Του Γιώργου Μακράκη*
Έπειτα από την έκδοση της υπουργικής απόφασης με την οποία η πολιτική ηγεσία του Υπ. Παιδείας επιβάλλει την ηλεκτρονική ψηφοφορία στις εκλογές για την ανάδειξη αιρετών εκπροσώπων των εκπαιδευτικών στα Υπηρεσιακά Συμβούλια, δεν υπήρχε άλλος δρόμος από την απόσυρση των ψηφοδελτίων όλων των παρατάξεων. Η συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΔΟΕ στις 16 Οκτωβρίου επισφράγισε αυτή την εξέλιξη με μια ιστορική απόφαση: Την συντεταγμένη απόσυρση των ψηφοδελτίων όλων των συνδικαλιστικών δυνάμεων από τις εκλογές-παρωδία, που επιχειρεί να στήσει το ΥΠΑΙΘ.
Γιατί φτάσαμε όμως στο σημείο να αποσύρουμε τις υποψηφιότητές μας από την ηλεκτρονική ψηφοφορία; Θα αναρωτηθεί κάποιος, ότι το γεγονός αυτό δεν αποτελεί ένα βήμα εκσυγχρονισμού της διαδικασίας ή μία ευελιξία που παρέχεται από την κυβέρνηση λόγω των περιοριστικών μέτρων; Ωστόσο, όταν ληφθούν όλες οι παράμετροι υπόψη, θα διαπιστωθεί πως υπάρχει συγκεκριμένη πολιτική στόχευση αποδόμησης και αποστέωσης της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης.
Το Υπουργείο Παιδείας και συνολικά η κυβέρνηση επιχειρεί να αξιοποιήσει ως εργαλείο την ηλεκτρονική ψηφοφορία, ώστε να απομονώσει τους εργαζόμενους από τις δια ζώσης συλλογικές διαδικασίες και να αποδυναμώσει τις βασικές λειτουργίες των συνδικαλιστικών οργάνων, όπως τις γενικές συνελεύσεις και τις εκλογικές διαδικασίες. Σ’ αυτή την κατεύθυνση κινείται εξάλλου το νομοσχέδιο που ετοιμάζεται και προβλέπει υποχρεωτική ηλεκτρονική «ψηφοφορία» για τη λήψη απόφασης απεργιακής κινητοποίησης με το 50+1. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο μην ξεχνάμε και την αντιδημοκρατική εκτροπή με το νόμο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων. Κατά συνέπεια υπάρχει ένα σαφές πολιτικό σχέδιο με ιδεολογικό πυρήνα την αποδόμηση της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης.
Ειδικότερα, στις εκλογές των υπηρεσιακών συμβούλιων στο χώρο της εκπαίδευσης με την εφαρμογή της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας επιδιώκεται η υπονόμευση και απαξίωση του θεσμού του αιρετού. Η στόχευση της κυβέρνησης για όσο το δυνατόν μικρότερη συμμετοχή των συναδέλφων στις εκλογικές διαδικασίες οδηγεί στον ευτελισμό του αιρετού εκπροσώπου και τον δραστικό περιορισμό του ρόλου του.
Πέρα από το ιδεολογικό υπόβαθρο για την αποδόμηση της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης μέσω της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας υπάρχουν σοβαρά και ακανθώδη ζητήματα επί της πρόχειρης και κακοστημένης διαδικασίας από την πλευρά του Υπουργείου Παιδείας. Κι αυτό διότι δεν διασφαλίζεται η μυστικότητα της ψήφου, δεν εξασφαλίζεται η ταυτοποίηση του ψηφοφόρου και η προστασία των προσωπικών δεδομένων 180.000 εκπαιδευτικών. Ακόμη, κανείς δεν εγγυάται τη μη διαρροή στοιχείων κατά τη διάρκεια των εκλογικών διαδικασιών. Τέλος, είναι απίθανο κι όμως αληθινό πως υπάρχει η δυνατότητα πολλαπλής «διόρθωσης» της ψήφου.
Όλα τα παραπάνω οδήγησαν τις ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών, ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, να προβούν σε συντεταγμένη απόσυρση των ψηφοδελτίων και να μην νομιμοποιηθεί καμία διαδικασία που συμβάλλει στην αποψίλωση της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης. Η θέση και η πρόταση του εκπαιδευτικού κόσμου είναι ξεκάθαρη και τονίζεται σε κάθε περίπτωση, πριν ξεκινήσει η γνωστή σπέκουλα από τους καλοθελητές της κυβερνητικής πολιτικής. Είναι αυτονόητη η παράταση της θητείας των αιρετών εκπροσώπων, οι εκλογές να πραγματωθούν με φυσική παρουσία, όταν το επιτρέψουν οι υγειονομικές συνθήκες, και η διαδικασία να υλοποιηθεί σε εργάσιμη ημέρα χωρίς άδεια.
*Γιώργος Μακράκης, Δάσκαλος- Πρόεδρος του Συλλόγου Εκπαιδευτικών ΠΕ «Δ. Θεοτοκόπουλος, Μέλος ΕΕ ΑΔΕΔΥ