Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων απαντά εμπεριστατωμένα και με την απαραίτητη νομολογία στην υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη για την αδιανόητη απόφασή της να προχωρήσει σε ανάκληση της παραχώρησης του κτιρίου της οδού Ερμού, μετά την εκδήλωση για το ναυάγιο της Πύλου.
Ο ΣΕΑ ενημερώνει ότι απαντά με εξώδικο στα όσα περιλαμβάνονται στην υπουργική απόφαση της Λίνας Μενδώνη και συμπληρώνει ότι «ο Σύλλογος απαντά παραθέτοντας τη νομολογία για το πώς λειτουργούν τα σωματεία, τους καταστατικούς σκοπούς του ΣΕΑ και τη μη δυνατότητα παρέμβασης της υπουργού στις εσωτερικές του διαδικασίες
Οι Έλληνες Αρχαιολόγοι ξεκαθαρίζουν ότι «σε χαρακτηρισμένα μνημεία: ‘η αδειοδότηση του ΥΠΠΟ απαιτείται για την προσωρινή παραχώρηση χρήσης αυτών και όχι για εκάστη εκδήλωση που λαμβάνει χώρα εντός της ήδη αδειοδοτημένης από το ΥΠΠΟ χρήσης (στο πλαίσιο αποφάσεων παραχώρησης σε συγκεκριμένους φορείς επ’ αόριστον)” και “θυμίζει ότι δεν εκδίδονται άδειες από το ΥΠΠΟ ούτε εισπράττονται τέλη υπέρ του ΟΔΑΠ για τις εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα, ενδεικτικά: Στο Ζάππειο Μέγαρο, στην Τριλογία του Πανεπιστημίου, στο Πολυτεχνείο, στο Νομισματικό Μουσείο, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, στο κτίριο του ICOM, στο κτίριο της ΠΟΕ ΥΠΠΟ, του ΣΑΔΑΣ, του Ιδρύματος Μητσοτάκη, του Ιδρύματος Σαμαρά, και σε όλα τα ακίνητα τα ανήκοντα στο ΥΠΠΟ στην Πλάκα και τον Κεραμεικό που έχουν παραχωρηθεί σε σωματεία ή άλλους τρίτους φορείς κατά χρήση, στα νεοκλασικά κτίσματα που στεγάζουν Τράπεζες, εστιατόρια ή άλλες ιδιωτικές επιχειρήσεις».
Ο Σύλλογος εκφράζει τη διαμαρτυρία του για «την πρωτοφανή και κατάφωρη επέμβαση στην εσωτερική λειτουργία και δράση του Συλλόγου μας και την απόπειρα περιστολής της συνδικαλιστικής μας δραστηριότητας και ελευθερίας μέσω της παράνομης εκδίωξης του σωματείου μας από την ιστορική του έδρα.
Τέλος, ο ΣΕΑ καλεί «την Υπουργό Πολιτισμού να ανακαλέσει άμεσα την παράνομη απόφασή της με την ανάκληση της παραχώρησης επιφυλασσόμενος σε αντίθετη περίπτωση για την άσκηση κάθε νόμιμου, δικαστικού, διοικητικού ή συνδικαλιστικού αγωνιστικού μέσου για την ακύρωσή της».
Η ανακοίνωση του ΣΕΑ
ΕΝΩΠΙΟΝ ΚΑΘΕ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ & ΑΡΧΗΣ ΕΞΩΔΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ – ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ – ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ Του πρωτοβάθμιου συνδικαλιστικού σωματείου με την επωνυμία «ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Ερμού αριθ. 134-136, νομίμως εκπροσωπούμενου. ΚΑΤΑ Της Υπουργού Πολιτισμού & Αθλητισμού, κατοικοεδρεύουσας στην Αθήνα, οδός Μπουμπουλίνας αριθ. 20-22.
Με την υπ’ αριθ. Πρωτ. 388268/11-08-2023 [ΑΔΑ9Ν7846ΝΚΟΤ-ΤΦΑ] απόφασή σας, εκδοθείσα κατά παράβαση σειράς διατάξεων ουσιαστικού δικαίου και διαλαμβάνουσα πλημμελείς, αναληθείς και αντιφατικές αιτιολογίες, προβήκατε στην ανάκληση 1) της υπ’ αριθ. Φ05Α-80α/3310/18.01.1982 απόφασης της Υπουργού Πολιτισμού και Επιστημών, δια της οποίας η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη είχε εγκρίνει την παραχώρηση στον Σύλλογό μας της χρήσης του ακινήτου επί της οδού Ερμού 136 και 2) της υπ’ αριθ. ΥΠΠΟ/ΑΠΑΛΛ./Φ176/10377/190/28.02.1996 απόφασης του Υπουργού Πολιτισμού Στ. Μπένου, δια της οποίας παραχωρήθηκε στον Σύλλογό μας το ακίνητο επί της οδού Ερμού 134.
Με την απόφασή σας αυτή, υπό το πρόσχημα της δήθεν προστασίας του ακινήτου μνημείου και της ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου που επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον και κατ’ επίκληση υποτιθέμενων «παραβάσεων», εκ μέρους μας, των όρων παραχώρησης, επιχειρείτε στην πραγματικότητα να επέμβετε με αυταρχισμό στην εσωτερική λειτουργία του Συλλόγου μας, με απώτερο (και μοναδικό) σκοπό να πλήξετε τη συνδικαλιστική μας δραστηριότητα, εκδιώκοντας, ύστερα από 41 χρόνια, τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων από την ιστορική του έδρα, ένα κτήριο, που, στη συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας, είναι ταυτισμένο με τις πολύπλευρες δράσεις που αναπτύσσει το σωματείο μας, εντός του πλαισίου των καταστατικών του σκοπών, οι οποίοι φυσικά (όπως και οι σκοποί κάθε συνδικαλιστικού σωματείου) δεν εξαντλούνται στη διαφύλαξη και προαγωγή των -εν στενή εννοία- όρων αμοιβής και παροχής της εργασίας μας στο Υπουργείο Πολιτισμού, αλλά αφορούν εξίσου την ενάσκηση της αρχαιολογικής επιστήμης και τη θέση των μελών μας στην κοινωνία των πολιτών. Η αδιανόητη για οποιονδήποτε εργοδότη (πολλώ δε μάλλον για Υπουργό) αμφισβήτηση του ίδιου του συνδικαλιστικού χαρακτήρα του φορέα συνδικαλιστικής εκπροσώπησης των εργαζομένων του, μέσω της παρερμηνείας των καταστατικών του διατάξεων, ο αστυνομικός έλεγχος της εσωτερικής του λειτουργίας και η επέμβαση σε θέματα αρμοδιότητας και αποφάσεων των θεσμικών του οργάνων, η σκόπιμη «παρανάγνωση» της αρχαιολογικής νομοθεσίας και η καθυπόταξή της στο στρατήγημα της επινόησης υποτιθέμενων παραβάσεων των όρων χρήσης του κτιρίου, μαρτυρούν με ενάργεια ότι η απόφασή σας ουδόλως κατέτεινε στην «προστασία του μνημείου» και ότι τα στοιχεία της «αιτιολογίας» της δεν είναι παρά προπέτασμα ενός πρωτοφανούς, για δημοκρατική κυβέρνηση, αντισυνδικαλιστικού εγχειρήματος.
Ως προς το περιεχόμενο και τα στοιχεία «αιτιολογίας» της απόφασής σας, περιοριζόμαστε, προς το παρόν, να σας επισημάνουμε τα εξής:
1. Ως προς την αμφισβήτηση του συνδικαλιστικού χαρακτήρα του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων.
Αν δεν επρόκειτο για μία ακόμη επίδειξη αυταρχισμού και αυθαιρεσίας, θα αποτελούσε μνημείο άγνοιας της συνδικαλιστικής νομοθεσίας η αντιδιαστολή, στο σκεπτικό της απόφασής σας, της έννοιας της συνδικαλιστικής οργάνωσης με εκείνη του σωματείου του Αστικού Κώδικα. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 1264/1982, οι μόνες δυνατές νομικές μορφές (πρωτοβάθμιας) συνδικαλιστικής οργάνωσης είναι εκείνες του σωματείου του Αστικού Κώδικα και της ένωσης προσώπων (εφόσον ο συνολικός αριθμός των εργαζόμενων δεν υπερβαίνει τους 40 και δεν υπάρχει σωματείο με τους μισούς τουλάχιστον ως μέλη του). Η ίδρυση και η λειτουργία κάθε συνδικαλιστικού σωματείου διέπεται εξ ορισμού από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα (ά. 78 επ.) και του ν. 1264/1982. Και βέβαια, ο χαρακτήρας ενός σωματείου ως συνδικαλιστικής οργάνωσης δεν προϋποθέτει την πανηγυρική αναφορά, στο Καταστατικό του, στο ν. 1264/1982, όπως παντελώς αβάσιμα, υπονοείται στην απόφασή σας.
Όπως προκύπτει από το συνδυασμό των άρθρων 10 ΔΣΕ 87/1948 (η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 4204/1961), 23 παρ. 2 του Συντάγματος, 1 παρ. 3 και 4 παρ. 1 του ν. 1264/1982, συνδικαλιστική οργάνωση είναι η ελεύθερη ένωση εργαζομένων, που έχει σωματειακή, κατά κανόνα, μορφή και σκοπό τη διαφύλαξη και προαγωγή των εργασιακών, οικονομικών, ασφαλιστικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών συμφερόντων των εργαζομένων. Το εάν ένα σωματείο του Αστικού Κώδικα αποτελεί ή όχι συνδικαλιστική οργάνωση, προκύπτει συνεπώς από τους καταστατικούς του σκοπούς, αποτελεί ζήτημα ορθού νομικού χαρακτηρισμού που ανήκει εξ ορισμού στη δικαιοδοσία των δικαστηρίων, η οποία δεν μπορεί να αλλοιωθεί ή να απαλλοτριωθεί από τα ενδιαφερόμενα μέρη, τη διοίκηση, ακόμα και τον ίδιο τον νομοθέτη.
Δεδομένου ότι, στα στοιχεία του φακέλου, διαλαμβάνεται, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της απόφασής σας, και το Καταστατικό του Συλλόγου μας, θα έχετε προφανώς υπόψη σας ότι, μεταξύ των καταστατικών μας σκοπών (άρθρο 2), περιλαμβάνονται και «η μελέτη, προάσπιση, διεκδίκηση και προαγωγή των επιστημονικών, οικονομικών, εργασιακών, συνδικαλιστικών και επαγγελματικών συμφερόντων …του συνόλου των αρχαιολόγων του Υπουργείου Πολιτισμού, ….η διεκδίκηση, κατοχύρωση και υπεράσπιση των δημοκρατικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών και η εν γένει ενεργή συμμετοχή στους αγώνες για την προώθηση των κοινών συμφερόντων όλων των εργαζομένων, …..η ανάπτυξη σχέσεων συνεργασίας με άλλες … συνδικαλιστικές οργανώσεις, …η προστασία, κατοχύρωση και εξασφάλιση των όρων αμοιβής και εργασίας των μελών του, καθώς και η εξασφάλιση της είσπραξης των αποδοχών τους, …η εν γένει προστασία των μελών του σε όλους τους τομείς της εργασιακής …τους δραστηριότητας, η φροντίδα για συλλογική διαπραγμάτευση και κατάρτιση συλλογικών συμβάσεων εργασίας ή συλλογικών συμφωνιών, καθώς και η κήρυξη απεργίας, όταν κρίνεται αναγκαίο, η διασφάλιση όρων υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους των εργαζομένων κ.α. Ως εκ της -ενδεικτικής- αυτής παράθεση διατάξεων του Καταστατικού μας, δεν χωρεί αμφισβήτηση επί του χαρακτήρα του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων ως συνδικαλιστικού σωματείου και μάλιστα με μοναδικό εργοδότη το Υπουργείο Πολιτισμού και εποπτευόμενους φορείς αυτού. Ως συνδικαλιστικό σωματείο, άλλωστε, σύμφωνα με το ν. 1264/1982, ο Σ.Ε.Α. επί δεκαετίες ασκεί νομίμως το δικαίωμά του στην προκήρυξη απεργιών, οι εξώδικες προειδοποιήσεις των οποίων σας κοινοποιούνται σύμφωνα με το νόμο.
Κατά συνέπεια, το να αγνοείτε -ή σκόπιμα να παραγνωρίζετε- ότι στο Υπουργείο του οποίου προΐστασθε λειτουργεί φορέας συνδικαλιστικής εκπροσώπησης των υπαλλήλων ενός βασικού κλάδου του προσωπικού και μάλιστα με την ιστορία και τη συνδικαλιστική διαδρομή του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, μπορεί μεν να αποτελεί την εξήγηση για τη συστηματική, διαρκή (καθ’ όλη τη θητεία σας) και πρωτοφανή για Υπουργό δημοκρατικής κυβέρνησης, άρνησή σας να συναντήσετε τους εκπροσώπους μας, παρά τις επανειλημμένες αιτήσεις μας και κατά παράβαση του άρθρου 16 παρ. 4 του ν. 1264/1982, σίγουρα όμως δεν παρέχει επαρκές νομικό έρεισμα στη διαπίστωση που διαλαμβάνεται στην απόφασή σας ότι δήθεν «η παραχώρηση εκ μέρους του Υπουργείου Πολιτισμού της χρήσης ακινήτου προς στέγαση των γραφείων του Σ.Ε.Α. αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί ευχέρεια, ανάλογα με τις δυνατότητες του Υπουργείου και όχι υποχρέωση αυτού».
2. Ως προς την υποτιθέμενη «παράβαση των αποφάσεων παραχώρησης».
α. Στην παρ. ΙΙ της απόφασής σας, ως πρώτος λόγος για την ανάκληση της παραχώρησης του ακινήτου, παρατίθεται η αιτίαση περί παράβασης, εκ μέρους του Συλλόγου μας, των όρων που διαλαμβάνονται στις ανακαλούμενες αποφάσεις παραχώρησης, με το σκεπτικό ότι η παραχώρηση έγινε αποκλειστικά για τη στέγαση των γραφείων μας και ότι συνεπώς η διεξαγωγή οποιασδήποτε εκδήλωσης εντός του ακινήτου αντίκειται στους όρους των σχετικών αποφάσεων. Σε άλλο σημείο, εξειδικεύεται επίσης ότι η παραχώρηση του ακινήτου στον Σ.Ε.Α. έγινε μόνο για τη συγκεκριμένη χρήση της στέγασης των γραφείων του, ενώ αντίστοιχη υπόμνηση διαλαμβάνεται και στο υπ’ αριθ. πρωτ. 368706/01-08-2023 έγγραφό σας.
Είναι, ωστόσο, προφανές ότι η ανάγνωση και ερμηνεία του σκοπού της «στέγασης των γραφείων του Σ.Ε.Α.», κατά τρόπο ο οποίος θα περιορίζει τη χρήση του ακινήτου στη στέγαση των υλικών αντικειμένων, της γραμματείας ή -έστω- και των συνεδριάσεων των οργάνων μας και θα αποκλείει λοιπές δραστηριότητες εντός του πλαισίου των καταστατικών μας σκοπών και της ευρύτερης συνδικαλιστικής μας δράσης, όχι μόνο δεν απηχεί το πνεύμα και τον σκοπό των αποφάσεων παραχώρησης, αλλά αντίκειται ευθέως στη ratio και το γράμμα του άρθρου 16 παρ. 5 του ν. 1264/1982, όπου ρητά προβλέπεται ότι η διάθεση γραφείου στις συνδικαλιστικές οργανώσεις αφορά στην εξυπηρέτηση των συνδικαλιστικών τους σκοπών. Γίνεται έτσι παγίως δεκτό από την νομολογία (όλως ενδ. βλ. ΑΠ 1202/88) ότι «κατά τη σαφή έννοια του άρθρου 16 παρ. 5 του ίδιου νόμου (ν. 1264/82), (ο) κατάλληλος χώρος για γραφείο της συνδικαλιστικής οργανώσεως της επιχειρήσεως στον τόπο εργασίας, προορισμό έχει, όχι απλώς την εξασφάλιση στέγης σ’ αυτήν, αλλά την εξυπηρέτηση των σκοπών της, που συνδέονται με τη συνδικαλιστική δραστηριότητα που αναπτύσσει…».
Στο πλαίσιο αυτό, η διοργάνωση δημόσιων εκδηλώσεων σχετικών με ύψιστης σημασίας κοινωνικά ζητήματα, όπως αναμφίβολα ήταν το τραγικό συμβάν του ναυαγίου της Πύλου, που συγκλόνισε την ελληνική και διεθνή κοινή γνώμη και τη βαρύτητα του οποίου αναγνώρισε έμπρακτα και η ίδια η ελληνική Πολιτεία -με την κήρυξη τριήμερου εθνικού πένθους-, ασφαλώς και εντάσσεται στους καταστατικούς σκοπούς του Συλλόγου μας και κατ’ επέκταση δεν εκφεύγει των όρων παραχώρησης του ακινήτου. Ο ν. 1264/1982 ρητά κατοχυρώνει, μεταξύ των σκοπών των συνδικαλιστικών οργανώσεων τη διαφύλαξη και προαγωγή και των κοινωνικών συμφερόντων των μελών, δηλαδή της θέσης τους ως ενεργών μελών του κοινωνικού σώματος. Η επιδίωξη τέτοιων γενικότερων κοινωνικών στόχων παγίως αναγνωρίζεται από τη νομολογία ως νόμιμος σκοπός συνδικαλιστικών οργανώσεων (όλως ενδεικτικώς, αναφερόμαστε στην απόφαση ΠΠρωτΠειρ. 390/76, δια της οποίας αναγνωρίστηκε ως νόμιμος σκοπός συνδικαλιστικού σωματείου «η κατάκτηση της κοινωνικής δικαιοσύνης»). Σε κάθε περίπτωση, η ερμηνεία των όρων του Καταστατικού μας και η, με βάση αυτήν, έγκριση ή μη κάθε επιμέρους συνδικαλιστικής μας δράσης από το Υπουργείο Πολιτισμού (όπως λ.χ. η παροχή ειδικής άδειας για τη διεξαγωγή των αρχαιρεσιών μας, κατά το χωρίο της απόφασής σας, σύμφωνα με το οποίο «ρητά επιτρέπεται η προετοιμασία και διεξαγωγή στο ακίνητο των αρχαιρεσιών που προαναφέρθηκε»), εκφεύγει της δικαιοδοσίας σας και εισάγει έμμεσα απαγορευμένο διοικητικό έλεγχο συνδικαλιστικής οργάνωσης.
Όπως σας έχουμε δε ήδη επισημάνει, το Καταστατικό του Συλλόγου μας ρητά εντάσσει μεταξύ των καταστατικών μας σκοπών την ενασχόληση με ευρύτερα προβλήματα της σύγχρονης ζωής (άρθρο 2 παρ. ια), την ανάπτυξη της κοινωνικής δραστηριότητας των μελών και την προαγωγή του κύρους του Συλλόγου (άρθρο 2 παρ. ιδ), ενώ μεταξύ των μέσων εκπλήρωσης των καταστατικών μας σκοπών ρητά προβλέπεται (άρθρο 4), η διοργάνωση διαλέξεων, συγκεντρώσεων, πολιτιστικών και ψυχαγωγικών εκδηλώσεων. Σε κάθε περίπτωση, σας υπενθυμίζουμε (ή σας καθιστούμε γνωστό) ότι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις συγκροτούν πυλώνα κάθε σύγχρονης δημοκρατίας, βασικά κύτταρα του κοινωνικού σώματος και, με την έννοια αυτή, το πεδίο της συνταγματικά κατοχυρωμένης δράσης τους δεν ταυτίζεται πάντοτε με τα στενά μισθολογικά ή εργασιακά τους αιτήματα.
Δεν θα επαναλάβουμε με την παρούσα, τη μακρά σειρά εκδηλώσεων που έχει, επί δεκαετίες τώρα, φιλοξενήσει το κτήριο και ο κήπος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων και που -ενδεικτικά μόνο- παραθέσαμε στο υπ’ αριθ. πρωτ. 120/4-8-2023 έγγραφό μας. Θα διερωτηθούμε, ωστόσο, όπως και κάθε καλόπιστος Έλληνας πολίτης, γιατί η απαίτηση που σήμερα προβάλλεται από την Υπουργό Πολιτισμού για τη διεξαγωγή δημόσιων εκδηλώσεων στο συγκεκριμένο ακίνητο, δηλαδή η προηγούμενη των εκδηλώσεων σχετική άδεια του Υπουργείου Πολιτισμού και η καταβολή τελών υπέρ του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων, δεν είχε προβληθεί και ενόψει (ή κατόπιν) άλλων δημόσιων εκδηλώσεων που έλαβαν χώρα στο ακίνητο όπως λ.χ. του Ιδρύματος Λάτση (κατά την οποία παρέστη και ο τότε Υπουργός Πολιτισμού κ. Τασούλας), του Υπουργείου Δικαιοσύνης (οπότε και παρέστη ο τότε Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Καλογήρου), του Δήμου Αθηναίων, εκδηλώσεων Πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, ξένων πρεσβειών ή γνωστών εκδοτικών οίκων.
Σε κάθε περίπτωση, εμείς ουδέποτε κληθήκαμε, εκ μέρους αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, κατόπιν αντίστοιχων εκδηλώσεων, να παράσχουμε εξηγήσεις ως προς ενδεχόμενες παραβάσεις των όρων παραχώρησης ή της αρχαιολογικής νομοθεσίας (πολύ λιγότερο δε, του ίδιου του Καταστατικού μας!). Το γεγονός ότι με την απόφασή σας, για πρώτη φορά και ενόψει της συγκεκριμένης και μόνο δημόσιας εκδήλωσης, όχι απλώς τίθενται (αυθαίρετα, όπως θα καταδείξουμε) ως προϋποθέσεις η προηγούμενη άδεια του Υπουργείου και η καταβολή τέλους υπέρ ΟΔΑΠ, αλλά ανακαλείται ύστερα από 41 χρόνια η παραχώρηση του ακινήτου προς τον Σ.Ε.Α., δεν καθιστά απλώς την απόφασή σας αντίθετη προς τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, αλλά αποκαλύπτει και την ευθεία σύνδεσή της με κίνητρα πολιτικά (σχετιζόμενα ενδεχομένως με τη δυσανεξία της πολιτικής ηγεσίας έναντι οιασδήποτε δημόσιας συζήτησης επί του τραγικού συμβάντος του ναυαγίου), τα οποία άλλωστε και συνομολογούνται στο ίδιο το κείμενο της απόφασής σας, όπου γίνεται αναφορά σε «πολιτική διάσταση του θέματος της εκδήλωσης» και σε «συγκεκριμένη θέση της εκδήλωσης επί του θέματος» και, σε κάθε περίπτωση, με την προειλημμένη απόφασή σας να καταστείλετε τη δράση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων και να τον εκριζώσετε, για το σκοπό αυτό, από την ιστορική του έδρα.
Εξάλλου, το γεγονός ότι, αν και ο Σ.Ε.Α. χρησιμοποιεί επί 41 έτη το παραχωρηθέν ακίνητο, έχοντας στεγάσει εκατοντάδες δημόσιες εκδηλώσεις και κάνοντας κατά κοινή ομολογία υποδειγματική χρήση του, η Υπουργός Πολιτισμού με την (παντελώς αβάσιμη) επίκληση υποτιθέμενων παραβάσεων των όρων χρήσης διαδικαστικού χαρακτήρα (πραγματοποίηση δημόσιας εκδήλωσης χωρίς διοικητική άδεια και χωρίς καταβολή τέλους υπέρ ΟΔΑΠ), οι οποίες δεν συνίστανται σε πρόκληση φθορών, κακή χρήση ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο διακινδύνευση του ακινήτου, προβαίνει απευθείας (για λόγους δήθεν «προστασίας του ακινήτου μνημείου») στην ανάκληση της παραχώρησης, χωρίς προηγουμένως να προσφύγει σε οποιοδήποτε ηπιότερο, πρόσφορο μέτρο, όπως θα είχε την ευχέρεια να κάνει (λ.χ. η πρόβλεψη πρόσθετων όρων ή περιορισμών της χρήσης με νέα Υπουργική Απόφαση), καταδεικνύει ότι η απόφαση αντίκειται ευθέως και στην αρχή της αναλογικότητας και ότι, στην πραγματικότητα, οι υποτιθέμενες «παραβάσεις» δεν ήταν παρά το πρόσχημα ενός προαποφασισμένου μέτρου εργαλειοποίησης της διοίκησης από την πολιτική ηγεσία, με κίνητρα που ουδόλως σχετίζονται με το δημόσιο συμφέρον.
Ο χρόνος δε λήψης του δυσανάλογου αυτού διοικητικού μέτρου, ένα μόλις μήνα πριν από τη διεξαγωγή των αρχαιρεσιών του Συλλόγου μας και η χρονική του συνάφεια με συκοφαντικό σε βάρος μας δημοσίευμα φιλοκυβερνητικής εφημερίδας (το οποίο μάλιστα αποτελεί και στοιχείο του διοικητικού φακέλου, σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στην Υπουργική Απόφαση), δημιουργούν σοβαρές υπόνοιες ότι το μέτρο εντάσσεται σε μία συντονισμένη προσπάθεια αθέμιτης πολιτικής επέμβασης στις αρχαιρεσίες μας, προκειμένου οι εξ αντικειμένου δυσμενείς επιπτώσεις του (ο Σύλλογος θα στερηθεί, ύστερα από δεκαετίες την ιστορική του έδρα) να χρεωθούν συνδικαλιστικά στο απερχόμενο Δ.Σ. του Σ.Ε.Α.
β. Η αναφορά της απόφασής σας σε «παράβαση των όρων παραχώρησης», λόγω της διεξαγωγής «εκδήλωσης ανοικτής προς το κοινό χωρίς άδεια του Υπουργείου Πολιτισμού και χωρίς την καταβολή τελών υπέρ του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων, κατά παράβαση του ν. 4858/2021 (άρθρο 46)», στερείται παντελώς νομίμου ερείσματος. Σύμφωνα με την παρ. 2 α του εν λόγω άρθρου, άδεια για την πραγματοποίηση πολιτιστικών ή άλλων εκδηλώσεων, η οποία χορηγείται έναντι τέλους, απαιτείται για τα μουσεία που ανήκουν στο Δημόσιο, τα ακίνητα μνημεία και τους οργανωμένους αρχαιολογικούς χώρους και ιστορικούς τόπους.
Σύμφωνα με την απόφαση ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/7027/425/29-1-2004 (Β’ 96), ο κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος της πόλης των Αθηνών, περικλείεται μεταξύ των οδών: Ακαδημίας, Σίνα, Οκ. Μερλιέ, Ασκληπιού, Καλλιδρομίου, Μετσόβου, Πατησίων, Χαλκοκονδύλη, Φαβιέρου, Δεληγιάννη, Ανδρομάχης, Λένορμαν, Μύλωνος, Β. Ηπείρου, Προποντίδος, Δωδώνης, Αντιγόνης, Λεωφ. Αθηνών, Σπ. Πάτση, Ιεράς Οδού, Κωνσταντινουπόλεως, Περσεφόνης, Τριών Ιερααρχών, Κηφισοδόντου, Καλλιρρόης, Ηρακλέους, Θ. Βρεσθαίνης, Απολλοδώρου, Ζεύξιδος, Ιόλης, Λογγίνου, Μάρκου Μουσούρου, Υμηττού, Πύρρωνος, Πρόκλου, Ερατοσθένους, Ησιόδου, Ρηγίλλης, Ηροδότου, Καψάλη, Κανάρη και Ακαδημίας. Είναι προφανές ότι, στην έννοια του οργανωμένου αρχαιολογικού χώρου, για την πραγματοποίηση εκδηλώσεων εντός του οποίου απαιτείται χορήγηση άδειας και καταβολή τέλους, σύμφωνα με την παρ. 2α. του ν. 4858/2021 και κατά τους όρους της ΥΠΠΟΤ/ΔΟΕΠΥ/ΤΟΠΥΝΣ/126463/26-9-2018 (Β’ 3046) απόφασης, δεν περιλαμβάνεται το σύνολο της ανωτέρω περιοχής και των σε αυτή περικλειόμενων ακινήτων και υπαίθριων χώρων, αλλά οι χώροι και τα μνημεία για τα οποία υπάρχει συγκεκριμένο κανονιστικό πλαίσιο καθορισμού των όρων πρόσβασης και επισκεψιμότητας.
Ως προς τα χαρακτηρισμένα «νεότερα ακίνητα μνημεία» (το ακίνητο της Ερμού 134-136 είναι χαρακτηρισμένο ως «έργο τέχνης»), η αδειοδότηση του ΥΠΠΟ απαιτείται για την προσωρινή παραχώρηση χρήσης αυτών για την πραγματοποίηση εκδηλώσεων και όχι για εκάστη εκδήλωση που λαμβάνει χώρα εντός της ήδη αδειοδοτημένης από το ΥΠΠΟ χρήσης (στο πλαίσιο αποφάσεων παραχώρησης σε συγκεκριμένους φορείς επ’ αόριστον). Τούτο προφανώς σας είναι γνωστό, καθώς δεν εκδίδονται άδειες από το ΥΠΠΟ ούτε εισπράττονται τέλη υπέρ του ΟΔΑΠ για τις εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα, ενδεικτικά: Στο Ζάππειο Μέγαρο, στην Τριλογία του Πανεπιστημίου, στο Πολυτεχνείο, στο Νομισματικό Μουσείο, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, στο κτίριο του ICOM, στο κτίριο της ΠΟΕ ΥΠΠΟ, του ΣΑΔΑΣ, του Ιδρύματος Μητσοτάκη, του Ιδρύματος Σαμαρά, και σε όλα τα ακίνητα τα ανήκοντα στο ΥΠΠΟ στην Πλάκα και τον Κεραμεικό που έχουν παραχωρηθεί σε σωματεία ή άλλους τρίτους φορείς κατά χρήση, στα νεοκλασικά κτίσματα που στεγάζουν Τράπεζες, εστιατόρια ή άλλες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Το ΥΠΠΟ, διά των αρμοδίων οργάνων και υπηρεσιών του, γνωμοδοτεί για τους όρους χρήσης (ή παραχώρησης) και όχι για τις επιμέρους εκδηλώσεις που διεξάγονται εντός της ήδη αδειοδοτημένης χρήσης του εκάστοτε ακινήτου από τα προαναφερόμενα.
Ειδικά η περίπτωση του Ζαππείου (χαρακτηρισμένου ως «κτήριο που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία για την εξαιρετική αρχιτεκτονική του και την ιστορική του σημασία» ΥΑ Α/Φ31/54283/6200 π.ε/9-6-1977 – ΦΕΚ 632/Β/6-7-1977) είναι εξόχως χαρακτηριστική: Ουδέποτε το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων γνωμοδότησε επί συγκεκριμένων εκδηλώσεων που λαμβάνουν χώρα εντός ή πέριξ του Ζαππείου, ουδέποτε εκδόθηκε απόφαση του ΥΠΠΟ για συγκεκριμένες εκδηλώσεις, καθώς αυτό εναπόκειται στο ΔΣ του φορέα που διαχειρίζεται το κτήριο, στο πλαίσιο των όρων χρήσης που έχουν εξαρχής τεθεί με γνωμοδότηση του ΥΠΠΟ. Ουδέποτε ο ΟΔΑΠ εισέπραξε τέλη για τις εκδηλώσεις που διεξάγονται στο εσωτερικό ή πέριξ του μνημείου. Όλως προσφάτως μάλιστα (ακριβώς το ίδιο διάστημα με το προαναφερθέν δυσφημιστικό δημοσίευμα που αφορούσε την εκδήλωση στον κήπο του ΣΕΑ σε φιλοκυβερνητική εφημερίδα και στο οποίο αμέσως εμείς απαντήσαμε με εξώδικο, που δημοσιεύτηκε ολόκληρο στην εν λόγω εφημερίδα, χωρίς μέχρι τώρα να έχει λάβει απάντηση, ούτε από τον συντάκτη, ούτε από την εφημερίδα), υπήρξε πληθώρα δημοσιευμάτων στο σύνολο του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου, για την μετατροπή εκδήλωσης της Ομογένειας (27/7/2023) σε εκδήλωση με ζωντανή μουσική και χορό, οδηγώντας μάλιστα και στην απόσυρση του νυν περιφερειάρχη Αττικής από την υποψηφιότητά του για τις επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές. Παρά την δημόσια κατακραυγή, δεν υπήρξε από πλευράς της Υπουργού αντίστοιχη επιστολή για «εξηγήσεις» στη Διοίκηση του Ζαππείου Μεγάρου, ούτε απαίτηση καταβολής τελών υπέρ του ΟΔΑΠ, ούτε απόφαση ανάκλησης της παραχώρησης ή αλλαγής των όρων χρήσης του Ζαππείου, ούτε οποιοδήποτε άλλο διοικητικό μέτρο. Αντίστοιχα, κανένα διοικητικό μέτρο δεν γνωρίζουμε να έχει λάβει η Υπουργός για τις καταπατήσεις ακινήτων ιδιοκτησίας του ΥΠΠΟ στην Πλάκα (Αναφιώτικα), παρότι είναι σε γνώση της.
Τέλος και σε κάθε περίπτωση, ακόμα και για χώρους και εκδηλώσεις οι οποίοι υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων περί προηγούμενης άδειας και καταβολής τέλους υπέρ ΟΔΑΠ (περίπτωση, η οποία -τονίζουμε και πάλι- ουδόλως συντρέχει εν προκειμένω), σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2 της απόφασης ΥΠΠΟΤ/ΔΟΕΠΥ/ΤΟΠΥΝΣ/126463/26-9-2018 (Β’ 3046), εκδηλώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα απαλλάσσονται από την καταβολή τελών, εφόσον πραγματοποιούνται με δωρεάν είσοδο ή όταν το σύνολο των εσόδων διατίθεται για κοινωφελή σκοπό. Στην προκειμένη περίπτωση, παρ’ ότι, κατ’ επανάληψη σας έχουμε ενημερώσει ότι η είσοδος στην εκδήλωση ήταν απολύτως ελεύθερη («δωρεάν») και ότι η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε με την εθελοντική συνεισφορά των συμμετασχόντων, εσείς επιμένετε να αναφέρεστε στο προαναφερθέν όλως δυσφημιστικό και εν προκειμένω απολύτως ψευδές σε βάρος μας δημοσίευμα, προκειμένου να συντηρείτε υπόνοιες και εντυπώσεις περί καταβολής «οικονομικού ανταλλάγματος» (τις οποίες υιοθετείτε και διασπείρετε, δίκην ερωτημάτων, στο έγγραφό σας περί «κλήσης» μας σε «ακρόαση») ή να στοιχειοθετήσετε τις απολύτως αβάσιμες αιτιάσεις σας περί καταβολής «τέλους» υπέρ ΟΔΑΠ.
γ. Ως προς την συμφωνία μας με τους διοργανωτές της εκδήλωσης για τη φύλαξη, τακτοποίηση και καθαριότητα του χώρου από τους ίδιους (και υπό τη δική μας επίβλεψη), επρόκειτο για την αυτονόητη μέριμνα που πάντοτε επιδεικνύει ο Σύλλογός μας, σε κάθε εκδήλωση που πραγματοποιείται στο κτήριο ή στον προαύλιο χώρο, όχι μόνο ανταποκρινόμενος στις σχετικές του υποχρεώσεις εκ της παραχώρησης του χώρου, αλλά και ως εκ του αυτονόητου σεβασμού των μελών μας, Ελλήνων Αρχαιολόγων, για τον δημόσιο χώρο εν γένει και την περιουσία του ελληνικού λαού. Άλλωστε, ακόμα και στις περιπτώσεις που (σε αντίθεση με την προκειμένη) εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απόφασης ΥΠΠΟΤ/ΔΟΕΠΥ/ΤΟΠΥΝΣ/126463/26-9-2018, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 10 αυτής, οι χώροι αποδίδονται καθαροί την επομένη της εκδήλωσης, στην κατάσταση στην οποία παρελήφθησαν, η δε αποκομιδή των απορριμμάτων, ο καθαρισμός και εν γένει ο ευπρεπισμός των χώρων πριν και αμέσως μετά το πέρας της εκδήλωσης βαρύνουν τους διοργανωτές.
Εξάλλου, μόνον ως προσχηματική (με σκοπό τη συγκάλυψη της προειλημμένης απόφασής σας να ανακαλέσετε την παραχώρηση του ακινήτου, και να πλήξετε έτσι τη συνδικαλιστική δραστηριότητα του Συλλόγου μας) μπορεί να εκληφθεί η επίκληση, στην απόφασή σας, λόγων προστασίας του ακινήτου μνημείου και της ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου που επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον, ιδίως εάν ληφθούν υπόψη το γεγονός ότι τα έξοδα συντήρησης του κτιρίου, επί σειρά ετών, βαρύνουν αποκλειστικά τους πόρους του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, αλλά και ο μακρύς κατάλογος ακινήτων του ΥΠΠΟ -ιδίως στην περιοχή της Πλάκας-, παραχωρηθέντων ή μη, τα οποία βρίσκονται για χρόνια σε κατάσταση πλήρους εγκατάλειψης ή έχουν καταπατηθεί ή ακόμα και στεγάζουν κερδοσκοπικές επιχειρήσεις υπό αδιαφανείς (ή και ανύπαρκτους) όρους. Το ακίνητο της οδού Ερμού 134 – 136, στο οποίο επί 41 έτη στεγάζει τη συνδικαλιστική του δραστηριότητα ο Σύλλογός μας και την παραχώρηση του οποίου παρανόμως ανακαλείτε, δήθεν για λόγους «προστασίας», βρίσκεται πάντοτε -όπως πολύ καλά γνωρίζετε και όπως οι πάντες γνωρίζουν- σε κατάσταση υποδειγματική, καθώς τυγχάνει εκ μέρους μας πολύ καλύτερης φροντίδας από τη συντριπτική πλειονότητα των ακινήτων του Υπουργείου του οποίου προΐστασθε.
δ. Τέλος, ως προς την αυθαίρετη και αντιεπιστημονική κρίση που διατυπώνεται στην απόφασή σας (πέραν της παρερμηνείας των καταστατικών μας σκοπών και της αμφισβήτησης ακόμα και του χαρακτήρα του Συλλόγου μας ως συνδικαλιστικού σωματείου) ότι η εκδήλωση που αφορούσε το πολύνεκρο ναυάγιο της Πύλου δεν σχετίζεται «ούτε με την αρχαιολογία, τις αρχαιότητες, τα μνημεία και την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας, ούτε με τις επιστήμες, τις τέχνες και τις πολιτιστικές δράσεις», επιθυμούμε (αν και δεν οφείλουμε) να σας επισημάνουμε τα εξής: Η κρίση αυτή δεν τελεί απλά σε πρόδηλη δυσαρμονία με το τριήμερο εθνικό πένθος «για τα θύματα του σημερινού τραγικού ναυαγίου στα διεθνή ύδατα δυτικά της Ελλάδας» (ανακοίνωση του υπηρεσιακού πρωθυπουργού Ι. Σαρμά στις 14/6/2023)∙ δεν παραγνωρίζει απλά τις σύγχρονες τάσεις στην επιστήμη της αρχαιολογίας, στους κόλπους της οποίας, τα τελευταία χρόνια, έχει αναπτυχθεί ένα ολόκληρο ερευνητικό αντικείμενο που ονομάζεται «αρχαιολογία της σύγχρονης μετανάστευσης», με παραγωγή επιστημονικών άρθρων, βιβλίων και μονογραφιών, πολλά από τα συμπεράσματα των οποίων έχουν πολλάκις παρουσιαστεί και στο πλαίσιο του συνεδρίου «Αρχαιολογικοί Διάλογοι», που επίσης έχει φιλοξενηθεί στο κτήριο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων∙ δεν παραγνωρίζει μόνο το ίδιο το έργο των μελών μας αρχαιολόγων και συναφών επιστημονικών ειδικοτήτων που μελετούν, τεκμηριώνουν και διοργανώνουν εκθέσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα για το θέμα της μετανάστευσης από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας, αλλά και το έργο των ίδιων των Υπηρεσιών του ΥΠΠΟ, με πλέον πρόσφατο παράδειγμα το πρόγραμμα «Multaka: Διαπολιτισμικές Περιηγήσεις στην Αθήνα», με επισκέψεις σε μνημεία της Αθήνας και ξενάγηση από «διαπολιτισμικούς περιηγητές» μετανάστες, πρόσφυγες ή άτομα με μεταναστευτικό υπόβαθρο, στο οποίο ενεπλάκησαν πλείστες υπηρεσίες της ΓΔΑΠΚ και τα αποτελέσματα του οποίου παρουσιάστηκαν επίσης στο κτήριο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων. Πολύ περισσότερο: Αγνοεί το απόσπασμα του Πλάτωνα «πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται».
3. Ως προς τις αναφορές στις αρμοδιότητες και τις αποφάσεις των οργάνων μας και σε θέματα εσωτερικής λειτουργίας του Συλλόγου.
Από το περιεχόμενο τόσο της ίδιας της απόφασής σας περί ανάκλησης της παραχώρησης όσο και της υπ’ αριθ. πρωτ. 368706/1-8-2023 «κλήσης» μας «σε ακρόαση», καθίσταται σαφές ότι οι σχετικές διοικητικές σας ενέργειες στηρίχθηκαν σε πρόδηλη και σκόπιμη παρερμηνεία των καταστατικών μας διατάξεων, συγκροτούν δε ανεπίτρεπτη επέμβαση στην εσωτερική λειτουργία και την ιδιωτική αυτονομία του σωματείου μας. Η ερμηνεία των διατάξεων που περιγράφουν τα αντικειμενικά όρια των καταστατικών μας σκοπών, ο έλεγχος των αρμοδιοτήτων των οργάνων διοίκησής μας και της συμφωνίας των αποφάσεων των οργάνων μας και των εσωτερικών μας διαδικασιών με τις σχετικές καταστατικές προβλέψεις, αποτελούν ζητήματα της εσωτερικής αυτονομίας του Συλλόγου μας, ελέγχονται από τα ίδια τα μέλη μας και κρίνονται μόνο από τα αρμόδια δικαστήρια και όχι φυσικά από τον εργοδότη ή από τη διοίκηση.
Η προστασία και διαφύλαξη της ιδιωτικής αυτονομίας των συνδικαλιστικών σωματείων κατοχυρώνεται τόσο από το γενικό δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι (άρθρο 12 του Συντάγματος) όσο και από τη συνδικαλιστική ελευθερία (άρθρο 23 παρ. 1 του Συντάγματος), εντάσσεται δε και στο προστατευτικό πεδίο της ΔΣΑ 87/1948 (άρθρο 3). Σύμφωνα, εξάλλου, με το άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 1264/1982, «τα όργανα του Κράτους έχουν την υποχρέωση να εφαρμόζουν τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της ανεμπόδιστης άσκησης του δικαιώματος για την ίδρυση και αυτόνομη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων», ενώ, κατά την παρ. 2 αυτού, «Απαγορεύεται στους εργοδότες, σε πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό τους και σε οποιονδήποτε τρίτο να προβαίνουν σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη που κατατείνει στην παρακώλυση της άσκησης των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και ιδιαίτερα: … ε) να επεμβαίνουν με οποιονδήποτε τρόπο στη διοίκηση, στη λειτουργία και στη δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων».
Κατά συνέπεια, ο έλεγχος από τη διοίκηση κάθε επιμέρους απόφασης και δράσης του Συλλόγου μας, η διατύπωση κρίσεων (και δη ως στοιχεία της αιτιολογίας διοικητικών πράξεων) ως προς το εάν η εκδήλωση που αποφασίστηκε από το Διοικητικό μας Συμβούλιο, σε αρμονία με το σχετικό ομόφωνο ψήφισμα της Γενικής μας Συνέλευσης, εντάσσεται ή όχι στους καταστατικούς μας σκοπούς, έστω και υπό το πρόσχημα του ελέγχου της τήρησης των όρων παραχώρησης του κτιρίου της έδρας μας, συνιστά ανεπίτρεπτη επέμβαση στην αυτόνομη λειτουργία του σωματείου μας και περιστολή της συνδικαλιστικής μας ελευθερίας. Αντίστοιχα, η διατύπωση κρίσεων ως προς το εάν η Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου μας μπορεί να υπογράφει και να χορηγεί αποσπάσματα του βιβλίου πρακτικών του Διοικητικού Συμβουλίου και λοιπά έγγραφα και στοιχεία που τηρούνται στα αρχεία του Συλλόγου χωρίς τη σύμπραξη της Γ. Γραμματέα και του αρμόδιου προσωπικού του σωματείου, έστω και στο πλαίσιο της προσπάθειας κατασκευής όψιμων ισχυρισμών περί δήθεν τήρησης του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης, συνιστά επίσης ευθεία αμφισβήτηση και παραβίαση της ιδιωτικής μας αυτονομίας.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, σας επισημαίνουμε ήδη με την παρούσα ότι και κατά τούτο η εσπευσμένη έκδοση της απόφασής σας (παρά το γεγονός ότι είχαμε αιτηθεί προς τις υπηρεσίες σας -και σιωπηρά λάβει- παράταση της προθεσμίας υποβολής των σχετικών εγγράφων, μέχρι την επικείμενη λήξη της άδειας της Γ. Γραμματέα και της αρμόδιας διοικητικής υπαλλήλου του Συλλόγου μας), κατά παράβαση κάθε έννοιας χρηστής διοίκησης και (προσήκουσας) προηγούμενης ακρόασης, ουδόλως ευρίσκει έρεισμα στις διατάξεις του Καταστατικού μας που προσχηματικά επικαλείστε. Σύμφωνα με το άρθρου 28 του Καταστατικού, «ο Πρόεδρος του ΔΣ εκπροσωπεί από κοινού με τον Γενικό Γραμματέα τον Σύλλογο… σε όλες γενικά τις κρατικές αρχές… και σε όλες τις σχέσεις και διαφορές… Υπογράφει με τα άλλα μέλη τα πρακτικά των συνεδριάσεων του Δ.Σ., με τον Γραμματέα όλα τα εξερχόμενα έγγραφα του Συλλόγου που έχουν εγκριθεί από το Δ.Σ….Ο Γενικός Γραμματέας διευθύνει το γραφείο του Συλλόγου, φυλάσσει το αρχείο, τα βιβλία του Συλλόγου και τη σφραγίδα… τηρεί και υπογράφει μετά των υπολοίπων μελών τα πρακτικών των συνεδριάσεων του ΔΣ… Επιμελείται και διεκπεραιώνει την αλληλογραφία και προσυπογράφει με τον Πρόεδρο κάθε εξερχόμενο έγγραφο και τηρεί πρωτόκολλο εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας…».
Κατά συνέπεια, η εξαγωγή και χορήγηση των σχετικών εγγράφων, αποφάσεων και αποσπασμάτων πρακτικών των οργάνων μας, από την Πρόεδρο του ΔΣ χωρίς τη σύμπραξη της Γ. Γραμματέα ήταν καταστατικά και πρακτικά αδύνατη, η δε επίκληση, εκ μέρους σας, της παροχής σε εμάς του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης, τυγχάνει και για το λόγο αυτό αλυσιτελής και απολύτως αβάσιμη.
Ενόψει των ανωτέρω και επειδή η υπ’ αριθ. Πρωτ. 388268/11-08-2023 [ΑΔΑ9Ν7846ΝΚΟΤ-ΤΦΑ] απόφασή σας, περί ανάκλησης της παραχώρησης της χρήσης του ακινήτου επί της οδού Ερμού 134 – 136, εκδοθείσα κατά παράβαση κατ’ ουσίαν διατάξεων νόμου, με πλημμελή και αναληθή αιτιολογία αντίκειται -εκτός των άλλων- και στα άρθρα 14 παρ. 1 και 2 περίπτ. ε’ του ν. 1264/1982,
ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΑΣΤΕ για την πρωτοφανή και κατάφωρη επέμβαση στην εσωτερική λειτουργία και δράση του Συλλόγου μας και την απόπειρα περιστολής της συνδικαλιστικής μας δραστηριότητας και ελευθερίας μέσω της παράνομης εκδίωξης του σωματείου μας από την ιστορική του έδρα.
ΣΑΣ ΚΑΛΟΥΜΕ να ανακαλέσετε άμεσα την παράνομη απόφασή σας περί ανάκλησης της παραχώρησης του ακινήτου επί της οδού Ερμού 134-136, επιφυλασσόμενοι, σε αντίθετη περίπτωση, για την άσκηση κάθε νόμιμου, δικαστικού, διοικητικού ή συνδικαλιστικού/αγωνιστικού μέσου για την ακύρωση της.
Αρμόδιος δικαστικός επιμελητής παραγγέλλεται να επιδώσει νόμιμα και εμπρόθεσμα την παρούσα, στην Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, η οποία κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Μπουμπουλίνας 20-22, για να λάβει γνώση και για τις έννομες συνέπειες, αντιγράφοντας αυτήν ολόκληρη στην έκθεση επίδοσης που θα συντάξει.
Αθήνα, 16 Αυγούστου 2023
Για το Δ.Σ.
Η Πρόεδρος
Δέσποινα Κουτσούμπα
Η Γ. Γραμματέας
Εύα Γιατρουδάκη