Του Χάρη Μαμουλάκη*
Σε κανένα πεδίο της οικονομικής ζωής της χώρας δεν είναι εμφανέστερες οι οικονομικές συνέπειες από τα μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, από τον τουρισμό. Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, που δημοσιοποιήθηκε στις 18 Ιανουαρίου του 2021, μόνο το 60% των ξενοδοχείων λειτούργησαν το 2020 ενώ η μέση πληρότητα για το σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού κατά την περίοδο αιχμής Ιουλίου Σεπτεμβρίου, κυμάνθηκε κοντά στο 23%. Από την ίδια έρευνα προέκυπτε και ότι ο τζίρος στον κλάδο, συρρικνώθηκε κατά 78% σε σχέση με το 2019, ενώ η συρρίκνωση της ρευστότητας, συνυπολογιζόμενου και των ανείσπρακτων οφειλών προς τα ξενοδοχεία, πλησίασε το 83,3%.
Το μέγεθος της ζημιάς από την συρρίκνωση της τουριστικής κίνησης στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο θα αφήσει το αποτύπωμα του και στην επενδυτική δραστηριότητα στον κλάδο. Πρόσφατη έρευνα της εταιρείας Ernst and Young παρουσίαζε στοιχεία με βάση τα οποία σε ολόκληρη την Ευρώπη οι επενδύσεις στον κλάδο του τουρισμού συρρικνώθηκαν το 2020 κοντά στο 56%. Όπως ήταν φυσικό, τα χρηματοδοτικά εργαλεία που ενεργοποιήθηκαν από την κυβέρνηση το 2020 και οι μορφές έκτακτων κρατικών ενισχύσεων (Επιστρεπτέα προκαταβολή 1,2,3,4 ΤΕΠΙΧ Ι,ΙΙ και Εγγυοδοτικό Ι, ΙΙ) αποσκοπούσαν στην ενίσχυση των κεφαλαίων κίνησης και της ρευστότητας των επιχειρήσεων και δευτερευόντως στην αποκατάσταση του ρυθμού της επενδυτικής δραστηριότητας στον κλάδο. Για μια χώρα όπως η δική μας, που για δεκαετίες το μερίδιο του λέοντος στον σχηματισμό παγίου κεφαλαίου το έχει η οικοδομή και ο τουρισμός, μια τέτοια εξέλιξη είναι βέβαιο ότι θα αφήσει το αποτύπωμα της.
Εν μέσω, όμως, της πρωτοφανούς αυτής κρίσης για τον τουρισμό στη χώρα μας παρουσιάστηκε μια εξίσου αξιοσημείωτη αποδοχή από την πλειονότητα των συλλογικών φορέων εκπροσώπησης του ιδιωτικού τομέα και των επιστημονικών φορέων της χώρας ότι το μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης της χώρας μας πρέπει να αλλάξει. Στην μετά την πανδημία εποχή αποτελεί κοινό τόπο ότι οι ο ελληνικός τουρισμός οφείλει να δώσει έμφαση στην προστασία του περιβάλλοντος, στους βιώσιμους τουριστικούς προορισμούς μικρότερων συγκεντρώσεων και στη συρρίκνωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος του κλάδου. Μια τέτοια μετάβαση, όμως, απαιτεί πόρους και σχεδιασμό που να κατατείνει προς αυτή την κατεύθυνση.
Η ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης είναι μια χρυσή στιγμή για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης. Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι μια ευκαιρία για την στροφή του ελληνικού τουρισμού, όχι μόνο στην δημιουργία εξειδικευμένων προϊόντων και υπηρεσιών και την επιμήκυνση της τουριστικής σεζόν, που είναι εξάλλου και ο διακηρυγμένος στόχος της χώρας εδώ και χρόνια αλλά και συνολικά στον πράσινο μετασχηματισμό του.
Αντιστοίχως, δεν υπάρχει κρισιμότερη στιγμή από την σημερινή για να σκεφτούμε και να σχεδιάσουμε εκείνα τα χρηματοδοτικά εργαλεία, σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, που θα είναι σε θέση βοηθήσουν το ελληνικό τουρισμό να υπερβεί την επερχόμενη επενδυτική του ανομβρία αλλά και να αποκαταστήσει στο σύνολο του την ανταγωνιστικότητα του κατοχυρώνοντας διεθνώς την πεποίθηση ότι ο ελληνικός τουρισμός είναι κλιματικά ουδέτερος και θα διαθέτει στο μέλλον μηδενικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Μοναδικό, βεβαίως, εμπόδιο σε αυτό τον σχεδιασμό, είναι αυτός που καλείται να τον κάνει, δηλαδή η περιβαλλοντοκτόνα σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
*Ο Χάρης Μαμουλάκης είναι Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Ηρακλείου, αν. Τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων – Πολιτικός Μηχανικός BEng MSc