«Η νέα Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας με τη συγκεκριμένη δομή της και τις ευρείες αρμοδιότητές της στη χάραξη πολιτικών των αυξημένων υποχρεώσεων, στην πραγματοποίηση ελέγχου και επιβολή μέτρων και κυρώσεων προστίμων, αποτελεί βήμα στην ενίσχυση της επιτελικότητας του εχθρικού για τον λαό αστικού κράτους», επισήμανε κατά τη συζήτηση της ενσωμάτωσης της οδηγίας NIS 2 της ΕΕ για την κυβερνοασφάλεια ο βουλευτής του ΚΚΕ Μανώλης Συντυχάκης.
Ξεκαθάρισε πως λύση δεν αποτελεί η ενίσχυση αυτού του αντιδραστικού κράτους, των αρχών και των εργαλείων του «αλλά η πάλη για να μπει φρένο σε αυτή την αντιλαϊκή και επικίνδυνη πολιτική, για να μην περάσουν τα επικίνδυνα σχέδια της ΕΕ και του ΝΑΤΟ που είναι σε εξέλιξη αυτή την περίοδο μέσα στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα σχέδια που ετοιμάζουν για την πολεμική οικονομία. Την ασφάλεια για τον λαό μπορεί να εγγυηθεί μόνο ο ίδιος ο λαός με τη δική του εξουσία, όταν όλες οι σημαντικές, κρίσιμες υποδομές, που τις δουλεύει ο ίδιος ο εργαζόμενος λαός της χώρας μας, περάσουν στα δικά του χέρια, αντί να τις λυμαίνονται για τα κέρδη και τους πολέμους τους μια χούφτα παράσιτα και το κράτος τους».
Υπενθύμισε πως η NIS 2 αντικαθιστά την πρώτη Οδηγία για την Κυβερνοασφάλεια που το 2016 ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση «μαζί με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ είχε φροντίσει να φέρει προς ψήφιση στη Βουλή το 2018» και πως το ΚΚΕ είχε επισημάνει ότι οι βασικοί στόχοι που υπηρετούνταν μέσα από τη συγκεκριμένη Οδηγία «κάθε άλλο παρά αφορούσαν γενικά και αόριστα όλους τους πολίτες, όλο τον λαό, την προστασία των δεδομένων, των δραστηριοτήτων του, της ιδιωτικής αλλά και κοινωνικής και πολιτικής ζωής».
Σημείωσε ακόμα ότι η κυβερνοασφάλεια «οργανώνεται με κριτήριο την αντοχή και προστασία των υποδομών, των μονοπωλιακών ομιλών και του κράτους για την προστασία της καπιταλιστικής κερδοφορίας στον σφοδρό διεθνή ανταγωνισμό», πως εκφράζεται σε όλο τον πλανήτη και με δεκάδες πολεμικές εστίες και βέβαια στη σύγκρουση ΕΕ – ΝΑΤΟ από τη μία και Ρωσίας από την άλλη στην Ουκρανία, στη Μέση Ανατολή με τη στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης στο κράτος-δολοφόνο του Ισραήλ, με γενικό υπόβαθρο τη βασική αναμέτρηση ΗΠΑ και Κίνας για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
«Σε αυτή την ανηλεή σύγκρουση που κλιμακώνεται και στην οποία η χώρα μας συμμετέχει ολοένα και πιο ενεργά, με ευθύνη βέβαια της κυβέρνησης και των υπολοίπων κομμάτων που συνηγορούν στους επικίνδυνους σχεδιασμούς των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, αποτελούν πιο οργανικό μέρος οι κυβερνοεπιθέσεις και άλλες υβριδικές απειλές» ανέφερε ο Μ. Συντυχάκης, προσθέτοντας ότι «ο λεγόμενος κυβερνοχώρος έχει πλέον εξελιχθεί σε πεδίο σφοδρών ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων και ενδοαστικών ανταγωνισμών» και η πολιτική για την κυβερνοασφάλεια «μόνο ουδέτερη που δεν είναι. Είναι στόχοι καθορισμένοι από το κεφάλαιο, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, καμιά θέση δεν έχουν εδώ οι λαϊκές ανάγκες και οι ελευθερίες, αντίθετα αυτές δέχονται επίθεση ακόμα και στο όνομα της προστασίας τους».
Στάθηκε στο νέο στρατηγικό δόγμα του ΝΑΤΟ «που ενέταξε με σαφήνεια τον κυβερνοχώρο ως πεδίο συνεχούς αντιπαράθεσης και σύγκρουσης» και υπογράμμισε ότι «η νέα Οδηγία φέρνει διεύρυνση σε μεγάλο βαθμό των οντοτήτων των εταιρειών αλλά και του δημόσιου τομέα που θα πρέπει να τηρούν σειρά υποχρεώσεις για την κυβερνοασφάλεια. Η νέα Οδηγία έρχεται να καλύψει πλήθος δραστηριότητες από την Ενέργεια και το νερό μέχρι την εφοδιαστική αλυσίδα, τα τρόφιμα και άλλες κρίσιμες υποδομές και δραστηριότητες που η Οδηγία τις κατατάσσει σε βασικές και σημαντικές. Ταυτόχρονα η νέα Οδηγία θέτει πιο αυστηρό ενιαίο σε όλη την ΕΕ πλαίσιο, με κοινούς κανόνες και διαδικασίες και με δομές συνεργασίας και ενιαίων απαντήσεων σε όλη την Ένωση για την προστασία από κυβερνοαπειλές». Για ποιους σκοπούς;
Σκοπός της Οδηγίας είναι «η προετοιμασία όλων των κρατών – μελών και ενιαία της ΕΕ στις εντεινόμενες ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις, μπροστά και στο ενδεχόμενο γενίκευσής τους», ενισχύεται το κράτος που παράλληλα με τους έξωθεν ανταγωνιστές και εχθρούς του, «βλέπει πάντοτε ως βασικό εχθρό τον εχθρό-λαό, στρέφοντας τις δυνατότητες, τα μέσα και τις υποδομές του σε βάρος των εργαζόμενων και της νεολαίας» και που νόμιμα και μαζικά αναβαθμίζει το ψηφιακό φακέλωμα, «καταγράφει για να κυνηγά από τον φτωχό αυτοαπασχολούμενο που κάτω από ένα ψηφιακό φάκελο μπαίνει στο στόχαστρο της ΑΑΔΕ, μέχρι τον αγωνιστή συνδικαλιστή που διώκεται για τη δράση του» ενώ στοχεύει στην «ασφαλή και απρόσκοπτη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, τη θωράκιση των υποδομών της ψηφιακής μετάβασης και κρίσιμων δραστηριοτήτων για την οικονομική και κοινωνική ζωή. Πρόκειται για τα μέσα και τις εγκαταστάσεις, την κερδοφόρα δραστηριότητα καταρχάς των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων που συγκεντρώνουν και στη χώρα μας και σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση αυτές τις βασικές και σημαντικές υποδομές. Επομένως, μιλώντας για την κυβερνοασφάλεια, μιλάμε για την ασφάλεια της κερδοφορίας του κεφαλαίου που εξαρτάται και από τις εγκαταστάσεις και τα δεδομένα του που είναι εκτεθειμένα σε επιθέσεις υβριδικές στον κυβερνοχώρο και οπουδήποτε αλλού. Τι σημαίνει όμως για το λαό όλη αυτή η εξέλιξη».
«Σε όλους αυτούς τους στόχους, στη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του κεφαλαίου, ομονοούν μαζί με την κυβέρνηση, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, και όλα τα άλλα κόμματα της συμπολιτευόμενης αντιπολίτευσης, αναφέρομαι στο ΠΑΣΟΚ, στον ΣΥΡΙΖΑ 1, στον ΣΥΡΙΖΑ 2 και πάει λέγοντας. Γι’ αυτό και στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, που έφερνε την Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας, η κριτική των άλλων κομμάτων εξαντλούνταν στο αν τα μέτρα της ΝΔ ήταν αρκετά αποτελεσματικά ή εάν η νέα Αρχή είχε τις απαραίτητες εγγυήσεις διαφάνειας και δημοκρατικής λογοδοσίας. Όχι στο τι καλείται να κάνει η νέα Αρχή, τι αντιδραστικές πρόκειται να εφαρμόσει» ανέφερε ο Μ. Συντυχάκης τονίζοντας ότι το παρόν νομοσχέδιο «φωτίζει την εκτεταμένη συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ διάφορων κρατικών αρχών, της Εθνικής Αρχής Κυβερνοασφάλειας με την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, το ΓΕΕΘΑ, τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, αλλά και τις ανεξάρτητες αρχές προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, διασφάλισης του απορρήτου και τα άλλα».
Και καταλήγοντας υπογράμμισε πως «η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, με τους συμμάχους τους, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, καθιστούν τον λαό μας, τις υποδομές από τις οποίες εξαρτάται η ζωή και οι ανάγκες του, τα δικαιώματα, τα δεδομένα του, στόχο σύγχρονων απειλών και επιθέσεων. Στην πραγματικότητα είναι το ίδιο το κράτος, η ίδια η κυβέρνηση με την πολιτική της που αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τον λαό μας».