Του Κώστα Βαξεβάνη
Ο Αδωνης Γεωργιάδης εµφανίζεται στο δηµοσίευµα, µέσα από επικοινωνίες που έχει το στέλεχος της Huawei στην Ελλάδα Θόδωρος Ταµβακίδης, να λαµβάνει δώρα από την εταιρεία και συγκεκριµένα δύο smartwatches και ένα laptop. Ο Αδωνης Γεωργιάδης απάντησε στις κατηγορίες λέγοντας ότι αφενός έχει αγοράσει τα συγκεκριµένα προϊόντα, αλλά κυρίως ότι δεν υπέγραψε καµιά σύµβαση υπέρ της κινεζικής εταιρείας ώστε να κατηγορηθεί πως την έχει ευνοήσει. Η πραγµατική και σοβαρή κατηγορία δεν αφορά ούτε τα δώρα ούτε κάποιες συµβάσεις. Στις δηµοσιευµένες συνοµιλίες (και σ’ αυτό δεν απαντάει µέχρι στιγµής ο υπουργός) ο Αδ. Γεωργιάδης εµφανίζεται να είναι ο άνθρωπος που είχε αναλάβει προς όφελος της Huawei να µη συµπεριληφθούν στην κοινή συµφωνία τεχνολογίας και επιστήµης µεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ, που υπογράφτηκε το 2020 από τον ίδιο και τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Ποµπέο, όροι απαγορευτικοί για τη συµµετοχή της Huawei σε τεχνολογικά έργα στην Ελλάδα. Γράφουν στο επίµαχο σηµείο οι «ΝΥΤ»: «Τα στελέχη της Huawei συζήτησαν να έχουν κάποιον παρόντα κατά τη διάρκεια των διαπραγµατεύσεων για να βοηθήσουν στην αφαίρεση αναφορών στον κυβερνοχώρο και στις κινεζικές εταιρείες. “Συζητήσαµε µε τον Αδωνη και το βγάλαµε” έγραψε ο κ. Ταµβακίδης σε συνάδελφό του αρκετούς µήνες µετά τη Σύνοδο Κορυφής. Ο κ. Ταµβακίδης αναφερόταν στον Αδωνη Γεωργιάδη, έναν ανώτερο Ελληνα υπουργό που κάθισε δίπλα στον κ. Ποµπέο για να υπογράψει τη συµφωνία του 2020 στο λιµάνι της Θεσσαλονίκης».
Είναι η δεύτερη φορά που ο Αδ. Γεωργιάδης αναφέρεται σε εσωτερικά έγγραφα εταιρείας ως ο υπουργός που αναλαµβάνει να διευκολύνει την εταιρεία. Η πρώτη φορά ήταν στο σκάνδαλο Novartis. Τα έγγραφα της εν λόγω εταιρείας που περιγράφουν το λεγόµενο «Harvard project» εµφανίζουν έναν υπουργό της κυβέρνησης ο οποίος θα έβαζε στην αγορά δέκα νέα φάρµακα της φαρµακευτικής παρά τις απαγορεύσεις της τρόικας. Τα φάρµακα αυτά µπήκαν στην αγορά από τον Αδ. Γεωργιάδη.
Οι αποκαλύψεις των «ΝΥΤ» στηρίζονται σε επίσηµες παρακολουθήσεις και καταγραφές που έχουν κάνει πράκτορες βαλτικής χώρας. Οι παρακολουθήσεις αυτές, όπως αποκαλύπτει το Documento, συναντιούνται µε τις ελληνικές υποκλοπές και την υπόθεση παρακολούθησης του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη. Τη σύνδεση αυτή άλλωστε είχε κάνει σε ανύποπτο χρόνο ο ίδιος ο (τότε) διοικητής της ΕΥΠ Παναγιώτης Κοντολέων, όταν είχε εµφανίσει την παρακολούθηση του Ανδρουλάκη ως αίτηµα συµµάχων της Ελλάδας για λόγους εθνικής ασφάλειας. Σύµφωνα µε τις πληροφορίες του Documento, η παρακολούθηση του Ανδρουλάκη ξεκίνησε ως επιχείρηση ξένης έρευνας για Ευρωπαίους πολιτικούς που εξυπηρετούν κινεζικά συµφέροντα στην Ευρώπη και κατέληξε στη διπλή παγίδευσή του (ΕΥΠ και Predator) από το σύστηµα παρακολούθησης Μητσοτάκη. Οσο για το αν τυχόν τον «κρατάνε» και σε άλλα θέµατα, αυτό το γνωρίζει µόνο το εν λόγω σύστηµα υποκλοπών και ενδεχοµένως ο ίδιος ο Ν. Ανδρουλάκης.
Πώς συνδέονται οι κοριοί στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και σε άλλους ευρωβουλευτές με το κατασκοπικό θρίλερ που αποκάλυψαν οι «New York Times» με πρωταγωνιστή τον Αδωνη Γεωργιάδη και τα ταξίδια του στην Κίνα
Τον Ιούνιο του 2020 η εφηµερίδα «Καθηµερινή» δηµοσιεύει µια µεγάλη συνέντευξη του Τζάκι Τσεν, επικεφαλής του κινεζικού κολοσσού Huawei στα νότια Βαλκάνια. Η συνέντευξη αποτελεί µια φιλική παρουσίαση του ισχυρού άνδρα της εταιρείας και των σχεδίων της Huawei. Ο κ. Τσεν διαβεβαιώνει το ελληνικό κοινό ότι η εταιρεία του θέλει να βοηθήσει στην ψηφιακή ανάπτυξη της Ελλάδας µέσα από τα δίκτυα 5G και, σε σχετική ερώτηση, φροντίζει να διαψεύσει ότι οι πληροφορίες που συγκεντρώνει η εταιρεία του καταλήγουν στην κινεζική κυβέρνηση για άνοµους σκοπούς. Το στέλεχος της Huawei χρησιµοποιεί έως και αποφθέγµατα του Σωκράτη στη συνέντευξή του για να πείσει ότι πρέπει να έχουµε το βλέµµα στραµµένο στο µέλλον.
Την ίδια περίοδο η Huawei κάνει την εµφάνισή της µε ευνοϊκά δηµοσιεύµατα σε πολλά µέσα ενηµέρωσης στην Ελλάδα, κάποια από τα οποία µάλιστα είναι διθυραµβικά. ∆εν υπάρχει καµιά αµφιβολία ότι εκείνη την εποχή διεξάγεται ο λεγόµενος «πόλεµος του 5G», του περάσµατος δηλαδή στα νέα δίκτυα, στα οποία η Κίνα ναι µεν πρωτοπορεί, αλλά αντιµετωπίζει τις παρεµβάσεις των ΗΠΑ. Η νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία έχει αναλάβει πριν από λίγους µήνες την εξουσία, δηλώνει ανοιχτή σε προτάσεις για την ψηφιακή πρόοδο.
Πίσω όµως από τις δηλώσεις, τα δηµοσιεύµατα, το χρήµα που ρέει διαφηµιστικά και τις φιλοφρονήσεις µε αναφορές ακόµη και στον Σωκράτη, υπάρχει ένας αδυσώπητος πόλεµος ο οποίος συµπεριλαµβάνει µυστικές υπηρεσίες.
Ο Τζάκι Τσεν δεν αντιµετωπίζεται από τις µυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ ως ένα στέλεχος της Huawei το οποίο ενδιαφέρεται για την επέκταση της εταιρείας του. Ο Τσεν είναι γιος επιφανούς στελέχους της κινεζικής κοµµατικής ελίτ και για τις αµερικανικές υπηρεσίες έχει αναλάβει τη διείσδυση της κινεζικής πολιτικής στην Ευρώπη. Η επίσηµη ιδιότητά του είναι managing director της Huawei στα νότια Βαλκάνια, µε έδρα τα γραφεία της εταιρείας στη λεωφόρο Κηφισίας 49 στο Μαρούσι. Η business card που δίνει στην Ελλάδα γράφει: «Chenie (Jacky Chen)». Ωστόσο δεν µένει στην Ελλάδα. Είναι αεικίνητος. Ταξιδεύει σε όλη την Ευρώπη και µεταβαίνει ο ίδιος στην Κίνα όποτε υπάρχει επίσηµη επίσκεψη Ελληνα αξιωµατούχου. Τον Οκτώβριο του 2019 πήγε στην Κίνα για να παραστεί στην επίσκεψη του τότε υπουργού Ανάπτυξης Αδωνη Γεωργιάδη. Ηταν µια συνάντηση την οποία περιέργως ο κ. Γεωργιάδης δεν διαφήµισε.
Ο Τσεν ταξιδεύει πολύ συχνά στις χώρες της Βαλτικής, οι οποίες παρουσιάζουν µεγάλη ψηφιακή ανάπτυξη αλλά ταυτόχρονα υιοθετούν τις αµερικανικές αιτιάσεις για κινδύνους ασφάλειας από τη χρήση κινεζικών ηλεκτρονικών συσκευών. Η κυβέρνηση της Λιθουανίας συνιστά επισήµως στους πολίτες να µη χρησιµοποιούν προϊόντα Huawei. Οποτε ο Τσεν προσγειώνεται στην Ελλάδα η πορεία του φαίνεται να είναι υπό διακριτική παρακολούθηση.
Το 2020 ο Τζάκι Τσεν και στελέχη της Huawei παρακολουθούνται επισήµως στις βαλτικές χώρες για τις επαφές τους µε πολιτικούς παράγοντες και κυρίως ευρωβουλευτές. Τα στελέχη της Huawei κάνουν συνεχώς επαφές και επιδίδονται σε λοµπισµό «για να µην περάσουν οι αµερικανικές απαγορεύσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση».
Ο στόχος Ανδρουλάκης και οι Ελληνες ευρωβουλευτές
Οπως αποκαλύπτει το δηµοσίευµα των «ΝΥΤ», η Huawei έκανε επαφές µε Ελληνες ευρωβουλευτές προκειµένου να προωθήσει την πολιτική της. Η Εύα Καϊλή (ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ) και η Μαρία Σπυράκη (Ν∆) φαίνεται να είναι στους σχεδιασµούς της κινεζικής εταιρείας για προσέγγιση. Υπάρχουν µάλιστα σχετικές συνοµιλίες που έχουν καταγραφεί και δείχνουν την πρόθεση των Κινέζων.
Οι δυτικές µυστικές υπηρεσίες, µε ενδιάµεσο τις υπηρεσίες των βαλτικών χωρών και κυρίως της Λιθουανίας, παρακολουθούν τη δραστηριότητα των Κινέζων και προχωρούν σε επίσηµες παρακολουθήσεις µε το επιχείρηµα της εθνικής ασφάλειας. Σε κάποιες από τις συνοµιλίες που καταγράφονται εµφανίζεται ενδιαφέρον για τις κινήσεις του ευρωβουλευτή τότε του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη. Ο Ανδρουλάκης φαίνεται ότι έχει επαφές µε Κινέζους (είναι άλλωστε ευρωβουλευτής), ενώ συγγενικό του πρόσωπο δραστηριοποιείται στην Κίνα. Οι επαφές αυτές είναι υπό συνεχή έλεγχο. Το 2020 µυστικές υπηρεσίες χώρας της Βαλτικής ενηµερώνουν τον διοικητή της ΕΥΠ Παναγιώτη Κοντολέων ότι από τις παρακολουθήσεις που κάνουν έπειτα από αίτηµα των ΗΠΑ για τη διείσδυση της Κίνας στην Ευρώπη προκύπτει ενδιαφέρον για την παρακολούθηση του ευρωβουλευτή Ν. Ανδρουλάκη στην Ελλάδα. Ο Κοντολέων ενηµερώνει το πρωθυπουργικό γραφείο και τον Σεπτέµβριο του 2021 η ΕΥΠ θέτει υπό παρακολούθηση τον Ν. Ανδρουλάκη. Παράλληλα δραστηριοποιείται η οµάδα του Predator, η οποία στέλνει link µε κακόβουλο λογισµικό.
Τα είχε οµολογήσει η κυβέρνηση
Η παρακολούθηση Ελλήνων πολιτικών όπως ο Αδ. Γεωργιάδης ή ο Ν. Ανδρουλάκης σε συνεργασία ελληνικών και ξένων µυστικών υπηρεσιών, για µια υπόθεση µάλιστα που αγγίζει το πεδίο της κατασκοπείας, µοιάζει µε σενάριο του Netflix. Είναι όµως πραγµατικότητα. Οι πληροφορίες που δηµοσιεύουµε και αφορούν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τέθηκε σε παρακολούθηση ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ έχουν επιβεβαιωθεί σε ανύποπτο χρόνο από την ίδια την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Οταν αποκαλύφθηκε η παρακολούθηση Ανδρουλάκη τον Αύγουστο του 2022 η απάντηση της σαστισµένης κυβέρνησης ήταν ότι την επέβαλαν λόγοι εθνικής ασφάλειας. Οι λόγοι αυτοί δεν εξηγήθηκαν ποτέ, αλλά ούτε απαιτήθηκε µε τη δέουσα επιµονή από τον ίδιο τον Ανδρουλάκη να εξηγηθούν. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ εξέφραζε ένα γενικό αίτηµα εξηγήσεων, αλλά δεν έκανε το θέµα των υποκλοπών κυρίαρχο θέµα του κόµµατος, αν και ήταν θέµα δηµοκρατίας, πέρα από προσωπικό.
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό ήταν όταν κατά την εξέτασή του από την επιτροπή της Βουλής τον Σεπτέµβριο του 2022 ο διοικητής της ΕΥΠ Π. Κοντολέων επέµεινε ότι η παρακολούθηση Ανδρουλάκη έγινε για εθνικούς λόγους, χωρίς να δώσει λεπτοµέρειες. Οµως, µερικές µέρες πριν, στις 7 Αυγούστου, σε non paper που µοιράζει η κυβέρνηση για να οργανώσει την επικοινωνιακή άµυνα σε σχέση µε τις παρακολουθήσεις γράφει:
«Ο Νίκος Ανδρουλάκης άρχισε και σταµάτησε να παρακολουθείται πριν εκλεγεί πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Η απόφαση για την παρακολούθησή του ελήφθη το 2021. Υπάρχει µία πολύ µεγάλη και ισχυρή χώρα που γνωρίζουµε ότι ενδιαφερόταν εκείνη την περίοδο για κάθε είδους επαφές, συζητήσεις, πληροφορίες σχετικά µε την κινητικότητα που αναπτύσσεται σε επίπεδο κινεζικής διπλωµατίας στον ευρωπαϊκό χώρο. Οµως, το αίτηµα για παρακολούθηση του Ανδρουλάκη δεν υποβλήθηκε από αυτή την πλευρά. Υπήρξε µια άλλη χώρα που έπαιξε ρόλο, όταν ζήτησε συνεργασία από την ΕΥΠ σε επίπεδο υπηρεσιών πληροφοριών».
Τις ηµέρες εκείνες το πρόβληµα της κυβέρνησης είναι να αντιµετωπίσει την κατηγορία ότι παρακολουθούσε τον αρχηγό ενός κόµµατος. Και προκειµένου να αποφύγει την κατηγορία εκθέτει όλο το πλαίσιο παρακολούθησης του Ανδρουλάκη την περίοδο που ήταν ευρωβουλευτής. Ετσι κάνει την παραδοχή ότι υπήρξε παρακολούθηση του Ανδρουλάκη επειδή υπήρχε ενδιαφέρον «ισχυρής χώρας» αλλά έγινε αίτηµα παρακολούθησης από άλλη χώρα. Το δε αντικείµενο είναι η κινεζική διείσδυση στην Ευρώπη.
Οι νέες αποκαλύψεις και οι πληροφορίες που συνδέουν µέρος των υποκλοπών µε υποθέσεις κατασκοπείας και κινεζικής διείσδυσης φέρνουν προ νέων ευθυνών την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία πρέπει να απαντήσει: παρακολουθούσαν Ελληνες πολιτικούς όπως ο Ν. Ανδρουλάκης ή ο Αδ. Γεωργιάδης για υποθέσεις κατασκοπείας µε αίτηµα άλλων χωρών; Τι στοιχεία υπήρχαν; Τι προέκυψε; ∆εν γίνεται να κλείνει µια τόσο σοβαρή υπόθεση µε τον συνήθη τρόπο του κουκουλώµατος. Ευθύνη φυσικά έχουν και τα ίδια τα θύµατα των παρακολουθήσεων. Οσο δεν ζητούν εξηγήσεις δηµιουργούν υποψίες για το χειρότερο και δηλώνουν ότι έχουν λόγους να µην το κάνουν.