Οι 4 υποψήφιοι για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ απαντούν σε 4 ερωτήματα

Οι απαντήσεις της Έφης Αχτσιόγλου, του Νίκου Παππά, του Στέφανου Τζουμάκα και του Ευκλείδη Τσακαλώτου στα ερωτήματα που τους έθεσε η Επιτροπή Θεωρίας και Επιμόρφωσης, που συνέστησε η Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.

Από τις Παρεμβάσεις της Αυγής:

Η Επιτροπή Θεωρίας και Επιμόρφωσης, που συνέστησε η Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. κατά την πρώτη συνεδρίασή της μετά το τακτικό συνέδριο, σκέφθηκε να συμβάλει στην
τρέχουσα φάση των διαδικασιών του κόμματος με το να θέσει ορισμένα ερωτήματα στην υποψήφια πρόεδρο και στους υποψήφιους προέδρους, ερωτήματα που εμπίπτουν στις καταστατικές αρμοδιότητές της.

Τα ερωτήματα αυτά είναι τα εξής:

1. Τουλάχιστον από το 2015 και μετά η θεωρητική και η ιδεολογική συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος έχουν υποχωρήσει χαρακτηριστικά προς όφελος της αμιγώς πολιτικής συζήτησης. Ποια λειτουργία πιστεύετε πως πρέπει να έχει η θεωρία σε ένα αριστερό κυβερνητικό κόμμα του 21ου αιώνα; Τι σχέση πρέπει να έχουν με αυτήν η ηγεσία, τα μέλη και πώς  σκέφτεστε ότι οφείλει να αναπτυχθεί αυτή η σχέση;

2. Παραμένει για την Αριστερά του 21ου αιώνα ο στόχος του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία ως διακριτού συστήματος -παραγωγικά και πολιτειακά- από τον καπιταλισμό και τις μορφές αυταρχικότητας που προσιδιάζουν σε αυτόν; Ή ο καπιταλισμός έχει κερδίσει το στοίχημα με την Ιστορία και μας υποχρεώνει να περιοριστούμε στο να επιδιώκουμε συνεχώς την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση των ανισοτήτων;

3. Σε κάθε συνέδριο του κόμματος διαπιστώνεται ότι πρέπει να αλλάξει η λειτουργία των Οργανώσεων Μελών, ώστε να είναι πιο μαζικές και πιο αποτελεσματικές, να αποτελούν το κόμμα στον κοινωνικό τους χώρο, τα μέλη να νιώθουν ότι αυτά που κάνουν είναι χρήσιμα και ότι αυτά που λένε φτάνουν στην ηγεσία του κόμματος και επηρεάζουν την πολιτική του, και να χαίρονται που συνευρίσκονται. Μιλάμε για το περίφημο «κόμμα των μελών», που σχεδόν πάντα διαπιστώνεται ότι δεν επετεύχθη. Εσείς πώς σκοπεύετε να συμβάλετε ώστε η  συμμετοχή των μελών στην κομματική ζωή να αποκτήσει νόημα και να γίνει δημιουργική και -γιατί όχι;- απολαυστική;

4. Πώς θα λειτουργήσει η νέα ηγεσία σε ένα κόμμα όπου το «τασικό κριτήριο» συχνά υπερτερεί της ουσιαστικής συλλογικής λειτουργίας; Με διαρκή διαπραγμάτευση με τις τάσεις και ουσιαστικά ερήμην των μελών, όπως συνέβαινε εν πολλοίς μέχρι σήμερα, ή με τη δημιουργία μιας πραγματικά λειτουργούσας συλλογικότητας; Πώς θα συμβάλετε στο να αντιμετωπιστούν η έμπρακτη απουσία δεσμευτικότητας αρκετών μελών του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και η συχνή ολιγωρία ως προς την υλοποίηση των συλλογικών αποφάσεων;

Ακολουθούν οι απαντήσεις της συντρόφισσας Έφης Αχτσιόγλου και των συντρόφων Ευκλείδη Τσακαλώτου, Νίκου Παππά και Στέφανου Τζουμάκα:

Έφη Αχτσιόγλου: Κόμμα με δομές, κανόνες και γνώση

«Ο ορίζοντας του σοσιαλισμού της εποχής μας παραμένει πάντοτε μπροστά μας ως ένας στρατηγικά μαχητός στόχος»

Τουλάχιστον από το 2015 και μετά η θεωρητική και η ιδεολογική συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος έχουν υποχωρήσει χαρακτηριστικά προς όφελος της αμιγώς πολιτικής συζήτησης. Ποια λειτουργία πιστεύετε πως πρέπει να έχει η θεωρία σε ένα αριστερό κυβερνητικό κόμμα του 21ου αιώνα; Τι σχέση πρέπει να έχουν με αυτήν η ηγεσία, τα μέλη και πώς σκέφτεστε ότι οφείλει να αναπτυχθεί αυτή η σχέση;

Η σχέση της Αριστεράς με τη θεωρία, με τη διαρκή δηλαδή διερώτηση και μελέτη για τις σχέσεις και τις δομές της κοινωνίας μας, τις δυναμικές που αναπτύσσονται και τις προοπτικές μετασχηματισμού ή ανατροπής τους, είναι κατά κάποιον τρόπο οργανική. Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς για μια πολιτική δύναμη που σε όλη της την ιστορική διαδρομή και σε όλες τις επιμέρους παραδόσεις της διεκδικούσε και διεκδικεί να αλλάξει τον κόσμο.

Αν και καταλαβαίνω τους προβληματισμούς για έναν ορισμένο «εμπειρισμό» που μπορεί να κυριάρχησε την περίοδο της διακυβέρνησης, νομίζω ότι πρέπει να μην ξεχνάμε ότι η απόλυτη διάκριση μεταξύ πολιτικής θεωρίας και πρακτικής δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Δεν υπάρχει πολιτική η οποία να μην εδράζεται σε θεωρητικές και ιδεολογικές παραδοχές, είτε το συνειδητοποιούν τα υποκείμενα που την εκφέρουν είτε όχι. Εξάλλου, ο ΣΥΡΙΖΑ πρωτοστάτησε στη θεωρητική και ιδεολογική συζήτηση διαχρονικά και μέχρι σήμερα. Θα θυμίσω ότι είμαστε το μόνο κόμμα που έχει δημοσιεύσει έναν συλλογικό και εκτεταμένο απολογισμό της πρώτης αυτής κυβερνητικής μας θητείας, ενώ ο αναστοχασμός πάνω στην εμπειρία αυτή έχει ήδη αποτυπωθεί και σε επιστημονικά και θεωρητικά συνέδρια, εργαστήρια και εκδόσεις. Με αυτό μάλιστα το δεδομένο, θα ήταν χρήσιμο να σκεφτούμε ότι δεν είμαστε απλώς «καταναλωτές», αλλά μπορούμε να είμαστε και «παραγωγοί» θεωρίας στη σύγχρονη εποχή.

Πάντοτε, ασφαλώς, υπάρχουν περιθώρια να κάνουμε περισσότερα και καλύτερα. Σήμερα το κόμμα μας, αλλά και ολόκληρος ο κόσμος αντιμετωπίζουν πρωτόγνωρα ζητήματα, τα οποία οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε πολιτικά. Αλλά για να το κάνουμε αποτελεσματικά, πρέπει να κατανοήσουμε τις πολλές διαστάσεις τους. Να τα διερευνήσουμε θεωρητικά και να μάθουμε γι’ αυτά από τους ειδικούς, διακρίνοντας πάντα την τεχνοκρατία, που εξάλλου δεν είναι ποτέ ουδέτερη, από την πολιτική.

Χρειάζεται, επομένως, κατά τη γνώμη μου μια πιο συστηματική ενασχόλησή μας με τον θεωρητικό και επιστημονικό προβληματισμό, ώστε αυτός να μην παραμένει υπόθεση των λίγων. Γι’ αυτό, άλλωστε, στην Κεντρική Επιτροπή μίλησα για ένα κόμμα που θα στηρίζεται σε δομές. Ώστε να υπάρχει ο κατάλληλος χώρος που θα υποδέχεται και θα αξιοποιεί τον πλούτο των επεξεργασιών και των προβληματισμών, που θα διαχέεται σε όλη την κλίμακα του κόμματος, θα εμπλουτίζεται με νέα ερωτήματα και θα στηρίζει την αποφασιστική, ουσιαστική και με επίγνωση συμμετοχή των μελών.

Παραμένει για την Αριστερά του 21ου αιώνα ο στόχος του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία ως διακριτού συστήματος -παραγωγικά και πολιτειακά- από τον καπιταλισμό και τις μορφές αυταρχικότητας που προσιδιάζουν σε αυτόν; Ή ο καπιταλισμός έχει κερδίσει το στοίχημα με την Ιστορία και μας υποχρεώνει να περιοριστούμε στο να επιδιώκουμε συνεχώς την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση των ανισοτήτων;

Ζούμε στην εποχή της κυριαρχίας του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος (η γενιά μου γεννήθηκε και μεγάλωσε εξ ολοκλήρου σε αυτή), που πλέον συναντά τα όριά του, γι’ αυτό και μετασχηματίζεται σε μια όλο και πιο αυταρχική εκδοχή του, επιφέροντας μύρια δεινά στην ανθρωπότητα.

Σήμερα το θέμα των ανισοτήτων είναι θεμελιώδες. Δεν μπορεί να αγνοήσουμε την όξυνσή τους, που ωθεί όλο και μεγαλύτερα τμήματα της κοινωνίας, αλλά και ολόκληρες χώρες ή περιφέρειες του πλανήτη στο περιθώριο. Είναι, εξάλλου, κάτι που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται άμεσα στην καθημερινότητά τους και αντιδρούν στην αδικία, όχι πάντα από αριστερές θέσεις. Ωστόσο, δεν αρκεί να μένουμε σε αυτό το πρώτο, έστω κρίσιμο, επίπεδο. Πηγή των ανισοτήτων είναι, σε τελική ανάλυση, οι σχέσεις εκμετάλλευσης. Ο δρόμος για την ισότητα, αλλά και για την ελευθερία περνά μέσα από την εξάλειψή τους, μέσα από τον κοινωνικό μετασχηματισμό, που σήμερα δεν μπορεί παρά να είναι κοινωνικός και οικολογικός ταυτόχρονα.

Ετσι, λοιπόν, ο ορίζοντας του σοσιαλισμού της εποχής μας παραμένει πάντοτε μπροστά μας ως ένας στρατηγικά μαχητός στόχος. Που μπορεί να επιτευχθεί μέσα από έναν δρόμο τραχύ και δύσβατο, με γενναίες μεταρρυθμίσεις, με τομές και ρήξεις, με επιμέρους νίκες και επιμέρους ήττες. Και, βέβαια, μέσα από πλατιές συμμαχίες κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων.

Σε κάθε συνέδριο του κόμματος διαπιστώνεται ότι πρέπει να αλλάξει η λειτουργία των Οργανώσεων Μελών, ώστε να είναι πιο μαζικές και πιο αποτελεσματικές, να αποτελούν το κόμμα στον κοινωνικό τους χώρο, τα μέλη να νιώθουν ότι αυτά που κάνουν είναι χρήσιμα και ότι αυτά που λένε φτάνουν στην ηγεσία του κόμματος και επηρεάζουν την πολιτική του, και να χαίρονται που συνευρίσκονται. Μιλάμε για το περίφημο «κόμμα των μελών», που σχεδόν πάντα διαπιστώνεται ότι δεν επετεύχθη. Εσείς πώς σκοπεύετε να συμβάλετε ώστε η συμμετοχή των μελών στην κομματική ζωή να αποκτήσει νόημα και να γίνει δημιουργική και -γιατί όχι;- απολαυστική;

Το κόμμα είναι εθελοντική ένωση προσώπων που δεν υποχρεώνονται, αλλά επιλέγουν να συμμετέχουν γιατί επιθυμούν να συμβάλουν στη συλλογική προσπάθεια για την επίτευξη ενός στόχου. Ωστόσο, ενώ η χαρά της συμμετοχής θα όφειλε να είναι δεδομένη, δυστυχώς διάφορες παθογένειες την εμποδίζουν. Παθογένειες που πρέπει να αντιμετωπιστούν και «από τα πάνω» και «από τα κάτω» ταυτόχρονα, δηλαδή και στο επίπεδο των ηγετικών οργάνων και στο επίπεδο των οργανώσεων.

Το 2022 κάναμε μια μεγάλη καταστατική αλλαγή, προσπαθώντας να απαντήσουμε στην κρίση του κομματικού φαινομένου που -ανεξάρτητα από τις ειδικότερες παθογένειες του ΣΥΡΙΖΑ- είναι μάλλον διεθνής, γι’ αυτό και αξιοποιήσαμε την εμπειρία και άλλων αριστερών και προοδευτικών κομμάτων. Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να αξιοποιήσουμε αυτά τα εργαλεία για να διευκολύνουμε τη συμμετοχή και τον ζωντανό διάλογο. Πέραν, όμως, των καταστατικών ρυθμίσεων, είναι σημαντικό να σκεφτούμε δημιουργικά στην καθημερινότητα. Να πάμε εμείς να βρούμε τους ανθρώπους εκεί που ζουν, αντί να περιμένουμε πότε οι ζωές τους θα χωρέσουν στο προδιαμορφωμένο «κουστούμι» της παραδοσιακής κομματικής μας λειτουργίας. Να βρούμε τρόπους ώστε τα μέλη μας να αισθάνονται ότι «κάνουν πολιτική» παντού: στη δουλειά τους, στη σχολή τους, στη γειτονιά τους, στη διασκέδασή τους.

Πώς θα λειτουργήσει η νέα ηγεσία σε ένα κόμμα όπου το «τασικό κριτήριο» συχνά υπερτερεί της ουσιαστικής συλλογικής λειτουργίας; Με διαρκή διαπραγμάτευση με τις τάσεις και ουσιαστικά ερήμην των μελών, όπως συνέβαινε εν πολλοίς μέχρι σήμερα, ή με τη δημιουργία μιας πραγματικά λειτουργούσας συλλογικότητας; Πώς θα συμβάλετε στο να αντιμετωπιστούν η έμπρακτη απουσία δεσμευτικότητας αρκετών μελών του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και η συχνή ολιγωρία ως προς την υλοποίηση των συλλογικών αποφάσεων;

Στο καταστατικό μας χαρακτηρίζουμε τις τάσεις ως ρεύματα ιδεών. Στην πραγματικότητα, τις περισσότερες φορές οι νέες, ζωογόνες ιδέες απουσιάζουν και κυρίως βλέπουμε αυτοαναφορικές τοποθετήσεις (το λέω χωρίς να θέλω να μηδενίσω). Το ερώτημα επομένως είναι πώς οι τάσεις δεν θα κατασταλούν, αλλά θα λειτουργούν ως αυτό που προορίζονται να είναι.

Οι λέξεις-κλειδιά για μένα είναι τρεις: δομές, κανόνες, γνώση.

Πρώτον, όπως είπα, χρειαζόμαστε ένα κόμμα των δομών και όχι των προσώπων. Με σαφές οργανόγραμμα, που θα ξέρουμε ποιος κάνει τι και με ποια ιδιότητα. Ποιος έχει λόγο πού, ποιος ευθύνεται για τι, όχι με βάση τις φιλίες του και τις προσβάσεις του, αλλά με βάση τον ρόλο που του έχουμε συλλογικά αναθέσει και για τον οποίο θα κρίνεται.

Δεύτερον, χρειαζόμαστε ένα κόμμα με κανόνες, που θα ισχύουν για όλες και όλους, από την πρόεδρο ή τον πρόεδρο μέχρι το πιο νέο μέλος της μικρότερης οργάνωσης. Κανόνες που θα λειτουργούν και κατασταλτικά, όπου χρειάζεται, αλλά κυρίως που θα προάγουν με θετικό τρόπο τις αξίες μας και τη συλλογικότερη λειτουργία μας.

Τρίτον, χρειαζόμαστε ένα κόμμα με γνώση. Γίνεται πολύ συχνά μια διάκριση μεταξύ πολιτικών και τεχνοκρατών, στην οποία καθένας προσδίδει αρνητική χροιά είτε στη μία κατηγορία είτε στην άλλη. Θεωρώ ότι όσο λάθος είναι να υποκαταστήσουν οι «ειδικοί» τη δημοκρατική διαδικασία, άλλο τόσο λανθασμένη είναι και η γνώμη που εκφέρεται χωρίς μελέτη και τεκμηρίωση.

Πιστεύω, λοιπόν, ότι ο πλουραλισμός, που επιτρέπει την έκφραση διαφορετικών απόψεων και την ύπαρξη διακριτών ιδεολογικών και πολιτικών ρευμάτων και τάσεων, είναι θετικό στοιχείο της πολιτικής μας κληρονομιάς που δεν πρέπει να απεμπολήσουμε. Ο τρόπος για να μην λειτουργούν οι τάσεις ως μηχανισμοί νομής εσωκομματικής εξουσίας, με αδιαφάνεια και μεροληψία, είναι να δώσουμε προτεραιότητα στο τρίπτυχο που προανέφερα: δομές, κανόνες και γνώση.

Νίκος Παππάς: Να δώσουμε ανάσα δημοκρατίας και συμμετοχής στο κόμμα

«Θέλουμε να είμαστε ένα κόμμα πλουραλιστικό και δημοκρατικό»

Τουλάχιστον από το 2015 και μετά, η θεωρητική και η ιδεολογική συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος έχει υποχωρήσει χαρακτηριστικά προς όφελος της αμιγώς πολιτικής συζήτησης. Ποια λειτουργία πιστεύετε πως πρέπει να έχει η θεωρία σε ένα αριστερό κυβερνητικό κόμμα του 21ου αιώνα; Τι σχέση πρέπει να έχουν με αυτήν η ηγεσία, τα μέλη και πώς σκέφτεστε ότι οφείλει να αναπτυχθεί αυτή η σχέση;

Η διαρκής επίσκεψη στη θεωρία είναι απαραίτητο συστατικό και αυτονόητη ανάγκη στην πορεία ενός σύγχρονου αριστερού και προοδευτικού κόμματος. Αν δεν επιχειρούμε καθημερινά να καταλάβουμε καλύτερα τον κόσμο, πώς θα τον αλλάξουμε; Αν δεν αξιοποιούμε την εμπειρία της συλλογικής Ιστορίας, πώς θα τη διαμορφώσουμε;

Η πολιτική θεωρία και η ιδεολογία δεν παράγονται κυρίως μέσα στο πλαίσιο των τυπικών κομματικών λειτουργιών. Όχι μόνο λόγω της πίεσης της καθημερινής πολιτικής δράσης, αλλά και επειδή από την ίδια της τη φύση η «θεωρητική πρακτική» έχει τις δικές της διαδικασίες και μεθόδους άσκησής της. Μια τέτοια διαδικασία, για παράδειγμα, είναι η ύπαρξη θεωρητικών και πολιτικών περιοδικών που λειτουργούν ως ομάδες διαλόγου διανοουμένων και ως θερμοκήπια νέων επεξεργασιών. Από τέτοια περιοδικά στη χώρα μας τις προηγούμενες δεκαετίες, από τον Πολίτη, τις Θέσεις και άλλα εγχειρήματα, μπολιάζονταν καθημερινά τα μέλη και τα στελέχη του χώρου και γινόταν περισσότερο εφικτός ένας πλούσιος και γόνιμος εσωκομματικός διάλογος.

Το κενό αυτό, η σημερινή έλλειψη των ζωτικών χώρων από τους οποίους θα αναδειχθούν νέες προσωπικότητες αντίστοιχες του Ελεφάντη, του Τσουκαλά, του Σβορώνου, του Ηλιού, πρέπει να καλυφθεί. Μία από τις προτεραιότητες του μεγάλου κόμματος της προοδευτικής και αριστερής παράταξης, του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, είναι η στήριξη (αλλά χωρίς τον κομματικό έλεγχο) τέτοιων κυττάρων θεωρητικής και ιδεολογικής παραγωγής. Με τρόπο, φυσικά, προσαρμοσμένο στη σύγχρονη πραγματικότητα, την αντικατάσταση των εντύπων από τα ηλεκτρονικά μέσα κ.λπ. Και, προφανώς, με προσανατολισμό ο οποίος να εκφράζει τον πλουραλισμό και τη φυσιογνωμία του χώρου μας.

Παραμένει για την Αριστερά του 21ου αιώνα ο στόχος του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία ως διακριτού συστήματος -παραγωγικά και πολιτειακά- από τον καπιταλισμό και τις μορφές αυταρχικότητας που προσιδιάζουν σε αυτόν; Ή ο καπιταλισμός έχει κερδίσει το στοίχημα με την Ιστορία και μας υποχρεώνει να περιοριστούμε στο να επιδιώκουμε συνεχώς την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση των ανισοτήτων;

Ο στόχος του σοσιαλισμού με δημοκρατία παραμένει επίκαιρος και, μάλιστα, το αίτημα για αυτόν έχει ενισχυθεί ακόμη και μέσα στην κατεξοχήν «μητρόπολη», στις ΗΠΑ. Το 1/3 του Δημοκρατικού Κόμματος, δηλαδή το 1/6 της αμερικανικής κοινωνίας, αυτοπροσδιορίζεται ακριβώς με τη βοήθεια της έννοιας του δημοκρατικού σοσιαλισμού.

Αυτό που έχει καταστεί πολιτικά ανεπίκαιρο, μετά την πάροδο άλλωστε ενός ολόκληρου αιώνα, είναι η μόνιμη ρήξη μεταξύ της ιστορικής Αριστεράς και της Σοσιαλδημοκρατίας, όπως καταγράφηκε οργανωτικά στις αρχές της δεκαετίας του 1920 και συνεχίστηκε και συνεχίζεται και στις μέρες μας.

Στις σημερινές συνθήκες δε, όπου η Δημοκρατία και οι θεσμοί δοκιμάζονται, σε συνθήκες ενισχυμένης αναλογικής στην Ελλάδα, η ενότητα των δυνάμεων από την Αριστερά έως το προοδευτικό Κέντρο είναι προϋπόθεση για πολιτικές νίκες στο άμεσο και λιγότερο άμεσο μέλλον. Καθήκον μας είναι να επιδιώκουμε ταυτόχρονα και τη σταδιακή βελτίωση της κοινωνίας μας μέσω της μείωσης των ανισοτήτων, της εμβάθυνσης της Δημοκρατίας και της βαθύτερης αλλαγής της, στην κατεύθυνση ενός παραγωγικού μοντέλου όπου θα συνυπάρχουν ο ιδιωτικός τομέας και η αγορά με έναν ισχυρό δημόσιο τομέα, αλλά και με τον κοινωνικό τομέα. Ενός μοντέλου στο οποίο η κινητήρια δύναμη δεν θα είναι η διαρκής τάση συγκέντρωσης της οικονομικής δραστηριότητας, μέσω αλλεπάλληλων δημιουργικών καταστροφών, αλλά η οικονομική δημοκρατία και η ισόρροπη, δίκαιη, καθολική πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες.

Οσον αφορά το «πολιτειακό» που αναφέρετε, τέτοιο ζήτημα δεν υφίσταται. Η Κοινοβουλευτική Δημοκρατία δεν είναι «αστική» ή «εργατική», είναι η Δημοκρατία και στόχος μας είναι η υπεράσπιση και η εμβάθυνσή της. Η αυταρχοποίηση των σύγχρονων δημοκρατικών κοινωνιών μας είναι μια πραγματικότητα, αλλά δεν αποτελεί μονόδρομο. Η προοδευτική και αριστερή παράταξη θα την αντιπαλέψει με επιτυχία. Ο Νίκος Πουλαντζάς έγραφε ότι ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα υπάρξει. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι δεν εννοούσε κάτι άλλο από αυτό που με σαφήνεια έγραφε. Εννοούσε την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, όπως κατάγεται από τη Γαλλική Επανάσταση, με τη διαρκή εμβάθυνσή της και την αύξηση των βαθμών ελευθερίας των πολιτών μέσα στο πλαίσιό της.

Σε κάθε συνέδριο του κόμματος διαπιστώνεται ότι πρέπει να αλλάξει η λειτουργία των Οργανώσεων Μελών, ώστε να είναι πιο μαζικές και πιο αποτελεσματικές, να αποτελούν το κόμμα στον κοινωνικό τους χώρο, τα μέλη να νιώθουν ότι αυτά που κάνουν είναι χρήσιμα και ότι αυτά που λένε φτάνουν στην ηγεσία του κόμματος και επηρεάζουν την πολιτική του, και να χαίρονται που συνευρίσκονται. Μιλάμε για το περίφημο «κόμμα των μελών» που σχεδόν πάντα διαπιστώνεται ότι δεν επετεύχθη. Εσείς πώς σκοπεύετε να συμβάλετε ώστε η συμμετοχή των μελών στην κομματική ζωή να αποκτήσει νόημα και να γίνει δημιουργική και -γιατί όχι;- απολαυστική;

Είναι παραγωγικό από μόνο του το τυπικό παραδοσιακό μοντέλο συνεδριάσεων των οργανώσεων βάσης; Η απάντηση είναι όχι. Η απλή επανάληψη μιας συζήτησης η οποία διεξάγεται στη δημόσια σφαίρα έτσι κι αλλιώς δεν είναι επαρκές συστατικό για να πραγματώσουμε τον ρόλο των οργανώσεων ως «το κόμμα στον χώρο τους». Υπάρχουν περιπτώσεις, όχι λίγες, όπου η βασική μέριμνα της οργάνωσης μελών είναι η κοινωνική παρέμβαση, η παρουσία των ανθρώπων του κόμματος στους θεσμούς της καθημερινής ζωής του χώρου δράσης της οργάνωσης. Από τις ενώσεις γονέων των σχολείων της περιοχής μέχρι τα τοπικά αθλητικά και πολιτιστικά σωματεία. Από τις κινήσεις πολιτών για την προστασία ενός μικρού πάρκου μέχρι την εκπροσώπηση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Είναι παραδείγματα που πρέπει να αναδειχθούν και να γενικευθούν. Να αποκτήσουν τα ηγετικά κλιμάκια σχέση αμφίδρομη με τη βάση. Να υποχρεούται η συλλογική ηγεσία να εξετάζει ζητήματα που τίθενται στις οργανώσεις. Να μην φοβηθούμε τα συχνά δημοψηφίσματα.

Για να γίνει αυτό, πρέπει να εφαρμόσουμε όσα συλλογικά έχουμε αποφασίσει. Πράγμα που δεν κάναμε, ειδικά από το 2019 και μετά.

Κάτι που δεν κάναμε, για παράδειγμα, είναι η περιφερειακή οργάνωση του κόμματος. Πρέπει να την οργανώσουμε με όρους δημοκρατίας και συμμετοχής των μελών.

Από τη δημιουργική αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών για την ουσιαστικοποίηση του πολιτικού διαλόγου ως την πραγματικά ανοιχτή -χωρίς στεγανά και ιδιοκτησιακές λογικές- λειτουργία των Ο.Μ. και τον εξωστρεφή προσανατολισμό τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα κορυφαίας καθυστέρησης και άρνησης του μετασχηματισμού μας είναι το ότι όχι μόνο αργήσαμε να εκλέξουμε ηγεσία από τη βάση, αλλά δεν εκλέξαμε καν Νομαρχιακές Επιτροπές και συντονιστικά οργανώσεων την τελευταία περίοδο.

Αρα, πρώτιστο καθήκον της νέας ηγεσίας είναι να δώσει μια ανάσα δημοκρατίας και συμμετοχής στο κόμμα.

Να γίνει κορυφαίο καθήκον και κεντρικός άξονας εξωστρέφειας η ισχυρή παρουσία στην Αυτοδιοίκηση, στον συνδικαλισμό, στη νεολαία. Η ουσιαστική σχέση του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία με τη δρώσα κοινωνία είναι απαραίτητη για την αναβάθμιση της εσωκομματικής λειτουργίας του.

Πώς θα λειτουργήσει η νέα ηγεσία σε ένα κόμμα όπου το «τασικό κριτήριο» συχνά υπερτερεί της ουσιαστικής συλλογικής λειτουργίας; Με διαρκή διαπραγμάτευση με τις τάσεις και ουσιαστικά ερήμην των μελών, όπως συνέβαινε εν πολλοίς μέχρι σήμερα, ή με τη δημιουργία μιας πραγματικά λειτουργούσας συλλογικότητας; Πώς θα συμβάλετε για να αντιμετωπιστεί η έμπρακτη απουσία δεσμευτικότητας αρκετών μελών του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και η συχνή ολιγωρία ως προς την υλοποίηση των συλλογικών αποφάσεων;

Θέλουμε να είμαστε ένα κόμμα πλουραλιστικό και δημοκρατικό. Δεν μπορεί να υπάρχουν τάσεις που συγκροτούνται και λειτουργούν νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Υπήρξαν λειτουργίες οι οποίες εμπόδισαν την έκφραση της συνεδριακής πλειοψηφίας, τάσεις που συγκροτήθηκαν την τελευταία στιγμή, αλλά και τάσεις που προκρίνουν λύσεις σε θέσεις και σε πρόσωπα ανεξάρτητα από τη συγκυρία και την ιστορική στιγμή, με μια διαχρονικότητα που προσεγγίζει εναλλακτική του κόμματος λειτουργία. Από αυτά τα φαινόμενα πρέπει να πάρουμε διαζύγιο.

Οι τάσεις μέσα σε ένα μεγάλο κόμμα, σε ένα κόμμα πολιτικής και όχι ιδεολογικής ενότητας, είναι αναπόφευκτες, είτε οριστούν ως τάσεις είτε ως ρεύματα ιδεών. Ζητούμενο είναι η λειτουργία τους να μην υπονομεύει τη συλλογική μας δράση και την ισότιμη συμμετοχή κάθε μέλους στις διαδικασίες. Μια ιστορική απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι οι λεγόμενοι «άξονες επικοινωνίας», δηλαδή επιμέρους θέματα στρατηγικής όπου συγκλίνουν απόψεις από διαφορετικά μεταξύ τους ρεύματα ιδεών. Ένας τέτοιος άξονας στην ιστορία του χώρου μας έχει υπάρξει ο «αριστερός ευρωπαϊσμός», ο οποίος πλειοψηφούσε διατασικά στον τότε Συνασπισμό. Προσωπικά, ως μέλος της Νεολαίας τότε, υποστήριζα τον «αριστερό ευρωπαϊσμό», ακόμη και αν δεν αποτελούσε επίσημη κατεύθυνση ολόκληρου του ρεύματος ιδεών στο οποίο ανήκα. Μέσα από τέτοιες διατασικές συγκλίσεις σε μεγάλα ζητήματα μπήκαν οι βάσεις για τη μετέπειτα μεγάλη άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ και τη σπουδαία συνεισφορά του στη χώρα. Έτσι πιστεύω θα συνεχίσουμε, με τις διακριτές μας απόψεις και με τις ουσιαστικές μας συγκλίσεις.

Στέφανος Τζουμάκας: Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να γίνει κόμμα της κοινωνίας

«Χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να μετεξελιχθεί σε πολιτικό κόμμα και να μην καθορίζεται η φυσιογνωμία του από μειοψηφικές συσπειρώσεις»

Τουλάχιστον από το 2015 και μετά, η θεωρητική και η ιδεολογική συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος έχει υποχωρήσει χαρακτηριστικά προς όφελος της αμιγώς πολιτικής συζήτησης. Ποια λειτουργία πιστεύετε ότι πρέπει να έχει η θεωρία σε ένα αριστερό κυβερνητικό κόμμα του 21ου αιώνα; Τι σχέση πρέπει να έχουν με αυτήν η ηγεσία, τα μέλη και πώς σκέφτεστε ότι οφείλει να αναπτυχθεί αυτή η σχέση;

Τα τρία, μεταξύ άλλων, μεγάλα ελλείμματα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι:

* Η αποϊδεολογικοποίηση, που σχετίζεται και με τη μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. από ένα κόμμα της κοινωνίας σε κόμμα του κράτους και της Δημόσιας Διοίκησης. Η πολιτική υποχώρηση ήταν έντονη λόγω και της αδυναμίας της ηγετικής ομάδας να προσδιορίσει τα αίτια και τις συνέπειες των αποτυχημένων αποφάσεων στο πολιτικό πεδίο, καθώς και των αντιφάσεων που προέκυπταν εξ αυτών. Δεν είχαμε ωστόσο μόνο υποχώρηση ιδεολογική, αλλά και πολιτική.

* Η αποπολιτικοποίησή του ως μαζικού κόμματος, ως μία από τις συνέπειες αποτυχημένων αναλύσεων και πολιτικών, όπως η νέα ταυτότητα του πολιτικού συνδικαλισμού αντί της πολιτικής.

* Η μετατροπή του από πολιτικό κόμμα σε μηχανισμό διεκπεραίωσης τρεχουσών υποθέσεων.

Η υποχώρηση -από την άποψη των προτεραιοτήτων και των αναγκών- του Συνασπισμού και στη συνέχεια του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. όσον αφορά την ιδεολογική και θεωρητική του βάση μετά την κρίση του 2010 και την ένταξη της χώρας στο πρώτο Μνημόνιο, αλλά και στη συνέχεια, και μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας, ήταν ένα από τα πολλά αποτελέσματα της αλλαγής πλεύσης στην οικονομία τόσο της ηγεσίας όσο και των στελεχών που είχαν παράδοση στις ιδεολογικές αναζητήσεις ενός αριστερού κόμματος, καθώς και στην παραγωγή πολιτικών που να υπερβαίνουν το όριο της προπαγάνδας και να αποτελούν πεδίο εφαρμοσμένων σχεδίων.

Στο πλαίσιο αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. χρειάζεται: α) Διανόηση: Μια σωστή λειτουργία προϋποθέτει και μια ανανεούμενη διανόηση από προσωπικότητες σε μια διαλεκτική σχέση όχι μόνο με θεωρητικές αλλά και βιωματικές αναφορές στο διεθνές γίγνεσθαι, που και από την άγνοια θα προστατεύει και θα προτρέπει σε αναλύσεις και προσεγγίσεις ολιστικού προσανατολισμού. β) Επαρκή πολιτική ηγετική ομάδα. γ) Πολιτικό κόμμα κοινωνίας -και όχι μόνο των μελών- αντί για μηχανισμό. Η προπαγάνδα αποτυχημένων πολιτικών της ηγετικής ομάδας προς τα μέλη οδηγεί σε αναξιοπιστία και σε αδράνεια, χωρίς πρωτοβουλίες και δημιουργία γεγονότων πολιτικού και κοινωνικού χαρακτήρα.

Παραμένει για την Αριστερά του 21ου αιώνα ο στόχος του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία ως διακριτού συστήματος -παραγωγικά και πολιτειακά- από τον καπιταλισμό και τις μορφές αυταρχικότητας που προσιδιάζουν σε αυτόν; Ή ο καπιταλισμός έχει κερδίσει το στοίχημα με την Ιστορία και μας υποχρεώνει να περιοριστούμε στο να επιδιώκουμε συνεχώς την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση των ανισοτήτων;

Η μετάβαση από μια μορφή κοινωνικής οργάνωσης -και όχι μόνο παραγωγής και θεσμικής Πολιτείας- σε μια άλλη αποτελεί εξέλιξη βαθιάς και μακρόχρονης κοινωνικής και πολιτικής διεργασίας, αλλά βεβαίως σχετίζεται άμεσα και με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.

Αυτά μας διδάσκουν οι δύο προηγούμενες μεγάλες μεταβάσεις, από τη δουλοκτησία στη δουλοπαροικία/φεουδαρχία και από την τελευταία στον καπιταλισμό.

Τις ανατροπές τις οργάνωσαν ανώτερες κοινωνικές τάξεις, όπως οι φεουδάρχες και η αστική τάξη. Η ανθρωπότητα θα δει στο μέλλον ποια νέα ανώτερη τάξη θα οδηγήσει στο επόμενο κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό σύστημα μετά τις αλλεπάλληλες εξελίξεις στον κόσμο των νέων τεχνολογιών.

Τι είναι ο σοσιαλισμός; Ο Μαρξ δεν το ορίζει. Αναλύει τον καπιταλισμό και μιλάει για την «υποχρεωτική» για τον άνθρωπο μετάβαση σε ένα ανώτερο σύστημα κοινωνικής οργάνωσης. Ο Λένιν τον όρισε πολιτικά ως «εξηλεκτρισμό και σοβιέτ». Και ακολούθησαν επινοήσεις για το «παλλαϊκό κράτος» και την αξέχαστη «θεωρία των σταδίων», μέχρι το 1990 και την επιστροφή στον κρατικό καπιταλισμό. Πολλοί θεωρητικοί μαρξιστές, λόγω και της κρατικιστικής οργάνωσης της κοινωνίας και της παραγωγής, όρισαν την ΕΣΣΔ ως ζώνη με «κρατικό-μονοπωλιακό» καπιταλισμό και «ασιατικό τρόπο παραγωγής».

Στην Κίνα ο Μάο και οι μεταγενέστεροί του μιλάνε για «πορεία προς τον σοσιαλισμό» και ονόμασαν την Κίνα «Λαϊκή Δημοκρατία» και όχι «Σοσιαλιστική», ενώ το σύστημα ονομάστηκε από το 1949 «Νέα Δημοκρατία». Δηλαδή, εβδομήντα και πλέον χρόνια μετά, με εξουσία του ΚΚΚ, δεν μιλάνε για επίτευξη, αλλά για πορεία, με κύριο στόχο την εξάλειψη της φτώχειας. Κι αυτό πετυχαίνουν μέσω της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Η Λαϊκή Εθνοσυνέλευση της Κίνας σε επίπεδο χώρας και οι περιφερειακές συνελεύσεις παίρνουν τις αποφάσεις και χαράσσουν πολιτικές κάτω από τον πολιτικό έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας και όχι κάτω απ’ αυτόν της αστικής τάξης, όπως έγινε στη Δύση, με αποικιοκρατία και ιμπεριαλισμό. Βέβαια, η Κίνα διαθέτει ισχυρή αγορά παράλληλα με το κράτος, ενώ παράγει ανισότητες. Καπιταλισμός και κυριαρχία της αγοράς. Άλλα αριστερά κόμματα θεωρούν το κινεζικό κόμμα «αναθεωρητικό», την Κίνα «ιμπεριαλιστική» και το καθεστώς «αυταρχικό», «ανελεύθερο» και «καταπιεστικό».

Ο σοσιαλισμός αποτελεί όραμα των προοδευτικών δυνάμεων, βασισμένο στη δικαιοσύνη, στη δημοκρατία και στην ελευθερία, και όχι απλώς μια έφοδο για την κατάληψη της εξουσίας. Για να αποτελεί όμως στόχο, αυτό συνεπάγεται σχέδιο και δράσεις για την επίτευξή του. Και ένα σχέδιο θέτει συγκεκριμένα βήματα και χρονοδιαγράμματα. Το ερώτημα χρειάζεται αναδιατύπωση έξω και πέρα από τη λογική του στόχου, αλλά και του γεγονότος ότι θα αποτελεί εξέλιξη μιας πολιτικής διεργασίας συνδεδεμένης με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.

Η «εξάλειψη της φτώχειας» και η «μείωση των ανισοτήτων» είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Στην αναπτυγμένη Δύση τίθεται το ζήτημα της αναδιανομής και της εξάλειψης της ακραίας φτώχειας μέσω της φορολογίας και της αύξησης των μισθών.

Πώς μειώνουμε τις ανισότητες με χαμηλό επίπεδο παραγωγικών δυνάμεων; Είναι «νόμος» του καπιταλισμού, αφού προϋποθέτει μεγάλη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, ένα ζήτημα που θέτει ως παράλληλο πολιτικό στόχο τη δίκαιη διανομή. Έχουμε δρόμο. Είναι στις αρχές μας ο δημοκρατικός δρόμος για τον σοσιαλισμό.

Σε κάθε συνέδριο του κόμματος διαπιστώνεται ότι πρέπει να αλλάξει η λειτουργία των Οργανώσεων Μελών, ώστε να είναι πιο μαζικές και πιο αποτελεσματικές, να αποτελούν το κόμμα στον κοινωνικό τους χώρο, τα μέλη να νιώθουν ότι αυτά που κάνουν είναι χρήσιμα και ότι αυτά που λένε φτάνουν στην ηγεσία του κόμματος και επηρεάζουν την πολιτική του και να χαίρονται που συνευρίσκονται. Μιλάμε για το περίφημο «κόμμα των μελών», που σχεδόν πάντα διαπιστώνεται ότι δεν επετεύχθη. Εσείς πώς σκοπεύετε να συμβάλετε ώστε η συμμετοχή των μελών στην κομματική ζωή να αποκτήσει νόημα και να γίνει δημιουργική και -γιατί όχι;- απολαυστική;

Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. χρειάζεται:

1. Πολιτική ενότητα και όχι μόνο οργανωτική ενότητα.

2. Όχι υποκατάσταση της πολιτικής από οργανωτικά σχήματα ελέγχου. Ο οργανωτικός έλεγχος αποτελεί παλιά συντηρητική μέθοδο για την παρεμπόδιση των δημοκρατικών συζητήσεων πάνω σε θέματα ιδεολογικά, προγραμματικά και θέματα στρατηγικής. Αποτελεί καθήλωση σε πρωτοβουλίες για τη δημιουργία πολιτικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων, σε κάθε περιοχή, σε κάθε κλάδο εργασίας. Έτσι οδηγείται σε μειοψηφικές πολιτικές μηχανισμών.

Από κοινού οφείλουμε όλοι να συμβάλουμε ώστε να διαμορφώσουμε στο κόμμα πλειοψηφική κουλτούρα και χειραφέτηση, για να είναι κόμμα της κοινωνίας. Η ευθύνη ανήκει στη Κεντρική Επιτροπή.

Πώς θα λειτουργήσει η νέα ηγεσία σε ένα κόμμα όπου το «τασικό κριτήριο» συχνά υπερτερεί της ουσιαστικής συλλογικής λειτουργίας; Με διαρκή διαπραγμάτευση με τις τάσεις και ουσιαστικά ερήμην των μελών, όπως συνέβαινε εν πολλοίς μέχρι σήμερα, ή με τη δημιουργία μιας πραγματικά λειτουργούσας συλλογικότητας; Πώς θα συμβάλετε να αντιμετωπιστούν η έμπρακτη απουσία δεσμευτικότητας αρκετών μελών του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και η συχνή ολιγωρία ως προς την υλοποίηση των συλλογικών αποφάσεων;

Χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. να μετεξελιχθεί σε πολιτικό κόμμα, με πολιτική και ιδεολογική ενότητα στα βασικά, και να μην καθορίζεται η φυσιογνωμία του από μειοψηφικές συσπειρώσεις. Χρειάζεται να μετεξελιχθεί σε λαϊκό κόμμα, με αναφορά στην κοινωνία, με ανοιχτές πόρτες για φίλους και πολίτες.

Τα μέχρι σήμερα αρνητικά φαινόμενα που αναφέρονται και παραπάνω κρατούν μακριά την κοινωνία από τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., αλλά και τη δυνατότητα αυτή να μπορεί να αλλάξει κάθε αρνητική πρακτική μέσα από θετικούς προσανατολισμούς.

Ευκλείδης Τσακαλώτος: Να ανασυνθέσουμε την Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ

«Αναμφίβολα παραμένει στόχος μας ο δημοκρατικός σοσιαλισμός»

Τουλάχιστον από το 2015 και μετά, η θεωρητική και η ιδεολογική συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος έχει υποχωρήσει χαρακτηριστικά προς όφελος της αμιγώς πολιτικής συζήτησης. Ποια λειτουργία πιστεύετε ότι πρέπει να έχει η θεωρία σε ένα αριστερό κυβερνητικό κόμμα του 21ου αιώνα; Τι σχέση πρέπει να έχουν με αυτή η ηγεσία, τα μέλη και πώς σκέφτεστε ότι οφείλει να αναπτυχθεί αυτή η σχέση;

Δεν έχω καμία αμφιβολία για την επιβεβλημένη συμβολή της θεωρίας και των αναδυόμενων ιδεολογικών αναζητήσεων στη στρατηγική ενός κόμματος και στο πολιτικό του σχέδιο. Οι νεοφιλελεύθεροι δεν ήταν κυρίαρχοι πολιτικά έως τη δεκαετία του 1970 στις ΗΠΑ και ωστόσο για περίπου τριάντα χρόνια δούλευαν μεθοδικά τις ιδέες τους, δημιουργούσαν δεξαμενές σκέψης, όριζαν και ιεραρχούσαν επιμελώς τις θεματικές εμφάσεις τους. Έτσι, όταν ήρθε η ώρα, ηγεμόνευσαν.

Ιδιαιτέρως όμως για την Αριστερά, η θεωρία αφορά, πέρα από την κριτική του υπάρχοντος, και τους τρόπους θεμελίωσης και ανάπτυξης όσων θέλουμε να συμβούν στην κοινωνία. Είναι προϋπόθεση, με άλλα λόγια, της πάντα απαραίτητης μακροπρόθεσμης ματιάς, οδοδείκτης της κοινής προσπάθειας και παράλληλα ευαίσθητος σεισμογράφος όσων αλλάζουν και μας προ(σ)καλούν να αλλάξουμε (και) εμείς.

Μέλη και ηγεσία από κοινού πρέπει να παραμένουν πάντα περίεργοι μαθητές και μαθήτριες των ιδεολογικών επεξεργασιών του χώρου. Έτσι θα μπορούν, πάλι από κοινού, να αναλογίζονται και τις πρακτικές εφαρμογές αυτών των επεξεργασιών, σε σχέση, λόγου χάρη, με τα κοινά αγαθά. Πρέπει να μην φοβόμαστε, ίσα-ίσα, να το λέμε με θάρρος και παρρησία πως το κόμμα της Αριστεράς έχει, πέραν όλων των άλλων, και διαπαιδαγωγικό χαρακτήρα, είναι σχολείο και εργαστήριο, με τους οδηγούς σπουδών να είναι η θεωρητική μας σκευή. Επιμορφώσεις στελεχών, περιοδικές ανοιχτές ιδεολογικές συζητήσεις, «Παρεμβάσεις», «εντός Εποχής», podcasts, θεματικά συνέδρια, συλλογικοί τόμοι. Όλα τα εργαλεία να τα χρησιμοποιήσουμε, να τα ενώσουμε, να σχεδιάσουμε κι άλλα.

Παραμένει για την Αριστερά του 21ου αιώνα ο στόχος του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία ως διακριτού συστήματος -παραγωγικά και πολιτειακά- από τον καπιταλισμό και τις μορφές αυταρχικότητας που προσιδιάζουν σε αυτόν; Ή ο καπιταλισμός έχει κερδίσει το στοίχημα με την Ιστορία και μας υποχρεώνει να περιοριστούμε στο να επιδιώκουμε συνεχώς την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση των ανισοτήτων;

Αναμφίβολα παραμένει στόχος μας ο δημοκρατικός σοσιαλισμός. Έχουμε αυτόν τον ορίζοντα, γιατί αλλιώς θα αναγκαζόμαστε να περιορίζουμε τις βαθιές μεταρρυθμίσεις στο επίπεδο του αστικού εκσυγχρονισμού, βαφτίζοντάς τες ριζοσπαστικές.

Εχουμε κάθε λόγο να είμαστε αισιόδοξοι και αισιόδοξες. Η πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» ακολουθήθηκε από τη δεξιά μετατόπιση της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη. Ο νεοφιλελευθερισμός επικράτησε κυβερνητικά σε όλες τις εκδοχές του και τώρα διαφαίνεται ότι έρχεται η ώρα για τη σταδιακή του παρακμή, με την ανάγκη επιστροφής του κράτους στον κόσμο των διαρκών κρίσεων (permacrisis). Στο πλαίσιο αυτό, ο σοσιαλισμός είναι όχι μόνο επίκαιρος, όχι απλώς απαραίτητος, αλλά αρχίζει και γίνεται ξανά επιθυμητός. Σκεφτείτε τη στροφή προς τον σοσιαλισμό και τις σοσιαλιστικές πολιτικές που αποζητούν οι νεότεροι πολίτες των ΗΠΑ και της Βρετανίας, η Generation Left, όπως την ονόμασε ο Κιρ Μίλμπερν. Σκεφτείτε την επικίνδυνη, τρομακτική άνοδο της Άκρας Δεξιάς στην Ευρώπη και το ισχυρό αντίπαλο δέος που πρέπει να προτάξουμε για να μην ξαναζήσουμε όσα έκαναν την ανθρωπότητα να ντρέπεται και να πονάει κατά τη διάρκεια της ανόδου του ναζισμού.

Ηρθε η ώρα να σταματήσουμε τους αμυντικούς αγώνες, αγώνες που δίνουμε και χάνουμε εδώ και περίπου τριάντα χρόνια σε όλο τον κόσμο. Δεν μειώθηκαν οι ανισότητες εντός και μεταξύ των χωρών. Αυξήθηκαν, και πρέπει να παραδεχθούμε την αποτυχία μας. Είναι ώρα για επίθεση, να ξεκινήσουμε έναν νέο «πόλεμο θέσεων», για να είμαστε έτοιμοι, όταν χρειαστεί, για έναν «πόλεμο κινήσεων» σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, με έναν καινοτόμο, ρωμαλέο όσο και δημοκρατικό διεθνισμό, που θα αφορά, θα προστατεύει την πλειονότητα της κοινωνίας. Στους πολιτισμικούς πολέμους της alt right πρέπει να απαντήσουμε θαρραλέα.

https://c3f8396c3f06508ce682c4766dbda77f.safeframe.googlesyndication.com/safeframe/1-0-40/html/container.html?unblockia=true

Σε κάθε συνέδριο του κόμματος διαπιστώνεται ότι πρέπει να αλλάξει η λειτουργία των Οργανώσεων Μελών, ώστε να είναι πιο μαζικές και πιο αποτελεσματικές, να αποτελούν το κόμμα στον κοινωνικό τους χώρο, τα μέλη να νιώθουν ότι αυτά που κάνουν είναι χρήσιμα και ότι αυτά που λένε φτάνουν στην ηγεσία του κόμματος και επηρεάζουν την πολιτική του και να χαίρονται που συνευρίσκονται. Μιλάμε για το περίφημο «κόμμα των μελών», που σχεδόν πάντα διαπιστώνεται ότι δεν επετεύχθη. Εσείς πώς σκοπεύετε να συμβάλετε ώστε η συμμετοχή των μελών στην κομματική ζωή να αποκτήσει νόημα και να γίνει δημιουργική και -γιατί όχι;- απολαυστική;

Οι συνεδριάσεις των Οργανώσεων Μελών (και στην πραγματικότητα οι περισσότερες συνεδριάσεις) χρειάζεται να έχουν ακριβή ώρα έναρξης αλλά και λήξης. Δεν είναι σωστό να κουράζονται τα μέλη μας με αέναες διαδικασίες, χωρίς αρχή, μέση και τέλος, όπου «νικητές» βγαίνουν οι πιο ξεκούραστοι, εκείνοι που δεν έχουν άλλες δουλειές ή οι πλέον πεισμωμένοι/ες. Οι συνεδριάσεις χρειάζεται πάντα να αποφασίζουν στο τέλος και στην επόμενη συνάντησή τους να κάνουν απολογισμό για την υλοποίηση των αποφάσεών τους προφορικά, γραπτά και ηλεκτρονικά.

Οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ζουν, εργάζονται, είναι γονείς, κοινωνικοποιούνται, κοντολογίς υπάρχουν στον χώρο τους. Οι εμπειρίες τους αυτές είναι η πρώτη ύλη, το καύσιμο για πολιτικές τοποθετήσεις και πράξεις. Αντλούν από αυτές και μπορούν να τις μετατρέπουν σε συνδικαλιστική, τοπική, πολιτισμική, αλληλέγγυα δράση, αναλόγως με τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους που δημοκρατικά και συντροφικά τις έχουν επεξεργαστεί.

Σε κάθε περίπτωση, ο σχεδιασμός, το καλό κλίμα, η μέριμνα για τη συγκρότηση του κόμματος «από τα κάτω προς τα πάνω» (και όχι το αντίθετο), η πραγματική μέριμνα να εισακούγονται οι γνώμες των μελών στα ανώτερα επίπεδα, η συλλογική ηγεσία και στο επίπεδο των Ο.Μ., καθώς και η έγνοια για επιμόρφωση και αύξηση της συλλογικής δράσης είναι βασικές μεταβλητές της νέας κομματικότητας που χρειαζόμαστε. Τις καλές πρακτικές για να εφαρμοστούν τα παραπάνω θα τις βρούμε, την ψηφιακή διάσταση επίσης θα την επινοήσουμε, έτσι ώστε διαφάνεια και δημιουργικές ανασυνθέσεις να προκύπτουν πιο εύκολα. Το σπουδαίο θα ήταν να καταφέρουμε να αναδιαμορφώσουμε τις νοοτροπίες, να αποδράσουμε από τις μανιέρες που ξέρουμε και μας είναι εύκολες, να πιστέψουμε και να εφαρμόσουμε όσα συχνά ενστερνιζόμαστε στα λόγια, αλλά δεν τα καταφέρνουμε να υλοποιούμε επαρκώς.

Πώς θα λειτουργήσει η νέα ηγεσία σε ένα κόμμα όπου το «τασικό κριτήριο» συχνά υπερτερεί της ουσιαστικής συλλογικής λειτουργίας; Με διαρκή διαπραγμάτευση με τις τάσεις και ουσιαστικά ερήμην των μελών, όπως συνέβαινε εν πολλοίς μέχρι σήμερα, ή με τη δημιουργία μιας πραγματικά λειτουργούσας συλλογικότητας; Πώς θα συμβάλετε να αντιμετωπιστούν η έμπρακτη απουσία δεσμευτικότητας αρκετών μελών του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και η συχνή ολιγωρία ως προς την υλοποίηση των συλλογικών αποφάσεων;

Τα ρεύματα ιδεών στο κόμμα μας είναι κατάκτηση, είναι η αποτύπωση των αποχρώσεων των τοποθετήσεών μας για τα πράγματα και, με αυτή την έννοια, δεν είναι δόκιμο ή, καλύτερα, είναι αυταρχικό και επικίνδυνο να προσπαθήσουμε να συγκαλύψουμε τις διαφοροποιήσεις μας. Άλλωστε, συχνά συνιστούν πλούτο που διευρύνει εκ των πραγμάτων την εμβέλειά μας ή λειτουργούν συναγωνιστικά. Ωστόσο, όπως σωστά επισημαίνετε, αυτό δεν συμβαίνει πάντα και αρκετές φορές οι τάσεις λειτούργησαν ως οιονεί «κόμματα μέσα στο κόμμα».

Οπως κάθε κομματική μορφή είναι η πολιτική συμπύκνωση του συσχετισμού που διαμορφώνεται ανάμεσα στο κράτος και στην κοινωνία, έτσι και οι τάσεις αποτελούν τα ρεύματα ιδεών μεταξύ των μελών που έχουν περισσότερη κοινή αντίληψη για κάποια ζητήματα είτε λόγω ιδεολογικής αφετηρίας είτε λόγω αξιακής τοποθέτησης. Θα πρέπει όμως να λειτουργούν όχι ως διελκυστίνδα που τραβά το κόμμα προς τη μία ή την άλλη ιδεολογική κατεύθυνση, αλλά ως εφαλτήριο ιδεολογικής ζύμωσης και, τελικώς, μιας δημιουργικής σύνθεσης με σκοπό την ηγεμονική ιδεολογική επικράτηση του κόμματος στο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται κάθε εποχή.

Πρέπει να εμβαθύνουμε, ακόμα και να αντιπαρατεθούμε, αλλά σίγουρα να ανασυνθέσουμε την Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Γνωρίζουμε ο καθένας και η καθεμία μας ότι η δέσμευση στον κοινό μας αγώνα έχει αφενός έναν χαρακτήρα υπαρξιακό, με την έννοια πως αριστερός και αριστερή παραμένεις σε όλη σου τη ζωή. Αφετέρου, όμως, αυτή η δέσμευση ενδυναμώνεται, ανθίζει και φέρνει αποτελέσματα όταν είναι όσο το δυνατόν προϊόν της δικής μας συνεισφοράς, όταν η γνώμη μας ακούγεται και γίνεται πράξη, όταν συντίθεται μαζί με τις καλές γνώμες των άλλων, ώστε να δημιουργηθεί το κατάλληλο μείγμα στο οποίο καθένας και καθεμία θα βρίσκει μέρος του εαυτού του/της. Θα ασχοληθούν με όλη τους τη ζέση, όμως, αν και εφόσον τους λαμβάνουμε υπόψη μας στα σοβαρά, γιατί πιστεύουμε βαθιά ότι μόνο έτσι θα τα πάμε καλύτερα. Η Αριστερά πιστεύει στη συλλογική διάνοια εδώ και δύο αιώνες και το κόμμα μας οφείλει να βρει τους τρόπους ώστε αυτή να αναβλύζει και να παράγει αποτελέσματα υπέρ της κοινωνίας.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί