«Πετάχτηκε ξαφνικά μπροστά μου, δεν την είχα δει. Πάτησα φρένο και έφυγε το αυτοκίνητο στο αντίθετο ρεύμα», είπε στην απολογία του ο 27χρονος κατηγορούμενος που χτύπησε και εγκατέλειψε αιμόφυρτη στην άσφαλτο την 21χρονη Έμμα στη Θεσσαλονίκη, στην οδό Εγνατία, πέρσι τον Νοέμβριο.
Ο 27χρονος που κάθεται στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων κατηγορείται για το κακούργημα της επικίνδυνης οδήγησης, που είχε ως αποτέλεσμα
Στην απολογία του υποστήριξε ότι η 21χρονη πετάχτηκε ξαφνικά μπροστά, στο ύψος της Καμάρας, την ώρα που κινείτο με ταχύτητα κάτω των 60 χιλιομέτρων και προσπάθησε να αντιδράσει πατώντας φρένο και στρίβοντας το τιμόνι, όμως το αυτοκίνητο ολίσθησε και μπήκε στο αντίθετο ρεύμα.
«Λυπάμαι για ότι έγινε», είπε στην αρχή της απολογία του και περιέγραψε ότι ήρθε στην Ελλάδα από την Αλβανία πριν από 13χρονια, δεν είχε νόμιμα έγραφα παραμονής, ούτε δίπλωμα οδήγησης.
«Το αυτοκίνητο το είχα από τις 17 Νοεμβρίου και ήμασταν στα παζάρια για την αγορά του. Το πρωί θα το πήγαινα στον μηχανικό για έλεγχο. Δεν είχα καταλάβει ότι ήταν πειραγμένο, μόνο η εξάτμιση έκανε θόρυβο. Είχα ξανά αυτοκίνητο στην Αλβανία και οδηγούσα με δίπλωμα, εδώ όμως δεν είχα δίπλωμα. Δεν είχα χαρτιά και ήμουν παράνομος δε μπορούσα να βγάλω. Έδινα το παρόν στην αστυνομία για μία υπόθεση, είχα κατηγορηθεί ως χρήστης ναρκωτικών πριν τέσσερα – πέντε χρόνια», ανέφερε.
Μιλώντας για τις συνθήκες της φονικής παράσυρσης ανέφερε ότι ήταν σταματημένος στα φανάρια που βρίσκονται στο πανεπιστήμιο και ξεκίνησε με πράσινο, ενώ όταν είδε την άτυχη Έμμα δε μπορούσε να την αποφύγει.
«Βγήκε απότομα στο δρόμο και δε πρόλαβα να τη δω. Πήγαινα το πολύ με 55χλμ/ώρα. Την είδα δύο δευτερόλεπτα, πάτησα φρένο, έστριψα το τιμόνι για να την αποφύγω αλλιώς θα την έπαιρνα κάτω από το σασί. Πήγε να περάσει απέναντι. Πάτησα φρένα, έστριψα τιμόνι μη την πάρω από κάτω. Γλίστρησε το αμάξι και έπεσε στα άλλα αυτοκίνητα και σε έναν κάδο», ανέφερε.
«Υπήρχαν φώτα αλλά είχε παρκαρισμένα αμάξια και βγήκε απότομα από εκεί. Προχωρούσε δεν ήταν σταματημένη. Δε φαινόταν καθόλου. Πρόσεχα αλλά δεν την είδα καθόλου. Την ώρα που βγήκε μπροστά μου την είδα, αλλιώς θα είχα σταματήσει. Δε περίμενα να βγει, δεν είχε διάβαση. Δε πρόλαβα να δω τι φορούσε. Δεν την είδα καν. Την αντιλήφθηκα στο ένα μέτρο. Δε μιλούσα εκείνη την ώρα με τη συνοδηγό, με τη κοπέλα δε γνωριζόμασταν καν, στο αμάξι ήταν απασχολημένη στο κινητό», σημείωσε.
Σχετικά με την απόφασή του να εγκαταλείψει το θύμα και να φύγει από το σημείο, ανέφερε ότι ταράχθηκε καθώς δεν ήξερε τι πρέπει να κάνει σε τέτοιες περιπτώσεις. «Δε συμβαίνει κάθε ημέρα να χτυπάμε ανθρώπους να ξέρω τι να κάνω. Ήταν λάθος», είπε, με την πρόεδρο του δικαστηρίου να του λέει ότι «είναι θέμα ανθρωπιάς και όχι γνώσεων». «Τρόμαξα. Θόλωσα. Μόνος μου πήγα στις Αρχές», είπε με τη σειρά του.
Ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι δεν έβαλε ποτέ όπισθεν στο αυτοκίνητο αλλά πάτησε γκάζι για να φύγει, ενώ κατάλαβε ότι ήταν «πειραγμένο» μετά την παράσυρση.
«Είδα τον κόσμο που μαζεύονταν εκεί. Μετά έμεινε το αμάξι στο Σέιχ Σου και ένας περαστικός μας πήρε από εκεί. Δεν είχε πινακίδες, τις είχα βγάλει για να τις κρύψω. Με ενδιέφερε μόνο το πως θα κρυφτώ, την πρώτη ώρα. Τις πινακίδες τις πέταξα. Η συνοδηγός ήταν τρομαγμένη. Δε ξέρω γιατί το έκανα αυτό εκείνη την ώρα, ακόμα και τώρα. Τρόμαξα. Με αυτό που είδα, με αυτό που έγινε και με αυτό που θα γινόταν, αν δηλαδή θα ζήσει η κοπέλα ή όχι. Ήθελα να μάθω νέα για αυτό δε γύρισα πίσω. Όχι από τις ειδήσεις, αλλά αν ήμουν μέσα δε θα μπορούσα να μάθω αν είναι καλά ή όχι. Την άλλη ημέρα περίμενα να δω τι θα γίνει με την κοπέλα, πως θα είναι, αυτά μαθαίνονται έξω».
Σε άλλο σημείο της απολογίας του ο 27χρονος ζήτησε συγνώμη από την οικογένεια της Εμμας.
Η δίκη συνεχίζεται.