Δεκέμβριος του 1911, δύο ακριβώς χρόνια πριν από την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος είναι πλέον πρωθυπουργός του μικρού, ακόμα, ελληνικού κράτους και οι συναγωνιστές του στην Κρήτη ετοιμάζονται να αναχωρήσουν με τα πλοία από τη Σούδα για να τον συναντήσουν στην Αθήνα και να μπουν, ως μέλη, στο ελληνικό κοινοβούλιο ώστε να επιβάλλουν την ένωση στην πράξη. Ο Βενιζέλος, από το βράδυ της 10ης Νοεμβρίου παραμονή του Άη Μηνά, τους έχει προειδοποιήσει να μην το τολμήσουν. Δεν μπορεί να αντέξει το ανοργάνωτο, διαλυμένο, ελληνικό κράτος τις πολεμικές απειλές της Τουρκίας και των Μεγάλων Δυνάμεων. Η Τουρκία ήταν έτοιμη να κηρύξει τον πόλεμο στην Ελλάδα και οι ΜΕΔ να επέμβουν, σε περίπτωση που η Ελλάδα δεχόταν την Κρήτη ως τμήμα της.
Οι Κρήτες, που ουδέποτε σταμάτησαν να παλεύουν και για την ελευθερία και για την ένωση, δεν το δέχονται. Δεν δέχονται την άρνηση του μέχρι πριν λίγο καιρό συναγωνιστή τους, τον οποίο είχαν αναδείξει τον Μάιο του 1910 σε πρωθυπουργό του νησιού. Και αποφασίζουν να στείλουν μια αντιπροσωπεία από 24 βουλευτές της Κρητικής Βουλής στην Αθήνα. Να μπει οπωσδήποτε στη βουλή, ήταν η απόφαση. Οι ΜΕΔ εμποδίζουν την επιβίβασή τους στα πλοία που θα πήγαιναν στον Πειραιά. Τους συλλαμβάνουν και τους κρατούν στα δικά τους πλοία. Οι Κρήτες πληρεξούσιοι βρέθηκαν κρατούμενοι ολόκληρο τον Δεκέμβριο! Απελευθερώθηκαν μετά τα Χριστούγεννα. Χωρίς να πετύχουν σε κείνη τη φάση το στόχο τους.
Δείτε φωτογραφία των Κρητών βουλευτών μετά τη σύλληψή τους. Η φωτογραφία είχε κυκλοφορήσει και σε καρτ ποστάλ
Τα γεγονότα του Νοεμβρίου 1911
Οι Κρήτες είχαν εξαγγείλει τη διοργάνωση ένοπλων συλλαλητηρίων, που θα ξεκινούσαν την επόμενη ημέρα της συζήτησης στο κοινοβούλιο, στις 11 Νοεμβρίου 1911, δηλαδή, προκειμένου να εκλέξουν επαναστατική συνέλευση και να στείλουν αντιπροσωπεία τους στην αίθουσα της ελληνικής βουλής, διεκδικώντας την de facto ένωση. Η Τουρκία απειλούσε ότι αν αυτό συνέβαινε θα ήταν αιτία πολέμου με την Ελλάδα, η οποία ήταν εντελώς ανέτοιμη για κάτι τέτοιο. Οι Μεγάλες Δυνάμεις παρακολουθούσαν κι απειλούσαν Ελλάδα και Κρήτη, προκειμένου να μην προχωρήσουν σε καμιά κίνηση.
Οι αντιπολιτευόμενες προς τον πρωθυπουργό Βενιζέλο ελληνικές εφημερίδες έγραφαν, ψευδώς, στις 9 Νοεμβρίου ότι Ελλάδα και Τουρκία συμφώνησαν μυστικά να «παγώσει» για 10 χρόνια κάθε εξέλιξη στο Κρητικό Ζήτημα, γεγονός που εξαγρίωνε Έλληνες και Κρήτες.
Ο Κρητικός πρωθυπουργός της Ελλάδας είχε το βάρος όλων αυτών, όταν έβγαινε στο βήμα του ελληνικού κοινοβουλίου προκειμένου να απαντήσει σε δύο σχετικές με τα δημοσιεύματα ερωτήσεις. Η μία ήταν του δικού του βουλευτή Αχαϊας και Ήλιδος Χρήστου Μεϊτάνη και η άλλη του αντιπολιτευόμενου Κ. Γόντικα, στην οποία συνηγορούσε και ο βουλευτής Ψαρών και εκδότης της αντιπολιτευόμενης εφημερίδας «Αθήναι» Γεώργιος Πωπ. Η καρδιά του τον οδηγούσε στη δικαίωση των αγώνων των Κρητικών, στους οποίους πρωταγωνίστησε και ως πολεμιστής και ως πολιτικός. Τώρα όμως είχε την ευθύνη της χώρας. Με μια απόφασή του θα μπορούσε να δώσει λύση στο πρόβλημα, γνώριζε όμως ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αντέξει το βάρος των συνεπειών, κυρίως στρατιωτικών, από την Τουρκία και τη διεθνή κοινότητα. Και είχε αποφασίσει να πει το όχι στους Κρήτες.
Η ομιλία του εκείνο το βράδυ ήταν στο «μικροσκόπιο» της Άγκυρας, κι έτσι εκφώνησε λόγους πολύ πικρούς για την Κρήτη και τους Κρητικούς. Τους οποίους δεν μπορεί να πίστευε ποτέ ο Βενιζέλος. Αυτοί οι λόγοι προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων ακόμη και στους οπαδούς του στο νησί. Πολλοί θεώρησαν ότι «πρόδωσε» τους κρητικούς αγώνες. Όμως η Ιστορία τον δικαίωσε, αποδεικνύοντας ότι είχε δίκιο και σχέδιο.
Ο Βενιζέλος, από το βουλευτικό βήμα, διέψευσε τις φήμες που ανέγραφαν οι εφημερίδες της Αθήνας για τα περί «μυστικής συμφωνίας με την Άγκυρα, σε βάρος της Κρήτης». Όμως ήταν πολύ αυστηρός –κάτω από τα «φώτα» του ελέγχου της Τουρκίας και των μεγάλων δυνάμεων- σε βάρος των συμπατριωτών του. «Η εν Κρήτη κατάστασις μοι εμπνέει ζωηροτάτας ανησυχίας», έλεγε ο Βενιζέλος.
Και συνέχιζε:
«Η Ελληνική Κυβέρνησις δεν παρέλειψε το επιβεβλημένον εις αυτήν καθήκον να διαμηνύση προς τους εν Κρήτη ότι τα μελετώμενα ήσαν κατ’εξοχήν επικίνδυνα, αλλά να διαδηλώση προς τούτοις προς αυτούς ρητώς και κατηγορηματικώς ότι η Ελληνική Κυβέρνησις δεν ήτο διατεθειμένη να αποδεχθή αποστελλομένους σήμερον τους Κρήτας βουλευτάς εις το εν Αθήναις Βουλευτήριον, διότι η αποδοχή αυτών θα προυκάλει ασφαλώς πόλεμον προς την γείτονα επικράτειαν, και εις πόλεμον τοιούτον δεν ήτο διατεθειμένη η σημερινή Κυβέρνησις να εμπλέξη το Κράτος.
Ευτυχώς αι συστάσεις αι γενόμεναι εισηκούσθησαν τότε και μετά προσωρινήν τινα ταλάντευσιν της γνώμης της Κρητικής Συνελεύσεως απεφασίσθη, όπως η ενέργεια των εν Κρήτη περιορισθή εις υπόμνημα απευθυνόμενον προς τας Προστάτιδας Δυνάμεις, εκλεγή δε η υπηρεσιακή Κυβέρνησις και κηρυχθή η διάλυσις της παρούσης Βουλής, διατασσομένων νέων εκλογών κατά τον Μάρτιον του προσεχούς έτους.
Αλλά μόλις η Βουλή ή η Συνέλευσις, όπως λέγεται εν Κρήτη, διέλυσεν εαυτήν, εκείνοι εκ των ανηκόντων εις την Συνέλευσιν, οι οποίοι εξεπροσώπουν τας ακροτέρας γνώμας, επεδίωξαν, όπως εφαρμόσωσιν αυτάς και έξω πλέον της Βουλής δια τρόπου ουχί κανονικού, αλλά δια τρόπου ανώμαλου και όπως αυτοί χαρακτηρίζουσι αυτό, επαναστατικού.
Κατά τας πληροφορίας, αι οποίαι έφθασαν προς την Κυβέρνησιν, οι εν λόγω Κρήτες πολιτευταί συγκαλούσι τον λαόν δια την προσεχή Κυριακήν εις ένοπλα συλλαλητήρια, των οποίων σκοπός θα είναι να διαμαρτυρηθώσι δια την αναβολήν της λύσεως του ζητήματος των, αλλά συγχρόνως να συγκροτήσωσιν επαναστατικήν Αντιπροσωπείαν του Κρητικού λαού και επαναστατικήν Κυβέρνησιν και να στείλωσι τους αντιπροσώπους των, όπως συμπαρεδρεύσωσι μεθ’ημών εις το Βουλετήριον τούτο».
«Η Ελληνική Κυβέρνησις -έλεγε ο Βενιζέλος το βράδυ της 10ης Νοεμβρίου από το βήμα της βουλής – ουδ’επί στιγμήν ανέβαλε να καταστήση και πάλιν γνωστήν την αντίληψιν αυτής και τας γνώμας αυτής, ουδ’επί στιγμήν παρέλειψε να δώση τας συμβουλάς, τας οποίας εδικαιούτο να δώση εδήλωσε δε και πάλιν ότι η πορεία, προς την οποίαν εφέρετο ωθούσα τα εν Κρήτη πράγματα μια μεγάλη μερίς των πολιτικών αυτής ανδρών, ήτο πορεία κατ’εξοχήν επικίνδυνος, ότι όμως εν πάση περιπτώσει οι εν Κρήτη έπρεπε να γνωρίζωσιν ότι, εφ’όσον η παρούσα Κυβέρνησις θα είχε την τιμήν να προΐστανται των κοινών εν Ελλάδι, οι Κρήτες αντιπρόσωποι δεν θα εγίνοντο δεκτοί, όπως συμπαρεδρεύσωσι μεθ’ημών εν τη αιθούση ταύτη. Η Κυβέρνησις η Ελληνική κατέστησε γνωστόν προς τους εν Κρήτη ότι η πολιτική αυτής είναι σαφώς και καθαρώς διαγεγραμμένη, είναι πολιτική ειρηνική, αποσκοπούσα εις την στρατιωτικήν ανασύνταξιν του Κράτους και την άλλην εσωτερικήν ανάπλασιν, της οποίας η επιτυχία απαραίτητον προϋπόθεσιν έχει την ειρήνην και την εσωτερικήν και εξωτερικήν γαλήνην».
O πρωθυπουργός της Ελλάδας κάλεσε τους Κρήτες να κάνουν υπομονή. «Εδηλώθη προς αυτούς», είπε «ότι ηδύναντο να εμπνευσθώσιν από το παράδειγμα των πατέρων των, οι οποίοι υπό περιστάσεις πολύ δυσχερεστέρας, ασυγκρίτως δυσχερεστέρας, υπέμειναν όχι απλώς επί δεκαετηρίδας, αλλ’ επί αιώνας. Και ηξιώθη παρ’ αυτών, ελευθέρων ήδη όντων και κυρίων εν τω ιδίω οίκω, να επιδείξωσι και αυτοί υπομονήν τινά. Ελέχθη προς αυτούς ακόμη, ότι είναι αδύνατον να αναγνωρισθή το δικαίωμα εις αυτούς, αποτελούντας το εν όγδοον ή το εν ένατον του πληθυσμού του ελευθέρου Βασιλείου, όπως υπαγορεύσωσι και επιβάλωσιν αυτοί εκβιαστικώς την πολιτικήν αυτών εις το ελεύθερον Βασίλειον».
Ακολούθησαν έντονες αντιπαραθέσεις, κυρίως με τον Γεώργιο Πωπ, ο οποίος κατηγόρησε τον Βενιζέλο ότι αντιφάσκει, καθώς μέχρι πριν 1,5 χρόνο έκανε τα εντελώς διαφορετικά απ’ αυτά που συμβουλεύει τους συμπατριώτες του Κρητικούς.
Για ν’ απαντήσει ο Βενιζέλος με νόημα:
«Ήτο περιττόν να αναγνώση κείμενα (ο Πωπ) δια να καταδείξη εις πάντας πράγμα, το οποίον εγνώριζον ότι άλλη ήτο η θέσις μου ως Προέδρου της Κρητικής Κυβερνήσεως και άλλη είναι η θέσις μου ως Προέδρου της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Ως Πρόεδρος της Κρητικής Κυβερνήσεως διεξήγον αγώνα κατά της Τουρκικής κυριαρχίας, διότι η Κρήτη ευρίσκετο εις εμπόλεμον κατάστασιν προς την όμορον Επικράτειαν, εμπόλεμον κατάστασιν, της οποίας η εκδήλωσις παρημποδίζετο δια της παρεμβάσεως των Μεγάλων Δυνάμεων. Εκεί ήμην Πρόεδρος της Κυβερνήσεως Κράτους τοιαύτην έχοντος πολιτικήν σήμερον αι περιστάσεις με έφερον ηγούμενον της Κυβερνήσεως της Ελλάδος, Κράτους δηλ. το οποίον ευρίσκεται εις φιλικάς σχέσεις προς την όμορον Επικράτειαν, και Κράτους, το οποίον, ενώ η Κρήτη από τριών ετών εκήρυξε την ένωσιν μετά της Ελλάδος, απέστερξεν ή απέφυγεν ή παρέλειψεν μέχρι σήμερον να αποδεχθή αυτή».
Η σύλληψη από τις ΜΕΔ
Λίγο μετά το “όχι” του Βενιζέλου στους Κρήτες, ομάδα 24 πληρεξουσίων του νησιού επιχείρησε να μεταβεί με πλοία από το λιμάνι της Σούδας στον Πειραιά.
Ήταν ήδη Δεκέμβριος. Ο απόπλους εμποδίστηκε από δυνάμεις της ΜΕΔ και οι Κρήτες πληρεξούσιοι κρατήθηκαν επί μέρες μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου στο πλοίο. Εδώ παρουσιάζουμε μια ακόμα φωτογραφία με τους πληρεξούσιους ενώ κρατούνται.
Η λεζάντα για τους συλληφθέντες βουλευτές γράφηκε από τον επίσης συλληφθέντα Ν. Παπαδάκη, στο κείμενο του ημερολογίου του: “Οι κληρωθέντες Βουλευταί φαίνονται εν τη παρατιθεμένη εικόνι και είναι ούτοι (εκ των κάτω και εξ αριστερών):
Σειρά Α’: 1. Γ. Χατζηγρηγοράκης (εκ Σφακίων), 2. Κυριάκος Μπυράκης (εκ Μυλοποτάμου), 3. Ιωσήφ
Kουντούρος (εκ Μεραμβέλλου), 4. Θ. Μανουσακάκης (εκ Σφακίων). (Οι εν αρχή παρά τα σχοινία είναι δύο επισκέπται: Γεώργιος Χ. Πωλογεώργης και τις άλλος).
Σειρά Β’: 5. Αντ. Κατζουράκης (εκ Χανίων), Άγγλος Αξιωματικός του πλοίου, 6. Χαρ. Πωλογεώργης (εκ Σφακίων), 7. Ιωάννης Αηνικολιώτης (εκ. Μονοφατσίου).
Σειρά Γ’: (όπισθεν των σχοινίων), 8. Κωνσταντίνος Λαγουδάκης (εκ Μυλοποτάμου), 9. Κωνσταντίνος Δολαψάκης (εκ Λασηθίου), Άγγλος Αξιωματικός του πλοίου, 10. Δευκαλίων Πωλιουδάκης (εκ Καινουρίου), Άγγλος Αξιωματικός, 11. Ιωάννης Πολυξίγκης (εξ Ηρακλείου), 12. Ιωάννης Βούλγαρης (εξ Αμαρίου), 13.
Μιχ. Σγουρός (εκ Μυλοποτάμου), 14. Μιχ. Δασκαλάκης (εκ Μυλοποτάμου), 15. Γεώργιος Βαρούχας (εκ Τεμένους), 16. Μιχ. Μανασάκης (εκ Πυργιωτίσσης), Άγγλος Αξιωματικός.
Σειρά Δ’: 17. Νικ. Ι. Παπαδάκης (εκ Σητείας), 18. Μαν. Μανουσάκης (εκ Σφακίων), 19. Ηλίας Δεληγιαννάκης (εκ Ρεθύμνης), 20. Σωκράτης Βιτσάκης (εξ Ηρακλείου), 21. Γεώργιος Μαυραντωνάκης (εκ Πεδιάδος), 22. Εμμ. Πατερόπουλος (εκ Μαλεβυζίου), 23. Γεώργιος Βενιανάκης (εκ Ρεθύμνης), 24. (μη περιλαμβανόμενος εν τη εικόνι) Στυλ. Παπαδάκης (εκ Μεραμβέλλου)”.