«Η ελληνική κοινωνία μπορεί, πρέπει και δικαιούται να ζήσει καλύτερα. Αυτό το οποίο έχει εμπεδώσει ο κ. Μητσοτάκης είναι μία κοινωνία μειωμένων, μηδενικών προσδοκιών, σε μία συνθήκη φόβου και οικονομικής ασφυξίας, όπου δεν μπορεί να σχεδιάσει κανείς κάτι καλύτερο για την επόμενη μέρα. Αυτό το αίσθημα έχει εμπεδώσει η ΝΔ στην ελληνική κοινωνία και αυτό πρέπει να χτυπηθεί», δήλωσε η Έφη Αχτσιόγλου στον ALPHA, αναφερόμενη στο πολιτικό σχέδιο που προτείνει ως υποψήφια πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
«Η δική μου υποψηφιότητα έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και στη μεθοδολογία δουλειάς που πρέπει να ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.», πρόσθεσε. «Φυσικά και μπορώ να κερδίσω τον κ. Μητσοτάκη, αλλιώς δεν θα κατέβαινα υποψήφια», επισήμανε απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ενώ επανέλαβε πως «εξ αρχής έχω πει ότι δεν ετεροπροσδιορίζομαι, καταθέτω τη δική μου πολιτική θέση, έχω τη δική μου πολιτική διαδρομή, τα δικά μου χαρακτηριστικά, τη δική μου πρόταση για την αναδιοργάνωση του χώρου και αυτό θα κριθεί απολύτως από τους ψηφοφόρους που θα έρθουν να ψηφίσουν στη διαδικασία εκλογής προέδρου στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.».
Απαντώντας σε ερώτηση για την υποψηφιότητα του κ. Κασσελάκη ανέφερε ότι «πρόκειται για μια ανοιχτή διαδικασία -αυτό λέει το καταστατικό μας και αυτό έχουμε αποφασίσει- και όταν λέμε ανοιχτή το εννοούμε. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί ένας άνθρωπος, ο οποίος φέρει τα χαρακτηριστικά του και την πρότασή του -την πολιτική και τη λειτουργική- να κατέλθει και να τη θέσει στην κρίση των μελών, των φίλων και των ανθρώπων που θα έρθουν να εγγραφούν στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και να ψηφίσουν».
Η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι εφόσον αυτή εκλεγεί «όλα τα στελέχη και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. θα αξιοποιηθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το κρίσιμο όμως είναι κάθε μέρα να πείθουμε και έναν περισσότερο. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι ένα κόμμα κυβερνητικό, αυτό σημαίνει ότι διεκδικούμε τη μέγιστη δυνατή πολιτική επιρροή στην κοινωνία».
Σημείωσε, τέλος, ότι «στις πολυπληθείς συγκεντρώσεις που κάνουμε σε πόλεις όλη της χώρας, έρχονται τα μέλη και οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. με ειλικρινή αγωνία για το αν θα υπάρξει μία προοδευτική διέξοδος στην κοινωνία, με μία κυβερνητική πρόταση που θα εμπνεύσει ξανά τους πολίτες. Η απογοήτευση έχει πάει στην άκρη και πια υπάρχει κοινή αγωνία. Αυτό σημαίνει υγιή αντανακλαστικά για να προχωρήσουμε μπροστά».