Η ειδική έκθεση του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας για το 2022 που παρουσίασε ο Συνήγορος του Πολίτη για μία ακόμη χρονιά αποτελεί κόλαφο για την κυβέρνηση Μητσοτάκη και την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
Ο Συνήγορος του Πολίτη ομαδοποιεί σε τέσσερις βασικές κατηγορίες τα θύματα αστυνομικής αυθαιρεσίας:
- άτομα νεαρής ηλικίας, ενίοτε και ανήλικα ή ακόμη και παιδιά
- αλλοδαποί ανεξαρτήτως του καθεστώτος με το οποίο βρίσκονται στην Ελλάδα
- Ρομά και
- γυναίκες
Ο συνδυασμός δύο ή περισσότερων από τα τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά, κάνει πιθανότερο να θυματοποιηθεί κάποιος, όπως υπογραμμίζεται, ενώ παρατίθενται σχεδόν 100 υποθέσεις όπου συνδυάζονται παραβιάσεις δικαιωμάτων όπως οι παρακάτω:
- κατά της σωματικής ακεραιότητας
- κατά της ανθρώπινης αξιοπρέπειας
- κατά της προσωπικής ελευθερίας
- κατά της γενετήσιας ελευθερίας
- κατά της ανθρώπινης ζωής
Σημειώνεται ότι από τις 113 υποθέσεις που έγιναν αντικείμενο επεξεργασίας, αναγνωρίστηκε πειθαρχική ευθύνη μόνο σε 16.
Ακόμη χειρότερα, για ρατσιστική συμπεριφορά ή διακριτική μεταχείριση εκ μέρους αστυνομικών, «ουσιαστική διερεύνηση ρατσιστικού κινήτρου πραγματοποιήθηκε μόλις σε 4 υποθέσεις».
Η ΕΛΑΣ φαίνεται ότι στοχοποιεί επαναλαμβανόμενα νέους, αλλοδαπούς, Ρομά και γυναίκες και τελικά αυτοί αναδεικνύονται «βολικοί εχθροί», εσωτερικοί και εξωτερικοί.
Οι αντιλήψεις εντός των διωκτικών αρχών ανακυκλώνουν κοινωνικά στερεότυπα και κοινωνικούς αυτοματισμούς, διαχέουν γενικευμένο φόβο και δημιουργούν «γκρίζες ζώνες» αποθαρρύνοντας το δικαίωμα του αναφέρεσθαι για την αστυνομική αυθαιρεσία. Τέτοιες πρακτικές, τονίζει ο Συνήγορος του Πολίτη, παρέχουν «ορθολογικά επιχειρήματα σε αμφίσημες, ενίοτε και σε ακραίες, συμπεριφορές».
Σε κάθε κράτος Δικαίου η δυνατότητα της Αστυνομίας να καταστέλλει «πατάει» στο ότι μπορεί να εγγυάται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Όταν δεν υπάρχει αυτή η ισορροπία, μετατρέπονται σε συνήθεις παραβάτες αυτών των δικαιωμάτων οι αρμόδιοι για την διασφάλιση του νόμου, κάτι που στρώνει «το έδαφος σε θεσμικές παρεκτροπές και πολιτειακά πισωγυρίσματα. Η αποτροπή, επομένως, καθώς και η αποκατάσταση ενός τέτοιου ενδεχόμενου, απαιτεί θεσμικά αντίβαρα και δομικές διευθετήσεις», όπως τονίζεται.
Κλείνοντας, ο Συνήγορος «θυμίζει» στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και το υπουργείο ΠΡΟΠΟ ότι «χρωστάνε» επικαιροποιημένα στοιχεία για την πειθαρχική διερεύνηση καταγγελιών αστυνομικής κακομεταχείρισης, που έχει απαιτήσει η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, λόγω του ότι η Ελλάδα είναι σε αυξημένη επιτήρηση λόγω της ελλειμματικής προσαρμογής της. Και αντίστοιχα, εκκρεμεί σταθερά η υποχρέωση υλικής ενίσχυσης και περαιτέρω στελέχωσης του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας.
Στην αρχή των Συμπερασμάτων της έκθεσης, τονίζεται ότι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανυψώνεται σε βασικό κριτήριο αξιολόγησης της κρατικής πολιτικής και τελικά νομιμοποίησης των ίδιων των κρατών σε διεθνές επίπεδο και αποτελεί διαπολιτισμικό κριτήριο αξιολόγησης του τρόπου με το οποίο διάφορα εθνικά νομικά συστήματα αντιμετωπίζουν σημαντικά κοινωνικά ζητήματα, τονίζει στα φετινά του συμπεράσματα ο Συνήγορος του Πολίτη.
Στην Ελλάδα καταγράφονται ετησίως «οι ίδιες πλημμέλειες και ελλείψεις ως προς την εσωτερική διαδικασία διερεύνησης πειθαρχικών παραπτωμάτων», που παρουσιάζουν «ανθεκτικότητα στο χρόνο, παρά τις επίμονες συστάσεις και επανειλημμένες παρεμβάσεις της Αρχής». Και τα συμπεράσματα του 2022 καταγράφουν νέο κίνδυνο, αυτόν της όξυνσής τους, όπως τονίζεται.
Όπως τονίζεται, ο Συνήγορος του Πολίτη σε σειρά πειθαρχικών υποθέσεων το 2022:
«έστειλε πίσω» πειθαρχικές υποθέσεις τονίζοντας ότι τα πειθαρχικά όργανα δεν έχουν συμμορφωθεί με τις υπάρχουσες συστάσεις
σε τέσσερις περιπτώσεις έστειλε πόρισμα-επιστολή σε υπουργό, ενημερώνοντας για την αναιτιολόγητη άρνηση πειθαρχικών οργάνων να ακολουθήσουν τις συστάσεις
Σημειώνεται ότι ακόμη τρεις φορές ενημερώθηκαν υπουργοί για την ίδια άρνηση, το 2020 και το 2021.
Περιγράφεται μία «κανονικότητα» όπου οι πειθαρχικοί έλεγχοι γίνονται με τρόπο ελλειμματικό και υπολειπόμενης ποιότητας παρά τις σχετικές διαταγές της ηγεσίας της ΕΛΑΣ, αλλά και η συνήθεια αρχειοθέτησης υποθέσεων λόγω «πρακτικής αδυναμίας περαιτέρω συμπλήρωσης της πειθαρχικής έρευνας» που ήταν ελλειμματική.
Υποδεικνύονται ως τεκμήριο οι «πειθαρχικές πορισματικές εκθέσεις της ΕΛΑΣ, στις οποίες η πρόταση αρχειοθέτησης προβάλλεται ως μόνιμη, σχεδόν, επωδός για τη συντριπτική πλειοψηφία των διεξαχθέντων πειθαρχικών ελέγχων».
Μεταξύ άλλων περιγράφονται:
- σχέσεις εξάρτησης μεταξύ πειθαρχικής και ποινικής δίκης
- συχνή θεσμική εργαλειοποίηση
- έντονη προτίμηση υπέρ άσκησης προκαταρκτικών πειθαρχικών ερευνών έναντι πειθαρχικών διώξεων ακόμη και για βαρύτατες καταγγελίες
- ανέξοδη κι άλλοτε επιλεκτική ή/και ελλειπτική αναφορά στην ισχύουσα νομοθεσία
- αδράνεια για συλλογή ή έγκαιρη συλλογή κρίσιμου αποδεικτικού υλικού
- αποφυγή αξιολόγησης και αξιοποίησής του αποδεικτικού υλικού
- αποφυγή επίσημης ενημέρωσης του υπουργού και του πειθαρχικού προϊσταμένου
- θεσμική παράκαμψη του Συνηγόρου του Πολίτη με έκδοση πειθαρχικών αποφάσεων χωρίς πρότερο πόρισμά του
- δίχως τεκμηρίωση παράβλεψη των συστάσεών του Συνηγόρου του Πολίτη
- αμεριμνησία ως προς τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ)
Το τελευταίο, την ώρα που οι αποφάσεις του είναι δεσμευτικές ειδικά για κράτη όπως η Ελλάδα που έχουν καταδικαστεί στο παρελθόν, συμπυκνώνει τα πειθαρχικά ελλείμματα της χώρας και αποτυπώνει άρνηση για διεξοδική και αποτελεσματική έρευνα των υποθέσεων, τονίζουν οι συντάκτες της έκθεσης.