«Καρφιά» για το κείμενο που ενέκρινε το Συμβούλιο της Ευρώπης σχετικά με τη λεγόμενη οδηγία Anti-SLAPP αφήνει η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων.
Όπως σημειώνουν, αυτό που προτάθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2022, έχει σκοπό να αντιμετωπίσει το αυξανόμενο πρόβλημα των στρατηγικών αγωγών που στοχεύουν δημοσιογράφους, ακτιβιστές και άλλους δημόσιους φύλακες σε όλη την Ευρώπη, ωστόσο θεωρούν ότι το κείμενο, το οποίο έχει αποδυναμωθεί σημαντικά, υπολείπεται κατά πολύ του αρχικού στόχου της νομοθεσίας δηλαδή την προστασία των δημοσιογράφων και του δικαιώματος στην ενημέρωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Παράλληλα, μεταξύ άλλων αναφέρουν ότι «το Συμβούλιο αποτυγχάνει να υποσχεθεί ένα αποτελεσματικό και επαρκές πλαίσιο για τον τερματισμό της αύξησης των SLAPP:
- σκοπεύει να περιορίσει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας σε αμιγείς «διασυνοριακές» περιπτώσεις, π.χ. περιπτώσεις όπου η δίωξη διεξάγεται σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ·
- αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αστικές αξιώσεις που ασκούνται σε ποινική διαδικασία·
- αποδυναμώνει σημαντικά τον μηχανισμό πρόωρης απόλυσης προτείνοντας έναν περιοριστικό ορισμό των «προδήλως αβάσιμων υποθέσεων» και αποκλείοντας τη δυνατότητα προσφυγής κατά αποφάσεων που αρνούνται την πρόωρη απόλυση·
- διαγράφει τη διάταξη για αποζημίωση ζημιών υπέρ των στόχων SLAPP.»
Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων σχολιάζοντας το κείμενο του Συμβουλίου, θεωρεί ότι μια τέτοια θέση δεν δείχνει ισχυρή πολιτική βούληση να δράσει υπέρ της ελευθερίας της έκφρασης: «Είναι πολύ περιοριστικό για να έχει ουσιαστικό αντίκτυπο. Ας είμαστε ξεκάθαροι: πολύ λίγες περιπτώσεις εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αυτού που προτείνει το συμβούλιο. Για άλλη μια φορά, οι δημόσιες δεσμεύσεις των κρατών μελών δεν μεταφράζονται σε συγκεκριμένη δράση όσον αφορά την παροχή ευνοϊκού περιβάλλοντος για τους δημοσιογράφους και τα μέσα ενημέρωσης», όπως δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας της EFJ Ricardo Gutiérrez .
Σε άλλο σημείο υπενθυμίζουν επίσης ότι «Κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, οι υπουργοί της Αυστρίας, της Ουγγαρίας, της Σλοβενίας, της Γερμανίας, της Πολωνίας, της Ιταλίας, της Κροατίας, της Λιθουανίας, των Κάτω Χωρών, του Λουξεμβούργου, της Σλοβακίας, της Εσθονίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας υποστήριξαν σε μεγάλο βαθμό τη θέση του Συμβουλίου. Τόνισαν την «ισορροπημένη» προσέγγιση που διασφαλίζει το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη, καθώς και επιτρέπει την απαραίτητη «ευελιξία» σε εθνικό επίπεδο και δίνει «περισσότερη διακριτική ευχέρεια στα εθνικά δικαστήρια». Τόσο η Μάλτα όσο και η Ιρλανδία τόνισαν, ωστόσο, ότι το κείμενο θα μπορούσε να ήταν πιο φιλόδοξο».
«Ο Επίτροπος Δικαιοσύνης της ΕΕ, Ντιντιέ Ρέιντερς, θα ήθελε επίσης να δει ισχυρότερες διατάξεις» αναφέρουν και θυμίζουν ότι ο Ντιντιέ Ρέιντερς είπε: «Θα ήθελα να εκφράσω τη λύπη μου για την αποδυνάμωση των ένδικων μέσων κατά των καταχρηστικών δικαστικών διαδικασιών, ιδίως τη διαγραφή της διάταξης για αποζημίωση ζημίας και την αποδυνάμωση της διάταξης για την επιδίκαση των εξόδων».
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναμένεται να εκδώσει τη γνωμοδότησή του στις 27 Ιουνίου, προτού τα τρία θεσμικά όργανα αρχίσουν τριμερείς διαπραγματεύσεις.