Συντετριμμένη για το ναυάγιο ανοιχτά της Πύλου δήλωσε η ηθοποιός Αντζελίνα Τζολί, η οποία έχει αφιερώσει σημαντικό κομμάτι της ζωής και της δράσης στους πρόσφυγες, ενώ τονίζει ότι η φράση που ακούγεται παντού ότι οι πρόσφυγες «αναζητούσαν μία καλύτερη ζωή», είναι παραπλανητική και υποβιβάζει τις θηριωδίες που αυτοί οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν καθημερινά.
Με ένα «στόρι» που ανέβασε στον προσωπικό της λογαριασμό στο Instagram, η Αντζελίνα Τζολί ανάρτησε τη φωτογραφία του πλοίου που μετέφερε εκατοντάδες ανθρώπους και τόνισε τις ευθύνες της Δύσης για αυτήν και άλλες ανάλογες καταστροφές.
Και έγραψε:
«Έχω αρρωστήσει με αυτό το νέο. Πότε θα καταλάβουμε επιτέλους ότι κανείς δεν επιλέγει να μπει σε σαπιοκάραβο, αν δεν έχει εξαντλήσει όλες τις υπόλοιπες επιλογές του για να κρατήσει την οικογένειά του ασφαλή; Είχα κάποτε γνωρίσει έναν Σύριο πρόσφυγα που επέζησε ενός τέτοιου ναυαγίου και προσπαθούσε μερόνυχτα να κρατήσει τα κορμιά της γυναίκας και της κόρης του στην επιφάνεια του νερού, να μην πνιγούν.
»Τον είχα τότε ρωτήσει πώς επέλεξε να μπει σε μια τέτοια βάρκα με τόσους ακόμα ανθρώπους, να πάρει αυτό το επικίνδυνο ρίσκο. Μου αφηγήθηκε πώς αρχικά έμεινε στην εμπόλεμη ζώνη και τάχθηκε να βοηθήσει ως γιατρός. Μέχρι που οι θηριωδίες ήταν απίστευτες και κινδύνευε η οικογένειά του. Μετακόμισαν στην επαρχία, αλλά τίποτα δεν ήταν καλύτερο. Οι πρόσφυγες ήταν και εγχώρια αποξενωμένοι, απομονωμένοι. Η κόρη του δεν μπορούσε να πάει σχολείο, η γυναίκα του δεχόταν παρενοχλήσεις. Τον ικέτεψε να κανονίσει να μπουν σε μια βάρκα να αποδράσουν.
»Δούλεψαν όλοι στην οικογένεια σε μικροδουλειές για να συγκεντρώσουν τα χρήματα του εισιτηρίου. Τους στίβαξαν σε μια βάρκα και τους έβγαλαν στη θάλασσα. Οταν συνειδητοποίησαν πόσο υπερφορτωμένο ήταν το σκαρί της και πόσο κινδύνευαν, ζήτησαν να φύγουν. Οι διακινητές αρνήθηκαν να τους επιστρέψουν στη στεριά.
»Η βάρκα άντεξε για μεγάλο μέρος του ταξιδιού. Ηταν δύσκολο να αναπνεύσεις ανάμεσα σε τόσο κόσμο. Ολοι ήταν τρομαγμένοι. Κάποια στιγμή ένα πλοίο τους εμβόλισε. Η βάρκα άρχισε να βουλιάζει και όλοι ούρλιαζαν. Εκείνος κρατούσε σφιχτά τη γυναίκα και την κόρη του για ώρες ολόκληρες. Κάποια στιγμή, ανήμπορος να τις κρατήσει άλλο, τις έχασε.
»Ολα αυτά βάζουν τους ανθρώπους στις βάρκες, να ρισκάρουν έτσι τις ζωές τους».