Ανακοίνωση εξέδωσε ο Σύλλογος Εργαζομένων ΟΤΑ Ν. Ηρακλείου, σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων και ρυθμίσεων στο πλαίσιο της ανάγκης περιορισμού της διασποράς του κορωνοϊου.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται αναλυτικά:
Δυστυχώς τις τελευταίες ημέρες πληθαίνουν διαρκώς τα επιβεβαιωμένα κρούσματα COVID-19 στους περιφερειακούς δήμους , τόσο σε εργαζόμενους όσο και σε αιρετούς.
Αυτό που παρατηρούμε είναι μια ανακολουθία, από το σύνολο των περιφερειακών Δήμων, του νομού Ηρακλείου, να εφαρμοστούν τα μέτρα προστασίας, με βάση την πρόσφατη εγκύκλιο του Υπ.Εσωτερικών (αρ.πρ. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/134/ΟΙΚ.21190/13.11.2020), στην οποία αναφέρεται λειτουργία με το απολύτως απαραίτητο προσωπικό .
Ειδικότερα οι αναφορές από πλευράς εργαζομένων μας δηλώνουν:
o Μη ύπαρξη πλάνου εργασιών βάσει της εγκυκλίου, (με αρ.πρ.ΔΙΔΑΔ/Φ.69/134/ΟΙΚ.21190/13.11.2020), στην πλειονότητα των Δήμων έως σήμερα.
o Η μη εφαρμογή της τηλεργασίας στο μέγιστο δυνατό ποσοστό (εγκύκλιος με αρ.πρ. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/133 ΟΙΚ.20764/07.11.2020).
o Τα μέτρα προστασίας είναι ελλιπή ειδικά σε γραφεία που δέχονται κοινό (έλλειψη προστατευτικών τζαμιών στα περισσότερα).
o Το εργατοτεχνικό προσωπικό προσέρχεται στην εργασία του, καθημερινά, χωρίς πλάνο για εκ περιτροπής εργασία εφόσον δύναται και συνωστίζεται σε ακατάλληλους μικρούς χώρους.
o Αναπάντητα μένουν ερωτήματα, προς τις αρμόδιες Δ/νσεις Προσωπικού και Δημοτικές Αρχές σε σχέση με την διαχείριση του πρωτοκόλλου του ΕΟΔΥ, σε περιπτώσεις κρουσμάτων η επαφών.
o Εργαζόμενοι σε δομές που είναι κλειστές (Παιδ.Σταθμοί),αυτή την περίοδο, υποχρεώνονται να πηγαίνουν καθημερινά στο χώρο εργασίας τους όλοι, χωρίς να έχουν αντικείμενο εργασίας και χωρίς να αξιοποιούνται σε άλλα καθήκοντα με εκ
περιτροπής εργασία.
Ο Σύλλογος μας, έχει καλέσει εγγράφως, Δημοτικές Αρχές και τις αρμόδιες υπηρεσίες αυτών, να ανταποκριθούν με συνέπεια στην εφαρμογή των μέτρων προστασίας και του πρωτοκόλλου του ΕΟΔΥ, σχετικά με τη διαχείριση κρουσμάτων.
Πιστεύουμε, ότι αποτελεί ευθύνη και υποχρέωση, των αρχών των δημόσιων υπηρεσιών, η εφαρμογή των μέτρων προστασίας για τον περιορισμό της πιθανότητας μόλυνσης
εργαζομένων και κοινού.