που θα είναι όντως τυφλή και αμερόληπτη.
Μη σιωπάς. Μη φοβάσαι. Δεν είσαι μόνος. Κανείς πια δεν πρέπει να είναι μόνος και να μάχεται ανυπεράσπιστος απέναντι στην αδικία, να φοβάται πως θα ξημερώσει η επόμενη μέρα, πως θα βγει από το σπίτι του και αν είναι ασφαλής. Όσο πιο πολλοί, τόσο πιο δυνατοί. Οφείλουμε να διεκδικήσουμε ξανά από την αρχή ό, τι δικαιωματικά μάς ανήκει. Ούτε βήμα πίσω. Αυτός ο ιός πήρε πολλές ψυχές μαζί του. Ίσως όμως έκανε και ένα καλό. Ξεκαθάρισε τους αμνούς από τα ερίφια και έδωσε βήμα στην Αλήθεια να λάμψει. Όσοι μείνουμε και όσοι επιστρέψουμε στην κοινωνία, ας είμαστε η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας, κρατώντας ο ένας τον άλλον από το χέρι με Ειλικρίνεια και δίχως Φόβο. Εκείνος ας χωθεί στα ερεβώδη σκοτάδια που του πρέπουν. Δεν έχει θέση πια εδώ. Δε χωρά στις Ψυχές μας.
*Μαριλένα Βασιλάκη, Φιλόλογος