Συνολικά, πάνω από 48.000 Ελληνοεβραίοι θα εκτοπιστούν στο Άουσβιτς, στο Μπιργκενάου και στο Μπέργκεν-Μπέλσεν. Μόνο 2.000 θα επιστρέψουν τελικά στην Ελλάδα μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
15 Μαρτίου 1943: Αναχωρεί από τη Θεσσαλονίκη ο πρώτος συρμός με Έλληνες Εβραίους, με προορισμό το Άουσβιτς. Συνολικά, πάνω από 48.000 Ελληνοεβραίοι θα εκτοπιστούν στο Άουσβιτς, στο Μπιργκενάου και στο Μπέργκεν-Μπέλσεν. Μόνο 2.000 θα επιστρέψουν τελικά στην Ελλάδα μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
«Αγαπημένο μου παιδί, σου γράφω αυτές τις γραμμές με τα μάτια γεμάτα δάκρυα και την καρδιά παγωμένη από τον τρόμο» έγραφε η Σαρίνα Σαλτιέλ στον γιο της Μωρίς, στις 17 Μαρτίου 1943, δύο ημέρες μετά την αναχώρηση του πρώτου «τρένου του θανάτου» για το Άουσβιτς- Μπίρκεναου. Δύο ημέρες μετά το πρώτο εκείνο σφύριγμα στον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, που σήμανε την αντίστροφη μέτρηση για την άλλοτε ακμάζουσα εβραϊκή κοινότητα της πόλης.
Εβδομήντα οκτώ χρόνια συμπληρώνονται σήμερα, Δευτέρα 15 Μαρτίου, από την πρώτη αποστολή θανάτου στα στρατόπεδα- κολαστήρια της ναζιστικής μηχανής θανάτου και μέσα από την επιστολή αυτή της Σαρίνας Σαλτιέλ -μία από τις πολλές που συνέλεξε, μελέτησε και συμπεριέλαβε στο βιβλίο του «Μην με ξεχάσετε» (εκδ. Αλεξάνδρεια) ο ιστορικός Λεόν Σαλτιέλ– αναβιώνει με γλαφυρό τρόπο όλη «η αγωνία που προοδευτικά μεγαλώνει, δουλειά έμπειρου σαδιστή», που ένιωθαν οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης αλλά και τη ζωή στο γκέτο, λίγο πριν από τη βίαιη εκδίωξη των Εβραίων της Θεσσαλονίκης.
«Τώρα το χειρότερο είναι ο εκτοπισμός» τόνιζε η Σαρίνα Σαλτιέλ, περιγράφοντας τα συναισθήματα που κατέκλυζαν την ίδια αλλά και τους χιλιάδες Εβραίους της πόλης:
«Το αίμα μας παγώνει κάθε στιγμή, η καρδιά μας χτυπάει να σπάσει, πρέπει να εγκαταλείψουμε τα πάντα, πατρίδα, γονείς, να αποχωριστούμε ο ένας από τον άλλον, φίλους και αγαθά, και να φύγουμε με μόνο ένα σάκο στην πλάτη. Δεν έχουμε δικαίωμα να πάρουμε ούτε μία βαλίτσα». Και συνέχιζε περιγράφοντας τις ώρες και τις μέρες μετά την πρώτη αποστολή: «Η πρώτη αμαξοστοιχία έφυγε ήδη, προς ποιον προορισμό; Το αγνοούμε. Η δεύτερη θα φύγει σήμερα. Την ημέρα της αναχώρησης οι άνθρωποι ξετρελαμένοι καίνε έγγραφα, χρήματα, σπάζουν τα έπιπλά τους με κραυγές θανάσιμα πληγωμένων θηρίων, έπειτα εγκαταλείποντας τους καρπούς της δουλειάς τους φεύγουν στοιβαγμένοι σαν σαρδέλες μέσα σε βαγόνια για ζώα, και να τους αντιμετωπίζουν με λιγότερο σεβασμό από αυτά».
Η αγωνία για το άγνωστο, η ανάγκη ν’ αντλήσουν οι άνθρωποι αυτοί δύναμη από κάπου αλλά και η λαχτάρα για ένα θαύμα εναλλάσσονται από παράγραφο σε παράγραφο, με το κυρίαρχο ερώτημα -γιατί να συμβαίνουν όλα αυτά- να πλανάται στην ατμόσφαιρα.
«Δεν ξέρω τι με περιμένει αύριο τα χαράματα. Αν μας εκτοπίσουν θα προσπαθήσω να είμαι δυνατή, να αντέξω όλες τις ταλαιπωρίες, μόνο για να έχω την ευτυχία να σε ξαναδώ μια μέρα. Μέσα στις δύσκολες στιγμές η μορφή σου θα μου δίνει τη δύναμη, θα λέω “όχι”, να μην αφήσουμε να μας αποτελειώσουν», γράφει η Σαρίνα Σαλτιέλ στον γιο της, ενώ σε άλλο σημείο ψάχνει να βρει αποκούμπι στην πίστη: «Ο Θεός δεν θα μας εγκαταλείψει. Μπορεί να κάνει ένα θαύμα από μια στιγμή στην άλλη. Είναι τόσες ψυχές που τον ικετεύουν».
«Ψάχνω να βρω στη συνείδησή μου τι κακό έχω κάνει για να υποφέρω έτσι, σου ορκίζομαι αγαπημένο μου παιδί πως δεν βρίσκω κάτι. Ήμουν πάντα καλή και γενναιόδωρη προς όλους», αναφέρει, σε μια προσπάθεια ν’ απαντήσει στο δικό της «γιατί». Μια προσπάθεια που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε καθώς η Σαρίνα Σαλτιέλ και ο σύζυγός της εκτοπίστηκαν με την 4η αποστολή των «τρένων θανάτου», στις 23 Μαρτίου 1943, και δεν επέστρεψαν ποτέ.
Με αφορμή τη σημερινή ημέρα και ανατρέχοντας στην έρευνά του για το βιβλίο, όπου εκτός από τις επιστολές της Σαρίνας Σαλτιέλ δημοσιεύονται και οι επιστολές άλλων δύο εβραίων μητέρων προς τα παιδιά τους, ο Λεόν Σαλτιέλ, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, χαρακτηρίζει σημείο- κλειδί τις αποστολές θανάτου προς το Άουσβιτς επειδή, όπως σημειώνει, όλη η Θεσσαλονίκη γνώριζε.
«Οι εικόνες φρίκης των αποστολών ήταν γνωστές σε όλη την πόλη», σημειώνει χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας πως οι όποιες αντιδράσεις περιορίστηκαν στην πρώτη φάση και κυρίως αφορούσαν τις συνθήκες μεταφοράς.
Παραπέμπει, δε, σε δημοσίευμα της εποχής (Μάρτιος 1943) της εφημερίδας «Μεγάλη Ελλάς», που έθεσε στη διάθεση του ΑΠΕ-ΜΠΕ, με τίτλο «Η δίωξις των Εβραίων», όπου -μεταξύ άλλων- περιγράφεται με γλαφυρό τρόπο η κατάσταση:
«Ο κατακτητής με πρωτοφανή λύσσα εξοντώνει τους ευρωπαϊκούς λαούς. Εκεί όμως που η καταστροφική μανία του πέρασε στα όρια πραγματικού σαδισμού είναι η δίωξις των Εβραίων. Προ τινός καιρού οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης υποχρεώθησαν να φέρουν εις εμφανές σημείον ειδικήν κονκάρδαν δια να διακρίνονται από γηγενείς. Η αναγκαστική εργασία, ο ξυλοδαρμός και οι εκτελέσεις ήσαν σχεδόν από τα καθημερινά νέα. Εσχάτως όμως, καθώς πληροφορούμεθα, εξεδιώχθησαν από τας κατοικίας των και συγκεντρώθησαν εις στρατόπεδα συγκεντρώσεως όπου τους εδίδετο μόνον άρτος περί τα 40 δράμια ημερησίως. Προ ολίγων ημερών απεφασίσθη η αποστολή των εις Πολωνίαν εντός κλειστών βαγονίων. Η πρώτη αμαξοστοιχία εκ 3.500 προσώπων ανεχώρησεν εκ Θεσσαλονίκης διά Πολωνίαν κατά τας 15 Μαρτίου. Διά να λάβετε μίαν ιδέαν του ταξειδίου αρκεί να σας αναφέρωμεν ότι επί 40 εβραίων οι οποίοι ετοποθετούντο εις ένα κλειστό βαγόνι διά ταξείδιον από Γαλλίαν εις Πολωνίαν μόνον οι 10 έβγαιναν ζωντανοί» (σ.σ. διατηρήθηκε η ορθογραφία του πρωτότυπου).
Από τις 15 Μαρτίου έως και τις 10 Αυγούστου του 1943 περίπου 43.000 Εβραίοι της Θεσσαλονίκης μεταφέρθηκαν διά της βίας στο Άουσβιτς. Απ’ αυτούς λιγότεροι από χίλιοι επέστρεψαν ζωντανοί προκειμένου ν’ αφηγηθούν τη φρίκη και να μείνει η μνήμη ζωντανή…
Ο εβραϊκός πληθυσμός
Κατά την απογραφή του Οκτωβρίου του 1940 ο συνολικός εβραϊκός πληθυσμός του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης ήταν 48.965 άτομα. Οι Εβραίοι που ζούσαν στα όρια του Δήμου Θεσσαλονίκης ήταν 46.265 και αντιπροσώπευαν το 20% του πληθυσμού του Δήμου που ανέρχονταν σε 179.481 άτομα (78% χριστιανοί Ορθόδοξοι και 2% άλλων θρησκευτικών ομάδων). Με την εισβολή των Γερμανών στη Θεσσαλονίκη, στις 9 Απριλίου 1941, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση της εβραϊκής κοινότητας της πόλης. Οι Γερμανοί ναζί επέβαλαν σκληρά διοικητικά μέτρα, έπαψαν τις διοικήσεις τους, επίταξαν τα εβραϊκά κτήρια, λεηλάτησαν τις βιβλιοθήκες, τις συναγωγές και γενικά τις εβραϊκές περιουσίες, απέλυσαν τους Εβραίους υπαλλήλους του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, υποχρέωσαν το δημοτικό συμβούλιο της πόλης να αλλάξει τις ονομασίες δρόμων που είχαν εβραϊκά ονόματα.
Εβραίοι μεταφέρονται μέσω της Εγνατίας οδού στο γκέτο Βαρόνου Χιρς, κοντά στον σιδ. σταθμό, προκειμένου να επιβιβαστούν στα μακάβρια τρένα για το Άουσβιτς.
Μικρό ιστορικό
Οι Γερμανοί μπαίνουν στη Θεσσαλονίκη στις 9.4.41. Λίγες μέρες αργότερα απαγορεύουν την είσοδο των Εβραίων σε καφενεία, ζαχαροπλαστεία κ.λπ., επιτάσσουν το νοσοκομείο Χιρς και πολλά εβραϊκά σπίτια, φυλακίζουν τα μέλη του κοινοτικού Συμβουλίου, διατάζουν τουs Εβραίους να παραδώσουν τα ραδιόφωνα τους και λεηλατούν τα γραφεία της Κοινότητας και τις πλουσιότερες εβραϊκές βιβλιοθήκες.
Στις 11.7.1942 οι άνδρες Εβραίοι ηλικίας 18 – 45 ετών διατάζονται να παρουσιαστούν στην πλατεία Ελευθερίας. Εκεί αφού υφίστανται απερίγραπτα μαρτύρια καταγράφονται και οδηγούνται σε καταναγκαστικά έργα. Η Κοινότητα θα καταβάλει στους ναζί 2,5 δισ. δρχ. για να τους απελευθερώσει. Στο τέλος του ίδιου χρόνου, οι ναζί κατάσχουν τις ανθούσες εβραϊκές επιχειρήσεις και καταστρέφουν το Ισραηλιτικό Νεκροταφείο.
Στις 6.2.43 φτάνει στη Θεσσαλονίκη μια επιτροπή των SD με επικεφαλής τους Ντήτερ Βισλιτσένι και Αλόις Μπρύνερ και βάζει σε κίνηση τον μηχανισμό για το οριστικό ξεκλήρισμα των Εβραίων, που υποχρεώνονται τώρα να φορούν το κίτρινο άστρο του Δαυίδ και να κατοικούν σε ορισμένες μόνο συνοικίες (γκέτο). Τους απαγορεύεται επίσης η χρήση τηλεφώνων και δημοσίων μεταφορικών μέσων. Οι ναζί κρύβοντας τις πραγματικές τους προθέσεις, ισχυρίζονται μέσω του Αρχιρραβίνου Κόρετς, τον οποίο διορίζουν και πρόεδρο, ότι αποβλέπουν στην αναδιοργάνωση της Κοινότητας σε μια αυτόνομη περιοχή της πόλης με δικό της Δήμαρχο και Επιμελητήριο. Σχηματίζουν ακόμα μια εβραϊκή πολιτοφυλακή και επιβάλλουν στους Εβραίους να συντάξουν αναλυτικές δηλώσεις των περιουσιακών τους στοιχείων. Στις 6 Μαρτίου 1943 απαγορεύεται η έξοδος των Εβραίων από τα γκέτο, ενώ στο συνοικισμό του Βαρώνου Χιρς στήνεται το σκηνικό για την τελευταία πράξη της τραγωδίας. Εκεί θα οδηγηθεί το ανθρώπινο κοπάδι έτοιμο να παραδοθεί στη σφαγή.
Στις 15 Μαρτίου 1943 αναχωρεί ο πρώτος συρμός με προορισμό τα στρατόπεδα του θανάτου Aουσβιτς και Μπιρκενάου. Διαδοχικές αποστολές που αναχωρούν η μια μετά την άλλη θα μεταφέρουν σε λίγες εβδομάδες τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης στοιβαγμένους σε βαγόνια που προορίζονταν για ζώα, στον τόπο της εξόντωσης.