Προβολή και συζήτηση αφιερωμένη στον κρητικό Λαβύρινθο, τον μυθολογικό αλλά και τον πραγματικό, θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου στις 8.00 το βράδυ στην αίθουσα της Έκθεσης του Τμήματος Δυτικής Κρήτης της Σπηλαιολογικής Εταιρείας, στην οδό Πατελάρου 14 της παλιάς πόλης του Ρεθύμνου. Η εκδήλωση γίνεται στο φως την πρόσφατης επίσκεψης στο σπήλαιο Λαβύρινθος της Μεσαράς με επικεφαλής το μέλος του Τμήματος Χάρη Στρατιδάκη, μαζί με 18 ακόμη ανήσυχους συντοπίτες. Ήταν η έκτη και τελευταία εξόρμηση που πραγματοποίησε εκεί. Η πρώτη ήταν με τον αυστριακό σπηλαιολόγο Robert Bouchal και τον Ζαχαρία Τσιριντάνη το έτος 1997, η δεύτερη από κοινού του Τμήματος Δυτικής Κρήτης της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας με εκπαιδευτικούς του Τμήματος Περιβαλλοντικής της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης το 1998, και οι επόμενες, το 1999, το 2011 και το 2019, όλες της Σπηλαιολογικής με διαφορετικούς συμμετέχοντες. Η πιο πρόσφατη έγινε με ατομική ευθύνη του αρχηγού της. Μερικές από τις αποστολές είχαν ως μέλη ειδικούς επιστήμονες, όπως τους πανεπιστημιακούς Γιάννη Τζιφόπουλο επιγραφολόγο, Νίκο Λίτινα παπυρολόγο, Μαριάννα Καλαϊτζιδάκη καθηγήτρια περιβαλλοντικής εκπαίδευσης κ.ά.
Με τις έξι αυτές αποστολές, οργανωμένες με όλα τα δυνατά μέτρα ασφάλειας, περισσότεροι από εκατό ενδιαφερόμενοι για την κρητική ιστορία γνώρισαν με φυσική εμπειρία το μνημείο της Κρήτης με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα για πέντε ολόκληρους αιώνες, από το 1413 μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα. Για όλες αυτές τις εκατονταετίες το σπήλαιο αυτό ταυτιζόταν με τον μυθολογικό Λαβύρινθο, του Μινώταυρου, του Θησέα και της Αριάδνης, μέχρι που μετά το 1901, με τις ανασκαφές στην Κνωσό από τον Έβανς, διατυπώθηκε η άποψη ότι μινωικός Λαβύρινθος ήταν το ίδιο το παλάτι της Κνωσού, άποψη που σήμερα γενικά αμφισβητείται. Μέχρι τότε πολλές χιλιάδες απλών Κρητικών αλλά και επιφανών επισκεπτών του νησιού, περιηγητών, ενετών προβλεπτών, δουκών της Κρήτης, στρατιωτικών διοικητών, καστελάνων, καστελαγασήδων, σερασκέρηδων, περιηγητών κ.λπ. φρόντιζαν να επισκεφθούν τα ορατά ερείπια της Γόρτυνας και στη συνέχεια να χωθούν στις σκοτεινές γαλαρίες του Λαβυρίνθου, συνολικού μήκους τότε μεγαλύτερου των πέντε χιλιομέτρων. Τα κατάφερναν με τη βοήθεια χωρικών από τα χωριά Καστέλι και Αμπελούζος, κεριών και φαναριών, και με τους απαραίτητους μίτους, όχι πια της Αριάδνης αλλά τους δικούς τους. Όλοι τους, κοινοί θνητοί και επώνυμοι άρχοντες, φρόντισαν να απαθανατίσουν την επίσκεψη τους με την εγγραφή του ονόματός τους στους τοίχους του σπηλαίου. Μερικοί και μερικές απ’ αυτούς το έκαναν με λεπτομέρειες, όπως με τα οικόσημά τους οι επιφανέστεροι και με την αναγραφή της εγκυμοσύνης στον 5ο μήνα μιας από τις εκατοντάδες κυρίες, που δεν φοβήθηκαν να χωθούν στα έγκατα της κρητικής γης. Τέτοιες επιγραφές έχουν μέχρι σήμερα καταγραφεί, μελετηθεί και δημοσιευτεί περί τις 1.200 από το Ινστιτούτο Σπηλαιολογικών Ερευνών. Μ’ αυτή την έννοια ο Λαβύρινθος αποτελεί σήμερα ένα παλίμψηστο της Κρήτης, πιθανόν το μεγαλύτερο.
Η ιστορία του μνημείου, το οποίο φαίνεται ότι διετέλεσε ένα από τα λατομεία της Γόρτυνας, το πιο επιφανές οπωσδήποτε, έγινε ακόμα πιο μυστηριώδης με τη χρησιμοποίησή του από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής την περίοδο 1941-44 ως αποθήκης πυρομαχικών, με το καθήκον μεταξύ άλλων να εφοδιάζει τα αεροπλάνα του αεροδρόμιου που διαμόρφωσαν στο Τυμπάκι, μετά από την κατεδάφιση της κωμόπολης. Τα αεροπλάνα αυτά εφοδίαζαν το Άφρικα Κορπς του Έρβιν Ρόμμελ στη βόρεια Αφρική, ως ερχόμενα από το πιο κοντινό ευρωπαϊκό αεροδρόμιο. Τα πυρομαχικά που διασώθηκαν στον Λαβύρινθο, αν και οι κατακτητές αποχωρώντας πρόλαβαν να ανατινάξουν ένα τμήμα του, στοίχειωσαν για πολλές δεκαετίες το σπήλαιο, ιδιαίτερα με την ανατίναξη το 1961 τεσσάρων πολιτών που τα συνέλεγαν για δικές τους δραστηριότητες. Η έκρηξη εκείνη, τα αποτελέσματα της οποίας είναι μέχρι σήμερα ορατά, στιγμάτισε την ιστορία του Λαβυρίνθου, αφού έκτοτε η επίσκεψη σ’ αυτόν από την ανατολική είσοδο είναι απαγορευμένη με μια σειρά μέτρων αποτροπής. Το 1999 η στρατιωτική μονάδα στην οποία έχει χρεωθεί το μνημείο είχε αποφασίσει να το κλείσει μια για πάντα με οπλισμένο σκυρόδεμα πολλών μέτρων πάχους, αλλά κάποιοι φορείς αντέδρασαν και το απέτρεψαν. Τον χώρο της σπηλαιολογίας είχε αντιπροσωπεύσει τότε το Τμήμα Δυτικής Κρήτης.
Οι ενδιαφερόμενοι θα έχουν την ευκαιρία να δουν πλήθος φωτογραφιών για όλα αυτά και για αρκετά ακόμα άλλα και να ενημερωθούν, αφού μάλιστα ο ομιλητής δηλώνει ότι η πρόσφατη εξόρμηση ήταν η τελευταία της οποίας διετέλεσε υπεύθυνος, Κι αυτό όχι μόνο για ηλικιακούς λόγους αλλά και επειδή το σπήλαιο έχει καταστεί εξαιρετικά επικίνδυνο, όχι μόνο από πυρομαχικά ή από τις κατά καιρούς καταπτώσεις, οι οποίες έχουν κάνει μη επισκέψιμες αρκετές από τις στοές του, αλλά πολύ περισσότερο μετά τους σεισμούς στο κοντινό Αρκαλοχώρι. Τεράστιοι όγκοι πέτρας πολλών δεκάδων τόνων κρέμονται πάνω από τα κεφάλια των επισκεπτών και κανένα μέτρο ασφάλειας και σπηλαιολογικό κράνος, οσοδήποτε ενισχυμένο, δεν μπορεί να τους προστατεύσει σε μια δύσκολη ώρα.
Μ’ αυτή την έννοια η επίσκεψη στον Λαβύρινθο της Κρήτης θα είναι πια μόνο εικονική, και τέτοια θα είναι η εκδήλωση της προσεχούς Τετάρτης, βασισμένη βέβαια σε μια προεργασία ενός τετάρτου του αιώνα και πλέον. Να σημειώσουμε ότι ο αείμνηστος Ρεθεμνιώτης Γιάννης Σπανδάγος είχε εκδώσει σχετική μονογραφία του Γερμανού φιλοκρήτα και συλλέκτη B. Traeger, ενώ υφίστανται και άλλα βιβλία και δημοσιεύματα, με πιο γνωστά εκείνα του Καλούστ Παραγκαμιάν και του περιοδικού «Κρητικό Πανόραμα». Όλα αυτά θα προβληθούν στην εκδήλωση, η είσοδος και παρακολούθηση της οποίας είναι ελεύθερη για κάθε ενδιαφερόμενο.
Να σημειωθεί ότι η προβολή-συζήτηση εντάσσεται σειρά εκδηλώσεων ενημέρωσης του κοινού για τις παλιότερες και τις σύγχρονες αποστολές της Σπηλαιολογικής εντός και εκτός Κρήτης. Προηγήθηκε παρόμοια εκδήλωση για τις αποστολές στα ιερά σπήλαια του προσφυώς αποκληθέντος «Αγίου Όρους της Κρήτης», δηλαδή των Αστερουσίων (Αγιοφάραγγο, Παναγία Μάρτσαλου, σπήλαια Κουδουμά κ.ά.). Ακολούθησαν άλλες δύο παρουσιάσεις για σπηλαιολογικές αποστολές στην Κάλυμνο και στη Σάμο. Συν τω χρόνω θα πραγματοποιηθούν επίσης αντίστοιχες για σπηλαιολογικές αποστολές του Τμήματος στην Κάσο, στη Γαύδο και στα Αντικύθηρα, από τον ίδιο πάντα εισηγητή.