Τη δολοφονία του Μπενιαμίν Νετανιάχου, του υπουργού άμυνας Γιόαβ Γκάλαντ, και του επικεφαλής της Shin Bet, ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών, σχεδίαζε να πραγματοποιήσει ισραηλινός πολίτης που φέρεται να είχε στρατολογηθεί και πληρωθεί αδρά από το Ιράν, όπως αναφέρει δημοσίευμα των Times of Israel.
Πρόκειται για τον 73χρονο επιχειρηματία Μοτί Μαμάν που συνελήφθη από τις ισραηλινές Αρχές.
Ο ύποπτος από την Ασκελόν, παραπέμφθηκε σε δίκη. Σύμφωνα με την έρευνα της Shin Bet και της αστυνομίας, ο Μαμάν ήταν επιχειρηματίας που ζούσε και δραστηριοποιούταν στην Τουρκία, έχοντας ανοίξει επιχειρηματικό δίαυλο με Τούρκους και Ιρανούς.
מוטי ממן, בן 73 מאשקלון, הוא הנאשם שגויס ע"י איראן – מעצרו הוארך ב-21 ימים @ShaniRami pic.twitter.com/aAOg2JxQ2z
— גלצ (@GLZRadio) September 19, 2024
הישראלי המואשם בריגול ופגישות עם סוכנים איראניים באירן: מוטי ממן תושב אשקלון, בן 73.
עברו הפלילי: חמש הרשעות של סחיטה באיומים לקבל נכס, איומים, עבירות מס.
סניגורו: בנו משרת בעזה ובן אחר בצפון. יתכן שפעולותיו היו פליליות ולא בטחוניות. pic.twitter.com/jn3euL7PFb— אסף פוזיילוב (@pozailov1) September 19, 2024
Η έκθεση Shin Bet και αστυνομίας για τον Μαμάν
Το Times of Israel γράφει ότι τον Απρίλιο του 2024 ο συλληφθείς συναντήθηκε με επιχειρηματία στο Ιράν με τη διαμεσολάβηση δύο Τούρκων για την προώθηση επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Στη συνέχεια, ο ύποπτος ταξίδεψε στην πόλη Σαμαντάγκ, στα σύνορα με τη Συρία και συναντήθηκε με εκπροσώπους του Ιρανού επιχειρηματία. Εκεί, οι δύο άνδρες είχαν τηλεφωνική επικοινωνία.
Η Shin Bet σημειώνει ότι τον περασμένο Μάιο ότι ο ύποπτος ταξίδεψε στην Τουρκία για να συναντηθεί με τους δύο εκπροσώπους του επιχειρηματία, αφού δεν μπορούσε να εγκαταλείψει τη χώρα του και να ταξιδέψει στην Τουρκία.
Όταν ήρθε η ώρα να ταξιδέψει στο Ιράν, ο Ισραηλινός ύποπτος συναντήθηκε με τον επιχειρηματία και ένα άλλο άτομο, ο οποίος συστήθηκε ως μέλος των δυνάμεων ασφαλείας της χώρας.
Κατά τη διάρκεια αυτής της συνάντησης, ο επιχειρηματίας πρότεινε στον Ισραηλινό ύποπτο να εκτελέσουν διάφορες αποστολές στο Ισραήλ για λογαριασμό του ιρανικού καθεστώτος, συμπεριλαμβανομένης της αποστολής χρημάτων ή ενός πιστολιού σε συγκεκριμένες τοποθεσίες, της λήψης φωτογραφιών από πολυσύχναστους δημόσιους χώρους και της απειλής Ισραηλινών πολιτών που εργάζονταν για το Ιράν αλλά δεν κατάφεραν να φέρουν εις πέρας τις αποστολές που τους είχαν ανατεθεί.
Ο Ισραηλινός ύποπτος δήλωσε ότι θα εξετάσει την πρόταση και τον Αύγουστο του 2024 επέστρεψε στο Ιράν. Σύμφωνα με την έρευνα, εισήλθε λαθραία στο Ιράν μέσω μιας χερσαίας διάβασης, κρυμμένος μέσα σε ένα φορτηγό.
Η Shin Bet ισχυρίζεται επίσης ότι ο Ισραηλινός συναντήθηκε και με αξιωματούχους των ιρανικών μυστικών υπηρεσιών. Τότε του ζήτησαν να «προωθήσει το σχέδιο για δολοφονικές επιθέσεις εναντίον του πρωθυπουργού Νετανιάχου, ή του υπουργού Άμυνας Γκάλαντ, ή του επικεφαλής της Shin Bet, Ρόνεν Μπαρ.
Οι Ιρανοί αξιωματούχοι των μυστικών υπηρεσιών εξέτασαν επίσης το ενδεχόμενο δολοφονίας άλλων υψηλόβαθμων αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένου του πρώην πρωθυπουργού Ναφτάλι Μπένετ, σύμφωνα με την έρευνα.
Η Shin Bet αναφέρει ότι τα σχέδια δολοφονίας θεωρήθηκαν από τους Ιρανούς αξιωματούχους ως εκδίκηση για τη δολοφονία του ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια.
Ο Ισραηλινός ζήτησε 1 εκατομμύριο δολάρια προκαταβολικά για την αποστολή.
Την επόμενη ημέρα, ο ύποπτος συναντήθηκε και πάλι με τους αξιωματούχους των ιρανικών μυστικών υπηρεσιών, όπου συζήτησαν και πάλι τα σχέδια δολοφονίας ανώτερων Ισραηλινών αξιωματούχων, αναφέρει η Shin Bet.
Κατά τη διάρκεια αυτής της συνάντησης, σύμφωνα με την έρευνα, προτάθηκε επίσης στον Ισραηλινό να τοποθετήσει χρήματα σε διάφορες περιοχές του Ισραήλ προς άλλα πρόσωπα που εργάζονται για λογαριασμό του Ιράν.
Στη συνάντηση προτάθηκαν επίσης ο εντοπισμός Ρώσων ή Αμερικανών για να τους ανατεθεί η δολοφονία Ιρανών αντιφρονούντων στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ αλλά και η στρατολόγηση μέλους της Μοσάντ ως διπλού πράκτορα.