Της Ελευθερίας Μηλάκη
O “νέος φεμινισμός” του δυτικού κόσμου είναι στην πραγματικότητα αφόρητα ντεμοντέ. Η γυναίκες είναι μοντέρνες και ανεξάρτητες, αρκεί να βρούν έναν τρόπο να “πουλήσουν” κυριολεκτικά τον εαυτό τους και δεν έχουν φυσικά όλα τα κρέατα την ίδια αξία με το κρέας καμηλοπάρδαλης. Τα αληθινά συναισθήματα στον κόσμο της φωσφοριζέ ζωής, απαγορεύονται. Όλα είναι ένα ψέμα γιατί το μόνο που μετράει είναι η επιτυχία, μετρημένη μόνο σε δόξα και χρήμα.
Φωσφοριζέ σελίδες
«Είμαι στο τέρμα, της είπε ο Χ.Χ. Αλλά μου αρέσει. Και ότι αυτή η γυναίκα έχανε ακόμα το χρόνο της με έναν αποτυχημένο, καλά, αυτό το ήξερε…»*
Πριν ακόμα μάθω καλά καλά ανάγνωση, είχα μια μανία με τα έντυπα, βιβλία, περιοδικά, εφημερίδες. Ειδικά όσον αφορά τα περιοδικά, λάτρευα τις γυαλιστερές σελίδες με τα έντονα χρώματά τους. Ακόμα και διαφημιστικά περιοδικά αν έπεφταν στα χέρια μου, τα διάβαζα και έβρισκα ιδέες τις οποίες εφάρμοζα. Είναι και τα περιοδικά ένα είδος «δασκάλου» που σου μαθαίνει πράγματα, σου δίνει ιδέες και σε κάνει να σκέφτεσαι.
Στην αρχή διάβαζα το περιοδικό Κάντυ-Κάντυ, μέσα από το οποίο μάθαινα πολλά πράγματα. Δεν είχε μόνο τα κόμικς με την ιστορία της μικρής Κάντυ, είχε και διάφορες στήλες με κατασκευές, πληροφορίες και άλλα θέματα. Για παράδειγμα εκεί είχα διαβάσει για τους «Τουαρέγκ», μια φυλή νομάδων της ερήμου. Μάθαινα λέξεις, που τις έψαχνα στο λεξικό ή ρωτούσα το μπαμπά, ο οποίος πάντα διάβαζε εφημερίδες και βιβλία και ήξερε πολλά, είχε απάντηση για όλα. Επίσης είχα διαβάσει συνταγές και ιδέες για ένα «μεσονυχτιάτικο πάρτυ» και το οργάνωσα, αγόρασα τρόφιμα, μαγείρεψα με τη βοήθεια της μαμάς και μιας θείας και γύρω στα μεσάνυχτα ανεβήκαμε στην ταράτσα με την αδερφή μου και την ξαδέρφη μου για… φαγητό, όμως το πάρτυ έληξε άδοξα όταν εμφανίστηκε η μαμά με το «μωρό», τη μικρότερη αδερφή μου! Είχε την ακλόνητη πεποίθηση ότι το μωρό που δεν είχε κλείσει χρόνο έπρεπε να συμμετέχει στα παιχνίδια, για να χαρεί και αυτό. Έγραφα και μόνη μου μια «εφημερίδα» που την ονόμασα «η Χαρά». Την έγραφα σε μία κόλλα Α4 χειρόγραφα και στις δύο όψεις, έκανα φωτοτυπίες και τις μοίραζα σε άλλα παιδιά, αλλά και σε μεγάλους. Είχα επίσης ένα μικρό ημερολόγιο με λουκέτο και κλειδί, όπου έγραφα πράγματα που δεν τολμούσα να πω, όπως ότι ζήλευα όταν έδειχναν αγάπη στα μικρότερα παιδιά! Ήθελα όλη η αγάπη και η προσοχή να είναι για μένα. Γράφοντας απάλλασσα τους αλλους από την πολυλογία μου, που ακόμα ενοχλεί τους οικείους μου.
Μια φορά που είχα γενέθλια, η μαμά μιας συμμαθήτριάς μου μου έκανε δώρο δύο βιβλία και έτσι ανακάλυψα τις συγγραφείς Enid Blyton και τη Ζωρζ Σαρρή. Στη συνέχεια διάβασα όλες τις σειρές των πέντε λαγωνικών, των πέντε φίλων, των μυστικών εφτά και τη σειρά το κολέγιο του Σεν Κλαιρ. Και φυσικά διάβασα όλα τα βιβλία της Ζωρζ Σαρρή, το ψέμα, τα στενά παππούτσια, το θησαυρό της Βαγίας και άλλα. Μια φορά που παρίστανα την άρρωστη, μου έφεραν οι δικοί μου στο Βενιζέλειο το ένα παιδί μετράει τ’ άστρα του Μενέλαου Λουντέμη, αλλά δεν χάρηκα, δεν είχα όρεξη για διάβασμα τότε, ασχολιόμουν περισσότερο με τη ζωγραφική, αλλά το διάβασα αργότερα. Μέσα από τα βιβλία μάθαινα κάποια πράγματα για τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, πράγματα που ούτε στο σχολείο τα μαθαίναμε, ούτε στο σπίτι τα είχα ακούσει ποτέ. Για την πείνα στην Κατοχή, για τους αγωνιστές που δεν ήθελαν να γίνει η Ελλάδα αμερικανικό προτεκτοράτο. «Ήμασταν τόσο ευτυχισμένοι σαν να είχαμε φάει για πρωινό τυρόπιτα». Αυτό νομίζω το είχα διαβάσει στο Μεγάλο Περίπατο του Πέτρου και με εντυπωσίασε, γιατί και εμένα το αγαπημένο μου κολατσιό ήταν η τυρόπιτα από το κυλικείο του σχολείου, με το λεπτό φύλλο που θρυμματιζόταν. Ακόμα και τώρα μου αρέσει να πάρω στα κρυφά μια τυρόπιτα από το κυλικείο του σχολείου, γιατί ντρέπεται να πούνε ότι η μαμά είναι τόσο λαίμαργη. Επίσης μια άλλη φράση που μου έκανε μεγάλη εντύπωση είναι για ένα Ρώσο, τον Σεριόζα, δεν θυμάμαι από ποιο βιβλίο ήταν, «ότι αν γνωρίσεις ένα καλό Ρώσο είναι ό,τι καλύτερο μπορείς να γνωρίσεις».
Στο γυμνάσιο διάβασα τον Καπετάν Μιχάλη και τον Αλέξη Ζορμπά του Καζαντζάκη, απλά τα είχαμε στο σπίτι και τα διάβασα. Με εντυπωσίασε ιδιαίτερα η σκηνή που ο Καπετάν Μιχάλης σκότωσε την Εμινέ, αλλά και ο Τίτυρος, ο δάσκαλος που όμως είχε και γενναιότητα πέρα από τη θεωρία. Στο Ζορμπά εντυπωσιάστηκα με τη φράση «η γυναίκα είναι παραπονιάρικο πράμα». Τότε δεν είχα καταλάβει τι ακριβώς εννοεί, γιατί το παρουσίαζε σαν κάτι ελκυστικό και θετικό. Τελικά από τότε μέχρι σήμερα, η κοινωνία επιδοκιμάζει τη «χαριτωμένη γκρινιάρα» και δεν ευνοεί τις γυναίκες που είναι «της ευθείας, της αντρικής οδούς», όπως θα έλεγε και ο Αντώνης Σαμαράς! Όταν μετακομίσαμε στα Χανιά στη β΄ γυμνασίου, με περίμενε μια υπέροχη έκπληξη. Το σχολείο μου στο Ηράκλειο μου έστειλε, μαζί με το βραβείο και το αριστείο μου, το βιβλίο του Ηλία Βενέζη Αιολική Γη. Στο λύκειο, γνώρισα μια ξένη κοπέλα, η οποία τελικά παντρεύτηκε ένα συγγενή μου και μου δάνεισε το βιβλίο της Άλκης Ζέη η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα και ένα τεύχος του περιοδικού cosmopolitan με την προειδοποίηση ότι είναι αρκετά «μοντέρνο». Το διάβαζα για χρόνια παρόλο που για τις μεγαλύτερες ήταν «διεφθαρμένο». Κάποια στιγμή μετά από χρόνια σταμάτησε να κυκλοφορεί και αυτό, όταν ξεκίνησε η οικονομή κρίση, αφού πρώτα κυκλοφόρησε για ένα διάστημα με μειωμένη τιμή.
Από τα φοιτητικά μου χρόνια μέχρι σήμερα συνεχίζω να διαβάζω περιοδικά, ξενόγλωσσα και ελληνικά. Επειδή τα αγγλικά ήταν αρκετά ακριβά, αγόραζα γερμανικά που είχαν σχετικά προσιτές τιμές. Επίσης διαβάζω τα περιοδικά που δίνουν δώρο οι κυριακάτικες εφημερίδες, αλλά και πολλά άλλα μηνιαία γυναικεία περιοδικά. Εκτός από τις διαφημίσεις, έχουν συνήθως και μερικά άρθρα ή συνεντεύξεις και διάφορα θέματα. Μια από τις πρώτες βδομάδες μου στο πανεπιστήμιο, ακολούθησα μια μέρα τους φίλους μου από το τμήμα Βιβλιοθηκονομίας και παρακολούθησα το μάθημα του καθηγητή Β. Μανδηλαρά, ο οποίος μίλησε για τα ιλουστρασιόν περιοδικά, ότι είναι μεν ωραία, ευχάριστα, αλλά να τα αποφεύγουμε… Και μια άλλη μέρα, στο μίζερο φοιτητικό εστιατόριο, ήμουν με τον πατέρα μου και ξεφύλλιζα ένα περιοδικό. Μου είπε τότε «ποια νομίζεις πως είσαι;». «Αυτά απευθύνονται σε ένα άλλο κοινό». Τότε εγώ δεν είχα διαπιστώσει κάτι περίεργο σχετικά με τα περιοδικά που διάβαζα, εκτός του ότι διαφήμιζαν ρούχα, αξεσουάρ και κοσμήματα που δεν θα μπορούσα ποτέ να αγοράσω. Και όμως, στη μπουτίκ της FollieFolli στην Κέρκυρα είχα αγοράσει ένα μπρονζε δερμάτινο τσαντάκι που είχε κοστίσει όσο ένα ενοίκιο. «Είναι split leather» μου είχε πει η πωλήτρια, γι’ αυτό είναι τόσο ακριβό». Γενικά είχα μια μανία με τα ψώνια, σίγουρα σε αυτό έπαιζαν ρόλο τα περιοδικά και μου έλεγε μια συμφοιτήτριά μου «μην ασχολείσαι με αυτά, προκαλούν κατάθλιψη». Μάζευα, μάζευα, σαν να ήθελα να κάνω φωλιά κουνελιού! Καταναλωτική μανία κυριολεκτικά… που κρατάει «όσο υπάρχουν χρήματα».
Στο εξάμηνο Erasmus – Socrates που έκανα στο πανεπιστήμιο Johannes – Gutenberg συνέχιζα να αγοράζω περιοδικά και τότε ανακάλυψα μια άλλη διάστασή τους. Τα ιλουστρασιόν περιοδικά είχαν μια έντονη, αλλά ευχάριστη μυρωδιά, ποιος ξέρει γιατί δεν το είχα προσέξει ως τότε. Είχα ένα χριστουγεννιάτικο τεύχος του ELLE που πρότεινε δύο είδη μακιγιάζ και το είχα συνέχεια μαζί μου, αλλά αγόρασα και όλα τα καλλυντικά που διαφήμιζε.
Μια άλλη φορά είχα δει στο αεροδρόμιο και πάλι στη FollieFolli μια κόκκινη τσάντα λουστρίνι καπιτονέ, αλλά η τιμή της ήταν απαγορευτική. Την είδα και τα Χριστούγεννα και το Πάσχα, όταν κατέβαινα Κρήτη για διακοπές, αλλά τελικά δεν την αγόρασα. Καθεμιά μας έχει κάποια απωθημένα, όπως «την τσάντα που δεν αγόρασα», έλεγε ένα άρθρο σε περιοδικό… Στην Κέρκυρα είχαν πολλή ιταλική μόδα. Είχα ένα ζευγάρι σκουλαρίκια κρεμαστά, με δύο χρώματα σμάλτο, αντικέ ροζ και σκονισμένο λιλά… Μια καλοκαιρινή μέρα είχα βαρεθεί μέσα στο σπίτι και αποφάσισα να βγω μια βόλτα μέχρι το «γιαλό» και να πάρω ένα παγωτό από το γαλακτοπωλείο «Κάστρος»». Όταν επέστρεψα είχα χάσει το ένα, βγήκα να το ψάξω αλλά μάταια. Δεν ήταν απλά μια καταναλωτική μανία, ήταν μια λατρεία των αντικειμένων, που ήταν τόσο ακριβά όσο μπορούσε να αντέξει η τσέπη μας. Το μόνο πράγμα που μόνο τώρα τελευταία έχει αρχίσει να με ενδιαφέρει, είναι οι φωτογραφίες. Δεν είχα ποτέ φωτογραφική μηχανή και δεν με ενδιέφερε να κρατήσω φωτογραφίες από το σχολείο, από το πανεπιστήμιο, από τα ταξίδια μου. Σε αυτό έπαιζε ρόλο και η συνήθως πολύ χαμηλή αυτοπεποίθηση που είχα όσον αφορά την εμφάνισή μου, αν και η μαμά όταν ήμουν φοιτήτρια μου έλεγε, και το πίστευε, ότι μοιάζω με τη Μόνικα Μπελούτσι απλά όχι τόσο ψηλή! Το είχα πει αυτό στη φίλη μου και γελάσαμε. Σχολίασε ότι, εμείς χρειαζόμαστε καρέκλα για να φτάσουμε στα πάνω ντουλάπια, αλλά είμαστε αρκετά γλυκές και έχουμε τη φρεσκάδα μας! Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν άντρες που η συναισθηματική τους νοημοσύνη είναι τόσο χαμηλή που μπορούν να πουν σε μια απλή φίλη «δεν είσαι ούτε άσχημη, ούτε όμορφη. Δηλαδή, ήσουν όμορφη στα είκοσι, αλλά όχι και μοντέλο». Μέχρι τώρα έχω αποκτήσει αρκετή ωριμότητα, ώστε να συγχωρώ και να κατανοώ κάθε είδους ανοησία και επίσης έχω αποκτήσει την αυτοπεποίθηση να νιώθω πλούσια και τυχερή, αν απλά μπορώ να σκέφτομαι και να γράφω. Και φυσικά να διαβάζω. Θυμάμαι μόνο μια φορά που συνειδητοποίησα ότι μπορώ να τραβήξω όλα τα βλέμματα, αλλά μετά το ξέχασα αμέσως. Ήταν στα φοιτητικά μου χρόνια και μου ήρθε η ιδέα να φορέσω μια κατακκόκινη πένσιλ φούστα από πετσετέ ύφασμα που τη βρήκα σε ένα παλιό μπαούλο και να τη συνδυάσω μέ ένα μαύρο φανελάκι με λεπτές τιράντες και να κυκλοφορήσω έτσι στο κέντρο της Κέρκυρα. Η τρέλα εκεί, τότε τουλάχιστον επιτρεπόταν, δεν ήταν τίποτα να δεις κάποιος με ποδήλατο να τραγουδάει στη βροχή. Έτσι και εγώ, χαιρόμουν που είχα τραβήξει όλα τα βλέμματα, έπιασα μέχρι και ένα αστυνομικό να με κοιτάζει σαν υπνωτισμένος… Και άλλη μια φορά πάλι στην Κέρκυρα, είχα φορέσει ένα μίνι χακί φόρεμα που το είχα πάρει από τη λαϊκή και ένας τσιγγάνος που πουλούσε πράγματα μου είπε σοβαρά σοβαρά «πολύ τέλεια είσαι ορέ παιδί μου». Δεν ήταν πιο αθώα η εποχή. Αθώα ήμουν εγώ, που δεν καταλάβαινα τι εννοούσε ένας φίλος μου, όταν έλεγε «εσύ έχεις αξία, αλλά δεν το ξέρεις». Μου έλεγε αυτό που όλοι θεωρούσαν φυσιολογικό μέχρι να ξεσπάσει το «ελληνικό metoo». Δηλαδή «είσαι νέα, είσαι όμορφη και αυτό πρέπει να το διαπραγματευτείς και να το πουλήσεις προς όφελός σου…» Να είσαι έξυπνη, με είχε συμβουλεύσει ένας ηλικιωμένος καθηγητής μου που είχε μάλλον καταλάβει ότι ήμουν λίγο αγαθή, αφελής, δεν ξέρω πως να το πω. Τώρα η κοινωνία έχει προοδεύσει και το να είσαι νέα δεν έχει πια και τόση σημασία όσο παλιά, αρκεί με τη γυμναστική και διάφορους άλλους τρόπους να διατηρείσαι σε καλή κατάσταση. Τα 50 είναι τα νέα 30, διακηρύσσουν τα γυαλιστερά περιοδικά.
Η κοινωνία αλλάζει και το μοντέλο που παράτησε το σχολείο για την καριέρα και τον πλούσιο γάμο δεν είναι πια στη μόδα. Τωρα πρέπει να έχουν τουλάχιστον ένα κάποιο πτυχίο. Τηλεόραση δεν βλέπω ποτέ, όμως τα τελευταία ένα δυο χρόνια βλέπω μια αξιοσημείωτη στροφή στα άρθρα που απευθύνονται σε γυναίκες. Θέλω να τα μαζέψω όλα μαζί αυτά τα αξιοπερίεργα, γιατί πάνε να μας βγάλουν τρελούς, ακόμα και τα γυνακεία περιοδικά! Οι πρώην φανατικές φεμινίστριες τώρα λένε «ο άντρας μου ήταν βράχος δίπλα μου». Χήρα συγγραφέα δηλώνει «χρωστάω τα πάντα στον άντρα μου». «Η γυναίκα δεν μπορεί να χρηματοδοτεί το γάμο με ένα χρεοκοπημένο, γι’ αυτό ζητάει διαζύγιο». Ένα άλλο άρθρο συμβουλεύει να μην διστάζουμε καθόλου να βγαίνουμε παράλληλα με όλους μέχρι να βρούμε τον «καλύτερο». «Ευχαριστώ τον άντρα μου» (για την κοινωνική μου επανένταξη – ενώ πριν δήλωνα ότι ο πρώην μου είναι ο άντρας της ζωής μου). Τελικά μερικές έχουνε πολλές ζωές. Οι γυναίκες έχουν μεγάλη αξία, αρκεί να είναι πριγκίπισσες, αγγελάκια της Victoria Secret, πλούσιες νοικοκυρές, κληρονόμοι. Όμως ακόμα και η φοιτήτρια της διπλανής πόρτας μπορεί να ανέβει κοινωνικά και επαγγελματικά με βάση το «νέο φεμινισμό», έτσι ώστε να μπορεί και να αγοράζει τα ωραία αντικείμενα και τις ωραίες εμπειρίες που διαφημίζουν τα lifestyle περιοδικά.
Με λίγα λόγια, φεμινίστρια πλέον σημαίνει να έχεις υλικά μέσα, με οποιοδήποτε τρόπο. Γυναίκα και άνθρωπος εν γένει είσαι αν διαθέτεις ιδιοκτησίες και τα λοιπά. Δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή ότι το ζητούμενο είναι γίνει έστω και μια μικρή βελτίωση στη ζωή των γυναικών στη χώρα μας. Το μόνο που χρειάζονται οι περισσότερες στην Ελλάδα σήμερα είναι η οικονομική ανεξαρτησία μέσω μιας καλοπληρωμένης δουλειάς που να μπορούν να τη φτιάξουν και μόνες τους. Η Ελένη από τη Ρωσία μια ζωή «διαβάζε, διαβάζε» και μεσήλικη πια ήρθε να ψάχνει δουλειά στην Ελλάδα, γιατί η χώρα της έπαψε να ανήκει στο λαό της. Την ίδια εποχή, μια φοιτήτρια πανεπιστημίου στην Αλβανία δηλώνε πως δεν θα ήθελε να έρθει στην Ελλάδα να καθαρίζει τα σπίτια αγράμματων αφεντικών… Αυτή η μοίρα περίμενε και τη μέση Ελληνίδα από το 2009 και μετά και ας «διάβαζε», «διάβαζε» μια ζωή όπως η Ελένη από τη Ρωσία. Καταλάβαμε πια είναι πως ο περίφημος δυτικός τρόπος ελεύθερης ζωής είναι για όλο και πιο λίγους.
* από το γερμανικό υπέροχο μυθιστόρημα Hampels Fluchten του Heinrich Hampel. Η γερμανική λογοτεχνία μετά την πτώση του Τείχους, ήταν υποταγμένη, όπως και η Ευρώπη γενικά, στη δυτική προπαγάνδα, δεν χειραφετήθηκε ποτέ, αλλά έλεγε και καμιά αλήθεια που και που…