Του Σήφη Φανουράκη
Μια πόλη πρέπει να είναι έτσι χτισμένη,
ώστε να κάνει τους ανθρώπους ασφαλείς
και συγχρόνως ευτυχισμένους.
(Αριστοτέλης)
Αυτή η πόλη έχει ενσωματώσει την κρίση και την παρακμή της πραγματικότητας. Η σημερινή της «όψη» είναι αποτέλεσμα, της κοινωνικής αποσύνθεσης και παθητικότητας και της μηδενικής πολιτικής ευθύνης των Δημοτικών Αρχών, οι οποίες πάντα προεκλογικά καταφεύγουν στην επίκληση της κοινωνικής ανεκτικότητας.
Οι περισσότερες Δημοτικές Αρχές, τώρα και χρόνια, έχουν ενσωματώσει τη διαχειριστική αποσύνθεση. Ο «κύκλος των έργων» που δεν κλείνει, μετά από κάθε εκλογική θητεία, ολοκληρώνει μια αποκαρδιωτική εικόνα της πόλης η οποία, έχει παγιωθεί, πλέον, ως «φυσική κατάσταση».
Είναι σαφές, ότι αυτή η εικόνα των «εγκαταλελειμμένων» προγραμμάτων και έργων προστίθεται στο ασήμαντο και εφήμερο κτισμένο περιβάλλον που μας περιβάλλει.
Επανέρχεται στη μνήμη μου, αυτό που υποστήριζαν «οι Ενεργοί Πολίτες» τα πέντε τελευταία χρόνια, ότι δηλαδή, «η κατάντια αυτής της πολύπαθης πόλης» είναι θέμα πρωτίστως πολιτικό.
Η ιστορία της πόλης επιβεβαιώνει το βασικό γεγονός ότι, ο δεσμός που ενώνει τον πολίτη με την πόλη του είναι κύρια πολιτικός, με την έννοια ότι : τα προβλήματα της πόλης που απασχολούν τους πολίτες, είναι κύρια τα προβλήματα πολιτικών επιλογών και λύσεων.
Είναι αδιανόητο μια πόλη παλίμψηστον να έχει αφεθεί σε αυτήν την κατάσταση της εγκατάλειψης και της ασύστολης «συγγνώμης». Αυτός ο ιδιότυπος ρεαλισμός, που αντιμετωπίζει την απραξία με μια δημόσια συγγνώμη, έχει πλέον υπερβεί τα όρια της κοινωνικής ανεκτικότητας και λειτουργεί ως «βραχίονας» της πολιτικής αφέλειας.
Αυτή η πολύπαθη πόλη είναι «άσχημη», γεμάτη τραπεζοκαθίσματα, με κτίρια κακοσυντηρημένα(συχνά πέφτουν τμήματά στους δρόμους), με κυκλοφοριακό χάος, παράνομη στάθμευση και ασύδοτους οδηγούς, με εγκαταλειμμένα εργοτάξια και έργα που δεν ολοκληρώνονται και για τα οποία κανείς δεν νιώθει υπεύθυνος.
Ο συνδυασμός αυτής της κοινωνικής «παθολογίας» ευνοεί την επιβίωση μιας εφήμερης ασημαντότητας του κτισμένου περιβάλλοντος που κατακλύζει αυτή την πόλη και η οποία μας περιβάλλει. Και τελικά, μόνο μέσα από τις «απουσίες», την εγκατάλειψη και τις καταστροφές, μπορείς να ανασυνθέσεις τις εικόνες αυτής της.
Η εικόνα της είναι αποτέλεσμα, όχι μόνο ενός ιδιότυπου ρεαλισμού και παθητικότητας, αλλά και μιας συνδιαλλαγής του παλιού και του νέου ψευτο- πολιτισμού. Και μάλιστα, η όψη της φωτίζει την αποκαρδιωτική ρυπαρότητα των όψεων των κτιρίων της.
Ένα χαραχτηριστικό παράδειγμα εγκαταλελειμμένων έργων , η πλατεία Ελευθερίας :
Από τις αρχές του 20ου αιώνα, η πλατεία Ελευθερίας καθιερώθηκε ως ο τόπος αναψυχής των κατοίκων. Μεταπολεμικά, μέρος της διαμορφώθηκε σε κήπο με κτιστό περίβολο και κάγκελα γύρω από το μνημείο του άγνωστου. Ήταν μια πλατεία με τα αυτοκίνητα να την διαπερνούν, αλλά αποτελούσε το επίκεντρο της Κυριακάτικης βόλτας και αναψυχής των κατοίκων του Ηρακλείου.
Στα 1993 ο Δήμος Ηρακλείου προκήρυξε Πανελλήνιο Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό για την διαμόρφωσή της πλατείας, από όπου προέκυψε το Α΄βραβείο(των Ν.Σκουτέλη και Φ. Ζανόν) και υλοποιήθηκε την περίοδο 1997–2001.
Η μελέτη ( Α΄βραβείο ) είχε σαν βασικό στοιχείο, την απόδοση της χαμένης ταυτότητας του δημόσιου χώρου–πλατείας και στόχευε: στην οργάνωση και συμμετοχή του ευρύτερου περιβάλλοντος χώρου· στην μνημονική επαναφορά των στοιχείων της ιστορίας της πλατείας· στις κυκλοφοριακές ρυθμίσεις· στη διευθέτηση των κινήσεων των πεζών· και στις χρήσεις των γύρω κτιρίων.
Όντως η μελέτη εξασφάλιζε μια ολοκληρωμένη σχέση του αστικού ιστού με τα τείχη, αποδίδοντας στους κεντρικούς χώρους μια νέα ταυτότητα και ιδιαίτερα, σε αρμονική συμβίωση με τα μνημεία.
Όμως το ιστορικό της υλοποίησης της μελέτης, από την αρχή μαρτυρεί μια αρνητική εξέλιξη στην «περιπετειώδη» εφαρμογή της και στη μετέπειτα χρήση της πλατείας.
Η μεγάλη έκπτωση της εργολαβίας οδήγησε την ανάδοχο εταιρία στην χρήση ευτελέστερων υλικών. Τα μοντέρνα στοιχεία εξοπλισμού δεν έγιναν αποδεκτά από το ευρύ κοινό και «ακόμα διακωμωδούνται» κύρια από τμήμα των τοπικών ΜΜΕ.
Η τότε Δημοτική Αρχή για να ανατρέψει την αρνητική αποδοχή του έργου «κατάργησε μέρος των κατασκευών».
Έτσι μπαζώθηκαν οι πίδακες και τα ρυάκια που προβλεπόταν στην δενδροφυτεμένη περιοχή (στη βόρεια) και σταδιακά καταργήθηκαν οι προβολείς ανάκλασης των φωτιστικών.
Ουσιαστικά, επικράτησε η «ελλιπής διαχείριση» του δημόσιου χώρου και οι κακοτεχνίες των εργολάβων.
Η πλατεία σχεδόν είκοσι χρόνια μετά βρίσκεται σε κατάσταση εγκατάλειψης. Είναι ένας δημόσιος χώρος που ενσωματώνει την κοινωνικοπολιτική κρίση και τη μεταμορφώνει σε κοινωνική παρακμή. Εκφράζει έναν χώρο του αισθητικού και πολιτικού πρωτογονισμού. Τα φθαρμένα μάρμαρα, η εγκατάλειψη συντήρησης των φωτιστικών και η εγκατάλειψη των δέντρων για μια εικοσαετία, αποτελούν μια ιδιόμορφη ψυχική και νοητική εμπειρία· την εμπειρία της άρνησης του δημόσιου χώρου και της αποστροφής της κεντρικής πλατείας της πόλης.
Η σημερινή ευτελισμένη κατάστασή της ανακαλεί, στους δημότες «νοσταλγικές εικόνες» από το παρελθόν της.
Όμως αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα η πλατεία αποτελεί τόπο «συνάντησης» της νεολαίας, ιδιαίτερα το βόρειο τμήμα της.
Το Δεκέμβριο του 2012 η τότε Δημοτική Αρχή πρότεινε μια μελέτη «εξωραϊσμού» της Πλατείας η οποία απορρίφθηκε από το Τοπικό Συμβούλιο Μνημείων Κρήτης του ΥΠΠΟΑ.
Το Δεκέμβριο του 2017 η τωρινή Δημοτική Αρχή πρότεινε «νέα» μελέτη μόνο για το κεντρικό τμήμα της πλατείας με τον τίτλο : «Βιοκλιματική αναβάθμιση της Πλατείας Ελευθερίας», η οποία απορρίφθηκε εκ νέου από το αναφερόμενο Συμβούλιο του ΥΠΠΟΑ.
Στις 25-4-2019(προεκλογικά), η τωρινή Δημοτική Αρχή πρότεινε σε «διαβούλευση» αυτήν την ήδη απορριφθείσα μελέτη και μάλιστα πριν ακόμα κατατεθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες, με ένα σχέδιο (κάτοψη του κεντρικού τμήματος της πλατείας) και μερικές τριδιάστατες εικόνες.
Αυτή η «μελέτη» ουσιαστικά, πρότεινε μια βιοκλιματική αναβάθμιση, αλλά χωρίς να τεκμηριώνει επιστημονικά τη βιοκλιματική διάσταση των παρεμβάσεων, χωρίς μετρήσεις των περιβαλλοντικών συνθηκών της πλατείας και χωρίς μελέτη των ειδικών υλικών. Ούτε αναφέρονταν σε μετρήσεις της σημερινή κατάσταση της θερμικής «επιβάρυνσης». Ούτε και αναφερόταν με ποια υλικά θα επιτευχθεί η επιδιωκόμενη θερμική «ισορροπία».
Επίσης η μελέτη, δεν αντιμετώπιζε συνολικά την πλατεία, αλλά αποσπασματικά (μόνο το κεντρικό τμήμα), αγνοώντας την πλατεία Δασκαλογιάννη, την πλατεία Μουσείου, την περιοχή των αγαλμάτων Καζαντζάκη και Βενιζέλου και την περιοχή του Ηρώου).
Συμπερασματικά επαληθεύτηκε το ότι, η παρούσα Δημοτική Αρχή συνεχίζει την πολιτική της δεκάχρονης «απραξίας» των προηγούμενων Δημοτικών Αρχών και της πολιτικής ανευθυνότητας για το Δημόσιο χώρο.
Σε αυτό το δημόσιο χώρο είναι εμφανής, η συνισταμένη των εφαρμοζόμενων πολιτικών για όλα τα μεγάλα έργα που έχουν βαλτώσει και δια-καθορίζουν την καθημερινότητα των κατοίκων και την «ανάπτυξη» της πόλης.
Είναι σαφές πλέον ότι: Η πλατεία Ελευθερίας, ως δημόσιος χώρος θα πρέπει να ολοκληρωθεί από την «επόμενη Δημοτική Αρχή» με βάση τις σχεδιαστικές επιλύσεις του Α΄βραβείου του «νέου» αρχιτεκτονικού διαγωνισμού που έγινε πρόσφατα;
Ίδωμεν!…