Το προς διαβούλευση νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τα ιδιωτικά ΑΕΙ, που έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις από την φοιτητική και πανεπιστημιακή κοινότητα, συζήτησε διεξοδικά η Σύγκλητος του Παντείου Πανεπιστημίου, τονίζοντας στην απόφασή της ότι «θα αντισταθούμε σε κάθε προσπάθεια απαξίωσης του δημόσιου πανεπιστημίου».
Όπως επισημαίνει η Σύγκλητος το νομοσχέδιο «δεν εγγυάται τη βελτίωση της ανώτατης εκπαίδευσης αλλά εισάγει ένα παράλληλο σύστημα με διαφορετικά και ασαφή κριτήρια λειτουργίας, ανταγωνιστικό προς τα δημόσια πανεπιστήμια, το οποίο θα οδηγήσει σε μαρασμό τα τμήματα της περιφέρειας». Μεταξύ άλλων η Σύγκλητος του Παντείου υπογραμμίζει για το σχέδιο νόμου ότι προτείνει διατάξεις «που δεν ενισχύουν το αυτοδιοίκητο», σημειώνοντας ότι η «παραμένει η ασφυκτική εξάρτηση με το υπουργείο Παιδείας», ενώ επιπλέον «στο επίπεδο των οργάνων διοίκησης ο διορισμός των Αντιπρυτάνεων και των Κοσμητόρων, αντί της εκλογής τους, που πλήττει τη δημοκρατική νομιμοποίηση των αποφάσεων των ίδιων και της Συγκλήτου». Σημειώνει παράλληλα μεταξύ άλλων ότι το νομοσχέδιο δεν αντιμετωπίζει τη χρόνια υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση των Πανεπιστημίων, με την Σύγκλητο να παρουσιάζει στοιχεία τόσο για την μείωση της χρηματοδότησης στο Πάντειο, όσο και αριθμό διοικητικών υπαλλήλων και μελών ΔΕΠ.
«Εκφράζουμε, κατά πλειοψηφία, την σαφή αντίθεσή μας προς την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων χωρίς να έχει διεξαχθεί ο απαραίτητος διάλογος με την ακαδημαϊκή κοινότητα και χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν οι τεκμηριωμένες αντιρρήσεις της πλειονότητας των πανεπιστημιακών και διατυπώνουμε την έντονη ανησυχία μας για την προώθηση προς ψήφιση ενός νομοσχεδίου που όχι μόνο δεν εγγυάται τη βελτίωση της ανώτατης εκπαίδευσης αλλά εισάγει ένα παράλληλο σύστημα με διαφορετικά και ασαφή κριτήρια λειτουργίας, ανταγωνιστικό προς τα δημόσια πανεπιστήμια, το οποίο θα οδηγήσει σε μαρασμό τα τμήματα της περιφέρειας» υπογραμμίζει η Σύγκλητος.
Και καταλήγει τονίζοντας ότι «δηλώνουμε ότι θα αντισταθούμε σε κάθε προσπάθεια απαξίωσης του δημόσιου πανεπιστημίου και θα διεκδικήσουμε την ισότιμη πρόσβαση για όλους/ες στο αγαθό της παιδείας, την ποιοτική αναβάθμιση των σπουδών, την ελευθερία της ακαδημαϊκής έκφρασης και την ενίσχυση του αυτοδιοίκητου».
Αναλυτικά η απόφαση της Συγκλήτου του Παντείου
Η Σύγκλητος του Παντείου Πανεπιστημίου συζήτησε διεξοδικά το νομοσχέδιο που κατέθεσε προς διαβούλευση το Υπουργείο Παιδείας με τον τίτλο «Ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου – Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων» και διαπιστώνει τα εξής:
1. «Ενίσχυση των ΑΕΙ» (Μέρος Γ΄ του ΣχΝ άρθρα 37-126)
Το Σχέδιο Νόμου προτείνει τροποποιήσεις διατάξεων του Ν. 4957/2022 που δεν ενισχύουν το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων, παραβλέποντας τα αιτήματα που έχουν κατατεθεί προς αυτή την κατεύθυνση από το σύνολο των Α.Ε.Ι. Παραμένει η ασφυκτική εξάρτηση από το Υπουργείο Παιδείας και οι γραφειοκρατικές ρυθμίσεις που δεν συνάδουν με την ακαδημαϊκή μας λειτουργία. Παραμένει, επιπλέον, στο επίπεδο των οργάνων διοίκησης ο διορισμός των Αντιπρυτάνεων και των Κοσμητόρων, αντί της εκλογής τους, που πλήττει τη δημοκρατική νομιμοποίηση των αποφάσεων των ίδιων και της Συγκλήτου. Το σύστημα ανάδειξης Πρύτανη παραμένει επίσης, παρά την κατά κοινή ομολογία αποτυχία του, εγκλωβίζοντας την ακαδημαϊκή κοινότητα σε διαδικασίες που στερούνται διαφάνειας και δημοκρατικότητας. Το νομοσχέδιο δεν αντιμετωπίζει τη χρόνια υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση των Πανεπιστημίων.
Αντιθέτως, εισάγει την κατανομή 70%-30% στον τακτικό προϋπολογισμό αντί της ισχύουσας 80%-20% που αποτελεί προανάκρουσμα περαιτέρω υποχρηματοδότησης. Οι συνέπειες της πολιτικής αυτής μπορούν να γίνουν κατανοητές με βάση τα στοιχεία που αφορούν τη χρηματοδότηση του Παντείου Πανεπιστημίου. Στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, οι επιχορηγήσεις για λειτουργικές δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού (βλ. Πίνακα 1), από 5.566.000 € το 2008 (πριν την επίδραση της κρίσης στην Ελλάδα) μειώθηκαν σε μόλις 2.071.580 € το 2023 (σε τρέχουσες τιμές).
Η μείωση αυτή, σε τρέχουσες τιμές, είναι 62,8% ενώ σε σταθερές τιμές (υπολογίζοντας δηλαδή την επίδραση του πληθωρισμού) αγγίζει το 70%. Το ίδρυμα καλείται σήμερα να καλύψει αντίστοιχες (και μάλιστα αυξημένες) ανάγκες για λειτουργικές δαπάνες με μόλις το 30% της αντίστοιχης επιχορήγησης που είχε το 2008.
Στις παραπάνω επιχορηγήσεις δεν έχουν ενσωματωθεί ορισμένες περιστασιακά έκτακτες επιχορηγήσεις, γιατί αυτές αποσκοπούσαν κυρίως στην κάλυψη έκτακτων και απρόβλεπτων αναγκών και κατά συνέπεια δεν συμπεριλαμβάνονται στην κατάρτιση του αρχικού προϋπολογισμού καθώς και στον αντίστοιχο σχεδιασμό. Όπως ενδεικτικά επισημαίνεται στον προϋπολογισμό του 2024 που έστειλε το Πάντειο στο Υπουργείο “Η δυσκολία λειτουργίας του Πανεπιστημίου λόγω του πολύ χαμηλού επιπέδου επιχορήγησης αντισταθμίσθηκε σε ένα βαθμό από το 2016 έως και το 2023, με έκτακτες επιχορηγήσεις, που δόθηκαν σε κάποιες περιπτώσεις.
Ωστόσο η πρακτική αυτή δεν αντιμετωπίζει επαρκώς τις πραγματικές ανάγκες και τα προβλήματα του Πανεπιστημίου, τα οποία απαιτούν γενναία και μόνιμη αύξηση της επιχορήγησης για λειτουργικές δαπάνες. Επιπρόσθετα οι έκτακτες επιχορηγήσεις δεν συμβάλλουν τόσο στον έγκαιρο προγραμματισμό ενεργειών και δράσεων όσο και στην ορθή ιεράρχηση και κάλυψη των ουσιαστικών λειτουργικών αναγκών του Πανεπιστημίου. Το Πανεπιστήμιο αναγκάστηκε να συμπιέσει τις δαπάνες του λειτουργώντας τα τελευταία χρόνια σε επίπεδα κατώτερα των αναγκών του, προχώρησε δε σε διαδικασίες αποχώρησης από μισθωμένα ακίνητα, εξοικονομώντας χρήματα από τη μίσθωση ακινήτων.
Όμως, η διατήρηση των επιχορηγήσεων σε αυτό το ύψος και για μακρό χρονικό διάστημα, παρά την χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (μείωση των εξόδων και αύξηση των ιδίων εσόδων) στερεί από το Πανεπιστήμιο κάθε αναπτυξιακή προοπτική” Την ίδια χρονική περίοδο, ενώ έχει αυξηθεί ο αριθμός των φοιτητών, έχουν μειωθεί δραματικά τα μέλη ΔΕΠ και το Διοικητικού Προσωπικού του Πανεπιστημίου. Ενδεικτικά, όπως παρουσιάζεται στον Πίνακα 2, από το 2010 ο αριθμός των μελών ΔΕΠ έχει μειωθεί κατά 27,2% (από 261 το 2010 σε 190 το 2023) και του Διοικητικού Προσωπικού κατά 39,2% (από 158 το 2010 σε μόλις 96 το 2023).
Με βάση τα δεδομένα αυτά, το Πάντειο Πανεπιστήμιο υποχρεώνεται σε οριακή λειτουργία ενώ ταυτόχρονα δείκτες όπως η αναλογία μελών ΔΕΠ/φοιτητών και διοικητικού προσωπικού/φοιτητών αποτελούν αντικείμενο αξιολόγησης από την ΕΘΑΑΕ. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση της ΕΘΑΑΕ (2022), το Πάντειο βρίσκεται στην τρίτη χειρότερη θέση μεταξύ των ελληνικών ΑΕΙ ως προς την αναλογία φοιτητών/διοικητικού προσωπικού και στην πέμπτη χειρότερη ως προς την αναλογία εγγεγραμμένων προπτυχιακών φοιτητών ανά μέλος ΔΕΠ.
Η Σύγκλητος απευθύνει έκκληση για σταθερή ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου από την πολιτεία με χρηματοδότηση που δεν θα έχει συγκυριακό χαρακτήρα αλλά θα επιτρέπει τον στρατηγικό σχεδιασμό και την ανάπτυξη. Ταυτόχρονα απευθύνει έκκληση για προσλήψεις μελών διδακτικού και διοικητικού προσωπικού ώστε το Πανεπιστήμιο να καλύψει τις τεράστιες απώλειες που υπέστη στα χρόνια της κρίσης και να ανταποκρίνεται στα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα.
2. «Εγκατάσταση και λειτουργία Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης» (Μέρος Δ΄ άρθρα 127-155)
Η Σύγκλητος θεωρεί ως ύψιστη προτεραιότητα την υπεράσπιση της δημόσιας δωρεάν παιδείας που παρέχεται από τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, όπως προβλέπει το Σύνταγμα. Η ενίσχυση και αναβάθμιση του Δημόσιου Πανεπιστημίου θα έπρεπε να αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο κάθε επιχειρούμενης μεταρρύθμισης στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Εκφράζουμε, κατά πλειοψηφία, την σαφή αντίθεσή μας προς την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων χωρίς να έχει διεξαχθεί ο απαραίτητος διάλογος με την ακαδημαϊκή κοινότητα και χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν οι τεκμηριωμένες αντιρρήσεις της πλειονότητας των πανεπιστημιακών και διατυπώνουμε την έντονη ανησυχία μας για την προώθηση προς ψήφιση ενός νομοσχεδίου που όχι μόνο δεν εγγυάται τη βελτίωση της ανώτατης εκπαίδευσης αλλά εισάγει ένα παράλληλο σύστημα με διαφορετικά και ασαφή κριτήρια λειτουργίας, ανταγωνιστικό προς τα δημόσια πανεπιστήμια, το οποίο θα οδηγήσει σε μαρασμό τα τμήματα της περιφέρειας.
Δηλώνουμε ότι θα αντισταθούμε σε κάθε προσπάθεια απαξίωσης του Δημόσιου Πανεπιστημίου και θα διεκδικήσουμε την ισότιμη πρόσβαση για όλους/ες στο αγαθό της παιδείας, την ποιοτική αναβάθμιση των σπουδών, την ελευθερία της ακαδημαϊκής έκφρασης και την ενίσχυση του αυτοδιοίκητου.