«Η Στάθα Καραϊβάζ δεν πηγαίνει σχεδόν ποτέ στο μέρος όπου πυροβολήθηκε ο σύζυγός της. Τρέμει ακόμα μέχρι σήμερα. Εδώ υπάρχει τώρα μια αναμνηστική πλάκα από μαύρη πέτρα». Έτσι ξεκινά το ρεπορτάζ-καταπέλτης του γερμανικού ARD για την κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα. Το εκτενές δημοσίευμα αρχίζει με την περιγραφή της δολοφονίας του Γιώργου Καραϊβάζ, που παραμένει ανεξιχνίαστη, και συνεχίζει με τις παρακολουθήσεις και τις διώξεις δημοσιογράφων επί κυβέρνησης Μητσοτάκη, που έφεραν τη χώρα μας στην 107η θέση παγκοσμίως στην ελευθερία του Τύπου, τη χαμηλότερη από όλες τις χώρες της ΕΕ.
«Ήταν φόνος», λέει στο ARD ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος από τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα. Το γερμανικό μέσο επισημαίνει ότι ο έγκριτος αστυνομικός ρεπόρτερ Γιώργος Καραϊβάζ ασχολούταν στα ρεπορτάζ με τη διαφθορά στην ελληνική αστυνομία και τις σχέσεις μεταξύ μεγάλων επιχειρήσεων, πολιτικής και οργανωμένου εγκλήματος. Για τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα η δολοφονία του, που δεν έχει διαλευκανθεί αποτελεί μια ξεκάθαρη επίθεση στην ελευθερία του Τύπου.
«Δύο χρόνια μετά τη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, δεν έχουμε δει καμία σημαντική πρόοδο. Δεν έχουμε λάβει ικανοποιητικές απαντήσεις για την πορεία της εισαγγελικής έρευνας – και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους για την κακή κατάταξη», επισημαίνει ο Β. Παναγιωτόπουλος.
Όπως αναφέρει το ARD, αυτός όμως δεν είναι ο μόνος λόγος για τη θέση 107 της Ελλάδας. Αφιερώνει έτσι μεγάλο κομμάτι του ρεπορτάζ του στην παρακολούθηση δημοσιογράφων με χρήση του κακόβουλου λογισμικού Predator.
Ειδικότερα, περιγράφει πώς ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης βρέθηκε στο στόχαστρο επειδή έγραψε άρθρα για τους «Financial Times» στα οποία επέκρινε την ισχύουσα ελληνική νομοθεσία, που σύμφωνα με τη θεωρία του, ενθαρρύνει το ξέπλυμα χρήματος και τη φοροδιαφυγή. «Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να με παρακολουθεί η ΕΥΠ. Πρώτα με συμβατική τεχνολογία και μετά με λογισμικό Predator» λέει ο ίδιος στο ARD, το οποίο θυμίζει ότι υπό παρακολούθηση τέθηκαν ακόμη ο Νίκος Ανδρουλάκης αλλά και υπουργοί της κυβέρνησης, σύμφωνα με έρευνα του Κουκάκη και αρκετών άλλων δημοσιογράφων.
Από το ρεπορτάζ του ARD δεν λείπουν οι αναφορές στο πανελλαδικό σκάνδαλο που προκλήθηκε όταν αποκαλύφθηκαν οι υποκλοπές και στην απομάκρυνση του ανιψιού του Κυριάκου Μητσοτάκη, Γρηγόρη Δημητριάδη, που ήταν υπεύθυνος του γραφείου του πρωθυπουργού. Όπως σημειώνεται, όμως, στο ρεπορτάζ, οι ευθύνες γύρω από τις υποκλοπές εξακολουθούν να μην έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως, ενώ υπάρχει ελάχιστη κάλυψη του ζητήματος στα μεγάλα ΜΜΕ.
Στο ARD μίλησε ο Θοδωρής Χονδρογιάννος, μέλος των «Reporters United», της ερευνητικής ομάδας με έδρα την Αθήνα που ήταν μεταξύ των δημοσιογράφων που αποκάλυψαν το σκάνδαλο. Ως αποτέλεσμα, ο Γρηγόρης Δημητριάδης τους έκανε αγωγή για τεράστια ποσά.
«Την ημέρα της παραίτησής του κατέθεσε αγωγή εναντίον μας. Ο Δημητριάδης ζήτησε από όλους τους κατηγορουμένους ποσό άνω του μισού εκατομμυρίου ευρώ», λέει ο Χονδρογιάννος. «Αυτό το ποσό είναι πολύ υψηλό για τα ελληνικά, αλλά και τα ευρωπαϊκά πρότυπα» σημειώνει, προσθέτοντας ότι η χρήση ακριβών αγωγών για να γονατίσουν ανεξάρτητους δημοσιογράφους είναι μια κοινή πρακτική στην Ελλάδα.
Τέλος, το εκτενές ρεπορτάζ του ARD αναφέρεται και στην ιδιοκτησία μεγάλων ομίλων ΜΜΕ από ισχυρούς επιχειρηματίες, κυρίως ναυτιλιακές εταιρείες με μεγάλη οικονομική και πολιτική επιρροή. Μάλιστα, φέρνει ως συγκεκριμένο παράδειγμα τον Βαγγέλη Μαρινάκη. «Εφοπλιστής, ιδιοκτήτης του ποδοσφαιρικού συλλόγου Ολυμπιακός Πειραιώς και ταυτόχρονα ιδιοκτήτης αυτοκρατορίας των ΜΜΕ» παρατηρεί.
Εάν μια εταιρεία μέσων ενημέρωσης ανήκει σε μια ναυτιλιακή εταιρεία, εξηγεί ο Θ. Χονδρογιάννος, δεν αναφέρει για αυτήν ή άλλες ναυτιλιακές εταιρείες. «Αυτό οδηγεί σε αυτολογοκρισία από δημοσιογράφους που εργάζονται εκεί» σημειώνει.
Οι Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα θεωρούν τα διαρθρωτικά προβλήματα στην Ελλάδα ως απειλή για την ελευθερία του Τύπου. «Είναι αυτό το τρίγωνο εξουσίας: έχουμε ΜΜΕ, επιχειρηματίες και πολιτική. Δεν είναι έτσι μόνο στην Ελλάδα. Αλλά ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων είναι μοναδικός: έχουμε ένα σκάνδαλο παρακολούθησης, μια δολοφονία ενός δημοσιογράφου, τις μηνύσεις και επίσης το πρόβλημα της ιδιοκτησίας» λέει ο Β. Παναγιωτόπουλος.
Χρειάζεται πολύ θάρρος στην Ελλάδα για να παλέψεις για την ελευθερία του Τύπου, καταλήγει με νόημα το ρεπορτάζ του γερμανικού μέσου.