Πώς η Κρήτη, αντί να ενωθεί με την Ελλάδα, επιστράφηκε από τους “συμμάχους” στον… σουλτάνο και από αυτόν παραδόθηκε στον Μεχμέτ Αλή -Το κείμενο της συνθήκης του Λονδίνου – Η διαφωνία του επιλεγμένου ως βασιλέα της Ελλάδας, Λεοπόλδου, και του Άγγλου ναυάρχου της ναυμαχίας του Ναβαρίνου Εδουάρδου Κόδριγκτον με την εξαίρεση του νησιού- Η δραματική επιστολή των Κρητικών αγωνιστών του ’21 στους ηγεμόνες Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας
Του Αλέκου Α. Ανδρικάκη
andrikakisalekos@gmail.com
Μετά από σχεδόν μια δεκαετία αγώνων, ποταμούς αίματος και χιλιάδες νεκρούς αγωνιστές, η Κρήτη βρέθηκε τον Ιανουάριο του 1830 κυριολεκτικά να προσφέρεται και πάλι από τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις της εποχής, στο σουλτάνο…
Ήταν 22 Ιανουαρίου (με το παλιό ιουλιανό ημερολόγιο, που ίσχυε στην Ελλάδα) / 4 Φεβρουαρίου (με το νέο γρηγοριανό ημερολόγιο που είχε ισχύ στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και φυσικά στην Αγγλία) του 1830 όταν με τη Διάσκεψη του Λονδίνου αναγνωρίστηκε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, χωρίς όμως σʼ αυτό να περιλαμβάνονται η Κρήτη και η Σάμος. Είχε προηγηθεί, στις 6 Ιουλίου 1827 και πάλι στο Λονδίνο, η συνθήκη με την οποία οι ευρωπαϊκές δυνάμεις προέβλεπαν την ίδρυση ελληνικού κράτους. Από τότε είχαν αφήσει την Κρήτη έξω απʼ αυτό. Η θέση τους σταθερά επαναβεβαιώθηκε στις 10/22 Μαρτίου 1829 στο Λονδίνο, με ένα νέο πρωτόκολλα των μεγάλων δυνάμεων της εποχής. Όμως η οριστική καταδίκη της Κρήτης έγινε το 1830, στις 22 Ιανουαρίου ή 4 Φεβρουαρίου. Τότε, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία συνομολόγησαν στην οριστική ίδρυση του ελληνικού κράτους, εξαιρώντας τελεσίδικα την Κρήτη και τη Σάμο απʼ αυτό. Με τη συνθήκη αυτή ορίστηκε βασιλιάς της Ελλάδας ο πρίγκιπας του Sachsen – Goburg Gotha Λεοπόλδος. Ο Λεοπόλδος μερικούς μήνες αργότερα αρνήθηκε το θρόνο, διαφωνώντας και με την εξαίρεση της Κρήτης από το νέο ελληνικό κράτος. Στη θέση του ορίστηκε ο Όθωνας.
Τα παιχνίδια των δυνάμεων τα έζησε για τα καλά μέσα στον 19ο αιώνα ο επαναστατημένος Κρητικός. Τα είχε καταλάβει από την επανάσταση του Δασκαλογιάννη. Τα αντιλήφθηκε και αργότερα. Άλλοτε η, εκ των πραγμάτων, φιλοτουρκική «ουδετερότητά» τους και άλλοτε η ξεκάθαρη στάση τους υπέρ της Τουρκίας, είχαν καταδικάσει τον κρητικό λαό σε παράταση της κατοχής του από τον Τούρκο δυνάστη.
Στην εξέλιξη του Ιανουαρίου του 1830 ουσιαστικά Γαλλία και Ρωσία σύρθηκαν από την αγγλική διπλωματία, που πάντοτε θεωρείτο περισσότερο φιλική προς την τουρκική πλευρά. Παρʼ όλα αυτά, ακόμη και μέσα στο κοινοβούλιό της υπήρχαν φωνές που στήριζαν σθεναρά την κρητική υπόθεση. Όπως αυτή του ένδοξου ναυάρχου της ναυμαχίας του Ναυαρίνου και βουλευτή στη συνέχεια Εδουάρδου Κόδριγκτον (Edward Codrington), του οποίου στη συνέχεια παρουσιάζομε μια σπάνια επιστολή λίγες ημέρες μετά το πρωτόκολλο του Λονδίνου.
Ο Πάλμεστρον δήλωνε την ίδια εποχή στο αγγλικό κοινοβούλιο ότι «η εγκατάλειψις της Ελλάδος εις την Τουρκίαν αποτελεί αδικίαν, διότι η ανεξαρτησία και η άμυνα της Ελλάδος εξηρτώντο εκ της νήσου ταύτης». Το θέμα είχε φέρει στο γαλλικό κοινοβούλιο ο Γάλλος βουλευτής Γκιζώ, ενώ Γάλλος μονάρχης Κάρολος Ι΄ πρότεινε τον Ιούνιο του 1830 στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αυλές να εξαγοράσουν από κοινού την Κρήτη από το σουλτάνο αντί 40.000.000 γροσίων και αμέσως μετά να την προσαρτήσουν στην Ελλάδα. Αυτό που ακολούθησε είναι γνωστό: η Τουρκία έγινε και πάλι κυρίαρχος στην Κρήτη και την πούλησε στον αντιβασιλέα της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή, ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες που προσέφερε στο σουλτάνο στη διάρκεια της Επανάστασης, τόσο στην Κρήτη όσο και στο Μοριά… Φυσικά στις αντιδράσεις πρωτοστάτησαν οι ίδιοι οι Κρήτες, με επιστολές διαμαρτυρίας τόσο στους ηγεμόνες των ευρωπαϊκών χωρών όσο και σε άλλους παράγοντες της ευρωπαϊκής διπλωματίας, αλλά και ο Κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος τον Σεπτέμβριο του 1828 είχε απευθύνει διακοίνωση προς τους αντιπροσώπους των δυνάμεων.
Ο κρητικός αγώνας, πάντως, που ξεκίνησε λίγο μετά την έναρξη της επανάστασης στην υπόλοιπη Ελλάδα (επίσημη ημερομηνία θεωρείται η 14η Ιουνίου 1821, αν και από τις αρχές του Απριλίου είχαν σημειωθεί επαναστατικές κινήσεις), δεν έληξε ούτε με το πρωτόκολλο του Λονδίνου, ούτε με την Αιγυπτιοκρατία (1830-1840), ούτε φυσικά με την επιστροφή των Τούρκων στην τυραννική διοίκηση. Συνεχίστηκε σʼ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, μέχρι να αποχωρήσει ο τελευταίος Τούρκος στρατιώτης, τον Νοέμβριο του 1898, αλλά και στις αρχές του 20ου αιώνα. Κι έληξε, ουσιαστικά, την 1η Δεκεμβρίου 1913, με την ύψωση της ελληνικής Σημαίας στο φρούριο Φιρκά και την οριστική ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.
Το πρωτόκολλο του 1830
Η οριστική συνθήκη του Λονδίνου, τις 22 Ιανουαρίου /4 Φεβρουαρίου 1830 υπεγράφη από τους αντιπροσώπους της Μεγάλης Βρετανία, Αμπερντίν, Γαλλίας, Μονιμορενσί – Λαβάλ και Ρωσίας, Λιέβεν. Οι τρεις χώρες είχαν το ρόλο των εγγυητριών δυνάμεων για την εφαρμογή της, την υλοποίηση του πολιτεύματος και την εγκατάσταση του ηγεμόνα της Ελλάδας Λεοπόλδου. Φυσικά οι παρεμβάσεις και επεμβάσεις τους στη συνέχεια στα θέματα της περιοχής, ειδικά της Αγγλίας, είναι γνωστές. Πολύ περισσότερο στα θέματα της Κρήτης.
Με το πρώτο από τα 10 βασικά άρθρα οι δυνάμεις διεκήρυτταν την ανεξαρτησία της Ελλάδας: «Η Ελλάς θέλει αποτελεί Πολιτείαν αυτόνομον (ανεξάρτητον), απολαύουσα όλων των ανηκόντων εις εντελή αυτονομίαν πολιτικών, κυβερνητικών τε και εμπορικών δικαιωμάτων».
Και με το δεύτερο άρθρο καθορίζονταν τα όρια του νεοσύστατου κράτους, χωρίς σʼ αυτό να περιλαμβάνεται η Κρήτη. Η συμφωνία των τριών αντιπροσώπων στο σημείο αυτό είχε ως εξής:
«Ένεκα τούτων των ψηφισθέντων τη νέα Πολιτεία προνομίων, και δια να κατορθωθή κατά την έφεσιν της Πόρτας (σ. Π.: εννοείται η Υψηλή Πύλη, δηλαδή ο ίδιος ο σουλτάνος) οροθεσία στενοτέρα παρά της ην διατάττει το από 22 Μαρτίου 1829 Πρωτόκωλον, θέλει άγει οροθετική γραμμή των ορίων της Ελλάδος από των εμβολών του Ασπροποτάμου (Αχελώου), παρά τούτον τον ποταμόν έως άνωθεν της λίμνης Αγγελοκάστρου, επέκεινα δε ταύτης της λίμνης ως και επέκεινα των λιμνών Βραχωρίου και Σταυροβίτζης, έως του όρους Αρτολίνα, εντεύθεν δε επάνω της ράχεως του όρους Άξου, δια της κοιλάδος του Καλουρίου και επί της ράχεως του όρους Οίτης έως του κόλπου Ζητουνίου, τον οποίον φθάνει κατά τα εκβολάς του Σπερχειού, ώστε όλη μεν η κατά μεσημβρίου ταύτης της γραμμής κειμένη επικράτεια και τότε, τους οποίους εσημείωσαν οι Πληρεξούσιοι εν τω υπό γραμ. Ζ παραρτωμένω γεωγραφικώ πίνακι, θέλουσιν ανήκει τη Ελλάδι, άπασα δε η κατʼ όρκτον ταύτης της γραμμής κειμένη επικράτεια και τόποι θέλουσιν αποτελεί και του λοιπού μέρος της Οθωμανικής μοναρχίας. Προς τούτοις, θέλουσιν ανήκει τη Ελλάδι όλη η νήσος Εύβοια (Negroponte), μετά των Δαιμοννήσων, η νήσος Σκύρος, και οι παρά τοις αρχαίοις γνωσταί υπό την ονομασίαν Κυκλάδες μεταξύ της 36 και 39 μοίρας βορείου πλάτους και της 26 μοίρας ανατολικού μήκους του μεσημβρινού του Greenwich κείμεναι νήσοι».
Στο παράρτημα του πρωτοκόλλου που αναφερόταν στην επιλογή του πρίγκιπα Λεοπόλδου ως πρώτου βασιλιά του νέου ελληνικού κράτους, που είχε υπογραφεί στις 20 Φεβρουαρίου 1830 από τους ίδιους αντιπροσώπους των χωρών, αναφερόταν ο τρόπος που θα γινόταν η διοίκηση της Κρήτης από την οθωμανική αυτοκρατορία. Όπως σημειωνόταν, οι τρεις δυνάμεις θα μπορούσαν να παρεμβαίνουν για την προστασία των κατοίκων Κρήτης και Σάμου από αυθαιρεσίες της τουρκικής κυβέρνησης, χωρίς όμως και να είναι υποχρεωμένες να το πράξουν! Στην ουσία, δηλαδή, όχι μόνο απέκλεισαν το νησί από το νέο ελληνικό κράτος, αλλά το εγκατέλειψαν και στην τύχη του, διαβεβαιώνοντας τους Τούρκους ότι δεν επρόκειτο να παρέμβουν για να υποστηρίξουν τους κατοίκους του, ό,τι κι αν αυτοί έπρατταν! Η δήλωσή – παρότρυνση αυτή των αντιπροσώπων βέβαια εξηγεί και τις χωρίς καμιά αντίδραση της τότε επίσημης διεθνούς κοινότητας, αγριότητες των Τούρκων, που έγιναν σʼ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Πιο συγκεκριμένα, στο δεύτερο άρθρο του, σημειώνεται: «Αι σύμμαχοι Δυνάμεις δεν δύναται να συγχωρέσωσιν εις τον Άνακτα της Ελλάδος κανέν δίκαιον μεσολαβήσεως (intervention) ως προς το είδος και τον τρόπον, καθʼ ον η Τουρκική Διοίκησις μεταχειρίζεται την εξουσίαν της εν Κρήτη ή Σάμω, καθότι αύται αι νήσοι θέλουσι μείνη υπό την εξουσίαν της Πόρτας, ανεξάρτητοι από της νέας Δυνάμεως, την οποίαν απεφάσισαν να καταστήσωσιν εν Ελλάδι. Ως τόσον, αι σύμμαχοι Δυνάμεις σπεύσουσι να κηρύξωσιν εις τον πρίγγιπα Λεοπόλδον προς ιδίαν ανάπαυσιν του, ότι δυνάμει των εν εαυταίς συμφωνηθεισών καθυποχρεώσεων, καθυποχρεούνται να παρέχωσιν εις τους εγκατοίκους της Κρήτης και της Σάμου ασφάλειαν κατά πάσης ενοχλήσεως δια το μέρος, όπερ έλαβον τυχόν εις τα προτέρας ταραχάς, ώστε, ανίσως η Τουρκική εξουσία τύχοι να εκτελήται κατά τρόπον εναντίον της ανθρωπότητος, εκάστη των Συμμάχων Δυνάμεων θέλει κρίνει χρέος της, χωρίς όμως να καθυποχρεούται εις τούτο ιδιαιτέρως και κατά πάσαν τάξιν, να μεταχειρισθή την ισχύν της εις το να μη γίνωνται προς τους εγκατοίκους των προρρηθεισών νήσων τυραννικαί και κατά το δοκούν πράξεις».
Η θέση του Λεοπόλδου
Όπως είναι γνωστό, ο Λεοπόλδος τελικά δεν αποδέχτηκε τον ελληνικό θρόνο, θεωρώντας ότι οι εγγυήσεις που έδιναν σʼ εκείνον οι δυνάμεις δεν ήταν αρκετές για να λειτουργήσει σωστά το νέο κράτος, ενώ διαφώνησε και με την εξαίρεση της Κρήτης και της Σάμου. Τη διαφωνία του αυτή την έκανε αμέσως γνωστή με απαντητική του επιστολή στους Αμπερντίν, Μονιμορενσί – Λαβάλ και Λιέβεν. «Το να προσδιορισθή και βελτιωθή δια μεσιτείας των υψηλών Δυνάμεων – έγραφε- και δια περισσοτέρας εκτάσεως της χρήσεως της από 6 Ιουλίου (σ. «Π».: 1827) Συνθήκης η θρησκευτική και πολιτική θέσις των Ελληνικών εγκατοίκων των αποδοθησομένων τη Πόρτα νήσων Κρήτης και Σάμου τοιουτοτρόπως, ώστε να ώσιν ασφαλείς κατά πάσης δυναστείας και κατά πάσης πράξεως, ικανής του να προξενήση αιματοχυσίαν, και περί ταύτης της υποθέσεως, της χάριν μόνο της ανθρωπότητος, μελετά ο Υπογεγραμμένος να κάμη περιστατικωτέρας κοινώσεις προς τους Πληρεξουσίους των σεβαστών Μοναρχών».
Η αντίδραση του Κρητικού Συμβουλίου
Η απόφαση των τριών δυνάμεων για την καταδίκη της Κρήτης προκάλεσε απογοήτευση, αλλά και αντιδράσεις των αγωνιζόμενων, ακόμη και εκείνες τις ημέρες, Κρητών. «…Ημείς δεν ευρίσκομεν αλλού την σωτηρίαν μας παρά εις τα όπλα μας και εις αυτόν τον έντιμον θάνατον. Και αν η χριστιανοσύνη μάς παραδώση εις την ασπλαγχνίαν των Τούρκων, αφʼ ου κατασφάξωμεν απαθώς τας γυναίκας, τα τέκνα και τους γέροντάς μας, ας γενώμεν και ημείς θύματα, αλλά θύματα ένδοξα σταθερότητος και των απαραγράπτων δικαίων μας…», ανέφερε η προκήρυξη του Κρητικού Συμβουλίου προς τους Έλληνες, από το χωριό Μαργαρίτες του Μυλοποτάμου, στις 22 Απριλίου 1830. Τμήμα της προκήρυξης αυτής έχει παρουσιάσει στο έργο του «Ιστορία της Κρήτης» ο καθηγητής κ. Θεοχάρης Δετοράκης.
Σε ανάλογο δραματικό ύφος είναι και η επιστολή που απηύθυναν οι Κρήτες στους ηγεμόνες της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, λίγες μόνο ημέρες μετά την υπογραφή της συνθήκης του Λονδίνου. Το απόσπασμα που δημοσιεύομε είναι πολύ χαρακτηριστικό:
«…(οι Κρήτες) με πόνον ανέκφραστον της ψυχής, παρατηρούν, ότι ενώ η πολύπαθος Κρήτης αποκλείεται της νεοσυντάκτου Ελληνικής πολιτείας, ύστερον από τόσους κατʼ εχθρών ενδόξους θριάμβους της, ύστερον από τόσους αγώνας και θυσίας, ουδʼ η παραμικρά μνεία γίνεται περί αυτών από την Χριστιανωσύνην. Δικαίως, Φιλόχριστοι Ηγεμόνες, όχι μόνον οι ζώντες έτι και πολεμούντες Χριστιανοί Κρήτες, όχι μόνον οι εις διαφόρους βαρβαρικάς επαρχίας αποσυρόμενοι αιχμάλωτοι, οίτινες επερίμενον την απελευθέρωσίν των και την επιστροφήν εις το Μητρώον έδαφος από την μεγαλόψυχον απόφασίν Σας, αλλά και αυτών των υπέρ Πατρίδος πεσόντων αι ιεραί σκιαί πρέπει να χύνωσι πικρότατα δάκρυα δια μίαν τοιαύτην απόφασιν, ήτις παρέβλεψε τα δίκαιά των, τα οποία είναι μεγαλύτερα, ισχυρότερα και παρʼ αυτών των λοιπών συναγωνιστών των, και άφησεν αυτούς πάλιν εις την διάκρισιν των αιμοβόρων και απανθρώπων τυράννων!»
Στη συνέχεια δημοσιεύομε το κείμενο της συνθήκης του Λονδίνου για την ίδρυση του ελληνικού κράτους, με την οποία αποκλείστηκε απʼ αυτό η Κρήτη, το κείμενο των Κρητών προς τους ηγεμόνες των τριών δυνάμεων, αλλά και την επιστολή του Κόδριγκτον.
Το κείμενο της συνθήκης του Λονδίνου
Η συμφωνία που ίδρυσε το νεοελληνικό κράτος, αλλά άφησε την Κρήτη στους Τούρκους
Τα δέκα άρθρα της βασικής συνθήκης της 22 Ιανουαρίου/4 Φεβρουαρίου 1830 με την οποία δημιουργήθηκε το νεοελληνικό κράτος, χωρίς να ενταχτεί σʼ αυτό η Κρήτη, δημοσιεύομε στη συνέχεια. Το κείμενο είχε δημοσιευτεί στις 23 Απριλίου 1830 στον «Ελληνικό Τηλέγραφο», την εφημερίδα που εξέδιδε από το 1812 έως το 1836 στη Βιέννη ο λόγιος γιατρός Δημήτριος Αλεξανδρίδης, από τον Τύρναβο. Ακολούθησαν και άλλα φύλλα αφιερωμένα στα παραρτήματα του πρωτοκόλλου, αλλά και στις συνεδριάσεις των κοινοβουλίων της Αγγλίας και της Γαλλίας όπου είχαν γίνει εκτενείς συζητήσεις για τον αποκλεισμό της Κρήτης από το νέο και μικρό κράτος.
“Αʼ. Η Ελλάς θέλει αποτελεί Πολιτείαν αυτόνομον (ανεξάρτητον), απολαύουσα όλων των ανηκόντων εις εντελή αυτονομίαν πολιτικών, κυβερνητικών τε και εμπορικών δικαιωμάτων.
Βʼ. Ενεκα τούτων των ψηφισθέντων τη νέα Πολιτεία προν ομίων, κοι διό να κατορθωθή, κατά την έφεσιν της Πόρτας, οροθεσία στενοτέρα παρά της ήν διατάττει το από 22 Μαρτ. 1829 Πρωτόκωλον, θέλει άγει οροθετική γραμμή των ορίων της Ελλάδος από των εμβολών του Ασπροποτάμου (Αχελώου), παρά τούτον τον ποταμόν έως άνωθεν της λίμνης Αγγελοκάστρου, επέκεινα δε ταύτης της λίμνης ως και επέκεινα των λιμνών Βραχωρίου και Σταυροβίτζης, έως του όρους Αρτολίνα, εντεύθεν, διʼε πάνω της ράχεως του όρους Αξου, δια της κοιλάδος του Καλουρίου και επί της ραχεως του όρους Οίτης έως του κόλπου Ζητουνίου, τον οποίον φθάνει κατά τας εκβολάς του Σπερχειού, ωστε όλη μεν η κατά μεσημβρίου ταύτης της γραμμής κειμένη επικράτεια και τότε, τους οποίους εσημείωσαν οι Πληρεξούσιοι εν τω υπό γραμ. Ζ παραρτωμένω γεωγραφικώ πίνακι, θέλουσιν ανήκει τη Ελλάδι, άπασα δε η κατʼ όρκτον ταύτης της γραμμής κειμένη επικράτεια και τόποι θέλουσιν αποτελεί και του λοιπού μέρος της Οθωμανικής μοναρχίας. Προς τούτοις, θέλουσιν ανήκει τη Ελλάδι όλη η νήσος Εύβοια (Negroponte), μετά των Δαιμοννήσων, η νήσος Σκύρος, και αι παρά τοις αρχαίοις γνωσταί υπό την ονομασίαν Κυκλάδες μεταξύ της 36 και 39 μοίρας βορείου πλάτους και της 26 μοίρας ανατολικού μήκους του μεσημβρινού του Greenwich κείμεναι νήσοι.
Γʼ. Η διοίκησις της Ελλάδος έσται μοναρκική, και κληρονομική κατά τάξιν πρωτοτοκίας, και θέλει παραδοθή εις ηγεμόνα, όστις οφείλει να εκλεχθεί ουχί εκ των βασιλευουσών οικογενειών των υπογραψασών την Συνθήκην της 6. Ιουλ. 1827 Δυνάμεων, και θέλει διοικεί υπό την επωνυμίαν ηγεμών ύπατος ή Αναξ (prince Souverain) της Ελλάδος. Η εκλογή τούτου του ηγεμόνος θέλει είναι το αντικείμενο δευτέρων συνδιαλέξεων και συμφωνιών.
Δʼ. Ευθύς αφʼ ού κοινωθώσι τα άρθρα του παρόντος Πρωτοκώλου εις άπερ ανήκουσι μέρη, θέλει θεωρείται η ειρήνη μεταξύ της Οθωμανικής Μοναρχίας και της Ελλάδος ως πραγματιωδώς αποκατασταθείσα πάλιν, οι δε εγκάτοικοι αμφοτέρων των Πολιτειών θέλουσι θεωρούνται ως προς τα δίκαια του εμπορίου και της ναυτιλίας ως οι υπήκοοι των λοιπών εν ειρήνη ουσών μετά της Οθωμανικής μοναρχίας και της Ελλάδος πολιτειών.
Εʼ. Διαγράμματα παντελούς και εντελούς Αμνηστίας θέλουσιν εκδοθή αμέσως μετά τούτο από την Οθωμανικήν Πόρταν και από την Ελληνικήν Διοίκησιν, και το μεν της Πόρτας θέλει κηρύττει, ότι κανείς Γραικός εν όλη τη εκτάσει της επικρατείας της δεν θέλει υστερείται τι της περιουσίας του ούτε δε θέλει ενολήχται άλλως πως διότι τυχόν έλαβε μέρος κατά την επανάστασιν της Ελλάδος, το δε της Ελληνικής Διοικήσεως θέλει κηρύττει τα αυτά ως προς τους Μουσουλμάνους ή Χριστιανούς, όσοι τυχόν έλαβον μέρος εναντίον του πράγματός των, προς δε θέλει εννοείται αφʼ εαυτού και δημοσιευθή, ότι όσοι Μουσουλμανοί θελήσωσι να κατοικώσι και του λοιπού κατά τους ανήκοντας τη Ελλάδι τόπους και νήσους, θέλουσιν έχει αυτού αμεταθέτως πανοικί εντελή ασφάλειαν.
ΣΤ. Η Οθωμανική Πόρτα θέλει συγχωρέσει εις τους Γραικικούς υπηκόους της, όσοι τυχόν θελήσωσι να μετοικήσωσιν από της επικρατείας της, την διορίαν ενός χρόνου δια να πωλήσωσι την περιουσίαν των και να αναχωρήσωσιν ελευθέρως εκ της χώρας. Και η Ελληνική Διοίκησις θέλει δώσει την ιδίαν ελευθερίαν εις τους εγκατοίκους της Ελλάδος, όσοι τυχόν θελήσωσι να μεταβώσιν εις την Τουρκικήν επικράτειαν.
Ζʼ. Ολη η στρατιωτική δύναμις της Ελλάδος, η κατά γήν τε και θάλασσσαν, θέλει εκβή εκ των μερών, κάστρων και νησίων, όσα εξουσιάζωσιν έξω της διορισθείσης εν τω δευτέρω άρθρω γραμμής των ορίων της Ελλάδος, και αναχωρήσει όσον τάχιστα όπισθεν ταύτης της γραμμής. Ομοίως δε και όλη η κατά γην τε και θάλασσαν Τουρκική στρατιωτική δύναμις, ήτις εξουσιάζει τόπον, κάστρα και νήσους εντός των προμνημονευθέντων ορίων, θέλει εκβή εκ τούτων όλων και αναχωρήσει όσον τάχιστα όπισθεν των ρηθέντων ορίων.
Ηʼ. Εκάστη των τριών Αυλών θέλει έχει, δυνάμει του 5ʼ άρθρου της Συνθήκης Ιουλίου 1827, το δίκαιον του να εγγυάται το όλον των συμφωνιών τούτων και άρθρων· χρείας δε τυχούσης, θέλουσι συνταχθή τα περί της εγγυήσεως ταύτης διαγράμματα χωρίς και διηρημένως· η ισχύς όμως και αι ενέργειαι τούτων των διαφόρων διαγραμμάτων θέλουσι είναι, δυνάμει του ρηθέντος άρθρου, το αντικείμενον δευτέρων συμφωνιών μεταξύ των σεβαστών Δυνάμεων.-Καμμία, ανήκουσα μιά των τριών συμμάχων Δυνάμεων στρατιωτική δύναμις δεν θέλει τολμά, άνευ αδείας των δύο άλλων Αυλών, να πατή εις την επικράτειαν της νέας Ελληνικής Πολιτείας.
Θʼ. Δια να εμποδισθώσιν αι λογοτριβαί, όσαι αναμφιβόλως προκύψωσι κατά τας παρούσας περιστάσεις εκ της σχέσεως μεταξύ των περί της οροθεσίας Ελληνικών Επιτρόπων περί της υποθέσεως ταύτης, εσυμφωνήθη να παραδοθή αύτη η φροντίς εις Αγγλικούς, Γαλλικους και Ρωσσικούς Επιτρόπους, και να διορίση εκάστη των τριών Αυλών Επίτροπον, και ούτοι οι έχοντες μεθʼ εαυτών την υπό γραμ. Η εμπεριεχομένην έγγραφον παραγγελίαν Επίτροποι άξουσιν, όσον το δυνατόν επʼ ακριβές ως διατάττει το Βʼ Αρθρον, την γραμμήν των ρηθέντων ορίων, σημειούντες αυτήν με παττάλους, και θέλουσι σχεδιάσει και καταστρώσει δύο γεωγραφικούς πίνακας, εξ ών θέλει εγχειρισθή ο μεν τη Οθωμανική Διοικήσει, ο δε τη Ελληνική Διοικήσει· οφείλουσι δε να τελειώσωσι το έργον των εν διαστήματι εξ μηνών. Εάν δε τύχοι να διαφωνώσιν οι τρεις Επίτροποι, αι περισσότεραι ψήφοι θέλουσιν έχει το κύρος.
Ιʼ. Τα Αρθρα του παρόντος Πρωτοκώλου θέλουσι κοινωθή δίχʼ αναβολής εις την Οθωμανικήν Διοίκησιν υπό των Πληρεξουσίων των τριών Αυλών, οίτινες θέλουσιν έχει προς τούτον τον σκοπόν την υπό γραμ. Θ εμπερικλειομένην κοινήν έγγραφον παραγγελίαν, την οποίαν ιδίαν παραγγελίαν περί της ιδίας υποθέσεως θέλουσι λάβη υπό γράμ. Ι και οι εν Ελλάδι Αντιπρέσβεις των τριών Αυλών.
Αι τρεις Αυλαί έχουσι το δίκαιον του να καταγράψωσι τα παρόντα Αρθρα εν τακτική Συνθήκη, ήτις υπογραφείσα κατά το Λονδίνον, θέλει θεωρείται ως εκτελούσα την Συνθήκην της 6. Ιουλ. 1827, και θέλει κοινωθή και ταις λοιπαίς Ευρωπαϊκαίς Αυλαίας, με πρόσκλησιν να συνυπογράψωσι και αυταί ανίσως κρίνωσιν εύλογον.
Συμπέρασμα.
Αι τρεις Αυλαί, καταντήσασαι τοιουτοτρόπως εις το τέρμα μακροχρονίου και δυσχερούς διαπραγματεύσεως, συγχαίρουσιν αλλήλαις, ότι εν τω μέσω των δεινοτάτων και κινδυνωδών περιστάσεων κατήντησαν τέλος εις εντελή ομόνοιαν. Η κατά τοιαύτας στιγμάς διατήρησις της ομονοίας αυτών παρέχει το κάλλιστον ενέχυρον της διαρκείας αυτής, και αι τρεις Αυλαί υπάρχουσιν ευέλπιδες, ότι αυτή η στερεά άμα και αγαθοποιά ομόνοια θέλει συντείνει δια παντός εις στερέωσιν της ειρήνης του κόσμου”.
Υπογ. Aberoleen Monimorency-Laval Lieven
“Προφανής υπάρχει ο λόγος δια την προσάρτησιν της σημαντικής Νήσου εις την αναγεννηθείσαν Ελλάδα’Η διαφωνία του Άγγλου ναυάρχου της ναυμαχίας του Ναβαρίνου Εδουάρδου Κόδριγκτον με την εξαίρεση της Κρήτης
Λίγες ημέρες μετά την υπογραφή της συνθήκης του Λονδίνου, ο Άγγλος ναύαρχος της ναυμαχίας του Ναβαρίνου, που κατέστρεψε Εδουάρδος Κόδριγκτον (Edward Codrington) εξέφραζε τη διαφωνία του με την παραχώρηση της Κρήτης στην οθωμανική αυτοκρατορία, και μέσω αυτής στον αντιβασιλέα της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή, τονίζοντας: «φρονώ ότι προφανής υπάρχει ο λόγος δια την προσάρτησιν της σημαντικής Νήσου εις την αναγεννηθείσαν Ελλάδα». Όπως έγραφε ο φιλέλληνας βουλευτής, τότε, του αγγλικού κοινοβουλίου, η θέση του αυτή δεν σχετιζόταν με φιλελληνικά ή φιλανθρωπικά αισθήματα, ούτε είχε κάποια πολιτική αυταπάτη. Αλλά ξεκινούσε υποστηρίζοντας το συμφέρον της ίδιας της Αγγλίας, θέλοντας να υποστηρίξει ότι η ίδια η χώρα του θα έχανε με την παραχώρηση της Κρήτης, αλλά και με τη δημιουργία ενός μικρού ελληνικού κράτους.
Η επιστολή του Κόδριγκτον, με ημερομηνία 9 Φεβρουαρίου 1830, αποτελούσε απάντηση σε σχετική προηγούμενη επιστολή του δούκα του Σούσεξ. Την εντοπίσαμε στο Κρητικό Αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος (έγγραφο 17008, 2 του αρχείου Γ. Καλαϊσάκη).
Το μεταφρασμένο κείμενο έχει ως εξής:
Eaton square
9 Φεβρουαρίου 1830
Προς
Την Α. Β. Υψ. Τον Δούκα του Σούσεξ κλπ
Ουδόλως φρονώ ότι ακριβή τινα κρίσιν τη Υμ. Βασιλ. Υψηλότητι διαβιβάζω σήμερον απαντών εις την χθες απευθυνθείσαν μοι ερώτησιν περί της σχετικής επί του χάρτου θέσεως της Κρήτης. Η τοιαύτη ιδέα προήχθη πιθανώς εκ διανοητικής παρʼ εμοί εντυπώσεως περί μελετωμένης αποξενώσεως της Νήσου, εκ των δια την Ελλάδα προτεινομένων σχεδίων. Και τούτο δια τους άλλους εκείνους λόγους, τους επιδρώντας εις τον εν τω μέλλοντι προορισμόν αυτής και παρʼ εμού μνημονευθέντας εις την Υψηλότητά Σας. Εάν η συνθήκη της 6 Ιουλίου 1827 ως γνώμων κατά τας ενεργείας ληφθή, φρονώ, ότι κατʼ ανάγκην η Νήσος ανήκει εις τας Οθωμανικάς κτήσεις. Εάν όμως αι της συνθήκης εκείνης διατάξεις άκυροι τυγχάνωσιν, ένεκα της επιμόνου αντιστάσεως της Πύλης, ένεκα προσγιγνομένης ύβρεως εις τας σημαίας των συμμάχων εκτελούντων ό,τι επάναγκες δια την ευρωπαϊκήν ειρήνην έκριναν, ένεκα τέλος της παρʼ αυτής της Πύλης αποδοχής του περί Ελλάδος άρθρου εν τη συνθήκη Αδριανουπόλεως, φρονώ ότι προφανής υπάρχει ο λόγος δια την προσάρτησιν της σημαντικής Νήσου εις την αναγεννηθείσαν Ελλάδα. Η Κρήτη, καίπερ μάλλον συνεχομένη προς άλλο μέρος των Οθωμανικών κτήσεων, κείται πολύ ανωτέρω της Αιγύπτου, εις της οποίας την Διοίκησιν περιελήφθη και περιλαμβάνεται εισέτι. Καίτοι δε υπό το κράτος της Αντιβασιλείας διατελούσι τα φρούρια και επομένως η στρατιωτική κατοχή της Νήσου, η χώρα εν γένει υπό την κατοχήν των Ελλήνων διατελεί.
Κατά την έκφρασιν γνώμης ή παρατηρήσεων αποφαίνομαι απλώς ως Άγγλος, υπʼ όψιν έχων πάντοτε ό,τι δια την Αγγλίαν άριστον, κατʼ εμέ κριτήν. Ουδέ φιλελληνισμός ουδέ φιλανθρωπίας αίσθημα, ή πολιτική τις δοξασία ιδιαιτέρα την εμήν κρίσιν αποπλανά, δια τούτο δε αδιστάκτως φρονώ, ότι όσω μείζων η έκτασις των δια την Ελλάδα μελετωμένων ορίων, τόσον το καλλίτερον.
Το εκ της Νήσου, αποτελούσης μέρος των Οθωμανικών κτήσεων, όφελος ενέμετο ο Μεχμέτ Αλής, όστις μετά του θετού υιού αυτού Ιβραχήμ εγένετο ο πρόξενος των μεγαλειτέρων της νήσου δεινών και δια τούτο δικαίως δέον να λάβη αυτός τα επίχειρα της κακίας του δια την δολιότητα και την ωμότητά του.
Αιτών συγγνώμην δια το εκτενές των διασαφήσεων τούτων ευσεβάστως διατελώ.
Της Υμετέρας Βασιλικής Υψηλότητος
Πιστός και ευπειθής θεράπων
Edward Codrington
«Οι Κρήτες παραδίδονται αύθις εις την φρικτήν δουλείαν>>
Η δραματική επιστολή των αγωνιστών της Κρήτης στους ηγεμόνες Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας
Οι αρνητικές εξελίξεις για τον απελευθερωτικό αγώνα της Κρήτης βρήκαν τους ηγέτες της επανάστασης συγκεντρωμένους στο χωριό Μαργαρίτες Μυλοποτάμου. Από εκεί απηύθυναν δραματικές επιστολές τόσο στους Έλληνες και στους Κρήτες, όσο και στους ηγεμόνες Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, αλλά και στους φιλέλληνες βουλευτές των ξένων κοινοβουλίων.
Στις 13 Φεβρουαρίου 1830 απηύθυναν χωριστά στον καθένα, αλλά με πανομοιότυπο περιεχόμενο, επιστολή στους βασιλείς της Μεγάλης Βρετανίας Γεώργιο Δ΄, της Γαλλίας Κάρολο Ι΄ και στον αυτοκράτορα της Ρωσίας Νικόλαο Α΄. Όπως τόνιζαν, ενώ περίμεναν τη δικαίωση των αγώνων τους, οι δυνάμεις τους παρέδωσαν και πάλι «εις την φρικτήν δουλείαν και εις την ωμότητα των τυράννων των δια να εξολοθρευθούν ολοτελώς»
«Δικαίως, Φιλόχριστοι Ηγεμόνες,-έγραφαν- όχι μόνον οι ζώντες έτι και πολεμούντες Χριστιανοί Κρήτες, όχι μόνον οι εις διαφόρους βαρβαρικάς επαρχίας αποσυρόμενοι αιχμάλωτοι, οίτινες επερίμενον την απελευθέρωσίν των και την επιστροφήν εις το Μητρώον έδαφος από την μεγαλόψυχον απόφασίν Σας, αλλά και αυτών των υπέρ Πατρίδος πεσόντων αι ιεραί σκιαί πρέπει να χύνωσι πικρότατα δάκρυα δια μίαν τοιαύτην απόφασιν, ήτις παρέβλεψε τα δίκαιά των, τα οποία είναι μεγαλύτερα, ισχυρότερα και παρʼ αυτών των λοιπών συναγωνιστών των, και άφησεν αυτούς πάλιν εις την διάκρισιν των αιμοβόρων και απανθρώπων τυράννων!»
Η επιστολή αυτή είχε δημοσιευτεί μερικά χρόνια αργότερα στην εφημερίδα «Αιών» (φύλλο αρ. 1780, της Τετάρτης 26 Αυγούστου 1859), από την οποία την αναδημοσιεύομε. Όπως έγραφε η εφημερίδα, το κείμενο υπέγραφαν, τα μέλη του Κρητικού Συμβουλίου, ο ιερός κλήρος, οι κατʼ επαρχία δημογέροντες, οι στρατηγοί της Κρήτης, οι οπλαρχηγοί των επαρχιών, ενώ το επικυρωμένο αντίγραφο που είχε στη διάθεσή της έφερε την υπογραφή του Γραμματέα του Κρητικού Συμβουλίου Παύλου Καλογέννητου.
ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΑΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ ΜΟΝΑΡΧΑΣ,
τον Σ. Βασιλέα της Μ. Βρεττανίας Γεώργιον τον Δʼ., τον Χριστιανικώτατον Βασιλέα της Γαλλίας Κάρολον τον Γʼ και τον Σ. Αυτοκράτορα πασών των Ρωσσιών Νικόλαον τον Αʼ κ.τ.λ.
Δύο σχεδόν αιώνας εστέναζον πικρότατα οι λαοί και των Χριστιανών Ελλήνων της Κρήτης υπό τον βαρύν και αφόρητον των Τούρκων ζυγόν. Αποκλεισμένοι παντός πολιτικού δικαιώματος, εδαπάνουν τα έτη της ζωής των μόνον εις τας πολυμόχθους υπηρεσίας των τυράννως των, και άλλο παρά η ανθρώπινος λαλιά δεν διέκρινε τον άνθρωπον από τα κτήνη εις αυτούς. Θρήνοι, κοπετοί πικρότατοι, οιμωγαί και νέφη ενδομύχων στεναγμών εμαύριζον την περικυκλούσαν αυτούς ατμοσφαίραν από τας καθημερινάς δεινοπαθήσεις των, όταν ο πατήρ απεχωρίζετο τον υιόν διʼ άδικον φόνον, η μήτηρ την θυγατέρα δια βιαίαν αισχρουργίαν και ο οικείος τον συγγενή διʼ ανεξέταστον συκοφαντίαν, και ενί λόγω μάλλον εσεβάζετο η ζωή του κτήνους, παρά του ανθρώπου η ζωή.
Τοιούτον ζώντες βίον αβίωτον οι δυστυχείς Χριστιανοί της Κρήτης, άλλο δεν επερίμενον πλέον παρά μίαν στιγμήν, ήτις να δώση εις αυτούς αφορμήν, ή της απελευθερώσεως και απαλλαγής από τα δεινά των, ή της ολικής τέλος τελείας εξοντώσεως των. Μόλις το άκουσμα του Ελληνικού συνθήματος έφθασεν εις τοιούτους εχθρούς μας, και αγριώτεροι αποκατασταθέντες, εβουλεύσαντο την πονηράν βουλήν της παντελούς εξοντώσεώς μας… Χιλιάδες Χριστιανών, γυναικών, ανδρών, παίδων, Ιεράρχαι εκ του Κλήρου πάμπολλοι, έπεσαν αυθημερόν ελεεινώς ως πρόβατα ένδον των φρουρίων της Κρήτης και εις τα πέριξ αυτών από τους αιμοβόρους τυράννους. Το προπατορικόν αίμα, το οποίον εσώζετο έτι εις των Κρητών τας φλέβας δια την φαινόμενην τρέχουσαν εξόντωσίν των εκίνησε και αυτούς εις το να λάβωσι ταυτοχρόνως με τους λοιπούς τα όπλα εις χείρας, όχι διʼ απόλαυσιν πλούτου και επιθυμίαν άλλης τινός κατακτήσεως, αλλά δια την συντήρησιν της φυσικής υπάρξεως των και δια την ανάκτησιν των δικαίων του ανθρώπου.
Απαράσκευοι λοιπόν εκδυθέντες εις τον αγώνα και οι Κρήτες, πεινώντες, γυμνοί, εστερημένοι παντός βοηθήματος και εγκαταλελειμμένοι εις μόνους τους εαυτούς των, έτρεχον από το εν άκρον μέχρι του άλλου της Κρήτης, καταπολεμούντες τους ωμούς τυράννους των με τρόπαια ένδοξα, περιορίζοντές τους εις μόνα τα φρούρια των. Μυριάδες απεσύρθησαν και ολονέν αποσύρονται εις δεινήν και απάνθρωπον αιχμαλωσίαν, πωλούμενοι ως κρέατα και εις τας αγυιάς της Αιγύπτου και Αφρικής, γυναίκες, άνδρες, νεανίδες, και αθώοι παίδες, υπηρέται αποκαθιστάμενοι την Τουρκικής ακολασίας. Πλείστον μέρος έγιναν θύματα ελεεινά της πείνης, της γυμνότητος, του κρύου και πάσης άλλης πολεμικής κακουχίας, και αναρίθμητοι έπεσαν, και πίπτουν αδιακόπως ένδοξα πτώματα εις το αιματόφυρτον μητρικόν έδαφος των με απαραδειγμάτιστον καρτεροψυχίαν, δια να καθαρίσουν και αυτοί την γην των προγόνων, την ιεράν γην των γενεθλίων των, από το αλλόκοτον τέρας της τυραννίας, και εγκαταλείπουν την ποθητήν ελευθερίαν εις τους παίδας των, το μόνον έπαθλον των πολυειδών αγώνων, των θυσιών και ταλαιπωριών των.
Και του Κρητός Ελληνος η καρδία εσκίρτα αγγλομένη, όταν η συνθήκη την 6 Ιουνίου 1827 εδήλωσεν εις τα πολεμούντα της Ελλάδος μέρη, ότι η φωνή του αφειδώς εκχυνομένου Ελληνικού αίματος έφθασεν εις τας ευαισθήτους ακοάς των φιλανθρώπων της Ευρώπης εθνών, και ότι διήγειρε την συμπάθειαν των Κραταιών Μοναρχών των εις το να αναχαιτίσουν την τοιαύτην αιματώδη χύσιν δʼ υπεράσπισιν των υπέρ ων εκχύνεται δικαίων· και ως η εις Αβαρίνους ένδοξος εκείνη και αείμνηστος ναυμαρχία της 8 Οκτωβρίου του 1828 απέδειξεν πραγματοποιουμένην την φιλάνθρωπον ταύτην απόφασίν των, έχαιρεν επαναπαυομένη και η ψυχή του επιζήσαντος Κρητός Ελληνος, ότι έμελλον να ζήσωσι και οι Κρήτες εφεξής την ζωήν των ελευθέρων ανθρώπων, επαξίως των αγώνων και ταλαιπωριών των.
Αλλά, παρʼ ελπίδα πάσαν, εις τα μετά ταύτα εν Λονδίνω πρωτόκολλα, και μάλιστα εκείνο των 22 Μαρτίου του 1829 με πόνον ανέκφραστον της ψυχής, παρατηρούν, ότι ενώ η πολύαθλος Κρήτη αποκλείεται της νυοσυντάκτου Ελληνικής πολιτείας, ύστερον από τόσους αγώνας και θυσίας, ουδʼ η παραμικρά μνεία γίνεται περί αυτών από την Χριστιανωσύνη. Δικαιώς, Φιλόχριστοι Ηγεμόνες, όχι μόνον οι ζώντες έτσι και πολεμούντες Χριστιανοί Κρήτες, όχι μόνον οι εις διαφόρους βαρβαρικάς επαρχίας αποσυρόμενοι αιχμάλωτοι, οίτινες επερίμενον την απελευθέρωσίν των και την επιστροφήν των εις το Μητρώον έδαφος από την μεγαλόψυχον απόφασίν Σας, αλλά και αυτών των υπέρ Πατρίδος πεσόντων αι ιεραί σκιαί πρέπει να χύνωσι πικρότατα δάκρυα δια μίαν τοιαύτην απόφασιν, ήτις παρέβλεψε τα δικαιά των, τα οποία είναι μεγαλήτερα, ισχυρότερα και παρʼ αυτών των λοιπών συναγωνιστών των, και άφησεν αυτούς πάλιν εις την διάκρισιν των αιμοβόρων και απανθρώπων τυράννων!
Αλλά προς τι τάχα, Σεβαστοί Κραταιότατοι Μονάρχαι, η εγκατάλειψις αύτη; Ή οι Κρήτες άρα γε δεν ημπόρεσαν να γίνωσιν άξιοι οικτιρμών, άξιοι του ελέους και της συμπαθείας σας; Ή τα δίκαια τούτων μόνον δεν στέθησαν άξια της Χριστιανικής προστασίας, τα οποία καθιέρωσαν ποταμοί αιμάτων, εκχυνομένων δέκα ήδη έτη, δίκαια τα οποία, ως κοινά της ανθρωπότητος, χρεωστούν και Βασιλείς και λαοί να σέβωνται και να υπερασπίζωσι;
Λογικά όντα και πλάσματα του Υψίστου Δημιουργού είναι βέβαια και οι δυστυχείς ούτοι, οίτινες υπέφερον και υποφέρουν τόσα δεινά, όχι διʼ άλλο έγκλημα, ειμή ότι είναι τέκνα της του Χριστού Εκκλησίας, και φίλοι των πατρίδας των.
Και μʼ όλα ταύτα παρατηρούν από τα ειρημένα πρωτόκολλα, ότι παραδίδονται αύθις, ύστερον από τόσα τραγικά δυστυχήματα, εις την φρικτήν δουλείαν και εις την ωμότητα των τυράννων των δια να εξολοθρευθούν ολοτελώς. Και Βασιλείς, και λαοί όλοι εξίσου γνωρίζουν σήμερον, ότι εις το εξής Τούρκοι και Χριστιανοί να συζήσουν μεταξύ των είναι εκ των αδυνάτων ανεπικινδύνως και την αναντίρρητον ταύτην αλήθειαν ομολογούν και τα εν Λονδίνω διπλωματικά έγγραφα από μέρους των πληρεξουσίων των Σ. Συμμάχων Δυνάμεων.
Αλλʼ έμελλεν άρα να πέση όλον το κακόν των Τούρκων εις ημάς μόνον τους δυστυχείς Χριστιανούς της Κρήτης; Και εσυγχώρησεν άρα γε η δικαιοσύνη να γίνωσι θυσία 130 περίπου χιλιάδες Χριστιανών ψυχών, σωζομένων έτι εις την Κρήτην προς αντίλυτρον των λοιπόν συναγωνιζομένων Ελλήνων, δια χάριν μόνον 40 μόλις χιλιάδων Τούρκων, περιωρισμένων ήδη και αυτών εις μόνο τα φρούριά των, λείψανα της Ελληνικής καρτερίας της ηρωϊκής μεγαλοψυχίας των Κρητών Ελλήνων;
Την σύντομον ταύτην τραγικήν εξιστόρησιν των πολυειδών παθών των Χριστιανών της Κρήτης και της εγκαρδίου λύπης των διευθύνων σήμερον άνδρες, γυναίκες, χήραι, παίδες, αθώοι, παρθένοι, νέοι, γέροντες, ηκρωτηριασμένοι, απόμαχοι, και αυτών ακόμη αι μακάριαι ψυχαί των ενδόξως πεσόντων Κρητών προς τους πόδας των Ανακτορικών Θρόνων σας δια των υποφαινομένων διαφόρων επαρχιακών Αντιπροσώπων των, και απαιτούν επι της βάσεως των απαραγράπτων και αναπαλλοτριώτων δικαιών των, επί της βάσεως των αρχών της παγκοσμίου δικαιοσύνης, να επιβλέψητε εις τους αποδεδειγμένους σημαντικούς αγώνας και θυσίας των, να επιβλέψητε τέλος εις τα δεινά, τα οποία η επερχομένη γενεά μέλλει να δοκιμάση δεινά, τα οποία θέλουν είσθαι ασυγκρίτως φρικτώτερα των προτέρων, καθʼ όσον η θηριώδης ψυχή των βαρβάρων εχθρών μας θέλει διεγείρεται και εις εκδίκησιν, δι΄όσα δικαιώς έπαθον κατά το διάστημα του αγώνος μας, και εκλιπαρούμεν μετά θερμοτάτων δακρύων να υπερασπισθήτε την ύπαρξίν μας, να υπερασπιθήτε τα δίκαιά μας, αδικουμένων ως προστάται της δικαιοσύνης και υπερασπισταί της πασχούσης ανθρωπότητος.
Πασίγνωστος είναι η λυσδώσης μανία, το αμάλακτον και άκαμπτον των Τούρκων, προσέτι και ο άπιστος και άστατος χαρακτήρ και αυτών των ιδίων Αρχών των, αλλά πολύ περισσότερον είναι γνωστά ταύτα πάντα ως εκ πείρας εις ημάς, ως γεννημένους και αναθραμμένους με αυτούς. Καμμία πίστις, καμμία εγγύησις μήτε αυτών, μήτε ουδετέρας και ανωτέρας δυνάμεως είναι ικανά να μας βεβαιώση δια ταύτα την μετʼ αυτών εφεξής ανεπικίνδυνον συμβίωσίν μας, αλλʼ ουδέ καμμία υποχρέωσις κραταιοτέρων θέλει δυνηθή να χαλινώση επί πολύ την θηριωδίαν του ανηθίκου τούτου έθνους. Διο θαρρούντες έτι οι Κρήτες εις την φιλανθρωπίαν και δικαιοσύνην της Μεγαλειότητός σας, προσπίπτουν και εκ δευτέρου ικετικώς εις τας πόδας των Ανακτορικών Θρόνων των Σ. Συμμάχων Ηγεμόνων, ήτοι του Μεγαλειοτάτου και Κραταιοτάτου Βασιλέως της Μ. Βρετανίας, του Μεγαλειοτάτου και Χριστιανικωτάτου Βασιλέως της Γαλλίας, και του Μεγαλειοτάτου και Κραταιοτάτου Αυτοκράτορος Πασών των Ρωσσιών, και δεν ημπορούν να μην ελπίσουν, ότι αυτοί εκείνοι, οίτινες χωρίς ιδίου τινός συμφέροντος, αλλά προς χάριν μόννο της ανθρωπότητος δια φιλανθρωπίαν και έλεος εβοήθησαν και υπεστήριξαν τον δίκαιον αγώνα των Ελλήνων, αυτοί εκείνοι, οίτινες δια των τροπαιούχων στόλων των εμπόδισαν την απειλουμένην κατερήμωσιν των ναυτικών Ελληνικών νήσων από τον πολυάριθμον στόλο των Οθωμανών, αυτοί εκείνοι οίτινες αφήρπασαν με την αποστολή των νικηφόρων στρατευμάτων των εις την Ελληνικήν γην του λαούς της Πελοποννήσου και λοιπών μερών από την εις αυτούς επικειμένην μάχαιραν του Αιγυπτίου Σατράπου, αυτοί εκείνοι οίτινες με γενναίες συνεισφοράς απολυτρώνουν αναριθμήτους Χριστιανούς αιχμαλώτους από την πικράν δουλείαν, αυτοί, λέγομεν, εκείνοι οίτινες με σημαντικά χρηματικά και παντός άλλου μέσα βοηθούν καθʼ εκάστην και υποστηρίζουν την ύπαρξιν του Ελληνικού έθνους, αυτοί ούτοι οι Σεβαστοί Χριστιανοί Μονάρχαι δεν θέλουν εγκαταλείπει και τους αξίους ελέους και συμπαθείας Χριστιανούς της Κρήτης να κατασφαγούν από τους εχθρούς των εν καιρώ, και να καταδικασθούν κατά τα εν Λονδίνω διπλωματικά έγγραφα, η εις αιώνιον αφόρητον δουλείαν, η εις αξιοδάκρυτον εξορίαν από την γην της γεννήσέως των, την οποίαν, δια να ανακτήσωσι και ζήσωσιν ως άνθρωποι, ως Χριστιανοί ελεύθεροι και αυτοί, έχυσαν και χύνουν βαρύτιμα αίματα, ενώ με εν μόνον φιλάνρθωπον νεύμα δύνανται να σώζωσι και αυτούς ως και τους λοιπούς με ημάς συναγωνιζομένους, δια να εγχαράξωμεν και οι Κρήτες εις τον ναόν της αθανασίας με της ευγνωμοσύνης τους ανεξαλείπτους χαρακτήρας τα Σεβαστά ονόματα των τριών τούτων ενδόξων εθνών, εις τα οποία βασιλεύουσιν ευτυχώς φιλόσοφοι Χριστιανοί.
Εάν δε παρά πάσαν ελπίδα, εναντίον πάσης δικαιοσύνης, αποτύχουν επι τέλους της δικαιοτάτης ταύτης αιτήσεώς των, αν τα ιερά δίκαιά των, τα οποία ως κοινά της ανθρωπότητος δίκαια χρεωστούν να σέβωνται πρώτοι οι Βασιλείς και να προστατεύωσι, χρεωστούν επί τέλους οι Κρήτες να διαμαρτυρηθούν πανδήμως, και να κηρύξουν ενώπιον Θεού και ανθρώπων την αδικίαν την οποίαν υποφέρουν στερηθέντες της πατρίδος των.
Ανακεφαλαιώντες δε όλα τα απʼ αρχής μέχρι τέλους δεινά των, ταλαιπωρίας, αγώνας, θυσίας, σφαγάς, αιχμαλωσίας και παντός είδους τραγικώτατα δυστυχήματα, τα οποία υπεφεραν με όλην την γενναιότητα και καρτεροψυχίαν δια την ανάκτησιν των δικαίων του ανθρώπου, δια την ασφάλειαν της τιμής, της ζωής και της ιδιοκτησίας των· επερειδόμενοι εις την ιερότητα των δικαίων του και θαρρούντες εις την Θείαν δίκην και παντοδυναμίαν, διαμαρτύρονται κατʼ αρχάς ενώπιον του Υπερτάτου και Αοράτου Οντος, ενώπιον όλης της Χριστιανωσύνης, ότι μολονότι είναι εστερημένοι όλων των αναγκαίων οι Κρήτες, δεν θέλουν βλάψει ποτέ κανένα όστις δεν θέλει λάβει το μέρος των πολεμίων των, σεβόμενοι καθʼ όλους τους όρους τα δίκαια των εθνών, αλλά ταυτοχρόνως ομολογούν τρανώτατα, ότι έχουσιν απόφασιν σταθεράν, σύμφωνα με τον όρκον τον οποίον έκαμαν ενώπιον του Θεού, τον προστάτην των αδυνάτων και εκδικητήν των καταδυναστευομένων, αφού κατασφάξουν ιδιοχείρως τας γυναίκας, τα φίλτατά των και τους γέροντας, θέλουν συμπλακή ομοθυμαδόν έπειτα με τους εχθρούς της ζωής, της τιμής και της πίστέως των, δια να αποθάνουν όλοι ομού προς αιώνιον μνημόσυνον εις τας επερχομένας γενέας της Οικουμένης, και προς δόξαν του Ελληνικού ονόματος, επικαλεσθέντες την δικαιοκρισίαν του Υψίστου, δια να φέρουν εις έκβασιν με την χύσιν της τελευταίας ρανίδος του αίματός των τον απαράβατον όρκον των.
Ταύτα κοινοποιούντες οι Χριστιανοί της Κρήτης προς τους Υ. Θρόνους των Σ. Συμμάχων, αναθέτουν την ύπαρξίν των, την σωτηρίαν των, την ελευθερίαν των, τα εθνικά και ανθρώπινα δίκαιά των, εις τας κραταιάς χείρας Σας, εξαιτούμενοι μετά θερμών δακρύων το έλεός Σας, την αντίληψιν, την συμπάθειαν, την φιλανθρωπίαν, και την δικαιοσύνην Σας.
Εν Μαργαρίταις Αυλοποτάμου, Φεβρουαρίου 13, 1830
Πηγές – Βιβλιογραφία
-Papers Relative to the Affairs of Greece, 1826-1830, J. Harrison and Son, London 1831,
-Εφημερίδα «Ελληνικός Τηλέγραφος», τεύχη 12, 13, 22, 24, 26 Μαρτίου και Μαΐου 1830.
-Εφημερίδα «Αιών», 26 Αυγούστου 1859
-«Κρητικό Αρχείο» Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος
-Θεοχάρη Δετοράκη, Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1990
-Βασιλείου Ψιλάκη, Ιστορία της Κρήτης.
-«Κρητική Πολιτεία», ιστορικό αφιέρωμα της εφημερίδας «Πατρίς», 30 Νοεμβρίου 2007
-Τμήματα, Αρχείων, Εφημερίδων και Περιοδικών, Μη Δανειζομένων Βιβλίων, Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ηρακλείου
-Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστρίας
-Συλλογές Foreign Office, Βουλής των Ελλήνων
-Candianews.gr